Χωρίς πυξίδα η Θεσσαλονίκη

4' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι προβολείς της δημοσιότητας φωτίζουν από χθες, εν μέσω πολιτικών εξελίξεων, τη Θεσσαλονίκη, με αφορμή την 74η ΔΕΘ. Οπως συμβαίνει κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, η λάμψη περιορίζεται στο Βελλίδειο Συνεδριακό Κέντρο και όταν σβήσουν τα φώτα, η πόλη βυθίζεται στην εσωστρέφειά της.

Οι άρχοντές της επιδίδονται από την επομένη σε «ταμείο» για το τι έδωσε η κυβέρνηση, τι έταξε η αντιπολίτευση, γκρινίαζουν ή και αντιδικούν, ανάλογα με το στρατόπεδο στο οποίο ανήκουν για υποσχέσεις που δεν υλοποιήθηκαν, καταριούνται ως πηγή όλων των κακών το «αδηφάγο κέντρο» και του χρόνου πάλι τα ίδια.

Εκείνο που δεν μπαίνει ποτέ στην ατζέντα της δημόσιας συζήτησης είναι το πού οδεύει η Θεσσαλονίκη. Η πολιτική, οικονομική και πνευματική της ελίτ αδυνατεί να της δώσει όραμα και η πόλη βαδίζει χωρίς πυξίδα, έχοντας απoλέσει το βαλκανικό τρένο, τον βιομηχανικό της ιστό σε τροχιά αποσύνθεσης, το λιμάνι και την Εκθεση απαξιωμένα.

Ηταν παραμονές ευρωεκλογών, όταν ο κ. Παναγιώτης Ψωμιάδης έστειλε επιστολή στον πρόεδρο της Διοικούσας Επιτροπής ΝΟΔΕ Θεσσαλονίκης της Ν.Δ., κ. Βάκη Φραντζή, με κοινοποίηση στους βουλευτές του νομού και τις κομματικές οργανώσεις.

Σε αυτήν, πέρασε «γενεές δεκατέσσερις» κομματική ηγεσία και βουλευτές, εμφανίζοντας εαυτόν ως τον Ατλαντα της παράταξης και εκείνον που περίπου θα εξασφαλίσει στον κ. Καραμανλή μια τρίτη θητεία στην πρωθυπουργία.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο νομάρχης κ. Ψωμιάδης διακήρυσσε «le Parti c’ est moi», ούτε αυτό περιορίζεται στο κόμμα, στο οποίο μάλλον ζημιά κάνει, κρεμώντας μετάλλια με τον Ηλιο της Βεργίνας στο πέτο του κ. Γ. Καρατζαφέρη. Η εικόνα που εκπέμπει γενικότερα είναι αυτή της ταύτισης της τύχης του με τη Θεσσαλονίκη, και κυρίως, εκείνης με τη δική του.

«Οπου και αν πήγα, το πρώτο που με ρώτησαν για τη Θεσσαλονίκη ήταν τι κάνει ο Ψωμιάδης, λίγοι πέραν των στενά κομματικών ξέρουν ποιοι είμαστε βουλευτές της», ανέφερε στην «Κ» με δόση πικρίας βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος. Ο κ. Ψωμιάδης είναι ένας πολιτικός με αυξημένο λαϊκό ένστικτο, που επικεντρώνει το δημόσιο ενδιαφέρον του στο επικοινωνιακό κυρίως γίγνεσθαι της Θεσσαλονίκης, εκμεταλλευόμενος με άριστο τρόπο το κραυγαλέο πολιτικό κενό και την απουσία οράματος της πολιτικής, οικονομικής και πνευματικής της ελίτ, για την πόλη.

Η Θεσσαλονίκη διανύει μακράν περίοδο πολιτικής υποβάθμισης, με την ηγεσία της να αποδεικνύεται, όταν χρειάστηκε, κατώτερη των περιστάσεων, ανίκανη να επωμισθεί τον αξιοζήλευτο ρόλο που της προσέφεραν στο πιάτο οι εξελίξεις στα βόρεια σύνορα. Το βαλκανικό «τρένο» εκτροχιάστηκε γι’ αυτήν προτού καν ξεκινήσει, γιατί οι ταγοί της δεν κατάλαβαν τι έγινε στη γειτονιά μας και κατακυριευμένοι από προπολεμικά σύνδρομα και ιστορικές φοβίες έκλεισαν την πόλη στο «καβούκι» της, το οποίο, κάποιοι εξ αυτών, πασχίζουν να κρατούν σφραγισμένο γιατί εξασφαλίζουν με αυτόν τον τρόπο εξουσία και ψήφους.

Οπως ελέχθη χαρακτηριστικά από στέλεχος ευρωπαϊκού οργανισμού που έζησε εκείνη την περίοδο στην πόλη, είδαν την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ ως απειλή που μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ελληνική της ταυτότητα και όχι ως πρόκληση, όπως την είδαν οι άλλοι Ευρωπαίοι!

Εξέλαβαν την ενδοχώρα που δημιουργήθηκε με το άνοιγμα των συνόρων ως Ελντοράντο, όπου οι Βορειοελλαδίτες έμποροι και επιχειρηματίες θα «διεισδύσουν» και θα αφαιμάξουν τον πλούτο και όχι ως μια νεα γεωπολιτική πραγματικότητα επί της οποίας θα οικοδομηθεί μια πολυεπίπεδη συνεργασία που θα φέρει πιο κοντά στη Θεσσαλονίκη με τις κοινωνίες, τις οικονομίες και τους πολιτισμούς των όμορων χωρών. Αποτέλεσμα; Το όνειρο της «μητρόπολης των Βαλκανίων» πνίγηκε στον Θερμαϊκό και μόνο ως πικρόχολο αστείο αναφέρεται πλέον στις συζητήσεις περί των βαλκανικών εξελίξεων. Οι τρεις βασικοί πυλώνες της, η Διεθνής Εκθεση, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και το Λιμάνι, που θα μπορούσαν να την ωθήσουν μπροστά, εμφανίζονται περίπου αποκομμένοι σ’ ένα «σημειωτόν», δίχως να είναι σε θέση η κατά καιρούς ηγεσία της να τους δώσει προοπτική, ενώ η διεκδικητική της ορμή απέναντι στην Αθήνα εξαντλήθηκε στο μετρό και τώρα που ο μετροπόντικας άρχισε να σκάβει, τα πάντα τελειώνουν, γιατί ακριβώς δεν υπάρχει όραμα.

Εσωστρέφεια

Η αίσθηση που κυριαρχεί είναι ότι δεν ασχολείται κανείς σοβαρά με την πόλη, η οποία αντί για «βαλκανική πρωτεύουσα», «Βαρκελώνη» ή «Μιλάνο» της Ελλάδας, παραμένει δευτεραγωνίστρια, φτωχή συγγενής της Αθήνας, βυθισμένη στην εσωστρέφεια, αδύναμη να απαλλαγεί από το σύνδρομο της συμπρωτεύουσας και να αποκτήσει τη δική της ταυτότητα.

Ελλείψει οράματος και ενιαίου ισχυρού κέντρου, που θα οργανώσει και θα υλοποιήσει σχεδιασμούς, οι οποίοι θα την προετοιμάσουν για τις επόμενες δεκαετίες, αλλά και με εμφανή την αδυναμία των κατά καιρούς πολιτικών εκπροσώπων της να παράξουν πολιτική γι’ αυτήν, το παιχνίδι έχει περάσει στα χέρια τοπικών κέντρων αλωμένων από βαθιά συντηρητικές αντιλήψεις, ανίκανων να διαχειριστούν τη νέα πολύπλοκη πραγματικότητα που βιώνει η Θεσσαλονίκη και να δώσουν πνοή σε μια πόλη που στην ιστορική της διαδρομή μεγαλούργησε, συνθέτοντας τη διαφορετικότητα στην οικονομία, τον πολυπολιτισμικό και πολυεθνικό της χαρακτήρα.

Δεν αποτελεί μυστικό ότι την σφραγίδα στα δρώμενα βάζουν οι μονίμως διαγκωνιζόμενοι για το ποιος έχει το πάνω χέρι στην πόλη κ. Ψωμιάδης και Παπαγεωργόπουλος, με τον μητροπολίτη κ. Ανθιμο να διεκδικεί στο όνομά της ρόλο εθνικού ηγέτη, επί του παρόντος μόνο στην αντιμετώπιση του «από βορρά κινδύνου».

«Ο δήμαρχος συμπεριφέρεται ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης και ο Ψωμιάδης εμφανίζεται μονίμως σε ρόλο ηγέτη των δήθεν χειμαζόμενων Βορειοελλαδιτών», έλεγε χαρακτηριστικά πρώην υπουργός.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή