Η κυβέρνηση στοχοποιεί και απαξιώνει τη Δικαιοσύνη

Η κυβέρνηση στοχοποιεί και απαξιώνει τη Δικαιοσύνη

9' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Συναντηθήκαμε στο εστιατόριο «Αλεξάνδρα», στο πάρκο Παναθήναια, επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Η κυρία Βασιλική Θάνου, πρόεδρος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ), το πρότεινε, καθώς το γραφείο της βρίσκεται κοντά. Την ώρα εκείνη το εστιατόριο δεν είχε κόσμο. Αλλο ένα τραπέζι ήταν γεμάτο, με τρεις κυρίους, οι οποίοι με το που μπήκε στην αίθουσα η κ. Θάνου έσπευσαν να τη χαιρετήσουν – όπως και εκείνη, που πήγε στο τραπέζι τους. Προφανώς και το «Αλεξάνδρα» είναι στέκι δικαστικών, ειδικά τα μεσημέρια.

Εως εκείνη την ιδιαίτερα βροχερή Τετάρτη είχα παρακολουθήσει την κ. Θάνου από την τηλεόραση λόγω των πρόσφατων κινητοποιήσεων στο δικαστικό σώμα. Δυναμική γυναίκα – η πρώτη μάλιστα γυναίκα πρόεδρος στην ιστορία της ΕΔΕ, που από την αρχή της συνάντησής μας μπήκε χωρίς περιστροφές στα θέματα που ταλανίζουν τον κλάδο της τον τελευταίο χρόνο, ειδικά όταν τη ρώτησα γιατί οι δικαστές αντέδρασαν τόσο έντονα στις περικοπές των αποδοχών τους, τη στιγμή που δοκιμάζεται όλη η χώρα.

«Πρέπει να τονιστεί», είπε με έμφαση, «ότι οι δικαστές δεν εξέφρασαν ποτέ αντιρρήσεις, ούτε ζήτησαν να εξαιρεθούν από τις περικοπές των αποδοχών τους. Κατανοούσαν απόλυτα ότι αφού η κατάσταση είναι αυτή που περιγράφεται ότι είναι, θα πρέπει να συμβάλουν όλες οι κατηγορίες των εργαζομένων. Η μεγάλη ένστασή τους προέρχεται από το γεγονός του ύψους των περικοπών οι οποίες έγιναν και που δεν έχουν όμοιό τους στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, καθώς έφτασαν σταδιακά και μέσα στη διετία 2010 – 2012 σε συνολικό ποσοστό περίπου 60% των μηνιαίων αποδοχών. Αυτό το 60% θεωρείται για έναν αντικειμενικά σκεπτόμενο άνθρωπο και υπερβολικό, αλλά και μη αναγκαίο. Το λέω αυτό διότι οι δικαστικοί λειτουργοί είμαστε σύνολο 4.000, μαζί με τους διοικητικούς. Το όφελος λοιπόν που είχε το Δημόσιο από το υπερβολικό αυτό ύψος των περικοπών μας ήταν ασήμαντο λόγω του ελαχίστου αριθμού των ατόμων. Γι’ αυτό και μιλάμε για ένα ποσοστό περικοπών μη αναλογικό. Αυτό, λοιπόν, προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις των δικαστών που οδήγησαν και σε αυτές τις κινητοποιήσεις, οι οποίες, πράγματι, πρέπει κανείς να ομολογήσει ότι ήταν έντονου χαρακτήρα, προκειμένου μάλιστα για δικαστικούς λειτουργούς».

Την διακόπτω, καθώς σε αυτό το «πρέπει κανείς να ομολογήσει» διέκρινα μια υποψία αυτοκριτικής. «Θα μπορούσα να το πω αυτό και ως αυτοκριτική», αποκρίνεται αμέσως. «Διότι ο δικαστής, λόγω του λειτουργήματός του, οφείλει να είναι -και είναι- περισσότερο ώριμος και περισσότερο συγκρατημένος στις αντιδράσεις του, ακόμα και όταν αδικείται. Γι’ αυτό λοιπόν ομολογούμε και εμείς οι ίδιοι ότι οι αντιδράσεις αυτές ήταν πράγματι έντονες, θεωρούμε όμως ότι η ένταση αυτή ήταν δικαιολογημένη για τον λόγο που σας είπα, με αποτέλεσμα -και το λέω αυτό διότι πολλοί διερωτώνται- ο μισθός, μετά τις περικοπές αυτές, του νεοδιοριζόμενου δικαστή (του παρέδρου) να έχει φτάσει στα 1.200 ευρώ. Μιλάμε για καθαρές μηνιαίες αποδοχές.

»Με αυτά τα 1.200 ευρώ καλείται να υπηρετήσει από τη Σάμο μέχρι την Κρήτη, μέχρι την Ιθάκη, μέχρι τα Ιωάννινα. Θα πρέπει, λοιπόν, με τα 1.200 ευρώ να καλύψει όλες αυτές τις δαπάνες που απαιτούνται. Το τονίζω αυτό: σε άλλους κρατικούς λειτουργούς τα ανάλογα αυτά έξοδα που απαιτούνται τα καλύπτει η υπηρεσία τους. Στην περίπτωση των δικαστών αυτό το ποσό είναι το μοναδικό τους εισόδημα, για τις μετακινήσεις, για τα έξοδα κίνησης, για τα πάντα. Δεν προβλέπεται απολύτως τίποτα, σε αντίθεση με τον βουλευτή της περιφέρειας που έχει 1.000 ευρώ τον μήνα ως επίδομα ενοικίου, από 700 μέχρι 1.200 ευρώ για μίσθωση αυτοκινήτου, δωρεάν μετακινήσεις στη βενζίνη, διόδια δεν πληρώνουν πια, σε τέτοια μάλιστα περίοδο, κ.ά. Επίσης, ο δικαστής, βάσει του Συντάγματος, απαγορεύεται, και ορθώς, να ασκήσει οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα, σε αντίθεση και πάλι με τον βουλευτή που μπορεί ακόμα να διατηρεί το δικηγορικό του γραφείο, το ιατρείο του κ.λπ.».

Ενα ερώτημα πάντως που προκύπτει μετά από αυτές τις κινητοποιήσεις των δικαστών είναι το εξής: έως πού μπορεί να συνδικαλίζεται ο δικαστής; «Δεν τίθεται ζήτημα», λέει η κ. Θάνου. «Ο δικαστής δεν μπορεί να είναι συνδικαλιστής με τη στενή έννοια του όρου. Οι δικαστικές ενώσεις είναι κατ’ αρχήν επιστημονικά σωματεία. Ο σκοπός της ΕΔΕ είναι να οργανώνει επιστημονικά συνέδρια. Ωστόσο αναγκαστήκαμε εκ των πραγμάτων να μοιάσουμε σε συνδικαλιστική ένωση».

Το κυρίως έργο του δικαστή γίνεται στο σπίτι του

Η κ. Θάνου υπογραμμίζει με ιδιαίτερη έμφαση ότι βάσει και του Συντάγματος ο δικαστικός κλάδος είναι ένας από τους τρεις κλάδους της κρατικής εξουσίας (οι άλλοι δύο είναι, ως γνωστόν, ο νομοθετικός και ο εκτελεστικός).

«Ο δικαστής είναι λειτουργός ισότιμος με τους εκπροσώπους των άλλων δύο κλάδων, με βάση το Σύνταγμα, το άρθρο 26. Γι’ αυτό και ίσως μας έχετε ακούσει πολλές φορές να λέμε ότι εφόσον είμαστε ισότιμοι με τους άλλους δύο θα πρέπει να μας σέβονται, διότι έχουμε την αίσθηση ότι έχει επέλθει μια στοχοποιημένη απαξίωση της δικαιοσύνης, σε συνάρτηση πάντα με το ύψος των περικοπών. Πού είναι αυτό το ισότιμο που επιβάλλει το Σύνταγμα; Θεωρώ λοιπόν ότι αυτές οι περικοπές διευκόλυναν την κυβέρνηση στην πολιτική της: ο πολίτης που ακούει ότι και ο δικαστής έχει τόσο μεγάλο ύψος περικοπών αποδέχεται πιο εύκολα τις δικές του περικοπές. Επίσης, η κυβέρνηση στοχοποίησε τη δικαιοσύνη διότι ορισμένοι τουλάχιστον ίσως θέλουν να περιορίσουν την ανεξαρτησία της. Το Σύνταγμα όμως προστατεύει τις αποδοχές των δικαστών, μέσα από το άρθρο 88, παράγραφος 2: οι αποδοχές των δικαστικών λειτουργών είναι ανάλογες με το λειτούργημά τους. Αυτό το λέει όχι για να προστατέψει προσωπικά τον τάδε ή τον δείνα δικαστή, αλλά για να προστατέψει τον θεσμό του δικαστικού λειτουργού, την ανεξαρτησία του.

»Ασφαλώς και δεν εξαρτάται το έργο του δικαστή από το ύψος των αποδοχών του. Ο δικαστής εξακολουθεί με τον ίδιο ανεξάρτητο τρόπο να ασκεί τα καθήκοντά του. Από την άλλη, είναι κατανοητό πως όταν δεν έχει τη δυνατότητα να εξασφαλίσει τις στοιχειώδεις ανάγκες του γίνεται πιο ευάλωτος σε τυχόν πιέσεις. Ενδεχομένως λοιπόν εκεί να στόχευαν όταν προχώρησαν σε όλες αυτές τις περικοπές.

»Πάντως, ενημερώσαμε την κοινή γνώμη, παρότι δεν το συνηθίζαμε έως τώρα, θεωρώντας ότι ο δικαστής μιλάει μέσα από τις αποφάσεις του στο δικαστήριο, όχι μέσα από τα κανάλια. Ηταν αναγκαία όμως η ενημέρωση αυτή προς την κοινή γνώμη, για να δει ποιο είναι το έργο και ο φόρτος, τα καθήκοντα του δικαστή, διότι οι περισσότεροι μένουν με την εντύπωση ότι το έργο του περιορίζεται εντός του δικαστηρίου. Το κυρίως έργο του δικαστή όμως είναι στο σπίτι του, όπου μελετά τις δικογραφίες των αστικών υποθέσεων, γράφοντας ατελείωτες ώρες. Οφείλω να πω πως παρότι οι κινητοποιήσεις των δικαστών διήρκεσαν επί τετράμηνο δεν υπήρξαν αντιδράσεις ούτε από την κοινωνία ούτε από δικηγορικούς συλλόγους. Κατανόησαν, θα έλεγα συμμερίστηκαν, ότι ήταν δικαιολογημένες οι αντιδράσεις και τα αιτήματα των δικαστών».

Απλοποίηση διαδικασιών για να αποσυμφορηθούν τα δικαστήρια

Η κ. Θάνου υπογραμμίζει το γεγονός ότι το άρθρο του Συντάγματος περί ισοτιμίας των τριών κλάδων εξουσίας «δεν το έχουν πολλά συντάγματα ευρωπαϊκών χωρών. Εν τούτοις, εξ όσων γνωρίζω, σε καμία άλλη χώρα δεν υπάρχει από πλευράς κυβέρνησης αυτή η απαξίωση προς τη δικαιοσύνη. Με τις περικοπές που σας ανέφερα φθάσαμε στο σημείο όπου δεν είναι ανάλογες οι αποδοχές με το λειτούργημά τους. Π.χ., οι πρωτοδίκες, που αποτελούν περίπου το 50% του συνόλου των δικαστών, παίρνουν κατά μέσο όρο 1.600 – 1.800 ευρώ καθαρά τον μήνα, ανάλογα με τον χρόνο υπηρεσίας. Δεν επαρκούν ούτε για την άσκηση των καθηκόντων τους, και σας εξήγησα γιατί. Μετά απ’ όλα αυτά, λοιπόν, και αφού δεν βρήκαμε ανταπόκριση από πλευράς κυβερνήσεως, προσφύγαμε στο μισθοδικείο, αρμόδιο όργανο αποκλειστικά για τις αξιώσεις των δικαστών, και ζητήσαμε να αναγνωριστούν οι τόσο υψηλού επιπέδου περικοπές ως αντισυνταγματικές. Είμαστε τώρα σε αναμονή. Πιστεύουμε ότι τον Μάιο θα εκδικαστεί η υπόθεσή μας».

Οταν αναφέρω μια πρόσφατη αντιπαράθεσή της με τον υπουργό κ. Δένδια, διευκρινίζει: «Προέκυψε μετά από επικριτικές δηλώσεις του για τον χειρισμό τον οποίο έκανε ο ειδικός ανακριτής του εφετείου στο θέμα της τρομοκρατίας. Βεβαίως και οι δικαστικές αποφάσεις κρίνονται, αλλά με επιστημονικά επιχειρήματα και όχι με βάση το αν είναι αρεστές ή όχι στους πολιτικούς. Με τέτοια σχόλια κλονίζεται η εμπιστοσύνη του πολίτη στην αμεροληψία του δικαστή. Η δουλειά του δικαστή δεν είναι με τις αποφάσεις του να είναι αρεστός στον εκάστοτε πολιτικό, το αντίθετο».

Παθογένειες

Ρωτώ την κ. Θάνου, τι γίνεται με παθογένειες της ελληνικής δικαιοσύνης που μας βασανίζουν διαχρονικά, όπως π.χ. η παράλογη καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης. «Αυτή είναι όντως η μεγαλύτερη παθογένεια», λέει. «Είναι φιλόδικος ο Ελληνας. Προσφεύγει στο δικαστήριο πολύ πιο εύκολα από έναν Ευρωπαίο. Επίσης, δεν είναι ακριβή η δικαιοσύνη στην Ελλάδα. Στο εξωτερικό, τα παράβολα και οι αμοιβές των δικηγόρων είναι υψηλότερες, οπότε το σκέφτεται ο πολίτης. Εδώ είναι πολύ πιο φθηνά. Από την άλλη, πρέπει να διασφαλίζουμε τη δημοκρατία, άρα και ο φτωχός πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προσφεύγει στη δικαιοσύνη. Οπότε, το ζήτημα χρειάζεται να το δούμε με προσοχή.

»Μία ακόμα αιτία γι’ αυτές τις καθυστερήσεις είναι ότι δεν υπάρχουν στην Ελλάδα οι θεσμοί που υπάρχουν σε άλλα κράτη, όπως της διαμεσολάβησης, ένα είδος διακανονισμού της υπόθεσης προτού φθάσει στο δικαστήριο. Το αγγλοσαξωνικό και τα άλλα ευρωπαϊκά, ηπειρωτικά κράτη, τα οποία έχουν δικαστικό σύστημα παρόμοιο με το ελληνικό, το ακολουθούν. Το 2010 ψηφίστηκε και εδώ ο θεσμός της διαμεσολάβησης και γίνεται ήδη εκπαίδευση ορισμένων δικηγόρων ώστε να ακολουθείται αυτό το στάδιο. Τον Μάρτιο θα γίνει ένα ειδικότερο συνέδριο – σεμινάριο σε συνεργασία με δικαστικές ενώσεις και το υπουργείο Δικαιοσύνης για να ενημερωθεί ο πολίτης και να εμπιστευθεί το σύστημα αυτό. Τον συμφέρει πολύ περισσότερο και οικονομικά και από πλευρά χρόνου – και η ψυχική φθορά θα είναι μικρότερη. Επίσης, πρέπει να απλοποιηθούν ορισμένες διαδικασίες ώστε να αποσυμφορηθούν τα δικαστήρια και να υπάρχει και ένας τρόπος επιτάχυνσης της εκδικάσεως των διαφορών, ώστε μέχρι ένα σημείο να θεραπευθεί αυτή η παθογένεια. Περισσότερο απ’ όλους αυτή η κατάσταση στενοχωρεί τον ίδιο τον δικαστή και επηρεάζει πάρα πολύ την οικονομική ανάπτυξη. Γι’ αυτό λέγαμε στην κυβέρνηση ότι σε τόσο δύσκολες περιόδους αν δεν λειτουργεί ομαλά η δικαιοσύνη, πώς θα επιτύχει την καταπολέμηση της διαφθοράς, της είσπραξης των φόρων, πράγματα που επιβάλλεται να γίνουν; Γιατί λέω ότι είναι και μοχλός οικονομικής ανάπτυξης η ομαλή λειτουργία της δικαιοσύνης; Διότι όταν ο πολίτης ξέρει ότι θα προσφύγει, θα δικαστεί από έναν αμερόληπτο δικαστή και θα αποδοθεί τάχιστα η ορθή απονομή δικαιοσύνης, αυτά τα δύο φέρνουν ασφάλεια των συναλλαγών, αναπτύσσονται οι επενδύσεις, διότι ο επιχειρηματίας θα πρέπει να ξέρει ότι οι εκκρεμότητές του θα εκδικαστούν γρήγορα και σωστά, για να επενδύσει σε αυτήν τη χώρα. Αν πάρει 6 – 7 χρόνια η εκδίκαση μιας υπόθεσης γιατί να επενδύσει; Ολη αυτή η κατάσταση οδήγησε και στην ασυδοσία ορισμένων επιχειρηματιών που αισθάνονται ότι η δικαιοσύνη καθυστερεί».

Η κ. Θάνου αισθάνεται ιδιαίτερα υπερήφανη ως πρόεδρος της ΕΔΕ, και μάλιστα η πρώτη γυναίκα πρόεδρος στην ιστορία της. «Και στη χειρότερη κρίση που έζησε ποτέ ο κλάδος», υπογραμμίζει. Θυμάται που όταν ξεκινούσε το 1975 οι γυναίκες στο δικαστικό σώμα ήταν ελάχιστες και η καχυποψία από παντού διάχυτη. Τώρα πια αυτό έχει εξαφανιστεί. «Σήμερα το 65% περίπου των δικαστών είναι γυναίκες», λέει. Χαίρεται επίσης διότι επί των ημερών της η ΕΔΕ έκανε μεγάλα ανοίγματα στο εξωτερικό, ενώ επιμένει ότι «ο δικαστής μπορεί να δέχεται πιέσεις αλλά εξαρτάται από τον ίδιο να κρατάει τις πόρτες κλειστές σε τέτοιου τύπου παρεμβάσεις. Ο δικαστής δίνει λογαριασμό στη συνείδησή του και στον Θεό. Σε κανέναν άλλο».

Η συνάντηση

Γευματίσαμε στο εστιατόριο «Αλεξάνδρα», Αργεντινής Δημοκρατίας 8Α & Ζωναρά 21, Πάρκο Παναθήναια, Λεωφ. Αλεξάνδρας. Η κ. Θάνου πήρε ψαρόσουπα, εμείς σνίτσελ με σάλτσα μουστάρδα. Μοιραστήκαμε ψητά μανιτάρια. Η κ. Θάνου ήπιε ένα ποτήρι λευκό κρασί, εμείς αρκεστήκαμε σε αναψυκτικό. Συνολικός λογαριασμός, 40 ευρώ.

Οι σταθμοί της

1950
Γεννιέται στη Χαλκίδα.

1968
Πρώτο έτος στη Νομική Σχολή Αθηνών. Οπως λέει, «από μαθήτρια του γυμνασίου ήξερα ότι ήθελα να ασχοληθώ με τη νομική επιστήμη».

1975
Γίνεται μέλος του Δικαστικού Σώματος. «Σε μια εποχή όπου οι ελάχιστες γυναίκες δικαστίνες τρόμαζαν να πείσουν τους άλλους δικαστές, τους δικηγόρους, αλλά και τους πολίτες ότι μπορούμε να είμαστε το ίδιο ικανές στο λειτούργημα αυτό. Αλλαξαν πολλά από τότε».

1980
Μεταπτυχιακό στη Σορβόννη (Paris II). «Δικαστίνα ούσα πήγα στο Παρίσι για ένα μεταπτυχιακό πάνω στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο».

2008
Ονομάζεται αρεοπαγίτης. «Ιδιαίτερα τιμητικός τίτλος. Ξέρεις ότι πλέον έχεις φτάσει στο αποκορύφωμα της καριέρας σου».

2012
Γίνεται η πρώτη γυναίκα που ψηφίζεται πρόεδρος στην Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων. Εγγαμος με τρία παιδιά, ο σύζυγός της είναι επίτιμος αρεοπαγίτης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή