Η δίκη και το πλήθος

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η ογκώδης συγκέντρωση πλήθους πολιτών έξω από το Εφετείο Αθηνών ενόψει ετυμηγορίας στη λεγόμενη «δίκη της Χρυσής Αυγής» σχολιάσθηκε ποικιλοτρόπως. Μία πτυχή της όμως δεν αναλύθηκε επαρκώς παρά την έκδηλη σημασία της. Δεν υπήρξε η συγκέντρωση επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία, ενόψει της επιδημιολογικής εικόνας στον νομό Αττικής; Πώς συμβιβάζεται η επικινδυνότητα με την ανοχή της;

Αν πράγματι διανύουμε ιδιαίτερα κρίσιμη φάση της πανδημίας τότε η συνεπής τήρηση μέτρων «κοινωνικής αποστασιοποίησης» δεν επιδέχεται εξαιρέσεις. Οφείλουμε να δεχθούμε ότι υπήρχε προληπτική ανάγκη αποφυγής τέτοιας συγκέντρωσης και κάθε παρόμοιας, τη δεδομένη χρονική στιγμή, ακόμη και αν επρόκειτο για τον ανοικτό χώρο έξωθεν του Εφετείου. Γεννώνται λοιπόν δύο ερωτήματα. Πρώτον: Ήταν άραγε δυνατή η αποτροπή της, χάριν της δημόσιας υγείας, χωρίς να ατονήσει ο πυρήνας του δικαιώματος των πολιτών να συνέρχονται ελευθέρως, ιδίως ενόψει γεγονότων που τους συγκινούν βαθιά όπως η εν λόγω δίκη; Δεύτερον: Θα μπορούσε τέτοια αποτροπή να έχει πρόσθετο όφελος, ακόμη και για τους ίδιους τους αποτραπέντες;

Η απάντηση είναι καταφατική και στα δύο ερωτήματα. Ο λαός είχε και εξακολουθεί να έχει αυτονόητο δικαίωμα να ενημερώνεται για οποιαδήποτε ποινική δίκη. Η λεγόμενη «λαϊκή δημοσιότητα» θα έπρεπε να έχει ικανοποιηθεί εξαρχής -σε μια τόσο σημαντική δίκη- με την τακτική και ζωντανή, ραδιοτηλεοπτική μετάδοσή της από τη δημόσια τηλεόραση. Μολονότι ρυθμίσεις γι’ αυτό υπάρχουν στην ελληνική νομοθεσία, το σχετικό αίτημα που υποβλήθηκε το 2015 από συνηγόρους την πολιτικής αγωγής απορρίφθηκε. Εκ του αποτελέσματος, φαίνεται αναμφίβολη η αξία που θα είχε η αποδοχή του. Εφικτή όμως ήταν η τηλεοπτική προβολή και κατόπιν διάταξης του Δικαστηρίου, οίκοθεν, λόγω πανδημίας, για τις τελευταίες έστω συνεδριάσεις του, πράγμα το οποίο ζήτησε όπως φαίνεται και η ΕΣΗΕΑ. Ανακύπτει ίσως, λοιπόν, ανάγκη αναθεώρησης της σχετικής νομοθεσίας αλλά και τόλμης των δικαστηρίων, ώστε η μετάδοση δικαστικών γεγονότων «εξ αποστάσεως» στο μέλλον να διευκολύνεται, χωρίς παρεμβολή ιδιαίτερων εμποδίων ή απαίτηση δυσεκπλήρωτων προϋποθέσεων.

Τα οφέλη μιας τέτοιας μετάδοσης ως προς τη συνεδρία της 7.10.2020 είναι προφανή. Αυτή θα είχε περιορίσει τον όγκο του συγκεντρωμένου έξω από το Εφετείο πλήθους, τουλάχιστον κατά τον αριθμό όσων βρέθηκαν εκεί από αγωνία, για να ενημερωθούν -αμέσως- για την ετυμηγορία. Σε εκείνους που πήγαν να «πανηγυρίσουν» μια καταδικαστική απόφαση για την οποία αδημονούσαν, θα παρεχόταν σοβαρό κίνητρο να μείνουν στα σπίτια τους, διότι έτσι θα μπορούσαν πράγματι να παρακολουθούν τη δίκη (ενώ συνωστισμένοι στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας και τους γύρω δρόμους δεν την παρακολούθησαν). Αυτό ουδόλως θα απέκλειε τον εκ μέρους τους «εορτασμό» της ετυμηγορίας, απλώς θα μετέθετε τον χρόνο του. Θα δινόταν δηλ. η ευκαιρία, οι ενδιαφερόμενοι, αφού ενημερωθούν εξ αποστάσεως για την απόφαση με τρόπο πλήρη και έγκυρο, να οργανώσουν κατόπιν τη συνάθροισή τους. Ως προς την τήρηση των υγειονομικών πρωτοκόλλων σε μια τέτοια συνάθροιση, αφενός θα υπήρχε περισσότερος χρόνος για λήψη κατάλληλων μέτρων, αφετέρου είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επιδεικνυόταν η ευελιξία που πράγματι επιδείχθηκε στη συγκέντρωση που έγινε. Την ίδια στιγμή, όμως, το μαχητικό, εδραία πεπεισμένο για την ενοχή των κατηγορουμένων τμήμα του συγκεντρωμένου πλήθους θα είχε εξασφαλίσει πέρα από την προστασία της υγείας (της δικής του και των άλλων), κάτι επιπλέον, ιδιαίτερα σημαντικό: Την αποσόβηση οποιασδήποτε σκιάς και υποψίας γύρω από τον «δίκαιο χαρακτήρα (fairness)» της συνεδρίας που κατέληξε στην περί ενοχής ετυμηγορία. Και τη διάλυση κάθε μομφής περί έμμεσης συμβολής του σε καταστρατήγηση της δικαστικής ανεξαρτησίας.

Τα παραπάνω ήταν νομίζω απολύτως εφικτά. Ο σχετικός προβληματισμός παραμένει χρήσιμος, διότι συναφείς περιπτώσεις σημαντικών δικών ή εκτάκτων καταστάσεων δεν αποκλείεται να απασχολήσουν στο μέλλον. Απομένει το ερώτημα, αν υπάρχει καλύτερη εναλλακτική στην ανωτέρω προτεινόμενη δικονομική διαχείριση της υπόθεσης. Ως τέτοια συζητείται η εμφύσηση στο πλήθος, μιας κουλτούρας ενσυνείδητων στάσεων λ.χ. μιας στάσης υγειονομικής εγρήγορσης συνδυασμένης με στερρά -όσο και κάπως στενή για δίκες τέτοιου περιεχομένου- «δικαιοκρατική» αντίληψη. Η λύση αυτή είναι ουτοπική. Η έννομη τάξη δεν μπορεί να αποτρέψει τη θορυβώδη διαδήλωση του κοινού περί δικαίου αισθήματος από ένα συγκεντρωμένο πλήθος που ριψοκινδυνεύει την ίδια την υγεία του για να κραυγάσει εκείνο που θεωρεί σωστό. Ούτε μπορεί να καθορίσει «ώρες κοινής ησυχίας» για τον εαυτό της. Μπορεί όμως να αξιοποιήσει τα όποια υλικά «ηχομόνωσης» διαθέτει η ποινική της δικονομία, ώστε να μη σκεπάσει η κραυγή -όπως την αντιλαμβάνονται πολλοί- τη φωνή και τον Λόγο του δικαίου -όπως οφείλουν να τα αντιλαμβάνονται όλοι. Εν προκειμένω, κατά σύμπτωση, τα υλικά αυτά έκαναν και για την αντιμετώπιση πανδημιών.

*Ο Κωνσταντίνος Τσίνας είναι δικηγόρος και λέκτορας Νομικής του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή