«Φακελάκια», ράντζα, έλλειψη πόρων

«Φακελάκια», ράντζα, έλλειψη πόρων

2' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν υπάρχει Ελληνας πολίτης που να μη γνωρίζει από πρώτο χέρι την κατάσταση που επικρατεί στα δημόσια νοσοκομεία. Μακρές λίστες αναμονής για εξετάσεις και επεμβάσεις, ράντζα στους διαδρόμους, ελλείψεις προσωπικού, παραοικονομία κάθε μορφής με χαρακτηριστικότερη τα «φακελάκια», συνθέτουν μία εικόνα που δεν ταιριάζει σε μια ευρωπαϊκή χώρα η οποία φιλοδοξεί να βρίσκεται στις πρώτες θέσεις της ανάπτυξης.

Οι πέντε μήνες αναμονής για μία μαστογραφία σε δημόσιο νοσοκομείο αποτελεί ρουτίνα, ενώ συχνά, ακόμα και καρκινοπαθείς, πρέπει να περιμένουν προκειμένου να υποβληθούν σε ακτινοθεραπεία. O χρόνος αναμονής για εξέταση σε νοσοκομείο της Αθήνας και τα ράντζα στους διαδρόμους κατά τη διάρκεια εφημερίας είναι επίσης ένας πολύ σοβαρός παράγοντας δυσαρέσκειας των Ελλήνων. Ενα πρόβλημα, αυτό που συνδέεται άμεσα με την απουσία μιας ουσιαστικής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, η οποία θα μπορούσε να ανακόψει το ρεύμα πολιτών, η κατάσταση της υγείας των οποίων δεν δικαιολογεί εξέταση στο νοσοκομείο.

Αλλο σοβαρό πρόβλημα για την καλή λειτουργία των νοσοκομείων είναι και η έλλειψη νοσηλευτικού και ιατρικού προσωπικού. H πρώτη αφορά στο σύνολο των νοσοκομείων της χώρας, ενώ η δεύτερη κυρίως στα νοσοκομεία της περιφέρειας. Σύμφωνα με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων σε Δημόσια Νοσοκομεία, μία στις τρεις οργανικές θέσεις νοσηλευτικού προσωπικού είναι κενή, ενώ η Ενωση Ιατρών Νοσοκομείων Αθήνας Πειραιά, κάνει λόγο για περίπου 3.000 κενές οργανικές θέσεις ιατρικού προσωπικού. Ωστόσο οι πραγματικές ελλείψεις είναι πολύ μεγαλύτερες, εξαιτίας της ανάπτυξης νέων τμημάτων σε νοσοκομεία, της αύξησης του πληθυσμού, και των εξελίξεων της ιατρικής επιστήμης. Το αποτέλεσμα είναι πολλά τμήματα νοσοκομείων, ειδικά της επαρχίας, να υπολειτουργούν ή να μην λειτουργούν καθόλου και οι ασθενείς να αναγκάζονται να απευθύνονται στα νοσοκομεία των μεγάλων αστικών κέντρων, τα οποία «λυγίζουν» υπό το βάρος των πολλών ασθενών.

Το «φακελάκι», είτε αυτό απαιτείται από τους γιατρούς, είτε προσφέρεται από τους ασθενείς, αποτελεί στα δημόσια νοσοκομεία μία συνήθη πρακτική για τον Ελληνα ασθενή που θέλει το αυτονόητο, δηλαδή να εξυπηρετηθεί γρήγορα. Παράλληλα, θέτει «βόμβα» στα θεμέλια της δωρεάν παροχής υγείας. Οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας στην Ελλάδα, αποτελούν το 44% των συνολικών δαπανών για την υγεία, και η πλειονότητα αυτού του ποσοστού αφορά σε χρήματα που δίνει κατ’ ευθείαν από την τσέπη του ο Ελληνας πολίτης. Σύμφωνα με στοιχεία της Ερευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών (’98 – ’99), η μέση μηνιαία ιδιωτική δαπάνη για την υγεία του νοικοκυριού ανέρχεται στα 94 ευρώ (τρέχουσες τιμές). Από αυτά, το 15% αφορά σε φάρμακα, το 24% σε δαπάνη για υπηρεσίες ιατρών, το 32% σε οδοντιατρικές υπηρεσίες και το 12% σε δαπάνη για νοσοκομειακή περίθαλψη. Τέλος, πολύς λόγος γίνεται για τη χρηματοδότηση του τομέα της Υγείας, η οποία αφορά στο 4,8% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τους γιατρούς του ΕΣΥ και τους εργαζομένους στα νοσοκομεία, τα κονδύλια που δίνονται για την Υγεία δεν φτάνουν. Μεταξύ των προβλημάτων που προκαλεί η υποχρηματοδότηση είναι οι περικοπές στα προγράμματα εφημεριών και η μη ανανέωση του ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού των νοσοκομείων.

Η «K» έθεσε συγκεκριμένα ερωτήματα για το πώς θα λυθούν αυτά τα μεγάλα και κρίσιμα προβλήματα στους καθ’ ύλην αρμόδιους των δύο μεγάλων κομμάτων, τον υπουργό Υγείας – Πρόνοιας κ. Κώστα Στεφανή και τον Συντονιστή ΟΔΕ Κοινωνικών Υποθέσεων της Νέας Δημοκρατίας κ. Νικήτα Κακλαμάνη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή