Μη μας ξεχάσετε. Να ξανάρθετε…

Μη μας ξεχάσετε. Να ξανάρθετε…

5' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στην Ηλεία, οι κορμοί των δέντρων σιγοκαίνε ακόμα. Και αν όλοι εμείς βρισκόμαστε ήδη στην επόμενη μέρα, οι άνθρωποι εκεί μιλούν συνέχεια και μόνο για την πυρκαγιά, σαν να μην πιστεύουν ότι έχει σβήσει, σαν για να ξορκίσουν το κακό, ζώντας το ξανά και ξανά. Μιλούν για τη μέρα που ξεκίνησε, πώς ήρθε από την άλλη πλευρά, πώς έφυγαν από το χωριό, πώς γύρισαν για να ξαναφύγουν, γιατί δεν ήρθαν τα αεροπλάνα, πού ήταν τα πυροσβεστικά, ένας που έγινε ήρωας και ένας άλλος που φοβήθηκε ενώ κανείς δεν το περίμενε. Κάποιοι που νόμιζες ότι είχαν χαθεί και βρέθηκαν και κάποιοι άλλοι που πίστευες ότι είχαν γλιτώσει αλλά τελικά…

Ξέρουν ότι τα δύσκολα είναι μπροστά, ότι με τις πρώτες βροχές θα κλείσουν οι δρόμοι καθιστώντας δύσκολη την επικοινωνία του ενός με τον άλλο, ότι για πολλά χρόνια τα εισοδήματά τους θα μειωθούν δραματικά, ότι οι τουρίστες που έφυγαν τρέχοντας, θα αργήσουν να ξαναγυρίσουν σε μια περιοχή που το φυσικό περιβάλλον έχει καταστραφεί (μόλις είχε ξεκινήσει να διαμορφώνει το τουριστικό της προφίλ), ότι οι συνθήκες της ζωής τους θα γίνουν ακόμα πιο δύσκολες και κυρίως απρόβλεπτα, δύσκολες. «Κάηκαν τα δέντρα σώθηκε το σπίτι. Αν είχα να διαλέξω, θα προτιμούσα να είχε καεί το σπίτι και να σωζόντουσαν τα δέντρα, γιατί με αυτά θα μπορούσα να ξαναφτιάξω το σπίτι», λέει η κ. Μαρία από το Ξηροχώρι. Σπουδάζει την κόρη της, ο άντρας της εργάτης, πρώτη φορά από τότε που γεννήθηκε θα αναγκαστεί να αγοράσει λάδι. Οταν ρωτάς τους «πυρόπληκτους», όπως οι ίδιοι αποκαλούν με λίγη ειρωνεία τον εαυτό τους, αν είναι ευχαριστημένοι με την αντίδραση του κράτους στην καταστροφή, απαντούν ότι υπήρξαν τυχεροί μέσα στην ατυχία τους γιατί συνέβη σε προεκλογική περίοδο. Ομως «πήραν πολλοί χρήματα που δεν τα δικαιούνταν, Αθηναίοι που δεν είχαν πατήσει ποτέ στο χωριό». Αν επιμείνεις, «τι περιμένουν, τι θα ήθελαν για να γυρίσει και πάλι η ζωή τους σε κανονικούς ρυθμούς» σε κοιτούν μουδιασμένα και απαντούν, «να ξανάρθετε. Ολοι εσείς που είδατε πώς ζούμε και τι συνέβη, να ξανάρθετε».

«Δεν θέλουμε χρήματα δουλειά θέλουμε»

Ξεκινώντας από το χωριό Γρύλλος με προορισμό την Ανδρίτσαινα, η καταστροφή απλώνεται βουβή, αριστερά και δεξιά του δρόμου. Σμέρνα, Πλατιάνα, Καλλιθέα, Αμυγδαλιές, Φανάρι, ονόματα που τόσες ημέρες άκουγα από την τηλεόραση και τώρα βλέπω από κοντά. Πενήντα δύο ατελείωτα χιλιόμετρα μέσα στα απομεινάρια της πυρκαγιάς που έκαιγε για δέκα ημέρες αφήνοντας πίσω της κουφάρια δέντρων και στάχτη.

Πάνω από το 40% του νομού έχει καεί. Ο δήμαρχος Ανδρίτσαινας, μου μιλάει με περηφάνεια για την ιστορία της περιοχής και τις προσπάθειες ανάπτυξης, που «καψαλίστηκαν» -ελπίζει πρόσκαιρα- με τα υπόλοιπα. Από τα 132.000 στρέμματα του δήμου τα 100.000 κάηκαν και στα 17 χωριά του καταγράφονται σοβαρές ζημιές και απώλειες. Τα τελευταία τρία χρόνια κτίστηκαν τρεις ξενώνες με κοινοτική χρηματοδότηση. Μπαίνω σε έναν από αυτούς, στην κεντρική πλατεία του χωριού. Ως τις 25 Αυγούστου φιλοξενούσε -όψιμους- Ελληνες κι αλλοδαπούς τουρίστες. «Η καλύτερη πελατεία, η καλύτερη περίοδος για μας», λέει ο Γιώργος Μπαλκάνος, ιδιοκτήτης του ξενώνα. Με την πυρκαγιά έφυγαν όλοι πανικόβλητοι και ακυρώθηκαν οι κρατήσεις. Αραγε του χρόνου θα είναι καλύτερα; Η Ανδρίτσαινα δεν κάηκε – πώς θα μπορούσε να καεί το χωριό του υπουργού Δημοσίας Τάξεως, σχολιάζουν οι κάτοικοι των γύρω χωριών. Ομως μόλις αφήσεις το τελευταίο σπίτι του χωριού, το τοπίο αλλάζει δραματικά. «Ολο το μέρος είναι αυγό, δεν υπάρχει ένας ίσκιος να δέσεις το ζωντανό σου», λέει ο κ. Μπαλκάνος.

Η κτηνοτροφία είναι η βασική ενασχόληση στην περιοχή. Ο Αλέξανδρος Ρέππας -«με δύο «π», μη μας πούνε κι αγράμματους»- μένει στο Φανάρι, με 87 κατοίκους το χειμώνα. Ολο το χωριό έρημο, στην πλατεία δύο τρεις νέοι, σχολιάζουν τα της πυρκαγιάς. Ο Αλέξανδρος είχε βιολογικά γιδοπρόβατα – έδινε το γάλα σε εταιρεία στην Τρίπολη που εξήγαγε στη Γερμανία. Την ώρα της πυρκαγιάς μάζεψε τα ζώα από το βουνό, τα έβαλε στο στάβλο. Κάηκε ο στάβλος, κάηκαν και τα ζώα, κόντεψε κι ο ίδιος να χάσει τη ζωή του. «Εχασα 45 ζώα», λέει. «Σαράντα πέντε ψυχές» τον διορθώνει ο παππούς δίπλα του. Και δύο στάβλους, ο ένας καινούργιος που στοίχισε 55.000 ευρώ. «Ακόμα τα χρωστάω, πώς θα κάνω τον καινούργιο;» αναρωτιέται. Και τα ζώα σε 20 μέρες ξεκινάνε να γεννήσουν…

Ο Θανάσης Μήτσικας είναι ο ιδιοκτήτης του καφενείου. Ενα μήνα το καλοκαίρι δουλεύει φουλ. Μετά ό,τι πιουν οι ντόπιοι. Του κάηκαν οι ελιές, τα πρόβατα και έχει και τρία παιδιά. «Πήρατε τα χρήματα;» ρωτάω. «Και εμείς και πολλοί άλλοι, που δεν θα έπρεπε. Δεν θέλουμε χρήματα, δουλειά θέλουμε», μου λέει.

Στην Καλλιθέα, κεφαλοχώρι του δήμου Αλιφείρας, το σκηνικό είναι διαφορετικό. Οι δημόσιες υπηρεσίες ανοιχτές, κόσμος πηγαινοέρχεται με χαρτιά στα χέρια. Στην αποθήκη του δήμου, που αριθμεί 1.000 κατοίκους και «στεγάζει» 17 χωριά, συσκευάζονται τα τρόφιμα για τους πυρόπληκτους. Στο καφενείο, μια παρέα προσφέρεται να με κεράσει, για να μου δείξουν ότι δεν είναι τα τρόφιμα που λείπουν. «Δεν μας λείπει το γάλα και οι χυμοί. Αλλα δεν έχουμε», μου λένε. «Σαν τι;» ρωτάω. «Νερό. Με την ξηρασία στέρεψαν οι πηγές. Χωρίς νερό πώς θα ξαναβγάλουν οι ελιές;».

«Βοήθησαν τα 3.000 ευρώ;», ρωτάω. «Εμείς έτσι και αλλιώς από τις ελιές θα πληρωνόμασταν σε δύο μήνες, οπότε είχαμε κάνει το κουμάντο μας. Μετά τι θα γίνει; Του χρόνου πώς θα ζήσουμε;». Και αν οι παραγωγοί ελιάς έχουν πρόβλημα -οι μισές από τα 8,2 εκατ. ελιές του νομού έγιναν κάρβουνο- τι θα γίνει με εκείνους που έχουν ελαιοτριβεία ή συσκευάζουν το ελαιόλαδο;

Η διαδρομή προς τα 19 χωριά της Ζαχάρως… χειρότερη. Απόκρυμνες χαράδρες με αιωνόβια νεκρά πεύκα που με δυσκολία σκαλώνουν στο έδαφος. Νομίζεις ότι πέτρες, ξύλα, χώματα θα κατρακυλήσουν στο δρόμο. «Αυτό θα συμβεί με τις πρώτες βροχές» με διαβεβαιώνει ο δασάρχης Κρεστένων, Βασίλης Γιακουμής. «Είναι τεράστιες οι εκτάσεις. Δεν θα προλάβουμε» ψιθυρίζει. Ο χειμώνας εδώ στα ορεινά έρχεται πιο σύντομα από ό,τι κάτω στην πεδιάδα. Και φέρνει περισσότερα προβλήματα.

Με γεννήτρια

Στη Σμέρνα, το χειμώνα κατοικούν 100 άτομα. Το ηλεκτρικό στο χωριό ήρθε ύστερα από τέσσερις ημέρες, όταν έφεραν γεννήτρια. Ακόμα έτσι είναι τα πράγματα. «Τα συνεργεία της ΔΕΗ κάνουν μεγάλες προσπάθειες αλλά πού να προλάβουν» λένε στο καφενείο. Οι νεότεροι, στα 40, δούλευαν στις ελιές και έκαναν μεροκάματα στις οικοδομές στη Ζαχάρω. «Τώρα τι θα κάνουμε;» λέει η Κωνσταντίνα Μπεκρή. «Πώς θα ζεσταθούμε σε δύο χρόνια όταν δεν θα υπάρχει ξύλο;» ρωτάει. «Θα φτιάξουν τα καμένα σπίτια και σε αντάλλαγμα θα ζητήσουν εκτάσεις για να χτίσουν ξενοδοχεία», λέει. «Σας πειράζει; Ισως έτσι ανέβουν και οι δικές σας οι δουλειές», παρατηρώ. «Ναι βέβαια» απαντά διστακτικά. «Αρκεί να μας θέλουν και εμάς στη δουλειά».

Αφήνοντας πίσω μου τα χωριά της Ηλείας, το καμένο δάσος και τις ελιές, τα σπίτια χωρίς παράθυρα και στέγες, εκείνους που θρηνούσαν νεκρούς, που η ζωή τους άλλαξε σε λίγα λεπτά, σκεφτόμουν ότι μόνο αν βρεθείς εδώ μπορείς να καταλάβεις τι έγινε και να σχεδιάσεις αυτό που μπορεί να γίνει. Το περίφημο σχέδιο ανασυγκρότησης, που οι πυρόπληκτοι έχουν ανάγκη περισσότερο από οποιαδήποτε «βοήθεια».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή