Διπλή αποτυχία στην επιλογή εκπαιδευτικών

Διπλή αποτυχία στην επιλογή εκπαιδευτικών

3' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εντονο προβληματισμό για το επίπεδο των νέων εκπαιδευτικών προκαλούν τα αποτελέσματα του τελευταίου διαγωνισμού του ΑΣΕΠ για διορισμό στη δημόσια εκπαίδευση. H παταγώδης αποτυχία των υποψηφίων – πτυχιούχων πανεπιστημίων εγείρει σημαντικά ερωτήματα τόσο για το επίπεδο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αλλά και ευρύτερα για το σύστημα επιλογής εισακτέων στα πανεπιστήμια. Πώς είναι δυνατόν οι εννέα στους δέκα θεολόγους και οι επτά στους δέκα φιλολόγους να μην καταφέρνουν να πιάσουν τη βάση στην επιστήμη στην οποία έχουν εξειδικευτεί;

Είναι μήπως τόσο δύσκολες οι εξετάσεις για τους αποφοίτους των ελληνικών πανεπιστημίων; Μήπως η ύλη του διαγωνισμού είναι χαώδης και αντιεπιστημονικά οργανωμένη, αναφερόμενη κυρίως στο περιεχόμενο των σχολικών βιβλίων; Ή μήπως είναι ότι οι βασικές σπουδές των αποφοίτων αυτών των σχολών δεν έχουν προσανατολισμό προς την εκπαίδευση; Και μάλιστα όταν η συντριπτική πλειονότητα των αποφοίτων από αυτές τις σχολές (λέγονται άλλωστε «καθηγητικές») κατευθύνεται στην εκπαίδευση (δημόσια, ιδιωτική, φροντιστήρια). Αυτό φαίνεται και από την αυξανόμενη συμμετοχή στους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ. Είναι εντυπωσιακό ότι το ενδιαφέρον μεγαλώνει όχι μόνο μεταξύ φιλολόγων, μαθηματικών, φυσικών κ.ά. αλλά και μεταξύ οικονομολόγων, νομικών και αποφοίτων πληροφορικής, οι οποίοι προσβλέπουν σε μια σίγουρη θέση στο Δημόσιο.

Η μελέτη

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης του λέκτορα Παιδαγωγικών του Ιονίου Πανεπιστημίου κ. Κώστα Αγγελάκου, στον φετινό διαγωνισμό του ΑΣΕΠ μόνο σε πέντε από δεκαεπτά ειδικότητες, το 50% των υποψηφίων ξεπέρασε τη βάση, δίνοντάς τους το δικαίωμα να διορισθούν (το αν θα τα καταφέρουν εξαρτάται από τις θέσεις διοριστέων). Το υψηλότερο ποσοστό επιτυχίας είχαν οι εκπαιδευτικοί της Αγγλικής Γλώσσας με 86,43%. Ακολούθησαν οι νηπιαγωγοί, επτά στους δέκα (ακριβές ποσοστό 71,94%), οι εκπαιδευτικοί της Οικιακής Οικονομίας (ποσοστό 64,93%), οι της Γερμανικής Γλώσσας (58%) και οι Νομικών – Πολιτικών Επιστημών (51,73%).

Στις υπόλοιπες ειδικότητες -μεταξύ των οποίων και οι βασικές- η αποτυχία ήταν παταγώδης, ξεκινώντας από το υψηλότερο 92,01% των οικονομολόγων και το 90,19% των κοινωνιολόγων. Ενδεικτικά, το 86,59% των θεολόγων έγραψε κάτω από τη βάση, όπως και το 70,99% των δασκάλων, το 69,86% των φιλολόγων, το 66,94% των μαθηματικών και το 65,97% των φυσικών.

Τον προβληματισμό εντείνει η μελέτη των επιμέρους επιδόσεων των εξετασθέντων. Ενδεικτική είναι η περίπτωση των Φιλολόγων. Κάτω από τη βάση έγραψε το 60,3% στα Αρχαία Ελληνικά, το 55,77% στην Ιστορία και το 52,6% στα Νέα Ελληνικά. Καλύτερη εικόνα παρουσιάζουν οι επιδόσεις των υποψηφίων φιλολόγων στην εξέταση της ειδικής διδακτικής (όπου οι περισσότεροι επέλεξαν να εξετασθούν στα Νέα Ελληνικά). Κάτω από τη βάση έγραψε το 39,3% όσων επέλεξαν να εξετασθούν στη διδακτική των Αρχαίων Ελληνικών, το 28,6% μεταξύ εκείνων που εξετάσθηκαν στα Νέα Ελληνικά, και το 17,1% όσων εξετάσθηκαν στη διδακτική της Ιστορίας.

Αύξηση υποψηφίων

Ενα ακόμη πιο εντυπωσιακό στοιχείο του τελευταίου διαγωνισμού είναι ότι αυξήθηκε σημαντικά η συμμετοχή των εκπαιδευτικών. Ενώ το 2000 και το 2002 ήταν στα ίδια επίπεδα (66.271 και 67.323 αντίστοιχα) φέτος οι αιτήσεις έφθασαν τις 81.567. Τελικά, στον διαγωνισμό (και στις 17 ειδικότητες) συμμετείχαν 65.041 εκπαιδευτικοί (49.706 το 2002). Γεγονός που εύλογα ερμηνεύεται από τη σιγουριά που προσφέρει ο δημόσιος τομέας μπροστά στο φάσμα της ανεργίας ή της επαγγελματικής περιπέτειας σε φροντιστήρια, ιδιαίτερα μαθήματα ή ιδιωτικά σχολεία. Μάλιστα, είναι ενδεικτική η αύξηση του ενδιαφέροντος από κλάδους, όπως οι οικονομολόγοι, κοινωνιολόγοι και οι νομικοί, οι βασικές επαγγελματικές διέξοδοι των οποίων δεν σχετίζονται με την εκπαίδευση. H αύξηση αποδίδεται εν μέρει και στο ότι μπορούσαν να συμμετάσχουν στο φετινό διαγωνισμό και όσοι δεν διέθεταν πτυχίο παιδαγωγικής κατάρτισης από την Ανώτατη Σχολή Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης. Βέβαια, οι προσφερόμενες θέσεις είναι λίγες, με αποτέλεσμα να προκύπτουν… τραγικές αναλογίες υποψηφίων ανά θέση.

Ενδεικτικά, για 188 θέσεις οικονομολόγων υπέβαλαν αίτηση 6.500 χιλιάδες υποψήφιοι (αναλογία 1/34), ενώ το 2002 είχαν υποβάλλει 724 άτομα. Για 53 θέσεις κοινωνιολόγων υπέβαλαν αίτηση 1.500 άτομα (αναλογία 1/28). Για 37 θέσεις νομικών 2.200 άτομα (αναλογία 1/59), ενώ στον προηγούμενο διαγωνισμό είχαν υποβάλλει αίτηση 250 άτομα.

Υψηλές είναι οι αναλογίες και για τις υπόλοιπες ειδικότητες. Συνολικά 17.100 φιλόλογοι υπέβαλαν αίτηση για 863 θέσεις (αναλογία περρίπου 1 προς 20), 11.000 γυμναστές για 230 θέσεις (1/48), 7.900 φυσικοί για 376 θέσεις (1/21), 4.000 θεολόγοι για 144 θέσεις (περίπου 1/28), 6.000 μαθηματικοί για 388 θέσεις (περίπου 1/15). Αντίθετα, στο χώρο των δασκάλων, όπου η ζήτηση πτυχιούχων για άμεσο διορισμό είναι αυξημένη διαπιστώνεται σοβαρή μείωση υποψηφίων στον τελευταίο διαγωνισμό (3.300 αιτήσεις έναντι 4.913 στο διαγωνισμό του 2002).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή