Αποψη: Νέο τοπίο από το 2012

2' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οπως κάθε κοινωνική έρευνα, έτσι και οι έρευνες εκλογικής συμπεριφοράς επηρεάζονται από τρεις βασικές παραμέτρους: την εξέλιξη των μεθόδων και των τεχνικών, τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες και την οπτική του επιστήμονα.

Στη δημόσια συζήτηση σχετικά με τις δημοσκοπήσεις, ο πρώτος παράγοντας συνδέθηκε με ζητήματα όπως η καταλληλότητα των δειγμάτων, το ζήτημα της υπο-αντιπροσώπευσης των νέων στις έρευνες, το είδος των σταθμίσεων, κ.λπ. Ο τρίτος παράγοντας αφορά στις πολιτικές προτιμήσεις των δημοσκόπων ή στη σχέση τους με τα ενημερωτικά μέσα.

Αν και οι δύο παραπάνω παράγοντες έκαναν ιδιαίτερο θόρυβο στη δημόσια συζήτηση, κατά τη γνώμη μου, περισσότερο καθοριστικές για την κατανόηση των δυσκολιών ή και των αστοχιών των δημοσκοπήσεων υπήρξαν τα τελευταία χρόνια οι μεταβολές που παρατηρήθηκαν στο εκλογικό σώμα.

Από τη δεκαετία του 1980 και ουσιαστικά έως το 2009 βιώσαμε συνθήκες ενός σχετικά σταθερού (τρι-παραταξιακού) κομματικού συστήματος με δύο κυρίαρχα κόμματα που το άθροισμα της δύναμής τους ξεπερνούσε συχνά το 80%. Επιπλέον, η βασική διαίρεση δεξιά-αριστερά συνέβαλε στον περιορισμό των μετακινήσεων των ψηφοφόρων από τη μία εκλογή στην άλλη. Οι περισσότεροι, για ιστορικούς, ιδεολογικούς ή πελατειακούς λόγους, αισθάνονταν δεμένοι με κάποιο κόμμα και δυσκολεύονταν να το εγκαταλείψουν. Οταν το εγκατέλειπαν, είτε πήγαιναν στο πλησιέστερο ιδεολογικά (π.χ., από το ΚΚΕ στο ΠΑΣΟΚ) είτε επρόκειτο για ανταλλαγές του «μεσαίου χώρου» (π.χ., από το ΠΑΣΟΚ στη Ν.Δ.). Οι μετακινήσεις των ψηφοφόρων ήταν έτσι περιορισμένες και προς συγκεκριμένες και σχετικά προβλέψιμες κατευθύνσεις. Ας προσθέσουμε σε αυτήν τη σταθερότητα και το γεγονός της περιορισμένης αποχής. Η Ελλάδα είχε ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής στις εκλογές στον κόσμο.

Από το 2012 τα πάντα άλλαξαν δραματικά. Το σταθερό δικομματικό πλαίσιο υποχώρησε. Η διαίρεση δεξιά-αριστερά συμπληρώθηκε από αυτήν του μνημονίου-αντιμνημονίου. Αποτέλεσμα:

α) κατέρρευσαν μεγάλα πολιτικά κόμματα (ΠΑΣΟΚ),

β) ελαχιστοποιήθηκε η σημασία της κομματικής ταύτισης και αυξήθηκε κατακόρυφα ο αριθμός των ανθρώπων που αλλάζουν κομματική προτίμηση από τη μία εκλογή στην άλλη (το 2012 ένας στους δύο ψηφοφόρους άλλαξε κόμμα),

γ) οι ψηφοφόροι μετακινούνται προς όλες τις κατευθύνσεις και όχι μόνο εντός του ιδεολογικού πλαισίου της παράταξης (π.χ., ΑΝΕΛ προς ΣΥΡΙΖΑ, ΔΗΜΑΡ προς Ν.Δ., κ.λπ.),

δ) γεννήθηκαν νέα κόμματα (ΑΝΕΛ, ΔΗΜΑΡ, ΠΟΤΑΜΙ, κ.λπ.),

ε) αυξήθηκε δραματικά το ποσοστό της αποχής (σε σχέση με τις εκλογές του 2009 ψήφισαν ενάμισι εκατομμύριο, δηλαδή περίπου 20% λιγότεροι).

Συμπερασματικά: από το 2012 οι έρευνες πολιτικής συμπεριφοράς διεξάγονται σε εξαιρετικά ευμετάβλητες συνθήκες. Οι ψηφοφόροι αλλάζουν διαρκώς στάση έναντι των κομμάτων. Από την τετρακομματική Βουλή του 2004 φτάσαμε στην επτακομματική του 2009 και την οκτακομματική του 2015. Εξαιτίας της συνύπαρξης των δύο διαιρέσεων (αριστερά-δεξιά και μνημόνιο-αντιμνημόνιο), οι ψηφοφόροι έχουν χάσει τους ισχυρούς δεσμούς με τα κόμματα και τις παρατάξεις τους. Ο κυνισμός και η απάθεια ιδιαίτερα στις μικρές ηλικίες δείχνει να διογκώνεται. Μέσα στην ίδια προεκλογική περίοδο κάποιος ψηφοφόρος μπορεί να αλλάξει δύο και τρεις φορές γνώμη και στο τέλος να μην πάει ούτε να ψηφίσει. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο το έργο των δημοσκοπήσεων καθίσταται εξαιρετικά δυσχερές και δύσκολο. Υπό αυτό το πρίσμα, οι όποιες αστοχίες στην καταγραφή της δύναμης των κομμάτων περισσότερο από τις υπαρκτές αδυναμίες της μεθόδου καταδεικνύουν το αχαρτογράφητο νέο περιβάλλον.

* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή