Η δύσκολη εξίσωση της επόμενης μέρας

Η δύσκολη εξίσωση της επόμενης μέρας

5' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στις Βρυξέλλες, την περασμένη Δευτέρα, όλοι έσπρωξαν απλώς το μπαλάκι παρακάτω. Η Ευρώπη θέλησε να απομακρύνει τον κίνδυνο μιας νέας ελληνικής κρίσης, εν μέσω εκλογικών αναμετρήσεων και αποφάσισε να στείλει πίσω στην Αθήνα τους θεσμούς για διαπραγματεύσεις, με «χαλαρό» ορίζοντα ολοκλήρωσης. Και η κυβέρνηση δέχθηκε, μάλλον κακήν κακώς, να ψηφίσει τώρα επώδυνα μέτρα 3,6 δισ. ευρώ, με εφαρμογή μετά το 2018, που ίσως συνοδεύονται από αντισταθμιστικά –αν επιτυγχάνεται υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα– και ίσως εξασφαλίσουν –αλλά ακόμη όχι σίγουρα– την είσοδο στον «παράδεισο» του QE.

Τώρα, από την Τρίτη, με την επιστροφή των κλιμακίων των δανειστών, αρχίζουν τα δύσκολα. Τα μέτρα πρέπει να πάρουν σάρκα και οστά, οι συνταξιούχοι να αρχίσουν να υπολογίζουν μειώσεις, τις οποίες είχε αποκλείσει, λιγότερο από ένα χρόνο πριν, ο τότε υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος, οι φορολογούμενοι να βομβαρδίζονται με εκτιμήσεις για το πόσους επιπλέον φόρους θα πληρώσουν.

Στο οικονομικό επιτελείο βλέπουν το πολιτικό κόστος να έρχεται βαρύ, αλλά στον βαθμό που έχουν αποφασίσει να προχωρήσουν, παρ’ όλα αυτά, προσπαθούν να το μετριάσουν καταστρώνοντας «σενάρια πολιτικής οικονομίας», όπως τα χαρακτηρίζει πηγή του.

Με απλά λόγια, τα σενάρια αυτά επιχειρούν να περιορίσουν, αν όχι να εξαλείψουν την επιβάρυνση από τα χαμηλότερα εισοδήματα, μεταφέροντάς την στα υψηλότερα. Ετσι, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι στο συνταξιοδοτικό εξετάζεται να μην υιοθετηθεί η λύση της απλής κατάργησης της προσωπικής διαφοράς, που σήμερα κρατάει υψηλότερα (από 7% έως 30%, μεσοσταθμικά 14%) τις συντάξεις των παλαιών από τους νέους (μετά τον νόμο Κατρούγκαλου) συνταξιούχους, αλλά της μείωσης μόνο ή αναλογικά περισσότερο των υψηλότερων συντάξεων. Οπως έγινε δηλαδή και όλες τις προηγούμενες φορές.

Περίπλοκη εξίσωση

Η εξίσωση γίνεται πιο περίπλοκη καθώς σε αυτήν υπεισέρχονται και τα λεγόμενα αντισταθμιστικά, τα «καλά» μέτρα. Ο,τι είναι «καλό» για κάποιους, όμως, δεν είναι για κάποιους άλλους. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Νίκος Φίλης είπε χθες ότι μείωση αφορολογήτου και συντάξεων με μείωση φορολογίας επιχειρήσεων (ένα από τα υποψήφια «καλά» μέτρα) δεν περνάει. Αντίθετα, το ΔΝΤ θεωρεί ότι τα «καλά» μέτρα πρέπει να ελαφρύνουν τα υψηλότερα εισοδήματα και τις επιχειρήσεις που έχουν πληγεί υπέρμετρα από τη φορολογία τα προηγούμενα χρόνια, για αναπτυξιακούς λόγους.

Σε κάθε περίπτωση, τα μαθηματικά πρέπει να βγαίνουν. Το σύνολο των μέτρων που θα ληφθούν εκτιμάται από τις ίδιες πηγές του οικονομικού επιτελείου ότι το πολύ να υποχωρήσει από το 2% του ΑΕΠ, που ζητάει σήμερα το ΔΝΤ, στο 1,7%-1,8% του ΑΕΠ. Το πολύ, δηλαδή να εξοικονομηθούν 350-500 εκατ. ευρώ και να κατέβει το σύνολο στα 3,2-3,3 δισ. ευρώ από τα 3,6 δισ. ευρώ. Επίσης, υπάρχει πιθανότητα ένα μικρό μέρος (0,3%-0,5% του ΑΕΠ) να προέλθει από άλλες πηγές. Αν γίνει έτσι, θα αναζητούνται μέτρα 0,75% του ΑΕΠ ή 1,4 δισ. ευρώ από συντάξεις και άλλα τόσα από το αφορολόγητο. Αν ο πήχυς παραμείνει υψηλότερα, αναμένεται να πέσει μεγαλύτερο βάρος στο αφορολόγητο.

Ετσι, τα σενάρια προβλέπουν:

• Μείωση αφορολογήτου στην καλύτερη περίπτωση σε 6.600 ευρώ, που σημαίνει επιβάρυνση 450 ευρώ για όλους όσοι έχουν υψηλότερο εισόδημα από το σημερινό όριο των 8.636 ευρώ, ή ακόμη χαμηλότερα, στις 5.900 ευρώ, με επιβάρυνση 600 ευρώ.

• Μείωση των παλαιών συντάξεων, με κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, με διαφοροποιήσεις ανάλογα με το ύψος των συντάξεων ή/και πλαφόν, που σύμφωνα με πληροφορίες εξετάζεται να είναι τα 660 ευρώ ή ακόμη και τα 800 ευρώ, αν τελικά ο λογαριασμός των μέτρων είναι μικρότερος. Ετσι, ένας συνταξιούχος με ετήσιο εισόδημα 7.920 ευρώ θα υποστεί επιβάρυνση λόγω μείωσης του αφορολογήτου (π.χ. 440 ευρώ αν αυτό κατέβει στις 5.900 ευρώ ή 260 ευρώ αν κατέβει στις 6.600 ευρώ), αλλά δεν θα χάσει από τη σύνταξή του. Μάλιστα, αν ο χαμηλός συντελεστής φορολογίας μειωθεί από το 22% που είναι σήμερα, η επιβάρυνση μπορεί να είναι μικρότερη.

• Σε ό,τι αφορά τα «καλά» μέτρα, στο τραπέζι βρίσκονται μείωση συντελεστών στη φορολογία εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων (στο τελευταίο είναι που εξέφρασε την επιφύλαξή του ο Φίλης), μείωση του ΦΠΑ, είτε των συντελεστών (από 24% στο 23% προτείνει το ΔΝΤ), είτε επιμέρους κατηγοριών, μέσω της μετάταξής τους σε χαμηλότερο συντελεστή (πηγές διέρρεαν τις προηγούμενες μέρες την ενέργεια, τις μεταφορές, την εστίαση, τα είδη διατροφής, αλλά και τα νησιά), μείωση των ασφαλιστικών εισφορών μικρομεσαίων και ελεύθερων επαγγελματιών και μείωση του ΕΝΦΙΑ 35%. Σύμφωνα με ένα σενάριο, το νέο σύστημα που σχεδιάζει η κυβέρνηση θα συνυπολογίζει τα εισοδήματα των φορολογουμένων, έτσι ώστε και πάλι αναλογικά να επιβαρύνονται τα υψηλότερα εισοδήματα περισσότερο.

Τα «καλά» μέτρα θα προσδιορίζονται στο τέλος κάθε έτους ανάλογα με τις προβλέψεις για το πρωτογενές πλεόνασμα του επόμενου. Εφόσον –δεδομένης της εφαρμογής των «κακών» μέτρων– προβλέπεται υπέρβαση του στόχου του 3,5% για το πρωτογενές πλεόνασμα θα λαμβάνονται και «καλά» μέτρα κατά το ποσοστό της υπέρβασης αυτής. Σημειωτέον ότι εκτός από τα μέτρα για μετά το 2018, οι θεσμοί θα πρέπει να κλείσουν και μια σειρά από άλλα ανοιχτά θέματα της αξιολόγησης. Μεταξύ άλλων:

• Τα εργασιακά. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, έχει εγκαταλειφθεί από την κυβέρνηση η άμεση επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και από την πλευρά των θεσμών η απαίτηση για αύξηση των ομαδικών απολύσεων, αν και προβλέπεται να αντικατασταθεί το βέτο του υπουργού με μια νέα διαδικασία απόφασης, με βάση συγκεκριμένα κριτήρια.

• Τα ενεργειακά. Θα πρέπει να αξιολογηθεί αν οι δημοπρασίες ισχύος οδηγούν στη μείωση των μεριδίων της ΔΕΗ ή θα χρειαστεί εναλλακτικά να πουλήσει μονάδες η ΔΕΗ.

Το αύριο

Οι εκπρόσωποι των θεσμών ξεκινούν επαφές την Τρίτη με προοπτική να παραμείνουν περίπου μια εβδομάδα, να αποχωρήσουν και να επιστρέψουν ξανά, ενδεχομένως μετά το Eurogroup της 20ής Μαρτίου. Η κυβέρνηση βεβαίως μιλάει ακόμη για τον ορίζοντα του Μαρτίου, που όμως φαίνεται εξωπραγματικός, δεδομένων των πολλών ανοιχτών και πολιτικά επώδυνων θεμάτων που πρέπει να ρυθμιστούν.

Η πλέον φιλόδοξη προοπτική δείχνει να είναι μια συμφωνία στο άτυπο Eurogroup της 7ης Απριλίου, στη Μάλτα, ενώ απώτατος ορίζοντας για ομαλή εξέλιξη δείχνει να είναι ο Μάιος. Από κει και πέρα πλησιάζει απειλητικά ο ορίζοντας των γερμανικών εκλογών και η εξάντληση της ρευστότητας του ελληνικού Δημοσίου, ενόψει των πληρωμών χρέους 7,4 δισ. ευρώ τον Ιούλιο.

Για να κλείσει η διαπραγμάτευση, πάντως, πρέπει να ξεκαθαρίσει το τοπίο και σχετικά με τη συμμετοχή ή μη του ΔΝΤ και την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Μετά τη συνάντησή της με την Αγκελα Μέρκελ, η Κριστίν Λαγκάρντ δεν φώτισε την εικόνα ως προς αυτό, επιτρέποντας κάθε είδους εικασία, ενώ η παρέμβαση του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν, την Πέμπτη, φάνηκε να ενισχύει τη σκληρή γραμμή του Ταμείου.

Σύμφωνα με μια εκδοχή εκπροσώπων των θεσμών και της κυβέρνησης, εφόσον η Αθήνα τα δώσει όλα στις μεταρρυθμίσεις, το Eurogroup θα ικανοποιήσει το ΔΝΤ με μια «χαλαρή» περιγραφή των μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους, επιτρέποντας ταυτόχρονα στην ΕΚΤ να δώσει το QE.

Αλλες εκτιμήσεις αναφέρουν ότι το ΔΝΤ θα παραμείνει με τον σημερινό του ρόλο, αλλά κάτι τέτοιο ίσως δυσκολέψει την απόφαση εκταμίευσης της δόσης από τα Κοινοβούλια της Γερμανίας και της Ολλανδίας, οδηγώντας σε νέες επιπλοκές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή