Η ελληνική φωνή των Τιράνων

Η ελληνική φωνή των Τιράνων

7' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η πανέμορφη γυναίκα με τα σπινθηροβόλα μάτια και τα χαρτιά στα χέρια παίρνει θέση στο στούντιο της Αλβανικής Ραδιοφωνίας για να εκφωνήσει το δελτίο ειδήσεων στην ελληνική γλώσσα. Το σήμα της εκπομπής, που δεν είναι άλλο από τον θούριο των ανά τον πλανήτη κομμουνιστών, τη «Διεθνή», πέφτει: «Εμπρός της γης οι κολασμένοι/της πείνας σκλάβοι εμπρός-εμπρός…».

Η ένταση του ήχου μειώνεται και η φωνή, στεντόρεια, ταξιδεύει στα ερτζιανά: «…Σας μιλούν τα Τίρανα. Αγαπητοί ακροατές, γεια σας. Ακούτε την ελληνική εκπομπή του σταθμού μας. Σήμερα είναι Δευτέρα, 20 Μαρτίου 1965, και θα ακούσετε ειδήσεις από την Αλβανία και το εξωτερικό».

Διακοπή. Αυτή τη φορά ο μουσικός επιμελητής επιλέγει κάθε άλλο παρά επαναστατικό τραγούδι: «Γύρισε, σε περιμένω γύρισε, μικρούλα μου κοπέλα, έλα, έλα, έλα!».

Με το τέλος του τραγουδιού, η εκφωνήτρια απευθύνεται στους Ελληνες ακροατές της: «Αρχίζουμε με εσωτερικές ειδήσεις: – Τριάντα τρακτέρ όργωσαν σήμερα απ’ άκρη σ’ άκρη την αλβανική γη – Ο σύντροφος Εμβέρ Χότζα, συνοδευόμενος από τον πρωθυπουργό σύντροφο Μεμέτ Σέχου, επισκέφθηκε χθες τα βοσκοτόπια του Ελμπασάν και ανέλυσε το πεντάχρονο πλάνο για τη γεωργία. – Και τώρα τα νέα απο τον υπόλοιπο κόσμο: Νέα σχέδια εξυφαίνουν σε βάρος των λαών της νοτιοανατολικής Μεσογείου οι Αμερικανοί ιμπεριαλιστές και οι Ρώσοι σοσιαλ-ιμπεριαλιστές…».

«Πιστεύαμε όλα όσα λέγαμε…»

Επί πενήντα χρόνια η Παναγκιότα Εκονόμι ή Παναγιώτα Κωνσταντινίδου – Οικονόμου, από το Φάληρο, πολεμούσε τον ιμπεριαλισμό από τα ερτζιανά του καθεστώτος Εμβέρ Χότζα. Ηταν η εκφωνήτρια της ελληνόφωνης εκπομπής του ραδιοσταθμού των Τιράνων και ο μόνιμος σύντροφος κυρίως των ακραιφνών κομμουνιστών στην Ελλάδα -και όπου γης- που σε δύσκολες γι’ αυτούς εποχές ενημερώνονταν στις παράνομες γιάφκες ή τους τόπους εξορίας για τα «λαϊκά επιτεύγματα» στην απομονωμένη Αλβανία και το υπόλοιπο «σοσιαλιστικό στρατόπεδο», τις ίντριγκες, τις διενέξεις και τις διασπάσεις στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα.

«Ζούσα τα γεγονότα»

«Κάθε φορά που έβγαινα από την καμπίνα ήμουν αναψοκοκκινισμένη. Ενιωθα ότι είχα παλέψει με τον ιμπεριαλισμό και του είχα καταφέρει ένα γερό πλήγμα. Ελεγα τις ειδήσεις με πάθος, ζούσα μέσα μου έντονα τα γεγονότα», μας είπε, στο διαμερισματάκι της «σοσιαλιστικής αρχιτεκτονικής» πολυκατοικίας, στην οδό Αλι Ντέμι, στα Τίρανα, όπου τη συναντήσαμε.

«Η εκπομπή έβγαινε κάθε Δευτέρα, στις 12 το μεσημέρι και στις 6 το απόγευμα. Οι ειδήσεις μού δίνονταν γραμμένες από τη διεύθυνση, εγώ τις μετέφραζα και τις εκφωνούσα. Βεβαίως ήταν προπαγανδιστικές, αλλά έτσι ήταν τα πράγματα τότε. Εμείς τα πιστεύαμε όλα όσα λέγαμε…».

Η Παναγιώτα Κωνσταντινίδου βρέθηκε στα μικρόφωνα του Χότζα από… έρωτα. Προσφυγοπούλα από τη Σμύρνη ήρθε με τους γονείς της στον Πειραιά, το 1922, με τη Μικρασιατική Καταστροφή και σε κάποια παραλία του Φαλήρου -ήταν πρωταθλήτρια της κολύμβησης- γνώρισε το 1937 τον άντρα της ζωής της, έναν Αλβανό διπλωμάτη, τον οποίο παντρεύτηκε και το 1940 έφυγε μαζί του στην Αλβανία, αλλάζοντας για πάντα τη ζωή της, για να ξαναδεί την Ελλάδα ύστερα από μισό αιώνα.

«Μπορεί να μην ερχόμουν στην πατρίδα γιατί ήμουν μέλος του κόμματος και δεν τολμούσα να ζητήσω κάτι τέτοιο μήπως με θεωρήσουν ύποπτη ή αντικομματικό στοιχείο, όμως έπαιρνα γράμματα ακροατών από την Ελλάδα, στα οποία φυσικά δεν απαντούσα ποτέ. Σε πολλά από αυτά με αποκαλούσαν «κοπέλα μας», «αηδόνι της ελληνικής εκπομπής», «πέρδικα», «δεσποινίς». Οταν τα διάβαζα, γελούσα και σκεφτόμουν: μα, καλά, ακόμα κοπέλα, δεσποινίς και πέρδικα είμαι, ύστερα από σαράντα χρόνια δουλειάς; Είχα γίνει το σύμβολο της αιώνιας δεσποινίδας».

Εικόνα παραδείσου

Στη φεουδαρχική Αλβανία του βασιλιά Αχμέτ Ζώγου, η νεαρή Παναγιώτα, έπιασε δουλειά στο υποτυπώδες ραδιόφωνο των Τιράνων και παράλληλα οργανώθηκε στο κομμουνιστικό κόμμα. «Οταν οι Ιταλοί μπήκαν στην Ελλάδα, έφυγα από το ραδιόφωνο, παρέλυσα, δεν μπορούσα να εκφωνήσω το δελτίο. Οταν με κάλεσαν ξανά το 1947 να εργαστώ, στην εξουσία είχε έρθει ο λαός. Εκτοτε δεν απομακρύνθηκα από το μικρόφωνο, παρά μόνο όταν έφευγα με τον άντρα μου στο εξωτερικό. Από το 1956 ώς το 1990 δεν απουσίασα ούτε μέρα».

Ελάχιστα πράγματα για το τι γινόταν στο «βασίλειο του Χότζα» έφταναν στον έξω κόσμο και αυτά φιλτραρισμένα. Το καθεστώς μετέδιδε εικόνα σοσιαλιστικού παραδείσου συνοδευόμενη από κατάρες κατά των καπιταλιστών που επιβουλεύονταν τις «λαϊκές κατακτήσεις» και οι Δυτικοί διά της μάλλον χοντροκομμένης προπαγάνδας τους εμφάνιζαν την Αλβανία ως ένα απέραντο στρατόπεδο συγκέντρωσης όπου οι άνθρωποι δούλευαν με την κάννη του πολυβόλου στον κρόταφο και που -υλοποιώντας την κοινοκτημοσύνη του κομμουνιστικού ιδεώδους- μοιράζονταν και… τις γυναίκες τους.

Η Παναγιώτα Εκονόμι ήταν η φωνή του καθεστώτος προς τη γειτονική Ελλάδα -η εκπομπή μεταδιδόταν σε 14 γλώσσες- που ως καπιταλιστική χώρα δεν θα μπορούσε παρά να ήταν δυνάμει εχθρική και η αλήθεια είναι ότι στις δύσκολες εκείνες εποχές η δυτική κατασκοπεία χρησιμοποίησε ουκ ολίγες φορές τα σύνορά μας για να υπονομεύσει το αυταρχικό σύστημα της απομονωμένης από τον υπόλοιπο κόσμο Αλβανίας.

Κατά της χούντας

«Μιλούσα με θέρμη και πίστη για τις αλλαγές που έφερε το σοσιαλιστικό σύστημα στην Αλβανία, για τις προόδους του σοσιαλισμού, υποστήριζα με πάθος τα επαναστατικά κινήματα παντού στον κόσμο και προπαντός στην Ελλάδα, καταφερόμουν με όλη τη δύναμη της ψυχής μου ενάντια στην φασισμό, ενάντια στην πολιτική της χούντας και της μοναρχίας. Δεν έβρισα ποτέ την Ελλάδα. Στη χούντα όμως τα «έριχνα» άγρια. Και τι δεν είπα γι’ αυτούς! Θυμάμαι ότι έλεγα για τους μαύρους συνταγματάρχες που γέμισαν τα ξερονήσια με κομμουνιστές και επαναστάτες και υψώνοντας τη φωνή μου κατέληγα: κουράγιο, Ελληνες αγωνιστές! Παλέψτε, κάντε υπομονή, πλησιάζει η μέρα που ο λαός θα τσακίσει τους μαύρους συνταγματάρχες!».

Από το στόμα της βγήκαν στον αέρα μεγάλα γεγονότα της εποχής: ο θάνατος του Ιωσήφ Στάλιν, το 1953, που βύθισε στο πένθος εκατομμύρια κομμουνιστές στον πλανήτη, η ρήξη Χρουστσόφ – Χότζα το 1961 που έστειλε την Αλβανία στην αγκαλιά του Μάο, η σύγκρουση Τιράνων – Πεκίνου για την περιβόητη «θεωρία των τριών κόσμων» του «Μεγάλου Τιμονιέρη» με την οποία διαφώνησε ο Χότζα και «τα έσπασε» με τους Κινέζους, ο θάνατος του τελευταίου στις 11 Απριλίου του 1985. «Τα εκφωνούσα με μεγάλη συγκίνηση, τα ζούσα μέσα μου, για μας ήταν τρομερές εξελίξεις, ειδικά ο θάνατος του Χότζα μάς σόκαρε όλους».

«Να έρθεις στα εκατοστά γενέθλια, να τα πούμε πάλι…»

Πενήντα χρόνια στο μικρόφωνο, η Φαληριώτισσα εκφωνήτρια, που πληρωνόταν γύρω στα 2.000 λεκ για κάθε εκπομπή (περίπου 10 ελληνικές δραχμές), δεν έπαψε ποτέ να σκέφτεται την Ελλάδα. Ωσπου το 1987, όταν μετά τον θάνατο του Χότζα άρχισαν κάπως να χαλαρώνουν τα πράγματα, πέρασε την πόρτα της ελληνικής πρεσβείας στα Τίρανα για να αποκτήσει βίζα, προσκεκλημένη ενός ανιψιού της στην Αθήνα. «Φοβόμουν, νόμιζα ότι έκανα κάτι κακό και θα με τιμωρούσαν. Με ακολουθούσε κάποιος κάθε φορά που πήγαινα στην πρεσβεία για τα χαρτιά και όταν ρώτησα τον διευθυντή του υπουργείου Εσωτερικών αν με παρακολουθούν, μου απάντησε ότι το κάνουν για τη δική μου ασφάλεια».

Οταν αντίκρισε για πρώτη φορά έπειτα από τόσα χρόνια την Αθήνα, έμεινε με ανοιχτό το στόμα. «Ηταν μια άλλη Ελλάδα, πιο πλούσια. Αφησα το Παλιό Φάληρο με 10.000 ανθρώπους και το βρήκα με 100.000. Πολυκατοικίες, σπίτια λαμπερά, μεγάλοι δρόμοι. Ολα ήταν διαφορετικά».

Στα 92 της χρόνια, σήμερα, η Παναγιώτα Εκονόμι έχει μνήμη ελέφαντα και φιλοσοφικές ανησυχίες. Διαβάζει -χωρίς γυαλιά- βιβλία ψυχολογίας και φιλοσοφίας, το μυαλό της παραμένει «ξυράφι». «Α, με σένα έχουμε ξανασυναντηθεί στην ελληνική πρεσβεία πριν από χρόνια», μου είπε μόλις πέρασα την πόρτα του σπιτιού της και πράγματι είχαμε γνωριστεί το 1995, σε μια επίσκεψή της για ανανέωση της βίζας! Περνάει πολλές ώρες μελετώντας και παρακολουθώντας ελληνικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. «Είναι καινούργια πράγματα για μένα αυτά και πολύ ενδιαφέροντα. Διαβάζω παραψυχολογία, μαθαίνω για τη μετά θάνατον ζωή. Βλέπω ειδήσεις και εκπομπές από ελληνικά κανάλια. Τώρα τα ραδιόφωνα και οι τηλεοράσεις δεν έχουν καμία σχέση με την εποχή μας. Τότε υπήρχε το κρατικό ραδιόφωνο, δύο εφημερίδες που ήταν του κόμματος και από μια (επίσης κομματική…) σε κάθε πόλη και η κρατική τηλεόραση που μετέδιδε λίγες ώρες το απόγευμα. Κάποιοι, βέβαια, έφτιαχναν αυτοσχέδιες κεραίες για να «πιάνουν» ελληνική και ιταλική τηλεόραση, όμως έπαιρναν μεγάλο ρίσκο, γιατί αν τους «κάρφωνε» κανείς θα είχαν κακά ξεμπερδέματα». Η διάθεσή της για ζωή αποτυπώνεται και στα όσα λέει γελώντας: «Θα ξεπεράσω τα 100, έχω βάλει στοίχημα με τον Θεό. Να έρθεις στα εκατοστά γενέθλια να τα πούμε και πάλι…».

Ηταν στ’ αλήθεια δικτάτορας ο Χότζα;

«Δεν μπορεί αυτός ο καλοσυνάτος και ευγενικός άνθρωπος να έκανε τέτοια πράγματα! Ομως δεν είναι δυνατόν να είναι ψέματα όλα όσα του καταλογίζουν. Δεν ξέρω, μήπως τελικά ήταν στ’ αλήθεια δικτάτορας;». Ο λόγος για τον Εμβέρ Χότζα, τον οποίο λάτρεψαν -ή τουλάχιστον αυτό έδειχναν- οι Αλβανοί, και στο τέλος οι ίδιοι γκρέμισαν τους ανδριάντες του και κατέστρεψαν ό,τι τους τον θύμιζε.

Η Παναγιώτα Εκονόμι αφηγείται την επίσκεψη του παντοδύναμου, τότε, ηγέτη στο σπίτι της: «Ηρθε στο σπίτι μου με τη γυναίκα του, το 1965, λίγες ημέρες μετά τον θάνατο του συζύγου μου, για να με συλλυπηθεί. Ηταν Πρωτοχρονιά θυμάμαι κι έπιασε κουβέντα με τα παιδιά μου για τη ζωγραφική και το ποδόσφαιρο. Φερόταν με άνεση σαν να ήταν του σπιτιού μας. «Εμείς, οι νότιοι (σ.σ. ο Χότζα καταγόταν από το Αργυρόκαστρο) με τους Ελληνες», μου είπε, «ταιριάζουμε πολύ. Είμαστε θερμόαιμοι σε αντίθεση με τους βόρειους που είναι καυχησιάρηδες και μοιάζουν με τους Σέρβους. Ο Χότζα ήταν όμορφος, με καλοσύνη και μόρφωση, σε μαγνήτιζε. Ενα λόγο να έλεγε, εμείς λέγαμε ότι αυτή είναι η μόνη αλήθεια. Δεν ξέραμε τίποτα για τις φυλακές. Αργότερα ακούσαμε φρικτά πράγματα. Δεν τα πιστεύω όλα. Δεν μπορεί να ήταν τόσο κακός και να το έκρυβε. Ομως αναρωτιέμαι μήπως τελικά ήταν δικτάτορας; Πάντως με τα όσα γίνονται σήμερα (φτώχεια, ανεργία, πορνεία, εγκλήματα…) λέω ότι ήταν καλύτερα τότε».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή