Αλλαγή καθεστώτος την επoμένη της πτώσης

Αλλαγή καθεστώτος την επoμένη της πτώσης

10' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

H συνθηκολόγηση του Αλέξη Τσίπρα μετά το δημοψήφισμα (5.7.2015) έπρεπε να γίνει ταχέως: εκκρεμούσε η πληρωμή 3,5 δισ. ευρώ προς την ΕΚΤ στις 20 Ιουλίου. Η Ελλάδα ήταν σε μια εξαιρετικά αδύναμη διαπραγματευτική θέση. Οι τράπεζές της ήταν σε μηχανική υποστήριξη. Οι πιστωτές, από την πλευρά τους, ήταν πλέον αποφασισμένοι να παρέμβουν στο τραπεζικό σύστημα. Οπως αναφέρει μία πηγή, «μας πήρε καιρό, αλλά καταλάβαμε ότι έπρεπε να ασχοληθούμε εξίσου με τους στρατηγικούς κακοπληρωτές όσο και με τους φοροφυγάδες».

Στο κείμενο του τρίτου μνημονίου τονίζεται η ανάγκη για «ενίσχυση της διακυβέρνησης» στις τράπεζες, για συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και για «την προσέλκυση διεθνών στρατηγικών επενδύσεων» στον κλάδο. Ορίζεται, επίσης, ότι θα αλλάξει ο τρόπος επιλογής των διοικητικών μελών του ΤΧΣ, ώστε να δοθεί μεγαλύτερος ρόλος στους «θεσμούς». 

Τρίτη και φαρμακερή

Τον Νοέμβριο ολοκληρώνεται η διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης – η τρίτη μέσα σε τρία χρόνια. Γίνεται βιαστικά, ώστε να ολοκληρωθεί πριν τεθεί σε ισχύ η νέα κοινοτική οδηγία για την εξυγίανση των τραπεζών (BRRD) από 1.1.2016, η οποία επιβάλλει κούρεμα καταθέσεων σε περιπτώσεις αδυναμίας εξεύρεσης κεφαλαίων από την αγορά. Τον Οκτώβριο, ο SSM είχε γνωστοποιήσει ότι οι τέσσερις συστημικές τράπεζες χρειάζονταν 14,4 δισ. σε νέα κεφάλαια.

Για τον σκοπό της ανακεφαλαιοποίησης το τρίτο πρόγραμμα είχε διαθέσει στο ΤΧΣ 25 δισ. ευρώ. Κορυφαίοι Ελληνες τραπεζίτες θεωρούσαν το μεγάλο αυτό ποσό εξαιρετικά επικίνδυνο σήμα, που διέλυσε όση εμπιστοσύνη απέμενε στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Τελικά θα χρησιμοποιηθούν μόλις 5,3 δισ. ευρώ, καθώς οι τιμές στις οποίες γίνονται οι ΑΜΚ κυμαίνονται από 0,04 ευρώ (για την Alpha) έως 0,003 ευρώ (Πειραιώς). Η αρνητική διεθνής συγκυρία, η ταυτόχρονη προσφυγή των τεσσάρων τραπεζών στις αγορές, η αβεβαιότητα για την προσήλωση της νέας κυβέρνησης Τσίπρα στο πρόγραμμα, όλα άσκησαν καθοδικές πιέσεις στις αποτιμήσεις. Τα 25,5 δισ. των φορολογουμένων με τα οποία είχαν ανακεφαλαιοποιηθεί οι τράπεζες το 2013 είχαν γίνει καπνός. Οι όροι της ανακεφαλαιοποίησης του 2015, επιπλέον, ενίσχυσαν σημαντικά τα μετοχικά μερίδια ξένων funds στις τράπεζες – ειδικά στην Πειραιώς και στη Eurobank.

Το τελικό χτύπημα στο παλαιό σύστημα ήλθε με τον νόμο 4346/2015, που εγκρίθηκε τον Δεκέμβριο. Ο συγκεκριμένος νόμος αποτέλεσε αντικείμενο αντιπαράθεσης «θεσμών» – κυβέρνησης. Τον Οκτώβριο είχε επιχειρηθεί να εξαιρεθούν από τα νέα αυστηρά κριτήρια για τα μέλη Δ.Σ. των τραπεζών όσοι είχαν ήδη εγκριθεί από τον SSM. Οι εκπρόσωποι των πιστωτών, εκλαμβάνοντας τη διάταξη αυτή ως φωτογραφική για να διατηρήσει τη θέση τής προέδρου της Εθνικής (και της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών) η Λούκα Κατσέλη, επανήλθαν δριμύτεροι. Στην τελική εκδοχή του νομοσχεδίου αποκλείονταν από τα Δ.Σ. όλοι όσοι δεν είχαν τουλάχιστον 10 χρόνια τραπεζικής ή παρεμφερούς εμπειρίας και όσοι είχαν υπάρξει στα προηγούμενα τέσσερα χρόνια πολιτικά ή κυβερνητικά στελέχη. Για μη εκτελεστικά μέλη ήταν προϋπόθεση η τριετής προϋπηρεσία σε τράπεζα ή συναφή οργανισμό. Τέλος, για τα τρία ανεξάρτητα μέλη που θα αναλάμβαναν σε κάθε τράπεζα την προεδρία των επιτροπών του Δ.Σ., ετέθησαν ως όροι η 15ετής πρότερη θητεία σε τραπεζικά ιδρύματα και η μη εμπλοκή με το ελληνικό τραπεζικό σύστημα στα δέκα χρόνια πριν από τον διορισμό τους.

Η ΕΕΤ αντιπρότεινε να ισχύσουν οι πολύ αυστηροί όροι για τους επικεφαλής των επιτροπών, αλλά να επιτραπεί η εκπροσώπηση άλλων τομέων της οικονομίας και της κοινωνίας στα Δ.Σ. Η κυβέρνηση έθεσε την αντιπρόταση αυτή στους θεσμούς στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης, αλλά απορρίφθηκε.

Το νέο καθεστώς δοκιμάστηκε έντονα στο πρώτο πλήρες έτος εφαρμογής του, το 2016, με αφορμή τα δύο πρόσωπα που, για τη Φρανκφούρτη, αποτελούσαν κόκκινο πανί: τον Μιχάλη Σάλλα και τη Λούκα Κατσέλη. Στην Εθνική, ο νέος νόμος για τα Δ.Σ. επέβαλε την παραίτηση της κ. Κατσέλη, λόγω της πρότερης πολιτικής της σταδιοδρομίας. Η εισήγηση του ΤΧΣ για τον νέο πρόεδρο (τάχθηκε υπέρ του Δ. Τσιτσιράγκου) αγνοήθηκε από το Δ.Σ. της τράπεζας, που προτίμησε τον Τάκη Θωμόπουλο. Παρά την έντονη αντίδραση του ΤΧΣ, ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας, Λ. Φραγκιαδάκης, έλαβε τη συγκατάθεση του SSM για την επιλογή (ταξιδεύοντας στη Φρανκφούρτη και συναντώντας την κ. Νουί). Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί αλλά και η ΤτΕ στη συνέχεια πίεσαν τον πρόεδρο του ΤΧΣ Γ. Μιχελή να μην απαιτήσει έκτακτη γενική συνέλευση για το θέμα.

Πόλεμος χαρακωμάτων

Οι δυσκολίες της μετάβασης, όμως, φάνηκαν πάνω από όλα στη μάχη μέχρις εσχάτων, που διήρκεσε πάνω από έναν χρόνο, για την αλλαγή ηγεσίας στην Τράπεζα Πειραιώς. Η μάχη ξεκίνησε με την αποπομπή του Ανθιμου Θωμόπουλου από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου, τον Ιανουάριο του 2016. Η ρήξη μεταξύ του κ. Θωμόπουλου και του κ. Σάλλα επήλθε μετά την παρ’ ολίγον αποτυχία της ανακεφαλαιοποίησης της τράπεζας τον Νοέμβριο του 2015.

Ο ιδρυτής της τράπεζας είχε αναγκαστεί να καταφύγει σε επείγουσες κινήσεις της τελευταίας στιγμής για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να τεθεί το πιστωτικό ίδρυμα υπό καθεστώς εξυγίανσης, καθώς ο κ. Θωμόπουλος δεν είχε καταφέρει να εξασφαλίσει τα απαιτούμενα κεφάλαια. Ο κ. Σάλλας είχε απευθυνθεί τότε, μεταξύ άλλων, στον Γ. Λογοθέτη του Libra Group, οι συναλλαγές του οποίου με την τράπεζα έχουν έκτοτε αποτελέσει αντικείμενο έρευνας της Τράπεζας της Ελλάδος αλλά και των εισαγγελικών αρχών. Στην αποπομπή του Ανθιμου Θωμόπουλου, λίγους μήνες αργότερα, ενεπλάκησαν κορυφαία κυβερνητικά στελέχη, αλλά και ο πρόεδρος του ΤΧΣ, Γ. Μιχελής. Ηταν μία από τις λίγες τέτοιες παρεμβάσεις στις συστημικές τράπεζες επί ημερών ΣΥΡΙΖΑ –πηγές μιλούν για μεγαλύτερη παρεμβατικότητα επί Ν.Δ.– και προκάλεσε την έντονη αντίδραση των ευρωπαϊκών «θεσμών». Σύμφωνα με μία πηγή, με άμεση γνώση του επεισοδίου, βάρυνε σημαντικά στην απόφαση του SSM να επιδιώξει την αποχώρηση του κ. Σάλλα.

Στους μήνες που ακολούθησαν, το fund του Τζον Πόλσον (Paulson&Co), σε άτυπη συμμαχία με άλλους σημαντικούς μετόχους της τράπεζας (την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης και την Alden Capital), και με τον SSM, απέρριψε υποψηφίους που θεωρούσε ότι είχαν σχέση με το παλαιό καθεστώς. Συχνά, όπως στην περίπτωση του Χ. Παπαδόπουλου (πρώην στέλεχος της Standard Chartered που είχε εγκριθεί από το ΤΧΣ) επέδειξαν υπερβολική τυπολατρία στην εφαρμογή των νέων κανόνων – τυπολατρία που δεν επεδείκνυαν σχετικά με τον εκπρόσωπο του Paulson Fund στο Δ.Σ. της τράπεζας, ο οποίος σύμφωνα με το ΤΧΣ δεν πληρούσε τα κριτήρια της νέας νομοθεσίας.

Τον Ιούλιο του 2016, ο κ. Σάλλας αποχώρησε από την προεδρία του ιδρύματος. Τον Νοέμβριο τον διαδέχθηκε στη θέση ο Γ. Χαντζηνικολάου. Τον Μάρτιο του 2017, αφού εξετάστηκε και απορρίφθηκε μεγάλος αριθμός υποψηφίων, με το σενάριο της επαναφοράς του Ανθιμου Θωμόπουλου να υφίσταται διαρκώς, εγκρίθηκε ως νέος CEO ο Χρήστος Μεγάλου. Για τους επόπτες στη Φρανκφούρτη ήταν ένας θρίαμβος του νέου ρυθμιστικού πλαισίου.

Στο στόχαστρο του ΣΥΡΙΖΑ ο κεντρικός τραπεζίτης

Οι σχέσεις μεταξύ της εκτελεστικής εξουσίας και της Τράπεζας της Ελλάδος δεν ήταν ποτέ ανέφελες στα χρόνια των μνημονίων. Η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε εξετάσει την πιθανότητα αντικατάστασης του Γ. Προβόπουλου, ενώ η ΕΚΤ είχε απορρίψει την ιδέα του Γ. Παπακωνσταντίνου να προσθέσει έναν τρίτο υποδιοικητή.

Οι τριβές, ωστόσο, το 2015 μετατράπηκαν σε ανοιχτή σύγκρουση. Ο κ. Τσίπρας χρέωνε στον κ. Στουρνάρα, μεταξύ άλλων, το νέο κύμα φυγής καταθέσεων που ξεκίνησε πριν από την άνοδό του στην εξουσία (για την ομιλία του τον Δεκέμβριο του 2014 σχετικά με τους κινδύνους σύγκρουσης με τους Ευρωπαίους).

Κατά το εξάμηνο Βαρουφάκη, ήταν μόνιμη επωδός στο κυβερνητικό στρατόπεδο ότι ο διοικητής της ΤτΕ υπονομεύει τη διαπραγμάτευση και πρέπει να παραιτηθεί. Μετά μία προσωρινή εξομάλυνση, ακολούθησε νέα επιδείνωση με αφορμή την Τράπεζα Αττικής. «Ηταν ο εφιάλτης μου: μη γίνει η Αττικής η νέα Τράπεζα Κρήτης», θυμάται ο κ. Στουρνάρας, αναφερόμενος στο σκάνδαλο Κοσκωτά. Στη σύγκρουσή του με το Μαξίμου για τη διοίκηση της τράπεζας, «πάγωσε» τη δυνατότητά της να χορηγεί δάνεια – αποκλείοντας έτσι φιλοκυβερνητικό επιχειρηματία από τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες. Την επόμενη μέρα έγινε επιδρομή των Αρχών στα γραφεία της συζύγου του.

Τελευταίως, η κυβερνητική εκστρατεία εναντίον του κ. Στουρνάρα έχει ενταθεί και πάλι – κάτι που προκαλεί έντονο προβληματισμό στη Φρανκφούρτη. «Είναι ακατανόητο για εμάς γιατί συνεχίζουν να επιτίθενται στον κ. Στουρνάρα, σε μια περίοδο εξομάλυνσης της σχέσης της κυβέρνησης με την Ευρώπη. Είναι μια σημαντική οπισθοδρόμηση», σημείωνε προ μηνών στην «Κ» υψηλόβαθμη πηγή. Και συνέχιζε: «Θεωρούμε τη μεταρρύθμιση του τραπεζικού κλάδου στην Ελλάδα μία από τις μεγάλες επιτυχίες των προγραμμάτων – τις αλλαγές στην εταιρική διακυβέρνηση, τη διάρρηξη των σχέσεων των τραπεζών με το πολιτικό σύστημα και την πάταξη του διαπλεκόμενου δανεισμού, ιδιαίτερα στα μέσα ενημέρωσης». Οι επιθέσεις κατά του κ. Στουρνάρα, εκτιμούσε η συγκεκριμένη πηγή, αποτελούν «προσπάθεια αντεπίθεσης του παλαιού κατεστημένου».

Μία μομφή εναντίον του κ. Στουρνάρα είναι ότι μιλάει πολύ – και για θέματα που ξεφεύγουν των στενών του αρμοδιοτήτων. «Οφείλω να προειδοποιώ, δημόσια», απαντά ο ίδιος. «Αυτός είναι ο ρόλος του κεντρικού τραπεζίτη». Για τον υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ Δημήτρη Λιάκο είναι «θέμα ερμηνείας» αν κάποιες παρεμβάσεις Στουρνάρα είναι εντός των αρμοδιοτήτων του ή όχι. Ωστόσο, «πρέπει να είναι σεβαστός ο θεσμικός του ρόλος».

Επιστροφή στην κανονικότητα, αλλά με αστερίσκους

Συνολικά 21 μέλη Δ.Σ. των συστημικών τραπεζών αποχώρησαν μέσα στο 2016, μεταξύ των οποίων κορυφαίοι επιχειρηματίες. Αντικαταστάθηκαν κυρίως από ξένους με σημαντική τραπεζική εμπειρία και έντονη εξειδίκευση.

«Τα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών είναι πολύ καλύτερα σήμερα, πολύ πιο ενεργά», δηλώνει ο πρόεδρος της Eurobank και της ΕΕΤ, Νίκος Καραμούζης, μιλώντας για «αναγκαία ανανέωση». Οσο για τους ελεγκτές του SSM, «η τεχνολογία της εποπτείας που χρησιμοποιούν είναι εξαιρετικά εξελιγμένη». Γενικότερα, σημειώνει, μεταξύ των «στοχευμένων αξιολογήσεων» του SSM, του monitoring trustee (Ευρωπαϊκή Επιτροπή) και της ΤτΕ, το ρυθμιστικό πλαίσιο είναι «σαφώς αναβαθμισμένο».

Ωστόσο, δεν το βλέπουν όλοι έτσι. Πρώην μέλος του Δ.Σ. συστημικής τράπεζας, επικαλούμενο συγκρούσεις συμφερόντων συγκεκριμένου fund σχετικές με τη διαχείριση κόκκινων δανείων της τράπεζας στην οποία έχει μεγάλο μετοχικό μερίδιο, σημειώνει: «Απλά αντικαθιστούμε τον εγχώριο διαπλεκόμενο καπιταλισμό με τη διεθνή εκδοχή».

«Επρεπε να μπουν κανόνες, αλλά το εργαλείο που επελέγη δεν ήταν το πλέον αποτελεσματικό» σημειώνει ο Δημήτρης Λιάκος. «Κόστισε σε όρους ποιότητας διοίκησης στις τράπεζες η αποχώρηση μελών του διοικητικού συμβουλίου με γνώση της πραγματικής οικονομίας». Πηγή των πιστωτών συμφωνεί: «Οι κανόνες για τα Δ.Σ. είναι υπερβολικά αυστηροί. Η δεξαμενή των υποψηφίων έχει συρρικνωθεί πολύ».

Η κ. Κατσέλη πάει ακόμα πιο μακριά. Ο νόμος, λέει στην «Κ», «αντίκειται στις οδηγίες του ΟΟΣΑ για την εταιρική διακυβέρνηση, σε κοινοτικούς κανονισμούς και οδηγίες, αλλά και στις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία, που προκρίνουν τη διαφοροποίηση των ικανοτήτων και επαγγελματικής εμπειρίας στα διοικητικά συμβούλια». Η πρώην πρόεδρος της Εθνικής προσθέτει ότι οι ξένοι στα Δ.Σ. διαθέτουν τεχνικές γνώσεις, αλλά «δεν έχουν αίσθηση της ελληνικής αγοράς. Γι’ αυτό η πρότασή μου είναι το Δ.Σ. να είναι μεικτό, αποτελούμενο από ικανό αριθμό ανεξάρτητων μελών με διεθνή τραπεζική εμπειρία, όπως προβλέπει ο νόμος, αλλά και από 3-4 μέλη με γνώση της ελληνικής αγοράς και συναφείς δεξιότητες και επαγγελματικές εμπειρίες».

Σχετικά με τον παθητικό ρόλο που έχει επιφυλαχθεί στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, ο Δημήτρης Λιάκος, ο οποίος έχει κεντρικό ρόλο στα θέματα του τραπεζικού συστήματος, σημειώνει ότι «οι ίδιοι οι θεσμοί θα έπρεπε να επιτρέψουν στο ΤΧΣ να δράσει πιο αποτελεσματικά, μέσα από συγκεκριμένους κανόνες». Η ουσιαστική αφαίρεση του δικαιώματος ψήφου στο πλήρες εύρος του, προσθέτει, «αντιβαίνει τη νομοθεσία των ανεπτυγμένων χωρών σχετικά με τις εισηγμένες εταιρείες». Οι ίδιοι φόβοι, εξηγεί (των «πελατειακών σχέσεων»), κρύβονται πίσω από την άρνηση της ιδέας μιας «κεντρικής διαχείρισης των κόκκινων δανείων» (bad bank), που πολλοί θεωρούν ως την ενδεδειγμένη λύση επίλυσης του προβλήματος των επισφαλών δανείων. Ο κ. Λιάκος δηλώνει με σκεπτικισμό για το νέο ρυθμιστικό καθεστώς:

«Αυτό που χρειαζόταν ήταν σαφείς και αποτελεσματικοί κανόνες και στενότερη παρακολούθηση του εθνικού επόπτη, όχι απαραίτητα μεταβίβαση εξουσιών στη Φρανκφούρτη».

Εκκρεμότητες και σκιές

Πλέον, με την επικύρωση της κεφαλαιακής επάρκειας των συστημικών τραπεζών προ εβδομάδων στα τεστ αντοχής, και με την αναβάθμιση του θεσμικού πλαισίου υπό την έντονη πίεση των «θεσμών» (αναδιαρθρώσεις, πτωχευτικό δίκαιο, αγοραπωλησίες δανείων, πλειστηριασμοί, τροποποίηση νόμου Κατσέλη), το τραπεζικό σύστημα προσεγγίζει την επιστροφή στην κανονικότητα.

Ωστόσο, τα capital controls παραμένουν και η πρόοδος στη διαχείριση των κόκκινων δανείων παραμένει αργή. Οι τράπεζες έχουν φανεί ώς τώρα απρόθυμες να ρίξουν τις τιμές πώλησης στα επίπεδα όπου υπάρχει αγοραστικό ενδιαφέρον. 

Οσον αφορά ρυθμίσεις και αναδιαρθρώσεις, ο πιο σημαντικός ανασταλτικός παράγοντας είναι ο φόβος της εισαγγελικής παρέμβασης. «Από το πρωί ώς το βράδυ στέλνουμε στοιχεία στον εισαγγελέα. Πώς θα υπογράψει κανείς σε ένα τέτοιο κλίμα;», σημειώνει κορυφαίος τραπεζικός. Η ΕΕΤ θέλει να αυστηροποιηθούν τα κριτήρια για την έναρξη εισαγγελικής έρευνας για τη διαχείριση δανείων, ειδικά αν δεν υπάρχουν ενστάσεις από την Τράπεζα της Ελλάδος και τους ορκωτούς ελεγκτές. Μέχρι στιγμής, δεν έχει υπάρξει ανταπόκριση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή