«Επιστροφή στην περίοδο Μαρτίου – Μαΐου»

«Επιστροφή στην περίοδο Μαρτίου – Μαΐου»

3' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Περίπου 48 ώρες μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων της Κυριακής, στην Αθήνα έφτασε η πρώτη μεγάλη αποστολή ξένου fund. Τα μέλη της συναντήθηκαν με τραπεζίτες και επιχειρηματίες, συνομίλησαν με θεσμικούς παράγοντες του ελληνικού προγράμματος, πήραν παλμό της κεντρικής πολιτικής σκηνής και σχημάτισαν «ιδίαν αντίληψιν» του πώς διαμορφώνεται η επόμενη μέρα στη χώρα μας. Η εντύπωσή τους; «Η Ελλάδα δείχνει να επιστρέφει στην περίοδο Μαρτίου – Μαΐου».

Οπερ εστίν μεθερμηνευόμενον, σε μια φάση κατά την οποία η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται μεν την κρισιμότητα της κατάστασης, αλλά δεν είναι διατεθειμένη να αναλάβει τις ευθύνες και το πολιτικό ρίσκο που συνεπάγεται η εφαρμογή ενός σκληρού μνημονίου. Ετσι, τουλάχιστον, αποκωδικοποίησαν τη σκέψη τους όσοι είχαν την ευκαιρία να μιλήσουν μαζί τους. Σύμπτωση ή όχι, την ίδια εκτίμηση εκφράζουν head managers και άλλων funds, που δεν είχαν, βέβαια, την ευκαιρία να κάνουν την ίδια επιτόπια… γύρα στην Αθήνα, αλλά γνωρίζοντας πλέον σε βάθος τις ελληνικές πολιτικές ιδιαιτερότητες –καθώς τις παρακολουθούν από κοντά καιρό τώρα, αφού έχουν επενδύσει εκατοντάδες εκατομμύρια– μπορούν να καταλάβουν πολλά, ακόμη και εξ αποστάσεως.

«Βλέπουμε ότι ετοιμάζεται μια σκληρή στροφή, μετά τον ρεαλισμό του Ιουλίου – Αυγούστου. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στη σύνθεση της κυβέρνησης για να το καταλάβει», επιμένουν. Η αλήθεια είναι ότι για τους περισσότερους από τους παραπάνω διαχειριστές ήταν έκπληξη πρώτου μεγέθους το γεγονός ότι ο κ. Αλέξης Τσίπρας επέλεξε το κόμμα των Ανεξαρτήτων Ελλήνων (ΑΝΕΛ) για να κυβερνήσει και πάλι. «Στην πραγματικότητα, έχουμε να κάνουμε με μια πανομοιότυπη κυβέρνηση με εκείνη του περασμένου Ιανουαρίου», σημειώνουν, «κι αυτό δεν προδιαθέτει για δραματικές αλλαγές στην άσκηση πολιτικής. Η μόνη κρίσιμη διαφοροποίηση έχει να κάνει με το γεγονός ότι λείπει ο κ. Βαρουφάκης. Κατά τα άλλα, τίποτα δεν δείχνει να έχει αλλάξει…».

Η απαισιοδοξία

Αν θέλει κανείς να διαγνώσει τους πραγματικούς λόγους αυτής της απαισιοδοξίας που έχει αρχίσει να καταλαμβάνει τα μεγάλα επενδυτικά κεφάλαια, δεν έχει παρά να ρίξει μια ματιά στις προεκλογικές αναλύσεις τους, με τις προβλέψεις που έκαναν για την επόμενη μέρα. Εκεί προεξοφλούσαν ότι σε περίπτωση εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ, θα σχηματιζόταν μια κεντροαριστερή κυβέρνηση, με τη σύμπραξη ΠΑΣΟΚ και Ποταμιού. Για την ακρίβεια, το θεωρούσαν σχεδόν δεδομένο.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο εκτιμούσαν ότι διασφαλιζόταν η επόμενη μέρα του προγράμματος ως προς την εφαρμογή του και κατ’ επέκτασιν οι θετικές προοπτικές της χώρας, πάντα με βάση τη δική τους οπτική. Η λογική τους ήταν απλή: «Με κάποιο από τα δύο αυτά κόμματα ή και τα δύο στην κυβέρνηση, όποτε το πρόγραμμα θα απειλείτο να εξοκείλει, με παρέμβασή τους η κατάσταση θα επανερχόταν σε μια ισορροπία».

Εννοείται ότι το ιδανικό σενάριο για τους ξένους επενδυτές ήταν ένας «μεγάλος συνασπισμός» μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ., αν και οι πιθανότητές του ήταν εξαρχής πολύ μικρές και το γνώριζαν. Είναι, ωστόσο, ενδεικτικό στοιχείο για το πού είχαν βάλει αυτή τη φορά τον πήχυ και πώς βλέπουν τις εξελίξεις να διαμορφώνονται σήμερα.

Το θέμα είναι τι γίνεται από εδώ και στο εξής επί του πρακτέου και κυρίως ποια θα είναι η επενδυτική τους στρατηγική στη χώρα μας. Για τους περισσότερους από τους διαχειριστές αυτών των κεφαλαίων το βασικό ζητούμενο αυτή τη στιγμή δεν είναι η διευθέτηση του χρέους, αλλά η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. «Για να πάρει η Ελλάδα οτιδήποτε σχετικά με το χρέος, θα πρέπει να αποδείξει εμπράκτως ότι είναι αποφασισμένη να εφαρμόσει στο έπακρον τις προβλέψεις του μνημονίου. Κι αυτό το μήνυμα έρχεται τόσο από τις Βρυξέλλες όσο και από το Βερολίνο», επισημαίνεται. Πόσο πιθανό, όμως, είναι κάτι τέτοιο;

Ο «λογαριασμός»

Σε εκείνο που όλοι συμφωνούν είναι ότι το αμεσότερο και ενδεχομένως μεγαλύτερο πρόβλημα, που θα πρέπει να επιλυθεί άμεσα, είναι αυτό της ανακεφαλαιοποίησης των συστημικών τραπεζών της χώρας. Η προοπτική ενός μεγάλου «λογαριασμού», της τάξης των 15 δισ. ευρώ και άνω, τρομάζει τους ιδιώτες – επενδυτές. Κι αυτό γιατί γνωρίζουν ότι θα σημάνει αυτομάτως την κρατικοποίηση και των τεσσάρων τραπεζών και ταυτόχρονα την πλήρη απαξίωση των επενδύσεων που έκαναν στις ελληνικές τράπεζες τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, με βάση τα έως τώρα δεδομένα, αυτό είναι σήμερα το πιθανότερο ενδεχόμενο. Και όλα δείχνουν ότι πολύ δύσκολα θα ανατραπεί μέσα στις επόμενες τέσσερις – πέντε εβδομάδες.

Μια προσπάθεια που αναλαμβάνεται τις τελευταίες ώρες για επαναφορά του σεναρίου που προβλέπει τη σύσταση μιας μεγάλης bad bank έχει περισσότερο στοιχεία «μάχης οπισθοφυλακής», παρά οτιδήποτε άλλο.

Προβλέπει, εν ολίγοις, συγκέντρωση του συνόλου των «κόκκινων» δανείων (στο σύνολό τους υπολογίζονται πλέον κοντά στα 100 δισ. ευρώ) στο χαρτοφυλάκιό της και ανακεφαλαιοποίηση της τάξης των 5 – 6 δισ. ευρώ. Στην πραγματικότητα, όμως, κανείς δεν συζητάει σοβαρά τέτοιο ενδεχόμενο…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή