Περπατώντας στις νέες διαδρομές της Ακρόπολης

Περπατώντας στις νέες διαδρομές της Ακρόπολης

4' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πρέπει να είναι από τις ελάχιστες φορές που αρκετοί από τους επισκέπτες της Ακρόπολης δεν κοιτάζουν πάνω αλλά κάτω, τη νέα διαδρομή που ξεκινάει από τα Προπύλαια και καταλήγει στο παλαιό μουσείο του Ιερού Βράχου. Αν με κάποιον τρόπο μπορούσαμε να μάθουμε πόσοι αρχιτέκτονες ανεβαίνουν αυτές τις μέρες στο μνημείο, στοιχηματίζω ότι θα ήταν αρκετοί αφού τα νέα έργα έχουν προκαλέσει, εκτός από αντιπαραθέσεις, την περιέργεια των ειδικών.

Με εξίσου μεγάλη περιέργεια ανεβήκαμε και εμείς στον Ιερό Βράχο, πριν από μερικές μέρες, με καλεσμένους της «Κ» τον καθηγητή και πρόεδρο του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Πατρών, Γιάννη Αίσωπο και την αναπληρώτρια καθηγήτρια Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού στο ίδιο πανεπιστήμιο, Δήμητρα Κατσώτα. Νωρίς το πρωί με τον ήλιο να λούζει το μνημείο και τη φύση να οργιάζει, περπατήσαμε σε κάθε σπιθαμή των νέων διαδρομών, διαπιστώνοντας τα θετικά σημεία αλλά και τις ελλείψεις του έργου. 

⇒ Διαβάστε επίσης: Μανόλης Κορρές για Ακρόπολη: «Το αποτέλεσμα με ικανοποιεί απολύτως»

«Θα έλεγα ότι η γενική εντύπωση είναι θετική. Το νέο δάπεδο δημιουργεί μια διαδρομή, έναν περίπατο, που μπορεί να ακολουθήσει ο επισκέπτης και να παρατηρήσει τα μνημεία. Σηματοδοτεί κάπως μια κίνηση», μας λέει ο κ. Αίσωπος, αλλά «παραμένει ένα τεχνικό έργο και δεν αποκτά καλλιτεχνική και αρχιτεκτονική αξία και αυτό γίνεται φανερό στις λεπτομέρειές του». 

Για τη χρήση σκυροδέματος που έχει γίνει πολύς λόγος, οι δύο καθηγητές και αρχιτέκτονες θεωρούν ότι η επιλογή του είναι δόκιμη και ο χρωματικός τόνος που έχει επιλεγεί για την κύρια διαδρομή είναι ορθός. «Θα γίνει καλύτερο με το πέρασμα του χρόνου όταν θα αποκτήσει κάποια πατίνα. Tο σκυρόδεμα είναι ένα είδος πέτρας, αυτό σημαίνει ότι μπορεί να παλιώσει, να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά της χρήσης και του χρόνου», σημειώνει ο κ. Αίσωπος. Η κ. Κατσώτα συμπληρώνει πως η χρωματική διαφοροποίηση μεταξύ μπεζ και γκρι, που είναι το χρώμα της διαδρομής που ενώνει τον ανελκυστήρα των ΑμεΑ με την κύρια διαδρομή, δεν ήταν απαραίτητη στο έργο.

Περπατώντας στις νέες διαδρομές της Ακρόπολης-1
Φωτ. ΑΠΕ- ΜΠΕ/ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΛΑΧΟΣ

Για τον κ. Αίσωπο, από τη στιγμή που η νέα επιφάνεια εναποτίθεται πάνω στο τοπίο της Ακρόπολης, η σχέση μεταξύ τους πρέπει να διατηρείται ορατή και διακριτή ανά πάσα στιγμή. «Αυτό σημαίνει ότι η νέα στρώση θα πρέπει να διατηρεί τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του τεχνητού με τη συνθετότητα του προϋπάρχοντος τοπίου της Ακρόπολης και επομένως δεν πρέπει σε καμία στιγμή το νέο δάπεδο να “λιώνει” στο τοπίο, να επιχειρεί να γίνει τοπίο. Επομένως νομίζω πως τα όχι και τόσο επιτυχημένα σημεία είναι εκείνα όπου το νέο δάπεδο δεν έχει σαφή όρια, αλλά δημιουργεί φάλτσες επιφάνειες οι οποίες πλαισιώνουν κομμάτια βράχου, ή εκεί όπου δημιουργούνται μικρά κεκλιμένα επίπεδα για την πρόσβαση σε άλλους χώρους», μας λέει. 

Αυτά τα «αμήχανα» σημεία, όπου η νέα επιφάνεια χάνει την καθαρότητα της μορφής της είναι ερωτήματα που χρειάζονται αρχιτεκτονικές απαντήσεις, ειδικά όταν υπάρξει μεγάλη τουριστική κίνηση. «Θα έπρεπε να βρεθεί ένας άλλος τρόπος να σηματοδοτηθούν αυτά τα σημεία. Μια ιδέα, θα ήταν να καλυφθούν και να σημανθεί το ίχνος του υποκείμενου βράχου με μια διαφορετική σμίλευση του δαπέδου από πάνω», σημειώνει.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται η εντύπωση που αποκόμισε και η αναπληρώτρια καθηγήτρια Δήμητρα Κατσώτα. «Σε επίπεδο χάραξης δημιουργούνται πλατώματα και επίπεδα που μπορεί κανείς ή και περισσότεροι να σταθούν, να δουν τα μνημεία και πέρα από αυτά. Δημιουργούνται σαφείς άξονες κίνησης και κυκλοφορίας, υπάρχει η δυνατότητα προσανατολισμού σε διαφορετικές κλίμακες», μας λέει. Επιφυλάσσεται όμως σχετικά με την κλίμακα της παρέμβασης. «Θα συμφωνήσω με τον κ. Αίσωπο σε σχέση με το πώς συναντάται το φυσικό τοπίο με τη νέα διαδρομή. Θα μπορούσαν τα όρια να προσαρμόζονται ή να αποστασιοποιούνται με έναν πιο σαφή και συνοπτικό τρόπο. Σχετικά με την κλίμακα της παρέμβασης, σε κάποια σημεία, όπως μπροστά από το πλάτωμα του παλιού μουσείου, θα μπορούσε να είναι μικρότερη», σημειώνει η κ. Κατσώτα, με τον κ. Αίσωπο να προσθέτει σχετικά ότι εκεί και στην ανατολική όψη του Παρθενώνα «η διαδρομή χάνει την αίσθηση του περιπάτου. Η επέμβαση είναι πιο επιτυχημένη όταν διατηρεί την κλίμακα και το πλάτος μιας διαδρομής και δεν μετασχηματίζεται σε πλάτωμα», τονίζει. 

Και οι δύο επισημαίνουν ως θετικό το γεγονός ότι η επέμβαση είναι αναστρέψιμη και τονίζουν ότι ενδεχόμενες επεκτάσεις των διαδρομών πρέπει να είναι περιορισμένες. «Δεν πρέπει να υπάρξει κατάχρηση των διαδρομών γιατί υπάρχει ο κίνδυνος να κυριαρχήσουν ως εντύπωση στο τοπίο της Ακροπόλεως. Θα έλεγα να διατηρηθούν εκεί όπου υπάρχει πιο μαζική κίνηση των τουριστών και τα υπόλοιπα σημεία να αφεθούν κάπως πιο ελεύθερα ως διαδρομές για να τις αναζητεί ο καθένας μόνος του χωρίς να υπάρχει ειδικό δάπεδο», σημειώνει ο κ. Αίσωπος. 

Σχεδιαστικές ελλείψεις

Περπατώντας και παρατηρώντας τα επιμέρους στοιχεία, είναι δύσκολο να μη δει κανείς τις υπόλοιπες αρχιτεκτονικές «παραφωνίες» στον περιβάλλοντα χώρο του μνημείου: τα μεταλλικά κολονάκια γύρω από τα μνημεία, αλλού βιδωμένα στο δάπεδο και αλλού με μαρμάρινες βάσεις, η παλαιωμένη περισχοίνιση, τα διαφορετικής αισθητικής και τεχνοτροπίας παγκάκια, οι διαφορετικές σημάνσεις μαρτυρούν, όπως μας λένε οι δύο καθηγητές, σχεδιαστικές ελλείψεις. Το brand name Ακρόπολη θέλει και αυτό μια ενιαία αρχιτεκτονική ταυτότητα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή