«Η ελληνογαλλική συμφωνία, σοβαρή επιτυχία της εξωτερικής πολιτικής»

«Η ελληνογαλλική συμφωνία, σοβαρή επιτυχία της εξωτερικής πολιτικής»

4' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πριν από μερικές ημέρες γίναμε μάρτυρες της υπογραφής μιας ιστορικής αμυντικής συμφωνίας ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Γαλλία, η οποία προβλέπει, εκτός από την αγορά τριών Belharra, που θα αναβαθμίσουν αισθητά τις ναυτικές ικανότητες της χώρας, σε περιοχές όπου η Ελλάδα επιχειρεί, μια ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής. Πράγματι το Αρθρο 2 της ελληνογαλλικής συμφωνίας προβλέπει μια τέτοια συνδρομή «εφόσον υφίσταται ανάγκη με τη χρήση ένοπλης βίας, εάν (τα δύο μέρη) διαπιστώσουν από κοινού ότι μια ένοπλη επίθεση λαμβάνει χώρα εναντίον της επικράτειας (του εδάφους) μιας από τις δύο χώρες, σύμφωνα με το Αρθρο 51 του Χάρτη του ΟΗΕ».
 
Τι σημαίνει αυτό; Κατ’ αρχάς ως επικράτεια, όρος ο οποίος στερείται νομικής υφής στο διεθνές δίκαιο, και γι’ αυτόν τον λόγο προτιμούμε τον όρο «έδαφος» (territoire), σημαίνει, πάντα κατά το διεθνές δίκαιο, το έδαφος της ξηράς και την αιγιαλίτιδα ζώνη. Κατά συνέπεια, αν η Ελλάδα δεχτεί ένοπλη επίθεση στο έδαφος της ξηράς ή στην αιγιαλίτιδα ζώνη της, τότε αφού από κοινού διαπιστωθεί, η Γαλλία έχει την υποχρέωση να συνδράμει την Ελλάδα στέλνοντας στρατιωτικές ενισχύσεις.
Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η υπέρπτηση στρατιωτικών αεροπλάνων πάνω από το έδαφος νησιών ή στην ελληνική αιγιαλίτιδα ζώνη δεν συνιστά ένοπλη επίθεση, στο μέτρο που τα αεροπλάνα δεν βομβαρδίζουν το έδαφος των νησιών. Η δε Ελλάδα, και αυτή με τη σειρά της, έχει την υποχρέωση να συνδράμει τη Γαλλία, στην πάρα πολύ απομακρυσμένη περίπτωση που δεχτεί ένοπλη επίθεση στο έδαφός της. Η λέξη έδαφος προστατεύει τη χώρα μας από γαλλικές δραστηριότητες, εξω-εδαφικές, αφού η πιθανότητα εμπλοκής της Γαλλίας είναι μεγάλη. Και εν προκειμένω δύο προϋποθέσεις πρέπει να τηρηθούν, η πρώτη να υπάρξει ένοπλη επίθεση, κατά το Αρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, κατά της Γαλλίας και αυτή να γίνεται στο έδαφος της μητροπολιτικό ή υπερπόντιο και, δεύτερον, να υπάρξει κοινή απόφαση από τα δύο μέρη. Επαναλαμβάνω ότι η συμφωνία αυτή δεν ισχύει σε περιπτώσεις που η Γαλλία βρίσκεται αμυνόμενη εκτός του εδάφους της, σε περιπτώσεις, που ως σημαντική στρατιωτική δύναμη, έχει στείλει στρατεύματα εκτός του εδάφους της, και υφίσταται ένοπλη επίθεση εναντίον τους.
 
Η σημασία της ρήτρας του Αρθρου 2 είναι πολύ μεγάλη για την Ελλάδα. Την κατοχυρώνει για την εθνική ακεραιότητα των νησιών, καθώς αποτρέπει κάθε ενδεχόμενη απειλή από δυνάμεις που επιβουλεύονται την ύπαρξή τους. Γενικά έχει ισχυρό αποτρεπτικό χαρακτήρα, που θα κάνει εξαιρετικά προσεκτικούς εκείνους που σχεδιάζουν πολεμικές περιπέτειες κατά της πατρίδας μας. Αλλά και ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της είναι σαφής: αν εφαρμοστεί σωστά, ο συνδυασμός των εθνικών ενόπλων δυνάμεων με τις γαλλικές ένοπλες δυνάμεις δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μια νικηφόρα κατάληξη της άμυνάς της απέναντι στον εισβολέα.
 
Το ερώτημα που εγείρεται τώρα είναι κατά πόσον η αμοιβαία συνδρομή εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις οριοθετημένων περιοχών υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ). Πολλές απόψεις έχουν ακουστεί πάνω στο θέμα αυτό, εμείς όμως συντασσόμαστε με την άποψη του κ. Ευάγγ. Βενιζέλου, που θεώρησε ότι η αμοιβαία συνδρομή δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ. Για τους εξής λόγους: η υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ δεν αποτελεί έδαφος του κράτους, όπως σωστά διατύπωσε την επιφύλαξή του το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης στην υπόθεση «Aegean Sea Continental Shelf». Οπως προκύπτει, τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους είναι λειτουργικά, και αφορούν τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους που βρίσκονται στην περιοχή. Κατά μια άποψη ο όρος «κυριαρχικά» που συνοδεύει τη λέξη «δικαιώματα» δεν έχει καμία σχέση με την «κυριαρχία», που συναντάμε στις περιπτώσεις των δικαιωμάτων του κράτους στο εθνικό έδαφος, αλλά υιοθετήθηκε από τους συντάκτες της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (και της προηγούμενης Σύμβασης της Γενεύης για την Ηπειρωτική Υφαλοκρηπίδα, 1958) απλά για να υποδηλώσει τον εξαιρετικό χαρακτήρα των δικαιωμάτων του παράκτιου κράτους, που έχει την «αποκλειστικότητα» άσκησης των δικαιωμάτων αυτών. Κατά μια άλλη άποψη, ο όρος «κυριαρχικά δικαιώματα» δεν αφορά το έδαφος της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ αλλά μόνο τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους που σχετίζονται και είναι σε στενή συνάφεια με αυτό. Δηλαδή το παράκτιο κράτος έχει κυριαρχικά δικαιώματα στους πλουτοπαραγωγικούς πόρους, και όχι στο έδαφος στο οποίο βρίσκονται αυτοί. Σε κάθε περίπτωση ο λειτουργικός χαρακτήρας αποκλείει την εφαρμογή της ρήτρας αμοιβαίας συνδρομής στις περιπτώσεις της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ.
 
Αναφορικά με τις τεχνητές νησίδες (πλατφόρμες), που το παράκτιο κράτος έχει το δικαίωμα να ανεγείρει, προκειμένου να επιτύχει την εξερεύνηση ή εκμετάλλευση, το παράκτιο κράτος δεν έχει κυριαρχία επ’ αυτών αλλά απλά δικαιώματα δικαιοδοσίας. Κατά συνέπεια εάν μία εξ αυτών δεχτεί επίθεση από εχθρικά πυρά δεν γεννιέται δικαίωμα άμυνας, όπως το Διεθνές Δικαστήριο αποφάνθηκε στην υπόθεση της «Νικαράγουας», όπου διέκρινε μεταξύ διαφόρων μορφών επιθετικών ενεργειών, προκρίνοντας μόνο τις σοβαρότερες εξ αυτών ως εντασσόμενες στον όρο επίθεση. Φυσικά μια επίθεση κατά τεχνητής νησίδας αποτελεί αδικοπραξία, που σύμφωνα με το Δίκαιο της Ευθύνης των κρατών συνεπάγεται αποζημίωση, η οποία θα πρέπει να δοθεί έπειτα από προσφυγή σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο.
 
Η συζήτηση αυτή είναι ίσως χωρίς αντικείμενο από τη στιγμή που τα δύο μέρη της Συμφωνίας μπορεί να αποφασίσουν διαφορετικά, και να δώσουν πιθανόν στην έννοια των κυριαρχικών δικαιωμάτων ισχύ πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που εκ πρώτης όψεως έχει. Αλλά αυτό το ενδεχόμενο δεν μπορούμε να το διαπιστώσουμε παρά μόνο με μια ερμηνευτική δήλωση του τι νοείται ως έδαφος του κράτους, ή μόνον στην περίπτωση εφαρμογής της συμφωνίας. Είναι, βεβαίως, προτιμότερη η πρώτη της δεύτερης λύσης, αλλά πρέπει να γίνει σύντομα.
 
Οπως και να έχουν τα πράγματα, η ρήτρα του Αρθρου 2 δεν πάσχει από αυτήν τη λεπτομέρεια, και είναι εξαιρετικά θετικό ότι η ελληνική διπλωματία, βοηθούσης και της ευνοϊκής συγκυρίας, κατόρθωσε να επιτύχει μια τέτοια επιτυχία εις όφελος των εθνικών μας συμφερόντων.
 
* Ο κ. Χρήστος Ροζάκης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή