Βαγγέλης Μεϊμαράκης: Οποιος κι αν βγει, θα τον στηρίξουμε

Βαγγέλης Μεϊμαράκης: Οποιος κι αν βγει, θα τον στηρίξουμε

3' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Για κάποιον που δεν έχει πάει ποτέ σε προεκλογική ομιλία, όπως εγώ, το να βλέπει εκατοντάδες άτομα να συγκεντρώνονται στο «Κάραβελ» μια ηλιόλουστη Κυριακή πρωί, για να κλειστούν σε μια πολυτελή αλλά υπόγεια αίθουσα και να ακούσουν έναν υποψήφιο πρόεδρο σε εσωκομματικές -ούτε καν βουλευτικές- εκλογές, έμοιαζε περίεργο. Οπως είχα ήδη αντιληφθεί από τις επισκέψεις μου σε άλλα παρόμοια events, οι υποστηρικτές του Βαγγέλη Μειμαράκη έπαιρναν πολύ σοβαρά τη διαδικασία. «Το κόμμα πρέπει να ανακάμψει, μας πήρε φαλάγγι ο Τσίπρας. Χρειαζόμαστε έναν πρόεδρο με κότσια να μας πάει μπροστά, γι’ αυτό υποστηρίζουμε τον Βαγγέλη», μου εξήγησε ο κ. ∆ημήτρης, που ήρθε από τη Νέα Ιωνία με τη γυναίκα του.

Ο Βαγγέλης. Για όλους εδώ, ο κ. Μεϊμαράκης είναι ο Βαγγέλης. ∆εν μου κάνει εντύπωση. ∆εν είναι μόνο το λαϊκό προφίλ του, είναι που με κάποιον περίεργο τρόπο ο νυν πρόεδρος της Ν∆ ξέρει τους περισσότερους που εμφανίζονται στις εκδηλώσεις (και είναι πάρα πολλοί, όπως διαπίστωσα) με τα μικρά τους ονόματα. Ισως γι’ αυτό λίγες ημέρες νωρίτερα, όταν έκανα την εμφάνισή μου στη βραδινή κοινωνική συνάντηση που είχε στο Blue Bay της Καστέλλας με ψηφοφόρους και παλιούς συντρόφους στην ΟΝΝΕ∆, με εντόπισε αμέσως. Σαν τη μύγα στο γάλα. Αντίθετα με τους υπόλοιπους υποψηφίους, δεν φαινόταν διατεθειμένος να συμμετάσχει ενεργά στο ρεπορτάζ. Η γραμμή της καμπάνιας του ήταν πως δεν θέλει να «παίξει» το παιχνίδι των μίντια με τέτοιου τύπου θέματα, δεν θέλει να κάνει δηλώσεις, όπως μου είπε τελικά, «δεν θέλει να ανταγωνιστεί τους συναδέλφους υποψηφίους και να θέσει σε κίνδυνο την ενότητα του κόμματος». Ισως, περισσότερο από όλα, ήξερε ότι δεν χρειάζεται. Προπορευόταν σταθερά στα γκάλοπ από την πρώτη στιγμή.

Οπότε σε όλα αυτά εγώ εμφανιζόμουν λίγο «καμικάζι». Στο Blue Bay, όταν κατάφερα να τον πλησιάσω και αφού είχε αγκαλιαστεί, φιλήσει, βγάλει σέλφι με το 90% των παρισταμένων στον εξωτερικό χώρο του μπαρ της Πλαζ Βοτσαλάκια, συστήθηκα χωρίς πολλές ελπίδες ότι θα καταφέρω να του πάρω κουβέντα. ∆εν κάνω πολιτικό ρεπορτάζ, τον ενημέρωσα, είμαι εκεί για να πάρω μια γεύση της καθημερινότητάς του ως υποψηφίου, αλλά και ένα κλίμα των ανθρώπων που τον στηρίζουν.

«Ελα, βρε κορίτσι μου», μου είπε, «γι’ αυτό δεν σε ξέρω; Να σε βοηθήσουμε βεβαίως. Τι θες να μάθεις;» Ετσι μου σύστησε τους συνεργάτες του, βουλευτές που τον επισκέφθηκαν, αστειευόμενος ότι μέσα στο γεμάτο πρόγραμμά του πρέπει να προσέχει τι κάνουν και αυτοί, μου είπε για τις δεκάδες πόλεις σε όλη την Ελλάδα που επισκέφθηκε μέσα σε λίγες ημέρες («μόλις γύρισα από Χίο, αύριο φεύγω για Θεσσαλία, μέχρι το Σάββατο θα την έχω γυρίσει όλη»), αλλά και για την αγωνία των περισσότερων ψηφοφόρων. O ΣΥΡΙΖΑ; «Οχι, αυτό που φοβούνται είναι να μην πληγεί η ενότητα του κόμματος. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι όσο πιο γρήγορα τελειώσουμε με τις εκλογές, τόσο καλύτερα. Οποιος και να βγει, θα τον στηρίξουμε», μου είπε την ώρα που φωτογραφιζόταν με κόσμο και έκανε χειραψίες. «Κοιμάστε καθόλου;» Γέλασε. «Οποτε καταφέρω», απάντησε την ώρα που το μπουλούκι που συνεχώς τον ακολουθεί σαν δεμένο με κοντά σχοινιά πάνω του τον μετέφερε σε άλλο πηγαδάκι.

Πήρα το δωρεάν ποτό μου, που δικαιούταν ο κάθε καλεσμένος, και χάζεψα τον κόσμο. Το μπαρ ήταν γεμάτο με ανθρώπους που γνωρίζονταν, κοστουμαρισμένους κυρίους, κυρίες με τα καλά τους, πηγαδάκια που μιλούσαν για τις σπουδές των παιδιών τους και θυμούνταν τις καλές εποχές στην ΟΝΝΕ∆. Η πιο συνηθισμένη απάντηση στο «τι κάνεις;» ήταν το «εδώ, στον αγώνα», αλλά δεν είχε τη συνήθη σημασία του αγώνα της ζωής, αλλά της εκλογής του Βαγγέλη.

Κάπως έτσι ήταν τα πράγματα και στο «Κάραβελ» λίγες ημέρες μετά, μόνο που ο κόσμος ήταν περισσότερος και ο κ. Μεϊμαράκης ελαφρώς αγουροξυπνημένος. Η ομιλία έγινε σε μια αίθουσα κατάμεστη μέχρι τις δύο μεγαλοπρεπείς σκάλες που ανέβαιναν στο ισόγειο – διάλεξε τη δεξιά για να κατέβει και ο κόσμος χειροκρότησε την επιλογή. Στο μισάωρο, πήγα να καθίσω στα σκαλιά: όπως οι περισσότερες κυρίες εκεί, είχα ήδη μετανιώσει για τα ψηλοτάκουνα. Ενα ζευγάρι στεκόταν μπροστά μου, ακούγοντας με προσήλωση την ομιλία. «Ωραία τα λέει ο πρόεδρος», είπε σιγά η κυρία, «αλλά πείνασα». Ο άντρας της την κοίταξε κάπως αυστηρά, πριν τελικά φορέσει το σακάκι του. «Καλά, κάτσε πέντε λεπτά και φεύγουμε. Εχουμε και ταξίδι»…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή