Άρθρο του Κ. Φίλη στην «Κ»: Τι ετοιμάζει η Τουρκία

Άρθρο του Κ. Φίλη στην «Κ»: Τι ετοιμάζει η Τουρκία

Φέτος είναι το πρώτο καλοκαίρι, έπειτα από πολλά χρόνια, που στο ξεκίνημά του οι οιωνοί για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι τόσο αρνητικοί

4' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Φέτος είναι το πρώτο καλοκαίρι, έπειτα από πολλά χρόνια, που στο ξεκίνημά του οι οιωνοί για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι τόσο αρνητικοί. Υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι για τους οποίους η πρόκληση ενός θερμού επεισοδίου δεν είναι το πιθανότερο σενάριο, ωστόσο η συσσώρευση ενός εν πολλοίς αναίτιου θυμού στην άλλη πλευρά για την Αθήνα και η αλαζονική ανασφάλεια του προέδρου Ερντογάν, δημιουργούν εύλογη ανησυχία και επαγρύπνηση.

Οσο η κατάσταση στην Ουκρανία παραμένει τεταμένη, είναι καθοριστικής σημασίας για το ΝΑΤΟ να συντηρεί τη συνοχή του. Η Τουρκία τη θέτει εν αμφιβόλω με τη στάση της απέναντι στην προοπτική ένταξης Σουηδίας και Φινλανδίας, έτσι όμως γίνεται σαφώς πιο δύσκολη η πρόκληση ενός ρήγματος στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Περισσότερο, λοιπόν, ο Τούρκος πρόεδρος επιζητεί την προσοχή του Μπάιντεν για να μπορέσει να διαπραγματευτεί μαζί του συνολικά πριν από τις εκλογές, παρά θα ήθελε να έρθει σε ρήξη με την Ουάσιγκτον. Η χρησιμότητα της Ελλάδας σε αυτή την περίπτωση έγκειται, αφενός, στη στρατηγική σχέση που έχει αναπτύξει με τις ΗΠΑ, άρα κατά την τουρκική εκδοχή οι Αμερικανοί δεν θα ήθελαν να εκτεθούν στα μάτια μας ότι απέτυχαν να τους αποτρέψουν απ’ το να προκαλέσουν κρίση, αφετέρου υπολογίζουν ότι η συνεχής πίεση που ασκείται στην Αθήνα θα την υποχρεώσει να ζητήσει την εμπλοκή της Ουάσιγκτον, άρα να ανοίξει τον δίαυλο, εφόσον ένα επεισόδιο ανάμεσα σε δύο νατοϊκούς συμμάχους εκ των πραγμάτων προτεραιοποείται και απαιτεί άμεση παρέμβαση.

Συνάμα, ο Ερντογάν διαχειρίζεται ένα δυσμενές για τον ίδιο προεκλογικό περιβάλλον. Και εδώ εντοπίζεται ένα από τα πιο ανησυχητικά σημεία σε σχέση με τα ελληνοτουρκικά. Ο Ερντογάν βρίσκεται σε μια πρωτόγνωρη για τον ίδιο κατάσταση, όπου έπειτα από 20 χρόνια απόλυτης κυριαρχίας, στις δημοσκοπήσεις χάνει από όλους τους ανθυποψηφίους του, ενώ το ισχυρό χαρτί που τον εδραίωσε στην εξουσία, η οικονομία, εξελίσσεται σε αχίλλειο πτέρνα. Από την άλλη, η παρατεταμένη παραμονή στην εξουσία και ο αυταρχικός τρόπος διακυβέρνησης, όπως και η συνεχής συρρίκνωση του κύκλου εμπίστων, φαίνεται πως τον απομακρύνουν από την πολιτική, οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα. Η επιμονή του στη μείωση των επιτοκίων, ενώ ο πληθωρισμός καλπάζει, είναι χαρακτηριστική της απώλειας επαφής με τα πραγματικά γεγονότα και τις ανάγκες του λαού. Αυτός ο συνδυασμός καθίσταται προβληματικός, διότι όπως και στην περίπτωση του Πούτιν, ο ορθολογισμός μπαίνει σε δεύτερη μοίρα και επικρατούν αντιλήψεις βαθιά ριζωμένες, με παραπομπές στο ένδοξο παρελθόν, στην ανάγκη διόρθωσης της Ιστορίας και στην επιθυμία των δύο ηγετών να αφήσουν ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους. Αν, λοιπόν, ο Ερντογάν βρεθεί μπροστά στο φάσμα της ήττας, δεδομένου ότι η οικονομία είναι σε φάση οιονεί χρεοκοπίας, προφανώς θα αναζητήσει κάπου αλλού μια επιτυχία που θα του δώσει πόντους στο εσωτερικό και θα συσπειρώσει ένα ετερόκλητο ακροατήριο ισλαμιστών και κεμαλιστών, με κοινό σημείο αναφοράς τον εθνικισμό. Αλλωστε, κάθε φορά που στο παρελθόν έγιναν επιχειρήσεις στη Συρία, ο Τούρκος πρόεδρος «τσιμπούσε» στις μετρήσεις – σε ανθηρές τότε οικονομικές συνθήκες. Επίσης, από το 2015 και μετά, όταν αποφάσισε να στοχοποιήσει τους Κούρδους, και βέβαια μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, ο Ερντογάν κέρδισε εκλογικές αναμετρήσεις και το δημοψήφισμα με έντονη πόλωση στο εσωτερικό, που σήμερα βρίσκεται στην κορύφωσή της, αλλά και βολικούς εχθρούς στο εξωτερικό.

Στην Αγκυρα υπάρχουν σκέψεις εντός του θέρους να κατατεθεί επιστολή στον ΟΗΕ για την προβολή των τουρκικών θέσεων – διεκδικήσεων, αυτή τη φορά για το Αιγαίο.

Δυστυχώς, η τουρκική ηγεσία έχει πλέον προσχωρήσει στις ακραίες αντιλήψεις του κεμαλικού κατεστημένου και του βαθέος παρακράτους σε σχέση με το Αιγαίο και την Ελλάδα, ενώ μια φυσική εχθρότητα για Αθήνα και Λευκωσία διατρέχει κάθετα το πολιτικό σύστημα. Καλλιεργείται δε και συντηρείται τεχνηέντως στο εσωτερικό κλίμα σε βάρος μας, στην κατεύθυνση του από εδώ και πέρα «όλα δικαιολογούνται». Μάλιστα, η θέση περί δήθεν κακομαθημένου παιδιού της Δύσης και ενεργουμένου των Αμερικανών, που υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να βάλει την Ελλάδα σε θέση πολιορκητικού κριού απέναντι στην Τουρκία, είναι μια πάγια κεμαλική θεώρηση, την οποία εσχάτως υιοθετεί και ο Ερντογάν. Οσο βολική, όμως, είναι η δαιμονοποίηση της Αθήνας, άλλο τόσο δύσκολο είναι το εγχείρημα της στρατιωτικής αναμέτρησης με αυτή, κάτι που οπωσδήποτε λειτουργεί αποτρεπτικά.

Επί του πεδίου, οι ενδεχόμενες κινήσεις είναι λίγο – πολύ αναμενόμενες (με απώτερο στόχο να χρεωθούμε την κλιμάκωση): σεισμικές έρευνες σε ανοριοθέτητες περιοχές, με το τρίγωνο Ρόδου – Καρπάθου – Καστελλόριζου να εμφανίζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, πλωτό γεωτρύπανο στην κυπριακή ΑΟΖ, ενεργοποίηση του τουρκολιβυκού συμφώνου με πρόσκληση για διεξαγωγή ερευνών στη λιβυκή υφαλοκρηπίδα, τζαρτζαρίσματα με αφορμή τις μεταναστευτικές ροές και προκλητικές ενέργειες ακόμη και από τουρκικά αλιευτικά, ενώ θα συνεχίζονται οι παραβιάσεις του εναέριου χώρου μας με συμβατικά και υβριδικά μέσα. Υβριδικές (ψυχολογικές) επιχειρήσεις θα διεξάγονται όλο και συχνότερα για να φθαρεί και να συμβιβαστεί η Αθήνα. Στο διπλωματικό πεδίο, πέραν της διεθνοποίησης του ζητήματος της αποστρατιωτικοποίησης, που συνδέεται επίμονα με την κυριαρχία, υπάρχουν σκέψεις εντός του θέρους να κατατεθεί επιστολή στον ΟΗΕ για την προβολή των τουρκικών θέσεων – διεκδικήσεων, αυτή τη φορά για το Αιγαίο. Μάλιστα, οι Τούρκοι ξεσκονίζουν υποθέσεις από τη νομολογία που στηρίζουν τις απόψεις τους, ώστε να τις επικαλεστούν για να οικοδομήσουν επιχειρήματα σχετικά με τις θαλάσσιες ζώνες. Πέραν της αυτονόητης προσοχής που θα επιδειχθεί, πρέπει να εξετάσουμε κατά πόσο αυτή η ενέργεια συνιστά παραβίαση του πρωτοκόλλου της Βέρνης (σε περίπτωση κατάθεσης συντεταγμένων θα πρόκειται για μονομερή οριοθέτηση), αλλά και αν τελικά μας εξυπηρετεί η έμμεση διαπραγμάτευση διά αλληλογραφίας, γιατί κάθε φορά θα απαντούμε σε όλο και πιο εξειδικευμένες αξιώσεις της άλλης πλευράς.

* O κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων, αναπληρωτής καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή