Πού καταλήγουν τελικά τα «ληγμένα» τρόφιμα

Πού καταλήγουν τελικά τα «ληγμένα» τρόφιμα

3' 43" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι φοιτητές στην Αγγλία έχουν τον τρόπο τους, ώστε να μην ξοδεύουν «πολλά» στις αγορές από το σούπερ μάρκετ. «Πηγαίνω κατευθείαν στα ράφια με τα τρόφιμα που λήγουν άμεσα, τα οποία πωλούνται μισοτιμής. Ετσι κάνουν οι περισσότεροι» λέει στην «Κ» 24χρονος Ελληνας που σπουδάζει στο Μάντσεστερ. Η απόπειρα, προ ολίγων μηνών, να καθιερωθεί ανάλογο μέτρο στην Ελλάδα για τα προϊόντα «περασμένης διατηρησιμότητας» απέτυχε υπό το βάρος της κοινής γνώμης που θεώρησε ότι μπορεί να απειληθεί η δημόσια υγεία. «Μεγάλες ποσότητες τροφίμων σπαταλώνται εξαιτίας της τάσης των καταναλωτών να μεταχειρίζονται τις διάφορες επισημάνσεις στις ετικέτες προϊόντων ως ταυτόσημες» διευκρινίζει στην «Κ» ο κ. Αλέξανδρος Θεοδωρίδης από τη Μη Κυβερνητική Οργάνωση «Μπορούμε». Δηλαδή να μη διαχωρίζουν μεταξύ «ημερομηνίας λήξης» και «κατανάλωσης κατά προτίμηση πριν». Οσα ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία θα έδιναν τη δυνατότητα στον καταναλωτή να έχει ένα προϊόν άριστης ποιότητας σε χαμηλή τιμή. «Δεν πρόκειται για πειραματισμό, το μέτρο είναι δοκιμασμένο» τονίζει ο ίδιος.

Ωστόσο, έως ότου υιοθετηθεί κάποια ριζική αλλαγή, ισχύουν οι υπάρχοντες κανονισμοί για την καταστροφή ή καύση των τροφίμων που λήγουν. Το γάλα και το γιαούρτι για παράδειγμα πρέπει να επιστρέφονται κατά κανόνα στον παραγωγό, ενώ το ψωμί και τα λοιπά αρτοσκευάσματα πρέπει να καταστρέφονται άμεσα –το ψωμί μάλιστα μετά το πέρας 24ώρου– για τα γλυκίσματα υπάρχει λίγο μεγαλύτερο χρονικό περιθώριο. Την ίδια μοίρα έχουν τα συσκευασμένα τρόφιμα (μακαρόνια, ρύζι, κονσέρβες). Πλέον όλο και περισσότεροι επιχειρηματίες αποφασίζουν να διαθέσουν τα προϊόντα τους «διαφορετικά», προσφέροντάς τα δηλαδή στους έχοντες ανάγκη.

«Ως φούρναρης καλούμαι κάθε μέρα να αποσύρω ψωμιά και αρτοσκευάσματα» εξηγεί στην «Κ» ο κ. Μπάμπης Βλάχος, που έχει δύο φούρνους· στο Μοσχάτο και στα Καμίνια του Πειραιά. «Το γάλα και το γιαούρτι το δίνω πίσω στους παραγωγούς, που μια φορά την εβδομάδα περνούν με ειδικά οχήματα». Μέχρι πρόσφατα, «έβαζα το ληγμένο ψωμί σε τσουβάλια και το χάριζα σε κτηνοτρόφους για να ταΐσουν με αυτά κότες ή γουρούνια. Δεν μου πήγαινε να το πετάξω, ξέρεις τι κόπος κρύβεται πίσω από ένα καρβέλι;» λέει ο αρτοποιός. Κάθε μέρα, «φουρνίζει» περί τις 2.500 φραντζόλες ψωμί, «δεν θα ρισκάρω ποτέ να είμαι οριακά, θέλω να βρίσκουν στο μαγαζί μου οι περαστικοί φρέσκο ψωμί έως αργά το απόγευμα». Αποτέλεσμα αυτής της «πρακτικής»; Συνήθως περισσεύουν περί τα 200 ψωμιά την ημέρα. «Τα τελευταία τρία χρόνια έχω γνωριστεί με ιερείς που οργανώνουν συσσίτια και χρειάζονται τρόφιμα». Ετσι, γύρω στις οκτώ το βράδυ, περνούν από τα δύο καταστήματα επίτροποι ενοριών, της Μεταμόρφωσης στην Καλλιθέα και του Αγίου Ελευθερίου στον Πειραιά, και φορτώνουν ένα Ι.Χ. με ψωμί, σάντουιτς και τυρόπιτες.

«Η τάση εξοικονόμησης τροφίμων είναι πανευρωπαϊκή» σημειώνει ο ενημερωμένος κ. Θεοδωρίδης, και «ασκούνται πιέσεις για παράδειγμα στην Ε.Ε. για άρση της απαγόρευσης αξιοποίησης των ληγμένων τροφίμων ως ζωοτροφές». Και σε ατομικό επίπεδο, υπό το βάρος μάλιστα της οικονομικής κρίσης, οι Ελληνες αλλάζουν συνήθειες. Σε σχετική μεγάλη μελέτη του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου, που ανακοινώθηκε το 2012, καταδεικνύεται ότι το 54,4% των Ελλήνων καταναλωτών αγοράζει «αυστηρά» μόνο τα τρόφιμα που χρειάζεται, ενώ το 45,3% δηλώνει ότι «πετάμε πολύ λιγότερο απ’ ό,τι πριν από ένα χρόνο».

Εδώ και έξι μήνες η αλυσίδα σούπερ μάρκετ «ΑΒ Βασιλόπουλος» μαζί με το «Μπορούμε» ξεκίνησαν ένα πιλοτικό πρόγραμμα διάθεσης αυτών των προϊόντων σε τρία καταστήματα στην Αττική. «Εως σήμερα ακολουθούσαμε τη δική μας πολιτική, αποσύροντας δύο μέρες πριν από τη λήξη τα φρέσκα τρόφιμα» εξηγεί στην «Κ» στέλεχος της αλυσίδας, ενώ «ο κάθε υπεύθυνος καταστήματος μπορούσε κατά βούληση να τα βάλει σε προσφορά, αλλά δεν ήταν κανόνας». Τα ζωικά υπολείμματα από κρέας και ψάρι, όπως και τα γαλακτοκομικά και τα αυγά, πρέπει να καούν, «εκτός αν βάσει συμφωνίας έπρεπε να τα γυρίσουμε στον παραγωγό και εκείνος με τη σειρά του να τα καταστρέψει». Πέρα από το καταναλωτικό «ηθικό σκέλος» υπήρχε και μεγάλο κόστος για όλη αυτή τη διαδικασία. «Ετσι, αποφασίσαμε πειραματικά να ξεχωρίζουμε σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο τα εν λόγω προϊόντα και να τα προσφέρουμε αυθημερόν σε ιδρύματα και ΜΚΟ που βρίσκονται σε μικρή απόσταση». Η πρακτική είναι η εξής: λίγο πριν το κάθε κατάστημα κλείσει, κάποιος από τους ενδιαφερόμενους οργανισμούς μεταφέρει με δικό του μέσο τα τρόφιμα. Για τη διασφάλιση, μάλιστα, της ποιότητας δίνεται μαζί ένα εγχειρίδιο για την ορθή διαχείρισή τους, ενώ πάνω στο κάθε προϊόν υπάρχει ένα αυτοκόλλητο με οδηγίες για τον τρόπο και χρόνο της κατανάλωσης. «Μεγαλύτερη ζήτηση έχουν το ψωμί, τα γαλακτοκομικά και τα έτοιμα γεύματα, όπως για παράδειγμα μια μερίδα ψητό κοτόπουλο». Η δικτύωση με τους Οργανισμούς γίνεται μέσω του «Μπορούμε». «Περί τα τέλη Νοεμβρίου εντάχθηκαν στο πρόγραμμα άλλα δέκα καταστήματα, σε Αττική, Θεσσαλονίκη και Πάτρα» συμπληρώνει ο εκπρόσωπος της εταιρείας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή