Κάθε «επώνυμος» με τον αστυνομικό του

Κάθε «επώνυμος» με τον αστυνομικό του

4' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σχεδόν ένα χρόνο μετά την εξαγγελία της σύστασής της (τον Νοέμβριο του 2004), ουσιαστικά ανενεργή παραμένει η Γενική Διεύθυνση Ασφάλειας Επισήμων. H υπηρεσία που δημιουργήθηκε για να βάλει μια τάξη στο χαοτικό και ασύδοτο καθεστώς το οποίο ισχύει στη χώρα μας σχετικά με την αξιολόγηση των προσώπων, που εκτιμάται ότι απειλούνται, και την παροχή σε αυτούς αστυνομικής προστασίας. Την ίδια στιγμή, χιλιάδες αστυνομικοί εξακολουθούν να εκτελούν ουσιαστικά χρέη συνοδών των δεκάδων ετερόκλητων «επωνύμων» πολιτικών, επιχειρηματιών, εκδοτών, δημοσιογράφων.

Ενας χρόνος συμπληρώνεται και από τη δημοσίευση από την «K» της απόρρητης έκθεσης της ΕΛ.ΑΣ., στην οποία αναφέρονταν τα ονόματα όλων εκείνων που απολαμβάνουν αστυνομικής προστασίας. Το δημοσίευμα εκείνο είχε προκαλέσει την αντίδραση του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, ο οποίος είχε ζητήσει να διερευνηθεί το θέμα και να γίνουν συγκεκριμένες προτάσεις από τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, προκειμένου να περιορισθεί στο ελάχιστο ο σκανδαλώδης αριθμός των αστυνομικών δυνάμεων που κατασπαταλώνται εις βάρος της παροχής αστυνόμευσης προς τους πολίτες.

Συγκρίσεις με την Ε.Ε.

Σύμφωνα με πληροφορίες, έγινε μια σχετική αξιολόγηση και υποβλήθηκαν συγκεκριμένες προτάσεις, με βάση και την εμπειρία από άλλες χώρες του εξωτερικού. H σύγκριση που έγινε σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι αποκαλυπτική: πουθενά δεν εφαρμόζεται ανάλογο σύστημα, η αστυνομία δηλαδή να παρέχει διαρκή προστασία σε ιδιώτες. Στις περισσότερες χώρες, όταν στην αστυνομία φθάσουν συγκεκριμένες πληροφορίες για κάποιον επιχειρηματία που αντιμετωπίζει αυξημένη απειλή, αυτός ενημερώνεται επισήμως και του γίνεται σύσταση για τη λήψη αυστηρών μέτρων ασφάλειας, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις δίδονται συγκεκριμένες οδηγίες από ειδικούς της αστυνομίας για τα μέτρα που θα πρέπει να λάβει, με αποκλειστικά δική του όμως οικονομική επιβάρυνση.

Οσον αφορά συγκεκριμένα την προστασία δημοσιογράφων, όπως προέκυψε από την έρευνα της ΕΛ.ΑΣ., δεν τους παρέχεται αστυνομική συνοδεία. Ακόμη και σε χώρες όπου λειτουργούν τηλεοπτικά δίκτυα παγκόσμιας εμβέλειας, με αποτέλεσμα οι δημοσιογράφοι να είναι αναγνωρίσιμοι σε πολύ μεγαλύτερο κοινό. Ακόμη και σε περιπτώσεις που, λόγω της εθνικότητάς τους ή των ειδικών θεμάτων με τα οποία καταπιάνονται, είναι θεωρητικά στόχοι ακόμη και της διεθνούς τρομοκρατίας.

Εκτός από την κατασπατάληση ανθρώπινου δυναμικού (υπολογίζεται ότι περίπου 6.000 αστυνομικοί διατίθενται ως συνοδοί και για τη φύλαξη στόχων), στις εσωτερικές εισηγήσεις που έγιναν για το θέμα από τις αρμόδιες υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ. γίνεται αναφορά και σε μεγάλο οικονομικό κόστος. Κι αυτό διότι δεν διατίθεται μόνον ανθρώπινο δυναμικό, αλλά και υπηρεσιακά οχήματα, αυτοκίνητα και μοτοσυκλέτες, τα οποία ανήκουν στο στόλο της ΕΛ.ΑΣ. και που ακόμη και τα καύσιμά τους βαρύνουν την αστυνομία.

Στις ίδιες εισηγήσεις, γίνεται διάκριση και υποβάλλονται προτάσεις, με βάση συγκεκριμένα δεδομένα. Στη διάκριση των επιμέρους περιπτώσεων αναφέρεται ότι σίγουρα υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι η αστυνομική προστασία των οποίων είναι επιβεβλημένη. Ανάμεσά τους είναι, για παράδειγμα, ορισμένοι πολιτικοί και δικαστικοί, άνθρωποι που για πολύ συγκεκριμένους λόγους, οι οποίοι καταγράφονται, εκτιμάται ότι επιβάλλεται η προστασία τους. Κατηγορηματικά αναφέρεται ότι θα πρέπει να αποσυρθεί η αστυνομική συνοδεία από επιχειρηματίες, που μπορούν να αναλάβουν οι ίδιοι το κόστος της προσωπικής τους ασφάλειας, και από δημοσιογράφους και άλλους «επώνυμους». Για τους τελευταίους μάλιστα, έχει καθιερωθεί εντός της αστυνομίας, μεταξύ αστείου και σοβαρού, ο όρος «πουλ-μουρ», από την έκφραση «πουλάω μούρη», καθώς θεωρείται ότι χρησιμοποιούν την αστυνομική συνοδεία ακριβώς σαν μέσο επίδειξης κύρους.

Συγκεκριμένη πρόταση γίνεται και για τους βουλευτές. Οπως αναφέρεται στις εισηγήσεις, το να συνοδεύονται από έναν αστυνομικό δεν τους διασφαλίζει προστασία, καθώς εάν εκτιμηθεί ότι κάποιος κινδυνεύει χρειάζεται ένα ολόκληρο πλαίσιο μέτρων, που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, συνεχή προστασία σπιτιού και γραφείου, ακόμη και παρακολούθηση των δρομολογίων που πραγματοποιεί. Ετσι, ο ένας αστυνομικός, ή οι δύο σε ορισμένες περιπτώσεις βουλευτών, «αξιοποιούνται» στη διεκπεραίωση καθηκόντων κλητήρα ή προσωπικού βοηθού. Προτείνεται λοιπόν, εφόσον αυτό που οι βουλευτές χρειάζονται είναι βοηθός, να απαλλαγούν οι αστυνομικοί από αυτά τα καθήκοντα και, εάν η Βουλή κρίνει ότι αυτό είναι δόκιμο, να τους αναγνωρίσει επισήμως χρήση βοηθού που όμως δεν θα είναι αστυνομικός.

Η αποτύπωση της κατάστασης λοιπόν έγινε, όπως και συγκεκριμένες προτάσεις. Αυτό που δείχνει να απουσιάζει είναι η πολιτική βούληση για την αντιμετώπιση του νοσηρού και πέρα από κάθε λογική φαινομένου. H πολιτική απόφαση, που θα δώσει το «πράσινο φως» για την απόσυρση όλων αυτών των αστυνομικών και την ένταξή τους στην ενεργό υπηρεσία. Μια πολιτική απόφαση όμως που, όπως όλα δείχνουν, θα πρέπει να ληφθεί στο ανώτατο επίπεδο και να εφαρμοσθεί απόλυτα και απαρέγκλιτα. Διαφορετικά δεν πρόκειται να υπάρξει καμιά μεταβολή, καθώς οποιαδήποτε μεμονωμένη προσπάθεια να αποσυρθούν σταδιακά ένας ή δύο αστυνομικοί κατά περίπτωση, δείχνει να προσκρούει σε ένα καλά δομημένο και βαθιά ριζωμένο σύστημα αλληλεξάρτησης και επιρροής. Ετσι, σύμφωνα με τις ίδιες πάντοτε πληροφορίες, όταν αποσύρθηκε ένας αστυνομικός – συνοδός επιχειρηματία που δραστηριοποιείται στον εφοπλιστικό κλάδο, ο επιχειρηματίας έφθασε μέχρι και το πρωθυπουργικό γραφείο ζητώντας παρέμβαση στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης για να τον πάρει πίσω. Σε άλλη περίπτωση, υπουργός παρενέβη στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης όταν ετέθη θέμα απόσυρσης του αστυνομικού που συνόδευε συγγενικό του πρόσωπο.

Κριτήριο το «μέσον»

Και για να επανέλθουμε στη Γενική Διεύθυνση Ασφάλειας Επισήμων, η υπηρεσία που εξαγγέλθηκε πριν από περίπου ένα χρόνο, μόλις πριν από μερικές εβδομάδες στεγάσθηκε σε συγκεκριμένο χώρο -απέκτησε δηλαδή γραφείο- και, εφόσον αρχίσει να λειτουργεί και της επιτραπεί να λειτουργήσει απρόσκοπτα, πιθανότατα θα συμβάλει στην περαιτέρω εξοικονόμηση αστυνομικών δυνάμεων.

Θεωρητικά, μέσω αυτής της υπηρεσίας θα υπαχθούν υπό ενιαία διοίκηση όλες οι υπηρεσίες ασφάλειας προσώπων και εγκαταστάσεων, όπως η ασφάλεια του Προέδρου της Δημοκρατίας, η ασφάλεια της Βουλής κ.ά. Μέσω της υπηρεσίας αυτής θα γίνεται επιλογή των ικανών να υπηρετήσουν στις υπηρεσίες αυτές αστυνομικών και θα περνούν από ειδική εκπαίδευση. Οπως αναφέρουν πηγές της ΕΛ.ΑΣ., με το υπάρχον καθεστώς στις περισσότερες από αυτές τις υπηρεσίες πηγαίνουν εκείνοι που έχουν «μέσον», ανεξαρτήτως ικανοτήτων και εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα να χρειάζεται μεγαλύτερος αριθμός ατόμων από αυτά που με τη σωστή εκπαίδευση θα μπορούσαν να διεκπεραιώσουν τα συγκεκριμένα καθήκοντα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή