Η Μαρφίν και το εθνικό μας Κολοσσαίο 

Η Μαρφίν και το εθνικό μας Κολοσσαίο 

4' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Θα ξεκινήσω δυσάρεστα. Με τρεις εικόνες που με βασανίζουν όταν ανεβαίνω την Σταδίου ή όποτε το έγκλημα της Μαρφίν  γυρνάει στην επικαιρότητα. 

Πρώτα η φωτογραφία της Βιβής Ζούλια στο μπαλκόνι. Ένα σώμα μαυρισμένο και δύο «απείρακτα» ροζ γοβάκια ένα βήμα πριν το κενό. Είχε γυρίσει πριν 20 μήνες από το Λονδίνο. Η μάνα της φοβόταν μη την κάψουν στα τούνελ του μετρό οι τρομοκράτες.

Για την Αγγελική Παπαθανασοπούλου έγκυο στον 4ο μήνα, θυμάμαι ένα παιδικό δωμάτιο στην Πάτρα γεμάτο με φωτογραφίες της «θείας Αγγελικής» και παιδικές ζωγραφιές με φλόγες και μαύρους καπνούς να έχουν ζώσει το χαμογελαστό της πρόσωπο. Γιατί πως να αποδώσουν τα παιδιά τον πνιγμό; 

Και ο Νώντας Τσάκαλης που ζούσε για να κολυμπά το καλοκαίρι στο Ιόνιο – ορφάνεψε μικρός από πατέρα, γι’ αυτό ίσως αγαπούσε τόσο τη ζωή – πεσμένος στη σκάλα. Είδε ότι ο καπνός πάει προς τα πάνω και προσπαθούσε να φτάσει στο ισόγειο, να βγει ίσως από τα σπασμένα τζάμια. Θα τον άφηναν; 

Ναι, για τους τρεις νεκρούς της Μαρφίν σας γράφω, ανθρώπους που είχαν ζωές σαν και τις δικές μας. Αυτές τις μέρες, 11 ακριβώς χρόνια από την τραγωδία, μαθεύτηκε ότι ανοίγει ξανά η υπόθεση με 4 νέους υπόπτους. Δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι θα βγει κάτι καινούργιο. Και το προηγούμενο δικαστήριο σε φιάσκο κατέληξε. Με αστείες μαρτυρίες του τύπου: 

«Και αν ήταν φίλαθλοι;». 

«Ναι κι αν ήταν μεθυσμένοι ή οτιδήποτε;».
Και μετά η άλλη δίκη, για την απουσία πυροσβεστικών μέσων στο κτήριο της τράπεζας… Μόλις τιμωρήθηκαν οι υπάλληλοι, που είχαν την ευθύνη της πυρόσβεσης, κάποιοι πανηγύριζαν. «Τιμωρήθηκαν οι ένοχοι του τριπλού εγκλήματος της Μαρφίν»! Ανοησίες σαν και αυτών που, τώρα, στον χαμό του 23 χρονου Ιάσωνα έξω από την Βουλή βρήκαν να πουν, πως δεν είχε δέσει το κράνος του. 

Ποιος έκαψε λοιπόν εκείνο το μεσημέρι την Μαρφίν, το Αττικόν, τον Απόλλωνα; Και δεν ρωτώ μόνο γιαυτούς που έσπασαν τα ρολά, πέταξαν τα μπιτόνια (ναι μπιτόνια, όχι απλές μολότοφ!) και έβαλαν τη φωτιά. Πάντα θα υπάρχουν ένας, δύο, τρεις, τέσσερις που θα κάνουν ένα έγκλημα. Αλλά εμένα το μυαλό μου γυρνάει συνεχώς σε όλους αυτούς που ήταν εκεί και δεν τους σταμάτησαν και δεν αντέδρασαν. Και αυτούς που γελούσαν και επικροτούσαν. 

Η πυροσβεστική επιμένει ότι θα προλαβαίνανε αν… 

Το όχημα ήταν μόλις στα 200 μέτρα. Στην πίσω γωνία της Κλαυθμώνος, στους Αγίου Θεοδώρους. Τους τηλεφώνησε αμέσως ένας διαδηλωτής. Τρεις άντρες έτρεξαν, το όχημα όμως μπλόκαρε στη γωνία της Σταδίου με την Κλαυθμώνος. Κάποιοι διαδηλωτές προσπαθούσαν να ανοίξουν δρόμο και κάποιοι άλλοι – οι περισσότεροι –  είχαν κάνει φραγμό. Μερικοί μάλιστα πετούσαν μπουκάλια και πέτρες. Οι πυροσβέστες άνοιξαν τα παράθυρα και ούρλιαζαν ότι υπάρχουν εγκλωβισμένοι. Μια ντουντούκα όμως τους διαψεύδει. «Αυτά τα διαδίδουν οι δημοσιογράφοι για να διαλύσουν την πορεία». «Μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι – αλήτες ρουφιάνοι δημοσιογράφοι» φωνάζει εναλλάξ το πλήθος.  

Έξω από την Μαρφίν κάποιοι λένε «αφήστε τους να καούν». «Να καούν οι πουσ**δες». Εγκλωβισμένοι στα μπαλκόνια οι εργαζόμενοι εκλιπαρούν για βοήθεια και από κάτω υπάρχουν άνθρωποι που μουτζώνουν και γιουχάρουν.  Και κανείς δίπλα τους δεν αντιδρά. Η πορεία δεν διακόπηκε ούτε όταν μαθεύτηκε ότι είχαμε 3 νεκρούς. Προείχε το «ντου» στην Βουλή. Ήταν οι μέρες που χρεοκοπούσε και επισήμως η χώρα – χρεωκοπημένη ήταν αλλά μιλάω για την οικονομία.  

Στο Σύνταγμα από λύπηση κάποιοι θα πήραν βαθιές ρουφηξιές τσιγάρου και κάποιοι άλλοι θα είπαν «αυτά παθαίνουν οι απεργοσπάστες». Αλλά και τις άλλες μέρες στις επόμενες διαδηλώσεις κανείς δεν βρήκε δυο λόγια για τη Βιβή, την Αγγελική, τον Νώντα. Ούτε πολιτικοί νοιάστηκαν. Ούτε συνδικαλιστές. Ούτε δημοσιογράφοι. Ούτε δικαστές. Ούτε αστυνόμοι. Ούτε «κινήματα». Όλοι είχαν και μια δικαιολογία για την δική τους σιωπή. 

Και μόλις πέρυσι – δέκα χρόνια από τότε – η πρόεδρος Σακελλαροπούλου στάθηκε προσοχή στο πεζοδρόμιο στην μνήμη των τριών. Και το ίδιο έκαναν ο Μητσοτάκης και ο Τσίπρας. Αλλά ήταν πια πολύ αργά. Η δολοφονία της Μαρφίν είχε διαγραφεί από το συλλογικό μας υποσυνείδητο. Για κάποιους ήταν απλώς οι παράπλευρες απώλειες ενός μεγάλου αγώνα. Και για κάποιους άλλους μια υπόθεση που δεν τους αφορά. «Γύρευε τη δουλειά σου» που λένε και στα χωριά. Έτσι έχουμε μάθει να διαγράφουμε τα μικρά εγκλήματα που συμβαίνουν καθημερινά στην κοινωνία μας. Μιλώ για αυτά τα εγκλήματα που ίσως θα μπορούσαμε να τα αποτρέψουμε αλλά δεν το κάνουμε. 

Ο ξυλοδαρμός της γυναίκας στο διπλανό διαμέρισμα.

Οι σεξουαλικές κακοποιήσεις των εφήβων στα αυτοκίνητα με τα φιμέ τζάμια στις βραδινές πλατείες.

Το μπούλινγκ των παιδιών στα σχολικά προαύλια.

Οι βιασμοί στα αποδυτήρια ή στα σαλόνια VIP πολιτών. 

Το κυνηγητό των «μελαψών» στις λαϊκές αγορές.

Τα μαχαιρώματα στις ποδοσφαιρικές εξέδρες. 

Θα μπορούσα να πω και για την ανοχή που δείχνουμε στην επιμονή του μεθυσμένου φίλου μας να οδηγήσει ή – μέρες που είναι – για την σιωπή μας απέναντι σε αυτούς που κυκλοφορούν υπεροπτικά χωρίς μάσκα δίπλα μας. 

Γεγονότα που συνεχώς ανεχόμαστε και δεν αντιδράμε. Και εθιζόμαστε σιγά σιγά στην απάθεια και την αδιαφορία. Θεατές του Κολοσσαίου. Κάποιοι το απολαμβάνουν, κάποιοι αποστρέφουν το βλέμμα τους, κάποιοι απλώς δυσανασχετούν αλλά τελικά ελάχιστοι αντιδρούν.    

Η παραίτηση λοιπόν επικράτησε ολοκληρωτικά εκείνο το μεσημέρι στη Σταδίου. Και πρέπει να το παραδεχτούμε. Αν δεν το κάνουμε, αν δεν φωνάξουμε ότι κακώς σιωπήσαμε και κακώς σιωπούμε, το έγκλημα αυτό θα ντροπιάζει για πάντα την σύγχρονη – έτσι δεν λέμε; – κοινωνία μας. 

Ακούστε εδώ ολόκληρο το podcast:

 

 

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή