Το Ράιχσταγκ παραδίδεται στις φλόγες. Κι ενώ η φωτιά δεν έχει ακόμη σβήσει, η Αστυνομία βρίσκει εντός του τον Ολλανδό Μαρίνους βαν ντερ Λούμπε. Τον ανακρίνει και εν συνεχεία τον κατηγορεί για την πυρπόληση του γερμανικού κοινοβουλίου. Την επόμενη μέρα, ο Χίτλερ ζητεί την εφαρμογή του «Διατάγματος του εμπρησμού του Ράιχσταγκ», το οποίο στρέφεται εναντίον των πολιτικών ελευθεριών και της ελευθερίας του Τύπου, εξαπολύοντας παράλληλα κύμα συλλήψεων – κυρίως κομμουνιστών. Ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ, έργο του ίδιου του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, αποτελεί την πιο κλασική περίπτωση προβοκάτσιας, χάρη στην οποία ο Χίτλερ εδραίωσε την εξουσία του στη Γερμανία.
Η «Κ» γράφει: «Εκ των ενεργηθεισών ανακρίσεων διά την πυρκαϊάν του μεγάρου του Ράιχσταγκ προκύπτει σαφώς ότι επρόκειτο περί μίας των μεγαλυτέρων μπολσεβικικών αποπειρών κατά της δημοσίας τάξεως».
O Χίτλερ, ο Γκαίμπελς (δεύτερος από αριστερά) και ο Γκαίρινγκ (με στραμμένη την πλάτη στον Χίτλερ) καταφθάνουν στο Ράιχσταγκ (AP Images).