Σχεδόν ένας στους δέκα Ευρωπαίους θεωρεί σήμερα ότι η μετανάστευση είναι το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η πατρίδα του, όπως τουλάχιστον προκύπτει από το τελευταίο τεύχος του Ευρωβαρόμετρου. Το ποσοστό αυτό είναι αυξημένο σε σχέση με τα προηγούμενα ευρήματα της ίδιας έρευνας, ενώ είναι πολύ μεγαλύτερο σε ορισμένα κράτη, όπως η Μάλτα (34%), η Βρετανία (29%), η Δανία (15%) και η Αυστρία (17%). Παράλληλα, σειρά από περιστατικά που σημειώθηκαν τους τελευταίους μήνες φαίνεται να επιβεβαιώνουν όσους προέβλεπαν ότι η οικονομική κρίση θα οξύνει τις εντάσεις γύρω από το συγκεκριμένο ζήτημα. Θα μπορούσαμε να κατατάξουμε τα σημεία τριβής σε τρεις κατηγορίες.
Η πρώτη κατηγορία αφορά την οικονομία. Οπως επισημαίνουν αρκετοί πολιτικοί αναλυτές, η μετανάστευση απειλεί να πυροδοτήσει «πόλεμο μεταξύ των φτωχών» στη Γηραιά Ηπειρο, καθώς εκείνοι που κυρίως εγείρουν φόβους για την απώλεια θέσεων εργασίας, λόγω της μετανάστευσης, είναι οι χειρώνακτες, οι οποίοι ανησυχούν για τον ανταγωνισμό με τους «Αλβανούς οικοδόμους», τους «Πολωνούς υδραυλικούς», τους «Κούρδους εργάτες» και ούτω καθεξής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι και οι συγκρούσεις μεταξύ αγροτών και μεταναστών που υπό άθλιες συνθήκες εργάζονται στα κτήματά τους, όπως συνέβη πρόσφατα στην πόλη Ροζάρνο της Καλαβρίας. Επιπλέον, στην Ολλανδία, τα εργατικά συνδικάτα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς αυξάνονται δραματικά οι ρατσιστικές επιθέσεις εναντίον αλλοδαπών εργαζομένων, φαινόμενο που λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις και στη Γερμανία. Η δεύτερη εστία έντασης σχετίζεται με την κουλτούρα και τον τρόπο ζωής. Η εισροή εκατομμυρίων ανθρώπων με διαφορετικό πολιτιστικό υπόβαθρο στην Ευρώπη ήταν αναμενόμενο να δημιουργήσει ερωτήματα γύρω από τους κανόνες που θα διέπουν την αρμονική συμβίωσή τους με τον τοπικό πληθυσμό. Το μεγάλο θέμα που τέθηκε ήδη στη Γαλλία και σύντομα θα τεθεί και στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι μέχρι ποιου σημείου είναι διατεθειμένη να κάνει υπαναχωρήσεις η συντεταγμένη Πολιτεία, στον βωμό του σεβασμού της διαφορετικότητας. Για παράδειγμα, συμβαδίζει η μπούργκα με τη δημοκρατική κατάκτηση της ισότητας των δύο φύλων; Η απάντηση που δόθηκε από την αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή που συστήθηκε με πρωτοβουλία του κυβερνώντος κεντροδεξιού κόμματος (UMP), ήταν αρνητική. Η απόφαση αυτή επικροτήθηκε και από στελέχη της ιταλικής κυβέρνησης, ενώ και ο πρωθυπουργός της Δανίας δήλωσε ότι «η μπούργκα και το νικάμπ δεν έχουν θέση στη χώρα μας».
Αναπάντεχοι σύμμαχοι
Από την άλλη πλευρά, οι υπέρμαχοι του δικαιώματος στη διαφορετικότητα βρήκαν αναπάντεχους συμμάχους στην Καθολική Εκκλησία. Γάλλος επίσκοπος διερωτήθηκε μάλιστα αν η μπούργκα είναι λιγότερο προσβλητική για τη γυναίκα από τις Δυτικές διαφημίσεις ημίγυμνων μοντέλων, των οποίων το σώμα χρησιμοποιείται για την πώληση καταναλωτικών αγαθών. Το σίγουρο πάντως είναι ότι, παρά την κριτική που δέχεται το UMP για μικροκομματικές σκοπιμότητες, η πρωτοβουλία της κυβέρνησης του Παρισιού είχε ως αποτέλεσμα να ξεκινήσει ένας γόνιμος διάλογος για τα όρια της ανεκτικότητας. Τα αποτελέσματά του είναι πολύ νωρίς ακόμη για να κριθούν.
Το τρίτο -και σοβαρότερο ίσως- θέμα που έχει ανακύψει με αφορμή τη μετανάστευση είναι η παθολογική δαιμονοποίηση των ξένων. Πρόκειται για ένα φαινόμενο, του οποίου ο συσχετισμός με τα αντικειμενικά δεδομένα που επικρατούν αυτή τη στιγμή είναι μόνο επιφανειακός, αν όχι προσχηματικός. Αλλωστε, οι ιστορικοί γνωρίζουν ότι στη διάρκεια του Μεσοπολέμου ο αντισημιτισμός ανθούσε ακόμη σε κράτη όπου δεν υπήρχαν εβραϊκές κοινότητες. Κατ’ αναλογία, η μετανάστευση χρησιμοποιείται σήμερα ως βολική αφορμή για να καλλιεργηθούν οι σπόροι του μίσους. Αρκεί να αναφέρουμε ότι στην Ελβετία, όπου απαγορεύθηκε με δημοψήφισμα η ανέγερση μιναρέδων, υπάρχουν ελάχιστοι μιναρέδες, αλλά και ελάχιστοι μουσουλμάνοι μετανάστες, σε σχέση, τουλάχιστον, με την υπόλοιπη Ευρώπη. Επίσης, η πόλη με τους πιο σκληρούς ίσως περιορισμούς στην μπούργκα, είναι το Βαράλο, στη Βόρεια Ιταλία. Ομως, από τους μόλις 400 μετανάστες που ζουν εκεί, κανείς τους δεν είχε φορέσει ποτέ μπούργκα ούτως ή άλλως, όπως αναφέρει το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων. Απλώς, ο δήμαρχος που επέβαλε την απαγόρευση ανήκει στην ακροδεξιά Λέγκα του Βορρά και επιχείρησε να δημιουργήσει θέμα εκ του μη όντος.
Ακόμη πιο ανησυχητική ήταν η θεσμοθέτηση ένστολων πολιτοφυλακών στη γειτονική μας χώρα, αλλά και η επί της ουσίας κατάργηση του δικαιώματος υποβολής αίτησης για παροχή ασύλου σε μετανάστες που εισέρχονται στα ιταλικά χωρικά ύδατα από τη Λιβύη. Είναι περιττό βέβαια να επισημάνει κανείς ότι με την υιοθέτηση παρόμοιων πολιτικών, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις όχι μόνο ανασταίνουν τα φαντάσματα του παρελθόντος, αλλά υπονομεύουν και τον ίδιο τον τρόπο ζωής τον οποίο υποτίθεται ότι μάχονται για να υπερασπίσουν.