​Ανάλυση: Οι κυβερνητικές βολές κατά Στουρνάρα και οι διαχρονικές προειδοποιήσεις της ΤτΕ

​Ανάλυση: Οι κυβερνητικές βολές κατά Στουρνάρα και οι διαχρονικές προειδοποιήσεις της ΤτΕ

5' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο στόχαστρο της κυβέρνησης, για άλλη μια φορά βρέθηκε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας, εξαιτίας της παρέμβασής του για το ασφαλιστικό όπου ανέφερε ότι «ορισμένες συνταξιοδοτικές παροχές στην Ελλάδα παραμένουν σχετικά γενναιόδωρες, με βάση τόσο τα ελληνικά όσο και τα διεθνή δεδομένα».

Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κ. Γιάννης Δραγασάκης σημείωσε ότι η Τράπεζα της Ελλάδος «είναι ανεξάρτητη και όχι ανεξέλεγκτη» και ότι «όλοι έχουμε δικαίωμα στην άποψη, αλλά όταν έχουμε θεσμικό ρόλο πρέπει να προσέχουμε», ενώ αναρωτήθηκε «ποιον εξυπηρετούν όταν ακούγονται αυτά». «Εμείς θέλουμε να ξέρουμε αν αυτές οι απόψεις είναι της τράπεζας και από πότε υπάρχουν» σημείωσε επίσης ο κ. Δραγασάκης. 

Λίγες ώρες αργότερα, σε συνέντευξή του και ο Νίκος Παππάς εξαπέλυσε επίθεση κατά του πρώην διοικητή της ΤτΕ, λέγοντας πως «στον τοίχο, εκτός στόχων, και στην ύφεση έριξε τη χώρα η κυβέρνηση στην οποία υπουργός Οικονομικών ήταν ο κ. Στουρνάρας».

Το ότι η παρούσα κυβέρνηση είναι υπέρ της ανεξαρτησίας των θεσμών είναι πέραν αμφισβήτησης αρκεί να ικανοποιείται μια αυτονόητη προϋπόθεση: ότι όποια γνώμη ή πρόταση διατυπώνεται θα πρέπει να χειροκροτεί ή έστω να μην αμφισβητεί αυτά που λέει η κυβέρνηση. Το ή μαζί μας ή εναντίον μας είναι η αντίληψη της κυβέρνησης. Κάθε άλλη άποψη, γνώμη, πρόταση ή κριτική προς την κυβέρνηση, συνιστούν κινήσεις εχθρικές για τη χώρα, αποτελούν σαμποτάζ της τρόικας εσωτερικού, πέμπτη φάλαγγα των δανειστών κ.α. Και δυστυχώς η χώρα βρίσκεται στο σημείο, μετά από δεκαετίες αδίστακτης προπαγάνδας και λαϊκισμού, όπου όλα αυτά, και ακόμα χειρότερα, δεν προκαλούν ιδιαίτερη εντύπωση.

Ωστόσο αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι η άγνοια, του κ. Δραγασάκη, στο δημόσιο παρεμβατικό ρόλο της Τράπεζας της Ελλάδος. Στο ότι η Τράπεζα της Ελλάδος είναι ένας θεσμός που διατυπώνει ελεύθερα εδώ και δεκαετίες τις απόψεις – προτάσεις της και η ανεξαρτησία της έχει θεσμοθετηθεί ακριβώς για να μην μετατρέπεται σε χειροκροτητή της εκάστοτε κυβέρνησης.

«Θέλουμε να ξέρουμε αν αυτές οι απόψεις είναι της τράπεζας και από πότε υπάρχουν» σημείωσε ο κ. Δραγασάκης. Δεν χρειάζεται καμία μεγάλη προσπάθεια για να απαντήσει κανείς. Αρκεί να ξεφυλλίσει τις Εκθέσεις και άλλες δημόσιες παρεμβάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος. Για παράδειγμα στην Έκθεση για το 2000, που δημοσιεύτηκε στις αρχές του 2001 όταν το πολιτικό προσωπικό, με νταούλια και ζουρνάδες, ακύρωνε τις αλλαγές στο ασφαλιστικό, η ΤτΕ σήμαινε συναγερμό για το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, επισημαίνοντας με έμφαση ότι αν παράμετροι όπως «το ύψος των εισφορών και των παροχών, τα όρια ηλικίας και ο οργανωτικός κατακερματισμός μείνουν αμετάβλητα», τότε σε λίγα χρόνια θα αυξηθούν υπερβολικά οι δημόσιες δαπάνες για συντάξεις και υγεία. Επίσης παρατηρούσε ότι για την υλοποίηση των ριζικών μεταρρυθμίσεων και την επίτευξη της πραγματικής σύγκλισης ήταν απαραίτητες οι συναινετικές επιλογές. Τέλος τόνιζε ότι για την πραγματική σύγκλιση της ελληνικής οικονομίας απαιτούνταν σκληρή δουλειά «σε πολλούς τομείς: την εφαρμογή κατάλληλης δημοσιονομικής και διαρθρωτικής πολιτικής αλλά και τον ταχύτερο εκσυγχρονισμό και την αποτελεσματικότερη λειτουργία τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα»!

Ακολούθησαν περίπου 12 χρόνια, στη διάρκεια των οποίων η ΤτΕ επαναλάμβανε μονότονα στις Εκθέσεις που δημοσίευε την ανάγκη μεταρρυθμίσεων και διαρθρωτικών αλλαγών, προειδοποιήσεις για το ασφαλιστικό πρόβλημα παρεμβάσεις που δεν άγγιζαν το πολιτικό προσωπικό που απολάμβανε τα οφέλη της ένταξης στο ευρώ και του άπλετου δανεισμού, διορίζοντας, μοιράζοντας χρήματα και κατασπαταλώντας κονδύλια. Λίγα στοιχεία: Το έλλειμα του ασφαλιστικού συστήματος, δηλαδή οι δαπάνες για συντάξεις και υγεία, διαμορφώθηκε στο διάστημα 1994 – 2009 στα 89 δις. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 30% συνολικού χρέους της χώρας. Οι ασφαλιστικές εισφορές στην Ελλάδα, ως ποσοστό του ΑΕΠ, ήταν το 2008 κατά 28% χαμηλότερες απ’ ό,τι στην Ευρώπη, αλλά οι συντάξεις ήταν κατά 45% περίπου υψηλότερες απ’ ό,τι στην Ευρώπη. Στα χρόνια της ευφορίας, ένας εργαζόμενος που συνταξιοδοτούνταν λάμβανε μεγαλύτερη σύνταξη από το μισθό που είχε ως εργαζόμενος! Κατά μέσο όρο, το 2008, οι συντάξεις στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν στο 110% των απολαβών που οι ίδιοι άνθρωποι είχαν ως εργαζόμενοι, έναντι 76% που ήταν στην ΕΕ.

Στην πραγματικότητα ο κ. Στουρνάρας δεν έχει δίκιο γιατί το πρόβλημα με το ασφαλιστικό δεν είναι οι γενναιόδωρες παροχές αλλά το ότι,​ κυριολεκτικά​,​ έχει συντελεστεί μια κλοπή από τις μελλοντικές γενιές.

Η Τράπεζα της Ελλάδος προειδοποιούσε από πολύ νωρίς για τα αδιέξοδα του κρατικοδίαιτου συστήματος από δεκαετίες, αναφέροντας χωρίς περιστροφές ότι αν η χώρα και το οικονομικό μοντέλο δεν αλλάξουν η χρεοκοπία θα ήταν αναπόδραστη.

Στις 27 Νοεμβρίου του 1980, ένα μήνα πριν την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), Ξενοφών Ζολώτας, απέστειλε επιστολή στον τότε πρωθυπουργό Γεώργιο Ράλλη με την οποία, μεταξύ άλλων, προειδοποιούσε ότι: «ανασταλτικοί μηχανισμοί στις εισαγωγές, όπως αυτοί που χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν, θα είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοστούν μετά την πλήρη ένταξη στην ΕΟΚ». Ο Ζολώτας υπογράμμισε ακόμη την ανάγκη ουσιαστικού «περιορισμού των δαπανών του δημόσιου τομέα» και τη σπουδαιότητα προσέλκυσης ιδιωτικών επενδύσεων που «αντί να ενθαρρύνονται, παρεμβάλλονται προσκόμματα και δημιουργείται κλίμα αποθαρρύνσεως, τόσο από τις αρμόδιες υπηρεσίες όσο και από τον Τύπο». Σε λιγότερο τεχνική γλώσσα, αυτό που έλεγε η ΤτΕ ήταν ότι η ένταξη στην ΕΟΚ οδηγούσε στην απώλεια όλων εκείνων τα μηχανισμών –όπως οι δασμοί– που επέτρεπαν στη χώρα να διατηρεί την οικονομία «κλειστή», δηλαδή ελεγχόμενη και προστατευμένη από τον έξω κόσμο και τον ανταγωνισμό. Οι περισσότερες εγχώριες επιχειρήσεις αδυνατούσαν να εξαγάγουν τα προϊόντα τους στις αγορές του εξωτερικού και ο μόνος λόγος που πουλούσαν προϊόντα στην Ελλάδα ήταν η κρατική προστασία μέσω της επιβολής υψηλών δασμών που καθιστούσαν πανάκριβα τα αντίστοιχα εισαγόμενα προϊόντα.

Οκτώ χρόνια αργότερα, στην Ετήσια Έκθεση για το έτος 1988, η ΤτΕ υπογράμμιζε τις ευκαιρίες που δημιουργούσε η επιτάχυνση της οικονομικής ενοποίησης της Ευρώπης, προειδοποιώντας παράλληλα ότι η ενιαία αγορά θα οδηγούσε στην κατάργηση των δασμών και των άλλων προστατευτικών μέτρων της εσωτερικής αγοράς, δημιουργώντας μεγάλους κινδύνους για χώρες όπως η Ελλάδα.  Η έκθεση περιείχε την πρόβλεψη ότι: «Χωρίς δραστική, και σε σύντομο χρονικό διάστημα, μείωση των δημόσιων ελλειμμάτων, το 1992 θα μπορούσε να αποδεχθεί απειλή για την ελληνική οικονομία, αντί να αποτελέσει ευκαιρία». Για να μην εξελιχθεί η ένταξη στην Ευρώπη σε απειλή για την οικονομία, η ΤτΕ ζητούσε μεταρρυθμίσεις για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της οικονομίας (απελευθέρωση αγορών, εργασιακές σχέσεις κ.ά.) και την ενίσχυση των δυνάμεων του ανταγωνισμού. «Είναι τέλος επιτακτική» τονιζόταν στην Έκθεση του 1988 «η ανάγκη να εκλείψουν, όσο γίνεται ταχύτερα, μορφές οργάνωσης και λειτουργίας, όπως νοοτροπίες, που αναπτύχθηκαν υπό ένα έντονα προστατευτικό καθεστώς και δεν συμβιβάζονται με τις νέες συνθήκες. […] Η δημόσια διοίκηση οφείλει να γίνει αποτελεσματικότερη τόσο στην είσπραξη όσο και στην ορθολογικότερη κατανομή και αξιοποίηση των οικονομικών πόρων που διαχειρίζεται, ώστε να αυξηθεί η παραγωγικότητα των δημόσιων δαπανών και να αναβαθμιστεί η ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουν το κράτος ή άλλοι δημόσιοι φορείς».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή