Η παγίδα στην ομίχλη των Πρεσπών

Η παγίδα στην ομίχλη των Πρεσπών

7' 8" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η έξαρση του Σκοπιανού το 1992 οδήγησε στην απόσχιση τμήματος της δεξιάς παράταξης με την ίδρυση της Πολιτικής Ανοιξης, η οποία στις εκλογές της 10ης Οκτωβρίου 1993 αναδείχθηκε τρίτο κόμμα και έλαβε 4,88%, δηλαδή 336.460 ψήφους και δέκα έδρες. Η Νέα Δημοκρατία πήρε 39,3% και το ΠΑΣΟΚ 46,88%. Η νίκη του ΠΑΣΟΚ ήταν τότε η δεύτερη μεγαλύτερη από το 1981 και έθεσε τις βάσεις για μια δεκαετή κυριαρχία, αλλά αν δεν είχε εκδηλωθεί το Σκοπιανό και η Ν.Δ. παρέμενε αρραγής, τότε οι εκλογές θα μπορούσαν να ήταν αμφίρροπες, παρά τη σοβαρή φθορά της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Το παράδειγμα αυτό γεμίζει με ευχάριστα όνειρα των ύπνο των κυβερνώντων, οι οποίοι από καιρό έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το συγκεκριμένο εθνικό θέμα είναι το μοναδικό που μπορεί να διασπάσει και πάλι τη Δεξιά και να επιλυθεί έτσι ως διά μαγείας το πρόβλημα της μεγάλης απόστασης του ΣΥΡΙΖΑ από τη Νέα Δημοκρατία.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ποτέ κυβέρνηση δεν είχε τόσο μεγάλη απόσταση από την αντιπολίτευση μετά το 1990, όταν άρχισε η συστηματική διενέργεια δημοσκοπήσεων. Το ΠΑΣΟΚ επί πρωθυπουργίας Σημίτη έφτασε να υπολείπεται 8% από τη Ν.Δ. του κ. Καραμανλή (φθινόπωρο 2003) έπειτα από δέκα χρόνια στην εξουσία. Η Ν.Δ. επί Καραμανλή ήταν δεύτερη με 6% διαφορά από το αντιπολιτευόμενο ΠΑΣΟΚ του κ. Παπανδρέου (καλοκαίρι 2009). Και η Ν.Δ. επί Σαμαρά υστερούσε κατά 4% του ΣΥΡΙΖΑ του κ. Τσίπρα (φθινόπωρο 2014). Μέσα στο 2018 η διαφορά της Ν.Δ. από τον ΣΥΡΙΖΑ καταγράφεται στις περισσότερες δημοσκοπήσεις ως διψήφια και μάλιστα μετά τις Πρέσπες διευρύνεται ραγδαία. Παρ’ όλα αυτά, ο πρωθυπουργός, που επιπλέον έχει υποστηρίξει με παρρησία τη σκοπιμότητα της νέας μείωσης συντάξεων, δεν δείχνει να έχει την παραμικρή ανησυχία για το πολιτικό του μέλλον, σαν κάτι να ξέρει, σαν κάτι να περιμένει – και σίγουρα όχι από τον Θεό, έστω κι αν τα τελευταία χρόνια έχει πυκνώσει τις συνομιλίες μαζί του.

Soft στο Μακεδονικό

Μήπως υπολογίζει ότι η τελετουργική απελευθέρωση των μαγικών λέξεων της συμφωνίας στην υγρή και ομιχλώδη ατμόσφαιρα των Πρεσπών θα ξυπνήσει τα δεξιά φαντάσματα του παρελθόντος προκειμένου να πάρουν θέση απέναντι στα αριστερά, των Σλαβομακεδόνων και του επικεφαλής του ΚΚΕ Νίκου Ζαχαριάδη, που διέπρεψαν στις Πρέσπες κατά τον Εμφύλιο και τώρα έχουν ήδη επιστρέψει και αποκαθίστανται; Μήπως η προσδοκία για τον τορπιλισμό της δεξιάς πλευράς της Ν.Δ. εξηγεί γιατί με τόση βιασύνη εγκατέλειψε όλες τις διακομματικές και διαχρονικές κόκκινες γραμμές (γλώσσα, εθνικότητα, σαφές erga omnes, εμπορικά σήματα κ.λπ.) που καλώς ή κακώς υπήρχαν προκειμένου να εξασφαλίσει πάση θυσία μια συμφωνία κομμένη και ραμμένη για να αναστατώσει τη Μακεδονία;

Σύμφωνα με συνομιλητές του κ. Μητσοτάκη, ο πρόεδρος της Ν.Δ. διέβλεψε αυτήν ακριβώς την παγίδα και τάχθηκε από την αρχή κατά οποιασδήποτε συμφωνίας. Ωστόσο, μέχρι προ τριών εβδομάδων και ιδίως μετά το φιάσκο (ή την μπλόφα;) της πρότασης για «Μακεδονία του Ιλιντεν», ο αρχηγός της αντιπολίτευσης δεν περίμενε πως θα πραγματοποιούνταν τελικά οποιαδήποτε συμφωνία, διότι συμπέραινε ότι συμφωνία θα είχαμε μόνο αν εγκαταλείπαμε όλες τις κόκκινες γραμμές. Απέκλειε, λοιπόν, το ενδεχόμενο να προβεί σε κάτι τέτοιο ο κ. Τσίπρας. Μόνο που ο πρωθυπουργός δεν δίστασε να «περάσει με κόκκινο» για μία ακόμη φορά.

Τώρα ο κ. Μητσοτάκης σαφώς δεν υποστηρίζει τη συμφωνία. Ωστόσο, δεν μπορεί να την αλλάξει και δεν θα υποσχεθεί κάτι που δεν μπορεί να κάνει, ενώ μάλλον δεν θα σπεύσει στην πρώτη γραμμή των διαδηλώσεων και των συλλαλητηρίων που ήδη προετοιμάζονται. Εχει, λοιπόν, πλήρη επίγνωση ότι εκτίθεται στον κίνδυνο να χαρακτηριστεί «soft στο Μακεδονικό» και ότι είναι αναγκασμένος να αντιμετωπίσει τους σχεδιασμούς «κέντρων» που θα ήθελαν αφενός να τον πλήξουν και αφετέρου να επηρεάσουν τις πολιτικές εξελίξεις υπέρ του κ. Τσίπρα. Το κατά πόσον θα επιτευχθεί ή όχι η διάσπαση της Δεξιάς ισοδυναμεί με την απάντηση στο ερώτημα αν θα έχουμε πολιτική αλλαγή μέσα στο εκλογικό 2019 ή νωρίτερα.

Χωρίς διάσπαση της Ν.Δ., ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει καταδικασμένος. Ακόμα κι όσοι πιστεύουν ότι ο πρωθυπουργός ενισχύεται από τη συμφωνία, εκτιμούν ότι η επιρροή του κόμματός του συρρικνώνεται. Το πολιτικό έδαφος ήδη μετακινείται στη Θεσσαλονίκη και στην υπόλοιπη Μακεδονία και ο κ. Τσίπρας δεν είναι πολιτικά αφελής για να πιστεύει ότι οι Μακεδόνες έπαθαν πατριωτική αμνησία και εύκολα θα αποδεχθούν μοιρολατρικά τη νομοτέλεια της «Βόρειας Μακεδονίας».

Με το πιστόλι στη ζώνη

Υπολογίζει, όμως, ότι το κύμα αποδοκιμασίας θα το πληρώσει κυρίως η Νέα Δημοκρατία. Βάσει του σεναρίου αυτού σύντομα θα ακούσουμε ομοβροντίες από προσωπικότητες της Εκκλησίας, από φιλόδοξους πολιτικούς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και από ισχυρούς παράγοντες του αθλητισμού και των επενδύσεων. Προς το παρόν, ουδείς ανοίγει τα χαρτιά του, αλλά οι πειρασμοί ίσως αυξηθούν για τους βασικούς παίκτες αυτού του «εθνικοπατριωτικού τριγώνου», οι οποίοι δεν θα διστάσουν να βγουν στο πολιτικό γήπεδο με το πιστόλι στη ζώνη. Αλλωστε, πρόκειται για τις ίδιες δυνάμεις που σε όλα τα άλλα θέματα ευθυγραμμίζονται με την κυβέρνηση, διατηρούν εκλεκτικές συγγένειες και συνεργασία με τη σημερινή εξουσία, αποστρέφονται τη νεωτερικότητα που εκφράζει ο κ. Μητσοτάκης και θεωρούν ότι «δεν θα γίνει ποτέ πρωθυπουργός».

Θα συνωμοτήσει, λοιπόν, το μακεδονικό σύμπαν της θρησκόληπτης και εθνικοπατριωτικής Δεξιάς έτσι ώστε να ιδρυθεί σοβαρό δεξιό κόμμα και να πραγματοποιηθεί η επιθυμία του κ. Τσίπρα να περάσει πρώτος στις δημοσκοπήσεις χωρίς κανένα κόπο; Χρησιμοποιεί τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ τη συμφωνία με τα Σκόπια για να προκαλέσει μέσω φίλων και αφανών εταίρων τον πολλαπλασιασμό όσων φαινομένων καταγγέλλει ως «ακροδεξιά» και να διεκδικήσει τη μερίδα του λέοντος από το «προοδευτικό κέντρο» του ΚΙΝΑΛ, την ίδια ώρα που θα παρακολουθεί χαιρέκακα την πατριωτική Δεξιά να αποκολλάται από τη Ν.Δ.; Με άλλα λόγια, η soft ακροδεξιά και οι νονοί της θα κάνουν το χατίρι του κ. Τσίπρα να παρασύρουν τον λαό της Δεξιάς σε επιλογές διάσωσης του ΣΥΡΙΖΑ; Πολλοί στην Αθήνα εφησυχάζουν πεπεισμένοι ότι αυτό δεν θα γίνει, διότι τα ίδια τα Σκόπια θα λύσουν το πρόβλημα. Οι Σκοπιανοί πολίτες δεν θα ψηφίσουν τη συμφωνία στο δημοψήφισμα και θα επιστρέψουν τα πράγματα στην προηγούμενη κατάσταση της ευτυχούς στασιμότητας. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, ο ρωσικός παράγοντας δεν επιθυμεί ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ και θα κινητοποιήσει τις δυνάμεις με τις οποίες συνδιαλέγεται στη γείτονα χώρα προκειμένου να κρατήσει τα Σκόπια ακινητοποιημένα στην «γκρίζα ζώνη» των Βαλκανίων.

Ο ρωσικός Ιανός

Ωστόσο, οι πιο προσεκτικοί παρατηρητές διαπιστώνουν ότι η Ρωσία ακολουθεί εσχάτως διπλή στρατηγική απέναντι στο ΝΑΤΟ. Επί της αρχής εξακολουθεί να αποθαρρύνει την επέκταση της Συμμαχίας, αλλά παράλληλα έχει επιβεβαιώσει ότι μπορεί να επηρεάζει το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. μέσα από τις καλές σχέσεις που οικοδομεί με κυβερνήσεις ορισμένων κρατών-μελών (τελευταίο παράδειγμα είναι η νέα ιταλική κυβέρνηση που μία από τις πρώτες δεσμεύσεις της ήταν ότι θα υποστηρίξει τον Σεπτέμβριο τη μη ανανέωση και πρακτικώς την ακύρωση των ευρωπαϊκών κυρώσεων που επιβλήθηκαν στη Ρωσία για την εισβολή στην Κριμαία το 2014).

Επομένως, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η Μόσχα, που έχει ενισχύσει σημαντικά τη θέση της στα Βαλκάνια τα τελευταία χρόνια, επιθυμεί πάση θυσία την αποτροπή της ένταξης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ. Στη νέα εποχή τα Σκόπια μπορεί να είναι πιο χρήσιμα μέσα απ’ όσο έξω. Ισως γι’ αυτό η Αθήνα, που πάντοτε υπολογίζει τη Μόσχα, δεν σκέφθηκε δεύτερη φορά προτού εφαρμόσει με χαρακτηριστική σπουδή τη γενναιόδωρη στρατηγική που της εξασφάλισε το σκοπιανό «Ναι». Κατά πάσα πιθανότητα, δηλαδή, Αθήνα και Μόσχα δεν ακολουθούν αντίθετες, αλλά συμπληρωματικές στρατηγικές στο συγκεκριμένο θέμα. Κατά συνέπεια, εφόσον τα θέλγητρα της συμφωνίας είναι πολλά και σημαντικά για τους γείτονες (Ευρώπη, ΝΑΤΟ, γλώσσα, εθνότητα κ.λπ.) δεν είναι καθόλου απίθανο να υποστηριχθεί τελικά από τον λαό στο δημοψήφισμα που καταλλήλως θα διοργανωθεί. Και από εκεί και πέρα όλα να πάρουν τον δρόμο τους, βάσει του υστερόβουλου εκλογικού σχεδιασμού της κυβέρνησης που βρίσκεται σχεδόν σίγουρα πίσω από την περιβόητη «συμφωνία των Πρεσπών».

Ο εκνευρισμός αυξάνεται στην κυβέρνηση

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης διέψευσε τις κυβερνητικές εκτιμήσεις βάσει των οποίων θα αποδεχόταν… ασμένως τη συμφωνία και θα διευκόλυνε με αυτό τον τρόπο τους νονούς της εθνικοπατριωτικής Δεξιάς να στρέψουν ψηφοφόρους μακριά από τη Ν.Δ. Η πρόταση δυσπιστίας δοκίμασε την κυβερνητική συνοχή, με αποτέλεσμα να έχει αυξηθεί ο εκνευρισμός. Η συζήτηση περί υπόγειου σχεδίου διάσπασης της Δεξιάς καθιστά δυσκολότερη την πραγματοποίησή του από εκείνους που κινδυνεύουν να εκτεθούν ότι παριστάνουν τους πατριώτες, αλλά στην πράξη ετοιμάζονται να κάνουν τη «βρώμικη δουλειά» και να διασώσουν τους αρχιτέκτονες μιας συμφωνίας που υποτίθεται ότι καταδικάζουν. Στο Κιλκίς την Πέμπτη ο κ. Μητσοτάκης κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «εκχώρησε τη μακεδονική εθνότητα και τη μακεδονική γλώσσα» και δεσμεύθηκε ότι η Ν.Δ. θα καταψηφίσει την κύρωση της συμφωνίας. Με επίσημη ανακοίνωση ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτήρισε τον κ. Μητσοτάκη «πολιτικό απατεώνα» και τον προκάλεσε να δεσμευθεί ότι δεν θα εφαρμόσει τη συμφωνία αν γίνει ποτέ πρωθυπουργός. Είναι προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αρχίζει να βλέπει εφιάλτες, ενώ ο αρχηγός της Ν.Δ. μοιάζει να αποδέχεται ότι η σταδιακή σκλήρυνση της στάσης του είναι το «κλειδί» για μια ευρεία νίκη στις εκλογές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή