Ζητούμενο το «έξυπνο σχολείο»

Ζητούμενο το «έξυπνο σχολείο»

10' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ποιο μπορεί (και πρέπει) να είναι το περιεχόμενο της μεταρρύθμισης στο ελληνικό σχολείο; «Να φύγουμε από την αντίληψη “μαθαίνω το βιβλίο απέξω” και να πάμε στο “μαθαίνω το μάθημα”» συμπυκνώνει, μιλώντας στην «Κ» για το θέμα, ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής κ. Γιάννης Αντωνίου, στιγματίζοντας το χρόνιο πρόβλημα της παπαγαλίας και του συνακόλουθου τρόπου εξετάσεων όπου ο μαθητής για να αριστεύσει πρέπει να καταγράψει αυτολεξεί τα κεφάλαια του βιβλίου. Αλλωστε, το στρεβλό μοντέλο εκπαίδευσης στην Ελλάδα αποδεικνύεται τόσο από τα υψηλά ποσοστά αποτυχίας των μαθητών στις Πανελλαδικές Εξετάσεις –ένας στους τρεις έχει μέσον όρο κάτω από τη βάση του 10– και στους διαγωνισμούς PISA του ΟΟΣΑ.

Το 2020 αποτελεί χρονιά δραστικών αλλαγών για την υποχρεωτική εκπαίδευση, όπως τις προωθεί η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας. Ετσι, μέχρι τον Ιούνιο θα ολοκληρωθεί η κατάρτιση των νέων προγραμμάτων σπουδών και παράλληλα θα ξεκινήσει η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, ενώ από τον Σεπτέμβριο θα αρχίσει η εσωτερική αξιολόγηση των σχολείων.

Βάση των νέων προγραμμάτων σπουδών θα είναι εκείνα της περιόδου 2014-2015, τα οποία θα επανεξεταστούν και θα επικαιροποιηθούν. Τα προγράμματα της περιόδου εκείνης προκρίθηκαν διότι έχουν δοκιμαστεί πιλοτικά σε σχολεία, στα Πρότυπα-Πειραματικά και σε «συμβατικά». Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών θα γίνει μέσα στο σχολικό περιβάλλον τους και όχι εκτός σχολείου από μέντορες και επιμορφωτές που θα κατανεμηθούν στις 13 Περιφέρειες Εκπαίδευσης. Παράλληλα, θα ενταχθούν στο αναλυτικό πρόγραμμα του δημοτικού και του γυμνασίου νέα προγράμματα για την ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων των μαθητών. Αυτά θα αφορούν τους τομείς της επιχειρηματικότητας, του εθελοντισμού, της ρομποτικής, της προστασίας του περιβάλλοντος, του επαγγελματικού προσανατολισμού, και της κατανόησης του «άλλου» (π.χ. προσφυγόπουλα, άτομα με ειδικές ανάγκες).

Παράλληλα, από το μηδέν θα επανασχεδιαστεί το πρόγραμμα σπουδών των επαγγελματικών λυκείων –τα γνωστικά αντικείμενα, οι κλάδοι, οι κατευθύνσεις– λαμβάνοντας υπόψη και τις εξελίξεις στην αγορά εργασία.

Ηδη, έχουν επιλεγεί οι πανεπιστημιακοί – επιστημονικοί υπεύθυνοι των ομάδων για τα νέα προγράμματα σπουδών, οι οποίες θα συγκροτηθούν από εκπαιδευτικούς της τάξης. Τρεις καθηγητές που υπηρετούν σε γυμνάσια και λύκεια καταθέτουν σήμερα στην «Κ» τις μετά γνώσεως και πείρας, απόψεις τους για κρίσιμες ενότητες της Γλώσσας, των Μαθηματικών και της Φυσικής.

ΣΟΦΙΑ ΚΑΨΑΛΗ*

Παρωχημένα τα βιβλία της Εκφρασης – Εκθεσης

Πολλοί είναι οι εξωσχολικοί και ενδοσχολικοί παράγοντες που επηρεάζουν την επίδοση των μαθητών στα γλωσσικά μαθήματα, επομένως και την ικανότητά τους να κατανοούν το κείμενο που διαβάζουν. Το οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, η μόρφωση των γονιών και τα αναγνωστικά ερεθίσματα που έχουν δώσει στα παιδιά τους, επιδρούν καθοριστικά στη γλωσσική καλλιέργεια και νοημοσύνη των παιδιών!

Οι απογοητευτικές επιδόσεις των μαθητών σε βασικές γνώσεις εμφανίζονται από πολύ νωρίς, από το δημοτικό και φτάνουν στο λύκειο, όπου διαφαίνονται σε όλο τους το εύρος. Ο λειτουργικός αναλφαβητισμός, ιδιαίτερα στην κατανόηση του γραπτού λόγου, σχετίζεται άμεσα με την εμμονή στην εικόνα και στο ψηφιακό περιβάλλον επικοινωνίας. Τα παιδιά έχουν απίστευτες ικανότητες να επεξεργάζονται την εικόνα και να αντλούν πληροφορίες από αυτήν. Το γεγονός αυτό τους στερεί τη γλωσσική τους εξέλιξη, αφού επικοινωνούν μόνο με το πολύ βασικό λεξιλόγιο. Η πιο σοβαρή όμως συνέπεια είναι ότι αυτό το ψηφιακό περιβάλλον τους στερεί την ανθρώπινη αγάπη και την «παλιομοδίτικη» επαφή με το περιβάλλον τους. Ετσι και στο σχολείο δυσκολεύονται να ερμηνεύσουν ένα βλέμμα, μια χειρονομία, μια κουβέντα. Σα να σκληραίνει κάπως η ψυχή τους. Πώς λοιπόν να νιώσουν τα λόγια του ήρωα στο λογοτεχνικό κείμενο που διδάσκονται ή να αξιολογήσουν τις πράξεις του;

Ωστόσο, θα ήθελα να αναφερθώ στην εκπαιδευτική διαδικασία που με αφορά άμεσα, ως εκπαιδευτικό. Βασικό πρόβλημα αποτελούν τα παρωχημένα βιβλία της Εκφρασης – Εκθεσης, στα οποία το μόνο που αλλάζει με το πέρασμα του χρόνου είναι το χρώμα του εξωφύλλου και το μέγεθος της γραμματοσειράς (δεν έχουν αλλάξει τα τελευταία είκοσι χρόνια). Νομίζω ότι τα απαρχαιωμένα βιβλία «τραβούν» κι εμάς τους δασκάλους προς τα κάτω. Εξαίρεση κι ευχάριστη έκπληξη αποτελούν οι φάκελοι υλικού (όπως ονομάζονται) για την Εκθεση – Εκφραση, τα Αρχαία Ελληνικά, τη Λογοτεχνία της Γ΄ Λυκείου, με πολλές όμως ακόμη ελλείψεις. Για παράδειγμα, στον φάκελο υλικού των Αρχαίων Ελληνικών, της κατεύθυνσης ανθρωπιστικών σπουδών, δεν υπάρχει λεξιλόγιο, καθώς και βασικά ερμηνευτικά σχόλια, τα οποία διαβάζουν οι μαθητές μας από το παλιό βιβλίο. Επίσης, για τη Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία δεν έχουμε σαφείς οδηγίες πώς να διδάξουμε τους φακέλους συνδυαστικά με το υπάρχον βιβλίο. Η μεγάλη ένσταση όλων όσοι διδάσκουμε το μάθημα στο Λύκειο είναι ότι η συγκεκριμένη προσπάθεια έπρεπε να ξεκινήσει με ομαλό τρόπο από την Α΄ Λυκείου και όχι στη Γ΄ Λυκείου που δεν έχουμε το περιθώριο για πειραματισμούς.

Ωστόσο, το πιο βαρετό και «βαρύ» φιλολογικό μάθημα για τους περισσότερους μαθητές αποδεικνύονται γενικά τα Αρχαία Ελληνικά. Πριν από λίγες μέρες παρακολούθησα ημερίδα που διοργάνωσε η Ακαδημία Αθηνών με θέμα τη διδασκαλία των κλασικών γραμμάτων στην ελληνική εκπαίδευση. Ολοι, πανεπιστημιακοί αλλά και οι δάσκαλοι της τάξης, προβληματιστήκαμε για άλλη μία φορά για την υποβάθμιση των ανθρωπιστικών σπουδών και σκεφθήκαμε τρόπους δραστικής τόνωσης του ενδιαφέροντος των μαθητών. Η μεγάλη ζημιά γίνεται, κατά την άποψή μου, στο γυμνάσιο. Η μεγάλη έκταση των κειμένων, η δυσκολία στην κατανόηση, το πλήθος των γραμματικών και συντακτικών φαινομένων και το άγχος των συναδέλφων να στείλουν τα παιδιά στο λύκειο προετοιμασμένα, δημιουργούν δικαιολογημένα απέχθεια για το μάθημα. Αυτό που έχει μεγάλη αξία και τίθεται ως στοίχημα για τους φιλολόγους είναι να δείξουμε στα παιδιά ότι τα αρχαία κείμενα και οι αξίες που προβάλλουν μπορούν να συνομιλήσουν με τη σύγχρονη εποχή και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε. Τα παιδιά χρειάζονται έμπρακτες αποδείξεις για να κερδίσουμε το ενδιαφέρον και την προσοχή τους. Διαλεκτικός ανθρωπισμός λοιπόν –ο όρος ανήκει στον πανεπιστημιακό Ευάγγελο Αλεξίου– χρειάζεται κι όχι μόνο νέες τεχνολογίες στη διδασκαλία μας. Τέλος, δεν πρέπει κι εμείς οι φιλόλογοι να θεωρητικολογούμε, αλλά να διδάσκουμε έχοντας ως κέντρο μας τον μαθητή.

* Η κ. Σοφία Καψάλη είναι φιλόλογος στο Γενικό Λύκειο Λυγουριού.

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΑΣΤΑΝΑΣ*

H διδασκαλία της Φυσικής, μια τρύπα στο νερό

Η διδασκαλία της Φυσικής στη μέση εκπαίδευση θέλει να εξοικειώσει τους μαθητές με την παρατήρηση και το πείραμα, να τους δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα καθημερινής ζωής. Να τους μάθει να συνδέουν το αίτιο με το αποτέλεσμα, να τους απαλλάξει από προκαταλήψεις ή εσφαλμένες αντιλήψεις. Να τους γνωρίσει την αξία της ανάπτυξης και της χρήσης μοντέλων, να τους εθίσει στην ακρίβεια της περιγραφής και του υπολογισμού. Με δυο λόγια, θέλει να τους δώσει εφόδια για να κατανοήσουν και να διαχειριστούν τον κόσμο που ζουν. Το ελληνικό σχολείο όσο και αν προσπαθεί να κάνει κάτι από όλα αυτά, όσο και αν αλλάζει προγράμματα και διδακτέα ύλη, δεν καταφέρνει και πολλά. Ισως γιατί ως λαός δεν έχουμε επαφή με την παραγωγή. Ισως γιατί όσοι αποφασίζουν δεν έχουν επαφή με τους μαθητές της εποχής τους. Π.χ. τα βιβλία του γυμνασίου θέλουν να πουν τα πάντα σε κάθε κεφάλαιο, και γι’ αυτό είναι πυκνογραμμένα και με πολύ ψιλά γράμματα. Ετσι γίνονται απωθητικά και μη χρηστικά για τα παιδιά. Τα βιβλία ανταποκρίνονται σε κάποια αναλυτικά προγράμματα. Ελα που όμως κάθε χρόνο διδάσκεται συνήθως λιγότερο από το μισό του κάθε βιβλίου, πράγμα που δείχνει πόσο εκτός πραγματικότητας ήταν όσοι καθόρισαν τα περιεχόμενα. Η ύλη του γυμνασίου επαναλαμβάνεται, σε ανώτερο επίπεδο, στο λύκειο, μιας και υπάρχει ακόμα η αντίληψη ότι κάποιοι μαθητές μπορεί να μη συνεχίσουν στο λύκειο, κάτι που δεν συμβαίνει πια. Με αυτήν την τακτική, η ύλη καλύπτει μόνο τη Μηχανική και μέρος του Ηλεκτρισμού του 19ου αιώνα, αρνούμενη να γνωρίσει στους μαθητές κάτι από τις καταπληκτικές ανακαλύψεις του 20ού (ατομική και πυρηνική φυσική, κβαντομηχανική). Μάλιστα, τα τελευταία πέντε χρόνια δεν διδάσκονταν καν ο Ηλεκτρομαγνητισμός, δηλαδή οι μαθητές δεν μάθαιναν τι είναι το εναλλασσόμενο ρεύμα που τρέχει στο σπίτι τους και πώς δουλεύουν τα ηλεκτρικά μοτέρ. Σε μια εποχή που τα πάντα τείνουν να γίνουν ηλεκτρικά.

Σε πείσμα της παγκόσμιας πρακτικής στέλνουμε τους μαθητές στα ΑΕΙ με γνώσεις ενός πολύ περιορισμένου εύρους της Φυσικής που είναι τελείως έξω από τα δεδομένα του σύγχρονου και πολύπλοκου τεχνολογικού κόσμου στον οποίο ζουν. Και φυσικά χωρίς καμιά από τις ήπιες δεξιότητες που απαιτούνται ώστε να μπορέσουν να επιβιώσουν χωρίς τη βοήθεια του ειδικού. Αγνοούν σχεδόν τα πάντα για το αυτοκίνητο, για τον ηλεκτρικό πίνακα και τις πρίζες του σπιτιού τους, τον κλιματισμό ή την κάθε ηλεκτρομηχανή που χειρίζονται.

Και τι κάνουμε έξι χρόνια διδάσκοντας διπλά τη Φυσική, σε σχολεία και φροντιστήρια; Τους μαθαίνουμε να λύνουν πολύπλοκες και στρυφνές ασκήσεις που αναφέρονται σε φανταστικά μηχανικά συστήματα με χρήση πολλών εξισώσεων και πολλών μεταβλητών. Οι ασκήσεις, ειδικά της Γ΄ Λυκείου, δεν υπάρχουν σε καμιά διεθνή βιβλιογραφία ούτε καν σε πανεπιστημιακό επίπεδο. Διότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να υπάρχουν. Υπάρχουν μόνο εδώ στην παράξενη Ελλάδα για να ξεχωρίζουμε ποιοι θα μπουν στην Ιατρική και στο Πολυτεχνείο. Και τα παιδιά που καταφέρνουν και γράφουν στη Φυσική των Πανελλαδικών πάνω από 17 είναι πραγματικά ήρωες.

Οποιος μιλάει για «παπαγαλία» στη Φυσική είναι απλά άσχετος με το αντικείμενο.   

Θα άξιζε τον κόπο ένα πείραμα που θα έλεγε πολλά για το στρεβλό του πράγματος. Μαζί με τους χιλιάδες υποψήφιους μαθητές να διαγωνίζονται και κάποιοι καθηγητές στα ίδια θέματα για τον ίδιο χρόνο, τυχαία επιλεγμένοι από όλο το σώμα των εκπαιδευτικών του σχολείου. Ετσι για να έχουμε ένα μέτρο του πράγματος. Δεν γνωρίζω ακόμα αν γεννήθηκε πολιτικός που θα τολμούσε να προτείνει κάτι τέτοιο.

Η διδασκαλία της Φυσικής στην Ελλάδα στοχεύει σε στόχους, με τους οποίους δεν ασχολείται κανείς και πουθενά στον κόσμο. Και γι’ αυτό αποτυγχάνουμε και στους διαγωνισμούς PISA. Διδάσκουμε ένα μικρό φάσμα της Φυσικής χωρίς καμιά αναφορά στην πραγματικότητα, αλλά σε παράλογο βάθος με περισσή πολυπλοκότητα που οι περισσότεροι έφηβοι αδυνατούν να συλλάβουν και να αναπαράγουν. Ανοίγουμε τρύπες στο νερό.

* Ο κ. Λεωνίδας Καστανάς είναι φυσικός σε λύκειο της Δυτικής Αττικής.

ΗΛΙΑΣ ΑΝΔΡΙΑΝΟΣ*

Τα Μαθηματικά δεν «παπαγαλίζονται»

Τα παιδιά στο σχολείο «παπαγαλίζουν» τα Μαθηματικά; Tο ερώτημα φαίνεται να απασχολεί την κοινή γνώμη, κυρίως τους μη έχοντες άμεση σχέση με αυτό. Οι επαγγελματίες του χώρου μάλλον δεν το θέτουν καν στην συζήτηση περί σχολικών ή μη Μαθηματικών. Γνωρίζουν καλά ότι τα Μαθηματικά από τη φύση τους σε καμιά περίπτωση δεν γίνεται να τα «παπαγαλίσουμε» με την κοινώς εννοούμενη έννοια όπως π.χ. το μάθημα της Ιστορίας ή της Κοινωνιολογίας.

Οι μαθητές το ενστερνίζονται αυτό; Μάλλον όχι, αν κρίνουμε από τις αντιδράσεις τους απέναντι στο μάθημα. (Διευκρινίζω ότι οι αντιδράσεις δεν αφορούν μια μικρή μερίδα, δηλαδή αυτούς που τα πάνε πολύ καλά π.χ. στις εξετάσεις του σχολείου, στις Πανελλήνιες ή σε πάσης φύσεως διαγωνισμούς).

Γιατί όμως οι μαθητές έχουν αυτή τη στάση και την εκφράζουν έντονα με κάθε τρόπο μέσα στην τάξη ή στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα ως φοιτητές; Είναι τα βιβλία που τους «βοηθούν» στη στάση αυτή; Είναι οι μέθοδοι και οι τρόποι διδασκαλίας που εφαρμόζουν οι διδάσκοντες; Ή να το πάμε ακόμη παραπέρα, είναι η φροντιστηριακή εκπαίδευση, η οποία δίνει «συνταγές» επίλυσης ασκήσεων όπως πολύ συχνά και αδίκως κατά την προσωπική μου γνώμη ακούγεται;

Τα σχολικά βιβλία γυμνασίου και λυκείου των Μαθηματικών την τελευταία 20ετία με κάποιες εξαιρέσεις από πλευράς αισθητικής και περιεχομένου είναι κατά γενική ομολογία ποιοτικά. Δεν παραγνωρίζω το γεγονός ότι όπως κάθε «ζωντανός οργανισμός» επιβιώνει αν εξελιχθεί, και αυτά χρειάζονται κάποιες αλλαγές. Σίγουρα όμως δεν οδηγούν στην «παπαγαλία». Το ότι οι μαθητές οφείλουν να γνωρίζουν ορισμούς ή θεωρήματα από τα οποία μετά θα επιλέξουν το καταλληλότερο για την επίλυση μιας άσκησης, μάλλον δεν θα το έλεγε κάποιος «παπαγαλία», εκτός από κάποιους άσχετους με το αντικείμενο που «παπαγαλίζουν» ό,τι διαπερνάει τον αέρα της κοινής γνώμης άκριτα και χωρίς σκέψη, δηλαδή τους μη έχοντες κριτική σκέψη, πράγμα καθόλου άγνωστο στην κοινωνία μας και στους δημοσιολογούντες γενικώς.

Ακόμη και οι κάθε είδους μεθοδολογίες που «ξεφυτρώνουν» μέσα στα διάφορα εξωσχολικά βιβλία και οι οποίες έχουν γίνει κατά καιρούς από συναδέλφους αντικείμενο σφοδρής κριτικής –κατά τη άποψη μου άδικα–, είναι προφανές ότι έχουν ένα θεώρημα ή ορισμό από πίσω τους.

Τα ερωτήματα για τις μεθόδους διδασκαλίας είναι πολλά. Χρειαζόμαστε μια μετωπική διδασκαλία, μήπως μια ομαδοσυνεργατική διδασκαλία ή μήπως πρέπει να χρησιμοποιούμε περισσότερο τις νέες τεχνολογίες;

Η απάντηση είναι ότι τα χρειαζόμαστε όλα αυτά. Το περιεχόμενο του μαθήματος και η τάξη θα δείξουν στον διδάσκοντα τον δρόμο και εκείνος θα αποφασίσει, θα δοκιμάσει, θα αποτύχει ή θα πετύχει, θα ξαναδοκιμάσει, θα βελτιωθεί. Εργαλεία υπάρχουν και υπήρχαν και στις επίσημες οδηγίες διδασκαλίας του ΙΕΠ.

Τι σπρώχνει λοιπόν τους μαθητές προς την «παπαγαλία», ακόμα και στα Μαθηματικά; Μα τι άλλο πέρα από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα στο ελληνικό σχολείο, το οποίο είναι προφανές αντίγραφο μιας κοινωνίας, η οποία επιζητεί γρήγορες ασφαλείς λύσεις άκοπα, δηλαδή «θα μάθω τη συνταγή, θα την εφαρμόσω και αυτό είναι όλο.

Απλά πες μου τι να κάνω». Αυτό είναι εμφανές και κρύβεται πίσω από τα ποσοστά αποτυχίας και στις Πανελλήνιες εξετάσεις καθώς και στους διαγωνισμούς τύπου PISA και άλλους συναφείς, προφανώς όχι μονοσήμαντα, αλλά είναι το κυρίαρχο στερεότυπο και όπως όλα τα στερεότυπα θέλουν δουλειά για να «σπάσουν».

Μένει κάτι στους μαθητές από την υποχρεωτική τους εκπαίδευση στα Μαθηματικά στη ζωή τους; Προφανώς μένει σε όσους είχαν σπάσει το στερεότυπο που προαναφέραμε, απομένει βέβαια στους ίδιους να συνεχίσουν να το καλλιεργούν και να το επεκτείνουν με πολλούς και ποικίλους τρόπους. Οι οποίοι ευτυχώς πια υπάρχουν σε αφθονία σε σχέση με άλλες εποχές.

* Ο κ. Ηλίας Ανδριανός είναι μαθηματικός στο 2ο Πειραματικό Γενικό Λύκειο Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή