Μύθοι για τους δικαστές και τη Δικαιοσύνη

Μύθοι για τους δικαστές και τη Δικαιοσύνη

8' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Περί τη δικαιοσύνη και τους δικαστές κατασκευάστηκαν και συντηρούνται ακόμη, διάφοροι μύθοι. Και αν κάποτε, η περί τους θεσμούς δημιουργία τέτοιων μύθων, εθεωρείτο από ορισμένους αναγκαία, γιατί τούτο εξυπηρετούσε συγκεκριμένες πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές, θρησκευτικές και ιστορικές εν γένει σκοπιμότητες, σήμερα αυτό όχι μόνο δεν ωφελεί, αλλά βέβαιο είναι ότι βλάπτει. Και τούτο γιατί, μια ψευδής ή στρεβλή περί τη δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της εικόνα, ούτε την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού προς τον κορυφαίο αυτό πολιτειακό θεσμό ενισχύει ούτε τη λειτουργία της προάγει ούτε και στην ορθή διάγνωση και επίλυση των προβλημάτων της, μας οδηγεί.

Τρεις θεωρώ ως σπουδαιότερους, από τους μύθους αυτούς. O πρώτος αναφέρεται, στην ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, ο δεύτερος, στο λεγόμενο κράτος των δικαστών και ο τρίτος, στην καθυστέρηση απονομής της, για την οποία και οι σκέψεις που ακολουθούν. Αφορμή, άρθρο του κ. Γ. Βελή, αντιπροέδρου του Α.Π. ε.τ. στο φύλλο της «Καθημερινής» της 10-11/4/2004, υπό τον τίτλο «Τα μεγάλα προβλήματα της δικαιοσύνης». Εκεί, ο κ. Βελής πέραν της αφοριστικής και κατηγορηματικής επισήμανσής του, ότι «τα πράγματα δεν βαίνουν καλώς στην αποικία της δικαιοσύνης», σχετικώς με το πρόβλημα της καθυστέρησης στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης, αναφέρει και τα εξής: «…ο μεγάλος ασθενής, είναι η ποινική δικαιοσύνη… O υποτυπώδης έλεγχος του ποινικού δικαιοδοτικού έργου (εξαιτίας του οποίου το καίριο αυτό έργο εκπίπτει στην αντίληψη των δικαστών, σε τάξη παρέργου, αν όχι αγγαρείας), η επιρροή συντεχνιακών μικροσυμφερόντων από πλευράς δικαστών… που εννοούν να μεταφέρουν και στην περιοχή της δικαιοσύνης την οικονομική αρχή της ήσσονος προσπαθείας, ο πληθωρισμός… και των δικαστών, αποτελούν τις βασικές αιτίες της τραγικής νόσου… Στις περιπτώσεις αναβολής ή διακοπής της συζήτησης οι συνεδριάσεις του δικαστηρίου θα γίνονται σε μεταμεσημβρινές ώρες (π.χ. 4 έως 10 μ.μ.). H λύση αυτή έχει το «κουσούρι» της αντιδημοτικότητας. Τα δραματικά, όμως, προβλήματα (για τα οποία μεγίστη ευθύνη φέρει η καθεστωτική «χαλαρότητα» δικαστών… που εμφανίζεται και ως… δημοκρατική κατάκτηση;) αντιμετωπίζονται με μέτρα αντιδημοκρατικά, ακόμη και με ρήξεις…».

Η ευθύνη των δικαστών

Οι ως άνω διαπιστώσεις του κ. Βελή, σχετικά με την ευθύνη των δικαστών, στην καθυστέρηση απονομής της δικαιοσύνης, την ποιοτική και ποσοτική απόδοσή τους, καμιά απολύτως σχέση δεν έχουν με την πραγματικότητα, ενώ οι εν γένει κρίσεις και χαρακτηρισμοί του για τους δικαστές και τον τρόπο επιτέλεσης του δικαιοδοτικού τους έργου, πέραν της έλλειψης νηφαλιότητος, είναι αστόχαστες, κατάφωρα άδικες, βάναυσα μειωτικές και καταφρονητικές για τους Ελληνες δικαστές. Αληθές είναι, ότι στα πολιτικά και ποινικά δικαστήρια των Αθηνών -ιδίως- έχει σωρευτεί ένας τεράστιος όγκος υποθέσεων, με αποτέλεσμα ο προσδιορισμός εκδίκασής τους να είναι βραδύς. Εξαιτίας του φαινομένου τούτου, συχνά γίνεται λόγος για καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης, ενώ μερικοί υπερβάλλοντες, ομιλούν για αρνησιδικία.

Κατά το μέρος όμως που η διαπίστωση αυτή, εμπεριέχει ευθεία μομφή και κατά των δικαστών ή έστω υπαινίσσεται ευθύνες τους, κάθε συνετός, νηφάλιος, ψύχραιμος και αντικειμενικός παρατηρητής, οφείλει πριν από την εκφορά της κρίσεώς του, να λάβει υπόψη του τα εξής:

α) Στο Πρωτοδικείο Αθηνών, όπου υπηρετούν λιγότεροι από 400 δικαστές, τη δεκαετία 1993-2003, εκδόθηκαν κατά μέσο όρο 110.000 πολιτικές και 240.000 ποινικές αποφάσεις και βουλεύματα.

β) Το έτος 1991, στη Νέα Υόρκη ΗΠΑ, με πληθυσμό πολύ μεγαλύτερο της Ελλάδος, εκδόθηκαν 200.000 αποφάσεις, ενώ το ίδιο έτος στη χώρα μας 600.000 (βλέπε «Ελευθεροτυπία» 1992, αγόρευση βουλευτή Παπαθεμελή).

γ) O Ελληνας δικαστής, εκδίδει κατά μέσο όρο τις αποφάσεις του, σε 8 μήνες από την κατάθεση της αγωγής, ο Γάλλος συνάδελφός του χρειάζεται 15 μήνες, ο Πορτογάλος 24, ο Αγγλος 30 και ο Ιταλός 42 μήνες (εφημερίδα το «Βήμα» 2-2-1992 σελ. 10).

δ) Μηνιαίως ο δικαστής χρειάζεται συνολικώς 15 περίπου ημέρες για συμμετοχή του στις πολιτικές – ποινικές συνεδριάσεις, διασκέψεις, μελέτη δικογραφιών, σύνταξη σκεπτικών, επιτροπές κ.λπ., ενώ στις υπόλοιπες 15 ημέρες του μηνός -Σαββάτων, Κυριακών, αργιών μη εξαιρουμένων- πρέπει να μελετήσει και να εκδώσει αποφάσεις τουλάχιστον σε 20 πολιτικές υποθέσεις.

Εξαντλητικό έργο

Μετά ταύτα κάθε λογικός άνθρωπος, ευχερώς μπορεί να υπολογίσει, πόσες ώρες ημερησίως πρέπει εξαντλητικά να εργάζεται ο Ελληνας δικαστής, για να επιτελέσει το γιγάντιο αυτό έργο, που άκριτα τού έχουν εναποθέσει στους ώμους του. Δεν πρέπει, συνεπώς, αλλά δεν μπορεί να αποδίδονται ευθύνες στους δικαστές για την οποιαδήποτε καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης, να ομιλεί κανείς «για ήσσονα προσπάθεια… καθεστωτική χαλαρότητα των δικαστών…», να ζητεί επιπλέον «συνεδριάσεις των ποινικών δικαστηρίων από 4 έως 10 μ.μ…» και να χαρακτηρίζει την ποινική δικαιοσύνη «μεγάλο ασθενή», με την ανωτέρω ποσοτική -αλλά και ποιοτική- απόδοση.

Βασικό αξίωμα της λογικής, αλλά και της νομικής επιστήμης, αποτελεί ο κανόνας, ότι «ουδείς υποχρεούται στα αδύνατα». Ουδείς βεβαίως «πλην δικαστών». Τούτο φαίνεται να φρονεί ο κ. Βελής, αλλά και όσοι άλλοι επιρρίπτουν ευθύνες στους δικαστές, για την καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης και ζητούν έτι περαιτέρω επιβάρυνσή τους. Οι βεβαρημένοι και εξουθενωμένοι ώμοι των δικαστών, δεν αντέχουν άλλο βάρος, ακόμη και τέτοιο «κόκκου σινάπεως». Εχουν αυτοί άραγε αναρωτηθεί, αν υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο -οπουδήποτε- που οι δικαστές να εργάζονται και να αποδίδουν ως οι Ελληνες, αν άλλος δημόσιος λειτουργός ή υπάλληλος, ελέγχεται αδιάκοπα, για την ποσοτική και ποιοτική απόδοσή του, όσο ο Ελληνας δικαστής, υφίσταται όταν σφάλλει καθυστερεί ή υστερεί στο έργο του πειθαρχικές ποινές, που εξικνούνται μέχρι και την απόλυσή του.

Δικαιώματα και υποχρεώσεις

Μία από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις, αλλά και τις φωτεινότερες στιγμές της ανθρωπότητας ήταν εκείνη, που ανεγνώρισε τον άνθρωπο ως απόλυτη αξία και αναγόρευσε τον σεβασμό και την προστασία του, ως πρωταρχική υποχρέωση, κάθε δικαιοκρατούμενης πολιτείας. Ετσι, η παροχή εργασίας υπό συνθήκες σεβασμού του ανθρώπου, η αναγνώριση σημαντικών δικαιωμάτων στους εργαζομένους, αποτελούν πλέον υψηλές πολιτισμικές κατακτήσεις και βασικό ποιοτικό στοιχείο του σύγχρονου κοινωνικού κράτους. Αυτά όμως δεν τα απολαμβάνουν οι Ελληνες δικαστές σήμερα. Αγόγγυστα και σιωπηλά, με υψηλό αίσθημα ευθύνης, υπομένουν αυτήν την τραγική κατάσταση, προσφέροντας τον εαυτό τους, θυσία και ολοκαύτωμα στον βωμό του υπηρεσιακού τους καθήκοντος, παραλείποντας ή θέτοντας σε ήσσονα μοίρα, τη θεραπεία βασικών αναγκών τους, ως και την εκπλήρωση άλλων εξίσου -με το έργο τους- σπουδαίων και σοβαρών υποχρεώσεών τους, ως γονέων, συζύγων, πνευματικών και κοινωνικών όντων, ως ανθρώπων και πολιτών μιας ευρωπαϊκής χώρας. Λες και ότι, η αδιάκοπη και υπό αφόρητες συνθήκες επιτέλεση του δικαιοδοτικού τους έργου, συνιστά απονομή δικαιοσύνης και προσφορά στο δίκαιο, τον πολίτη και την κοινωνία.

Και οι έχοντες την εποπτεία, τον έλεγχο και τη διοίκηση της δικαιοσύνης, δεν θεωρούν και δεν κρίνουν απολύτως αναγκαίο ο δικαστής, για την πληρέστερη και αποτελεσματικότερη επιτέλεση του υψηλού του λειτουργήματος, να έχει: τη χαρά της απόλαυσης της προσωπικής οικογενειακής, κοινωνικής και πνευματικής ζωής, της ανάπαυσης και της ψυχαγωγίας, το δικαίωμα να μελετά, να σκέπτεται και να αποφασίζει, όχι υπό το κράτος του φοβερού άγχους, της ασφυκτικής διορίας και της δαμόκλειας σπάθης των πειθαρχικών ποινών, την τύχη να διοικούν, να εποπτεύουν και να ελέγχουν τη δικαιοσύνη, άνθρωποι ευγενείς, υψηλόφρονες και κάτοιχοι αληθινής παιδείας και το προνόμιο να δημιουργεί ο δικαστής στην ευφροσύνη και τη ζείδωρη πνοή της ελευθερίας. Της ελευθερίας από τον φόβο, της εξουθενωτικής εργασίας, των κυρώσεων, της εκβιάσεως της κρίσεώς του, λόγω της διορίας στην εκφορά της. Αυτόν τον ελεύθερο από τέτοια δεσμά δικαστή, πρέπει να απαιτεί και να αξιώνει η πολιτεία και η ελληνική κοινωνία και διαρρήδην να αποκρούει και να απορρίπτει εκείνον, που τον έχει κατακλύσει και κατακυριεύσει ο κάθε φόβος.

Να αναζητηθούν οι αιτίες

Υποκρίνεται και εθελοτυφλεί, όποιος πιστεύει ότι το πρόβλημα της καθυστέρησης στην απονομή της δικαιοσύνης, λύνεται με την αύξηση του αριθμού των δικαζόμενων υποθέσεων, την παράταση λειτουργίας των δικαστηρίων μέχρι και τις μεσονύκτιες ώρες και όχι με την αναζήτηση των αιτίων του παθογενούς αυτού φαινομένου, που οπωσδήποτε ανάγονται, όχι μόνο στην ιδιοσυστασία και ιδιοσυγκρασία του Ελληνα, σε κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτικούς, πολιτισμικούς και ιστορικούς λόγους, αλλά κυρίως στην πολιτική της «πανποινικοποίησης» που το ελληνικό κράτος, από της συστάσεώς του ακολουθεί. Προς αυτήν την κατεύθυνση ας στρέψει την προσοχή της η πολιτεία και με τέτοιο πνεύμα ας εγκύψει στο πρόβλημα. Λύσεις, ως του κ. Βελή, όχι μόνον τίποτε δεν εισφέρουν αλλά και ως αναπόδραστη συνέπεια θα έχουν την υποβάθμιση του κύρους της δικαιοσύνης και τη μείωση του γοήτρου αυτής.

Αλλωστε και ο ίδιος -όπως και άλλοι διακεκριμένοι συνάδελφοί του, κ. Γουργουράκης, Παπαλάκης, Καραγιώργης, Σουλτανιάς κ.ά. – είχε ως εν ενεργεία δικαστής τη γνώμη ότι «… H ορθή απονομή του δικαίου απαιτεί προπαντός, άνεση χρόνου και ψυχική και πνευματική ηρεμία του δικαστή για να ερευνήσει εξαντλητικά την υπόθεση… H επιβάρυνση του δικαστή με φόρτο υποθέσεων και δικογραφιών πάνω από τα όρια της ανθρώπινης και επιστημονικής αντοχής, θα έχει ως συνέπεια την ελλιπή μελέτη των δικογραφιών, την έκδοση λανθασμένων αποφάσεων και τη μεγάλη καθυστέρηση… όπως κάθε άνθρωπος, δικαιούται και ο δικαστής, να έχει τον στοιχειώδη ελεύθερο χρόνο, για σωματική ανάπαυση, για παρακολούθηση της πνευματικής ζωής και προαγωγή της προσωπικότητάς του και για την αντιμετώπιση των οικογενειακών του υποθέσεων…» (αριθμ. 6/1988 απόφαση της Ολομέλειας του Εφετείου Πειραιώς). Σήμερα, βέβαια, εκτός του σώματος, άλλα φρονεί. Δικαίωμά του. Ομως, οφείλει να γνωρίζει ότι και οι δικαστές, ως πολίτες, άνθρωποι και εργαζόμενοι, έχουν, πέραν των υποχρεώσεών τους, και το δικαίωμα να εργάζονται υπό συνθήκες ανθρώπινες. Εισερχόμενοι δε στο σώμα, δεν παραιτήθηκαν, δεν απαλλοτρίωσαν ούτε και απεμπόλησαν το δικαίωμά τους αυτό. Αν θα επιτύχουν την υλοποίησή του, θα είναι μια μεγάλη κατάκτηση γι’ αυτούς. O κ. Βελής, βέβαια, ειρωνικά, τούτο το λέγει «δημοκρατική κατάκτηση». Εχει το δικαίωμα να πιστεύει και να λέγει ό,τι θέλει. Σε δημοκρατική χώρα ζούμε. Είναι θέμα άλλωστε κοσμοθεωρίας του καθενός.

Η «αποικία της Δικαιοσύνης»

Ακόμη δύο επισημάνσεις στο ίδιο άρθρο. H πρώτη αναφέρεται, στη χρήση της ακατανόητης, παράδοξης, αλλά και καταφρονητικής για τη δικαιοσύνη, φράσης του κ. Βελή «αποικία της δικαιοσύνης». Εγώ, ως δικαστής, απεριφράστως, αδιστάκτως και ανεπιφυλάκτως δηλώνω, ότι δεν τελώ υπό την επικυριαρχία κανενός, εντός και εκτός της δικαιοσύνης. Εχω, αληθινά και πραγματικά νιώθω και αισθάνομαι, σε απόλυτο μάλιστα βαθμό, προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία. Αναρωτιέμαι, όμως, γιατί ο κ. Βελής όταν ήταν εν ενεργεία «άποικος», δεν κατήγγειλε τη «Μητρόπολη», δεν αποσχίστηκε από αυτήν ή γιατί και δεν επαναστάτησε κατ’ αυτής. Προς τι αυτή η όψιμη ανακάλυψη και καταγγελία;

Η δεύτερη επισήμανση αναφέρεται, στη διαπίστωσή του ότι η ελληνική κοινωνία «κατά τους εσχάτους καιρούς, έπαψε να φοβάται τον εισαγγελέα και τον δικαστή». Πιστεύω ότι τη συνοχή της κοινωνίας και την ειρήνη αυτής, κυρίως και προεχόντως τη διασφαλίζει ο σεβασμός των πολιτών στους νόμους και τους κοινωνικούς κανόνες συμβίωσης, που όμως πηγάζει από την παιδεία και την εν γένει καλλιέργεια αυτών και όχι από τον φόβο του εισαγγελέα ή του χωροφύλακα. Είναι δείκτης υψηλής πολιτισμικής στάθμης και βασικό ποιοτικό γνώρισμα του σύγχρονου δημοκρατικού κράτους δικαίου, η ευταξία και η κοινωνική ειρήνη να είναι απότοκος της παιδείας των πολιτών, της καλλιέργειάς τους και του σεβασμού τους στους νόμους. Αντιθέτως, είναι γνώρισμα και χαρακτηριστικό στοιχείο, ανελεύθερου, καταπιεστικού και αυταρχικού καθεστώτος -νωπή ακόμη προς τούτο, η μνήμη των Ελλήνων- η επιβολή και η τήρηση του νόμου να είναι απόρροια του φόβου των πολιτών στα όργανα του κράτους και μάλιστα στα άμεσα αυτού. Θεωρώ μεγάλη τιμή, εξαιρετική τύχη αλλά και υπερηφάνεια, να είμαι πολίτης της πρώτης και όχι της δεύτερης χώρας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή