Αποψη: Αλλαγή εκλογικής συμπεριφοράς

Αποψη: Αλλαγή εκλογικής συμπεριφοράς

2' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μετά την πολύ μεγάλη αστοχία των δημοσκοπήσεων την ημέρα του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου, διατυπώνονται ευλόγως ενστάσεις και για τις πρόσφατες εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου. Κυρίως γιατί είχε καλλιεργηθεί η εντύπωση «ντέρμπι» μεταξύ των δύο προπορευόμενων κομμάτων, ενώ το τελικό αποτέλεσμα έδειξε ότι δεν άλλαξε τίποτα περίπου στην εμβέλεια της εκλογικής επιρροής τους σε σχέση με τις εκλογές του Ιανουαρίου και το μεγάλο προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ (8,5% τον Ιανουάριο και 7,4% τον Σεπτέμβριο). Με τη διαφορά, βέβαια, ότι το αποτέλεσμα του Σεπτεμβρίου δεν διαμορφώθηκε από τους ίδιους ψηφοφόρους, αλλά κατά 1 εκατ. λιγότερους, συν 250 χιλιάδες που δεν είχαν ψηφίσει την προηγούμενη φορά σύμφωνα με τα στοιχεία του exit poll.

Νομίζω ότι το βασικότερο κοινό χαρακτηριστικό που συνδέει την αστοχία της 5ης Ιουλίου με το (επαναλαμβανόμενο) λάθος της 20ής Σεπτεμβρίου είναι η μη αξιόπιστη καταγραφή της αποχής, τόσο ως προς την αναμενόμενη έντασή της, όσο και ως προς την κομματική-πολιτική, κοινωνική και δημογραφική σύνθεσή της.

Καλώς ή κακώς, στη χώρα μας έχουμε πλέον πολύ σοβαρό θέμα με τη συμμετοχή στις εκλογές. Το μάξιμουμ εκλογικό σώμα των 7,4 εκατ. ψηφοφόρων το 2004 μειώνεται έκτοτε διαρκώς, φτάνοντας στα χρόνια της κρίσης μόλις λίγο πάνω από τα 6 εκατ. στις εκλογές του 2012 και τον Ιανουάριο του 2015. Στο δημοψήφισμα ήταν 5,8 εκατ. και στις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου μόλις 5,4 εκατ., η μικρότερη ουσιαστικά συμμετοχή που έχουμε γνωρίσει σε βουλευτικές εκλογές τουλάχιστον της μεταπολιτευτικής περιόδου με βάση το (ανεπίσημα, πάντως) σώμα των περίπου 8,5 εκατ. δυνητικών ψηφοφόρων.

Παράλληλα, θα πρέπει να συνυπολογιστεί ότι σε όλες τις εκλογές της περιόδου 2012-2015 επαναλαμβάνεται μονότονα αλλαγή της εκλογικής συμπεριφοράς από το 40% όσων ψηφίζουν κάθε φορά. Το γεγονός αυτό, πέρα από τη σαφή γενική αστάθεια που δημιουργεί και συνδέεται προεκλογικά με τη χαμηλή βεβαιότητα της δηλούμενης ψήφου στις δημοσκοπήσεις και εν τέλει την υψηλή πιθανότητα μεταβολής της μέχρι την ημέρα των εκλογών, αποσταθεροποιεί εκ των πραγμάτων και την αξιοπιστία της αναφοράς ως προηγούμενης ψήφου βάσει της οποίας γίνονται οι σταθμίσεις.

Δεν είναι, δηλαδή, μόνο οι «αναποφάσιστοι» που υποτίθεται ότι θα αποφασίσουν μέχρι τις εκλογές, αλλά και οι «αποφασισμένοι» που στην πορεία αλλάζουν γνώμη. Δεύτερο και εξίσου σημαντικό, μοιάζει να καταργείται η καθοριστική σημασία της στάθμισης προκειμένου να αποδοθούν απαντήσεις που προέρχονται από ένα αντιπροσωπευτικό σώμα πολιτών, οι οποίοι πράγματι θα εμφανιστούν για να ψηφίσουν στις εκλογές. Ετσι, φτάνουμε σήμερα στο σημείο να λέμε ότι χωρίς σταθμίσεις είμαστε πιο κοντά στο αποτέλεσμα.

Μπορεί, αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί αποδεκτή μεθοδολογικά λύση και θυμίζει καταστάσεις όπως του «ανεύθυνου» πιανίστα στα σαλούν της Αγριας Δύσης.

Ο ρόλος όλων όσοι εμπλέκονται με τη διεξαγωγή και κοινοποίηση πολιτικών ερευνών, ιδίως σε προεκλογικές περιόδους, δεν είναι να ζητούν εκ των υστέρων συγγνώμη ή (ακόμη χειρότερο) να σφυρίζουν αδιάφορα.

Οφείλουν, αντιθέτως, να επαγρυπνούν, εξαντλώντας τις εναλλακτικές μεθοδολογικές δυνατότητές τους εφόσον θέλουν να παρουσιάσουν ένα ρεαλιστικό προϊόν, το οποίο, κακά τα ψέματα, στη σημερινή εποχή της μεγάλης αστάθειας στην εκλογική συμπεριφορά παίζει και ρόλο επιλογής ψήφου (π.χ. αφού δεν βγαίνει πρώτο το τάδε κόμμα, ας ψηφίσω το δείνα κ.λπ.).

Αν δεν μπορούν, ας είναι οι ίδιοι που πρώτοι θα ζητήσουν να επανέλθει πάραυτα η απαγόρευση δημοσίευσης δημοσκοπήσεων πριν από τις εκλογές.

* Ο κ. Πάνος Σταθόπουλος είναι ειδικός εκλογικός αναλυτής, δρ Πολιτικών Επιστημών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή