Άνοιγμα σχολείων: Πρωτεύον μάθημα η «επανένταξη» στα θρανία

Άνοιγμα σχολείων: Πρωτεύον μάθημα η «επανένταξη» στα θρανία

άνοιγμα-σχολείων-πρωτεύον-μάθημα-η-ε-561356644

«Επανένταξη» των μαθητών στη σχολική διαδικασία και κοινωνικοποίησή τους, αποτύπωση των μαθησιακών κενών, εκπαίδευση των εκπαιδευτικών στη χρήση ψηφιακού υλικού, προετοιμασία των σχολείων για την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών και της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Αυτοί είναι οι κύριοι στόχοι του υπουργείου Παιδείας και του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) από αύριο, που επιστρέφουν στα σχολεία τους όλοι οι μαθητές – νηπιαγωγείων, δημοτικών και γυμνασίων, και όχι μόνο των λυκείων που προηγήθηκαν στα μέσα Απριλίου. 

⇒ Διαβάστε επίσης: Η πρόκληση του ανοικτού σχολείου

Η τηλεκπαίδευση αναμένεται να αποτελέσει βασικό συμπληρωματικό εργαλείο της εκπαιδευτικής διαδικασίας και από την επόμενη σχολική χρονιά, όπως δείχνει έρευνα του ΟΟΣΑ για τον ένα χρόνο πανδημίας στην εκπαίδευση – «One year into the COVID pandemic», όπως είναι ο τίτλος της πολυσέλιδης έκθεσης που ολοκληρώθηκε στις 13 Απριλίου. Η έκθεση αποτελεί οδηγό για το πώς οι χώρες θα αντιμετωπίσουν τις ελλείψεις που αφήνει η μακράς διάρκειας εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Το προηγούμενο δωδεκάμηνο, περίπου 1,5 δισεκατομμύριο μαθητές σε 188 χώρες ήταν σε καραντίνα, μακριά από το σχολείο τους. Η Ελλάδα είναι μεταξύ των χωρών με το μεγαλύτερο διάστημα τηλεκπαίδευσης, το οποίο κυμαίνεται ανά βαθμίδα και περιοχή και φτάνει έως τους έξι μήνες κατά το τρέχον σχολικό έτος. 

⇒ Διαβάστε ακόμη: Self test: Πώς γίνεται η δήλωση στην πλατφόρμα self-testing.gov

Ειδικότερα, 1.104.000 μαθητές νηπιαγωγείων, δημοτικών και γυμνασίων και οι 127.00 εκπαιδευτικοί τους επιστρέφουν αύριο στις σχολικές αίθουσες. Μαζί με τις 254.000 μαθητές λυκείων και τις 24.000 καθηγητές τους, που ξεκίνησαν τα διά ζώσης μαθήματα στις 12 Απριλίου, πρόκειται για 1.358.000 μαθητές και 151.000 εκπαιδευτικούς.

Διαβάστε ακόμη: Κορωνοϊός: 1.428 κρούσματα, 51 θάνατοι και 728 στις ΜΕΘ

«Η τηλεκπαίδευση δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη διά ζώσης λειτουργία του σχολείου», λέει ο πρόεδρος του ΙΕΠ Γιάννης Αντωνίου. Ο ίδιος, μιλώντας στην «Κ», μαζί με τη Χρύσα Σοφιανοπούλου, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, εθνική συντονίστρια του προγράμματος PISA του ΟΟΣΑ και μέλος του Δ.Σ. του ΙΕΠ, εστίασε στην ανάγκη, κατά τον διδακτικό μήνα που απομένει έως τη λήξη του σχολικού έτους, οι μαθητές να «μάθουν» πάλι το σχολείο, τους δάσκαλους και τους συμμαθητές τους, και οι δάσκαλοι να διαπιστώσουν τα κενά στην αφομοίωση της διδακτέας ύλης κατά την εξ αποστάσεως εκπαίδευση. «Σημασία δεν έχει να δούμε μόνο τα μαθησιακά αποτελέσματα αλλά και τις ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις της πανδημίας στα παιδιά και της απουσίας τους από το σχολείο», λέει η κ. Σοφιανοπούλου. Ετσι:

• Με την επανέναρξη της διά ζώσης διδασκαλίας προτείνεται να δοθεί βάρος στη βιωματική μάθηση: έμφαση σε δραστηριότητες που αφορούν συναισθηματικές δεξιότητες αντιμετώπισης και διαχείρισης αγχογόνων και κρίσιμων καταστάσεων. Εμφαση στην ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων των μαθητών, στην ικανότητα συνεργασίας, στην προσαρμοστικότητα και στην ικανότητα επίλυσης κοινωνικών θεμάτων σε έναν κόσμο που συνεχώς μεταβάλλεται. Βεβαίως, αυτά απαιτούν από τον εκπαιδευτικό να λειτουργεί με παιδαγωγική ευρύτητα, από τη στιγμή που στα ελληνικά σχολεία λείπουν οι ψυχολόγοι – η αναλογία είναι ένας για πέντε σχολεία. 

• Η ίδια λογική, της χαλαρής βιωματικής μάθησης, διατρέχει και την προσπάθεια των εκπαιδευτικών να διαπιστώσουν ποια μέρη της διδακτέας ύλης δεν έχουν αφομοιωθεί από τους μαθητές κατά την τηλεκπαίδευση. Καθώς δεν θα πραγματοποιηθούν προαγωγικές εξετάσεις, οι οδηγίες του ΙΕΠ προς τους εκπαιδευτικούς για τους τρόπους αξιολόγησης των μαθητών είναι ενδεικτικές: «Επιλογή δραστηριοτήτων που διευκολύνουν τη διάγνωση των μαθησιακών κενών. Επιλογή ανακεφαλαιωτικών δραστηριοτήτων με ιδιαίτερη έμφαση σε κεντρικά σημεία της ύλης. Ο εκπαιδευτικός κατά την κρίση του μπορεί, λαμβάνοντας υπόψη τη φυσιογνωμία της τάξης  και τις ανάγκες των μαθητών, να επιλέξει μεταξύ εναλλακτικών μεθόδων και εργαλείων, όσα θεωρεί τα καταλληλότερα (π.χ. προφορικές ή γραπτές ερωτήσεις, διάλογο, ομαδικές εργασίες, ολιγόλεπτο τεστ, δραστηριότητες από τα εμπλουτισμένα σχολικά εγχειρίδια κ.ά.).

Βεβαίως, οι ανάγκες διαφέρουν ανά βαθμίδα. Για παράδειγμα, οι μαθητές της Γ΄ Λυκείου αναμένεται να απουσιάσουν από το σχολείο, καθώς θα προετοιμάζονται για τις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Από την άλλη, θα επιδιωχθεί να καλυφθούν τα κρίσιμα σημεία της διδακτέας ύλης που είναι απαραίτητα για την προαγωγή των μικρότερων μαθητών στην επόμενη τάξη.

Ψηφιακό περιεχόμενο

Στοίχημα για το ΙΕΠ και για το υπουργείο Παιδείας είναι και η ουσιαστική αξιοποίηση των ψηφιακών εργαλείων από τους εκπαιδευτικούς. «Σημαντικό είναι να υπάρχει επαρκές ποιοτικό ψηφιακό περιεχόμενο και ο εκπαιδευτικός να μπορεί μέσω αυτού να διαμορφώσει το μάθημά του. Ο λόγος, για τη μεικτή μορφή διδασκαλίας, δηλαδή να είναι διαθέσιμο online εκπαιδευτικό υλικό που να μπορεί να διδαχθεί από τον δάσκαλό στην τάξη και να μπορεί να το αξιοποιήσει μόνος του ο μαθητής στο σπίτι», λέει στην «Κ» ο Θεόδωρος Καρούνος, διευθυντής της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής διακυβέρνησης του Εθνικού Δικτύου Υποδομών Τεχνολογίας και Ερευνας – ΕΔΥΤΕ. Και αυτό, διότι αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών στο σχολείο δεν σημαίνει μόνο μια απλή παρουσίαση του μαθήματος μπροστά σε μια κάμερα…

«Ευκαιρία για διαρθρωτικές αλλαγές»

«Είναι μεγάλη ευκαιρία για διαρθρωτικές αλλαγές που αφορούν την ανάπτυξη των ψηφιακών ικανοτήτων των εκπαιδευτικών, τη παιδαγωγική χρήση της εκπαιδευτικής τεχνολογίας και καινοτόμων παιδαγωγικών πρακτικών, τον επαναπροσδιορισμό της λειτουργίας και της οργάνωσης του σχολείου ώστε να μπορεί να υποστηρίζει την εκπαιδευτική διαδικασία σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης», αναφέρει, μιλώντας στην «Κ», ο Θεόδωρος Καρούνος, διευθυντής της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Εθνικού Δικτύου Υποδομών Τεχνολογίας και Ερευνας – ΕΔΥΤΕ. Στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση διδάσκονται συνολικά 196 μαθήματα. «Μια πρόταση είναι επιλεγμένοι εκπαιδευτικοί να ελέγξουν και να συμπληρώσουν το υπάρχον online εκπαιδευτικό υλικό για κάθε μάθημα και στη συνέχεια να διατεθούν εξ αποστάσεως μαθήματα για τη χρήση του στην εκπαιδευτική διαδικασία. Τα πιο δύσκολα προβλήματα είναι ο ελάχιστα απαιτούμενος εξοπλισμός/λογισμικό για τα σχολεία, πώς θα υποστηριχθούν οι εκπαιδευτικοί στην καθημερινή χρήση των υποδομών και πώς θα ενισχυθούν οι οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα ώστε τα παιδιά τους να μετέχουν και στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση».

Άνοιγμα σχολείων: Πρωτεύον μάθημα η «επανένταξη» στα θρανία-1

Η εμπειρία-κληρονομιά μιας πρωτόγνωρης διαδικασίας

«Υπήρξαν μαθητές της Α΄ Δημοτικού που έβαζαν τα κλάματα κάθε φορά που έπεφτε η σύνδεση του Διαδικτύου», λέει στην «Κ» δάσκαλος σε δημοτικό σχολείο της Θεσσαλονίκης. Η κ. Δέσποινα Παπαευαγγέλου, δασκάλα στο 2ο Δημοτικό Σχολείο Αναβύσσου, άκουγε συχνά ψιθύρους μέσα από τα λάπτοπ των μαθητών της: «Ελα πες το, πες το. Αφού το ξέρεις, το διάβασες χθες. Το ξέχασες τώρα;». Ηταν γονείς των μαθητών που παρακολουθούσαν το μάθημα και ήθελαν να ενθαρρύνουν τα παιδιά τους να απαντήσουν. «Η κόπωση από τον Φεβρουάριο και μετά ήταν εμφανής σε όλες τις τάξεις. Τώρα όλο και λιγότεροι μαθητές έχουν ανοικτή την κάμερα κατά τη διάρκεια του μαθήματος. Τα παιδιά είναι κουρασμένα, κατανοούν πιο δύσκολα, αποδίδουν λιγότερο. Και εμείς φυσικά. Το σπίτι σε ρουφάει», τονίζει από την πλευρά της, μιλώντας στην «Κ», η κ. Λαμπρινή Κουφάκη, φιλόλογος στο Γυμνάσιο του Κολλεγίου Ανατολία. «Κανείς δεν είναι ο εαυτός του σ’ αυτή τη διαδικασία», προσθέτει η κ. Παπαευαγγέλου.

Η επιστροφή στα σχολεία μετά σχεδόν ένα εξάμηνο, για τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και των γυμνασίων, φέρει την εμπειρία-κληρονομιά μιας πρωτόγνωρης εξ αποστάσεως εκπαιδευτικής διαδικασίας και μάλιστα για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. «Ολοι πρέπει να ανασυνταχθούμε. Αυτό που θέλουμε πρωτίστως είναι τα παιδιά να επιστρέψουν στη μαθησιακή διαδικασία ομαλά και να χαρούν το σχολείο», παρατηρεί στην «Κ» ο κ. Νικήτας Τζιάβας, διευθυντής στο Δημοτικό Σχολείο Λυγουριού. Ουσιαστικά, οι μαθητές στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες. Σε εκείνους που είχαν καλό νοηματικό υπόβαθρο, τη στήριξη των γονιών τους και τα τεχνικά μέσα (τα οποία σχετίζονται και με την οικονομική κατάσταση των γονιών), σε όσους έχουν νοηματικό υπόβαθρο, αλλά όχι τα οικονομικά-τεχνικά μέσα, και τέλος στα παιδιά με μαθησιακές – συναισθηματικές δυσκολίες χωρίς τα τεχνικά μέσα και τη βοήθεια από τους γονείς.

«Ηταν απαραίτητη η παρουσία του γονιού δίπλα στο παιδί στα τηλεμαθήματα, για τα τεχνικά ζητήματα της σύνδεσης. Μάλιστα, δεν έλειψαν οι γονείς που έκαναν παρατηρήσεις. Βέβαια, και εκείνοι είχαν επηρεαστεί –ψυχικά και οικονομικά– από την πανδημία και την καραντίνα. Παράλληλα είχαν την πίεση της ευθύνης να στηρίξουν τα παιδιά τους», λέει ο κ. Τζιάβας.

«Ωστόσο στην τηλεκπαίδευση ο δάσκαλος πρέπει να προσέξει το εξής. Αρέσει στους μαθητές το κομπιούτερ, εξοικειώνονται μαζί του, αλλά υπάρχει κίνδυνος να θεωρήσουν τη διαδικασία παιχνίδι και όχι μάθημα, που έχει τους όρους του», προσθέτει η κ. Παπαευαγγέλου και επισημαίνει χαμογελώντας πως «κάποια παιδιά κατά τη διάρκεια του μαθήματος πεινούσαν, διψούσαν, δεν ήξεραν ότι δεν υπήρχε διάλειμμα. Είχαν αποσυντονιστεί. Μην ξεχνάτε ότι οι ώρες της τηλεκπαίδευσης για το δημοτικό ήταν από τις 2 το μεσημέρι έως τις 5.30 το απόγευμα». 

Η επιστροφή των μαθητών στο σχολείο είναι απαραίτητη για όλες τις βαθμίδες, αλλά τα… πρωτάκια νηπιαγωγείου, δημοτικού και γυμνασίου έχουν ακόμη μία ιδιαιτερότητα. «Σκεφτείτε ότι τα παιδιά που πέρυσι ήταν στο νηπιαγωγείο έκαναν τηλεκπαίδευση στο τέλος της χρονιάς και φέτος διήνυσαν την πρώτη τάξη του δημοτικού πάλι εξ αποστάσεως. Εχουν βασικές ελλείψεις. Για παράδειγμα, δεν έχουν αποκτήσει τις σωματικές δεξιότητες της χρήσης του μολυβιού, τη λεπτή κινητικότητα του χεριού να κρατά το μολύβι και να γράφει», εξηγεί η κ. Παπαευαγγέλου.

«Στην τηλεκπαίδευση δεν υπάρχει ώσμωση, μέσα σε ένα τριαντάλεπτο τηλεμάθημα δεν μπορεί να αναπτυχθεί βιωματική μάθηση, δεν μπορεί να εξελιχθεί συνεργασία των μαθητών με τον δάσκαλο. Η αναπλήρωση της διδακτέας ύλης είναι σημαντική γιατί πρέπει να υπάρχει συνέχεια και ακολουθία στις γνώσεις. Αλλά το σημαντικότερο είναι η ένταξη των μαθητών στην κοινότητα του σχολείου, η κοινωνικοποίηση των μαθητών και η εξάσκησή τους στους τρόπους για να ανακαλύπτουν οι ίδιοι τη γνώση. Αυτό είναι το στοίχημα που πρέπει να πετύχουμε από αύριο», τονίζει ο κ. Τζιάβας.

Η πρόκληση

«Είχαμε ξαναβρεθεί σε τηλεκπαίδευση, πέρυσι μετά τον Μάρτιο, όταν αποφασίστηκε το κλείσιμο των σχολείων. Ηταν μια πρωτόγνωρη διαδικασία. Φέτος ωστόσο δεν ήμασταν προετοιμασμένοι για την τόσο μεγάλη διάρκειά της», παρατηρεί η κ. Κουφάκη. «Η πρόκληση ήταν να διατηρούμε ρυθμούς διδασκαλίας σε μια συνθήκη μακράς εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Αυτό είναι δύσκολο. Ιδίως επηρεάστηκαν οι μαθητές της Α΄ Γυμνασίου, οι οποίοι ήλθαν από το δημοτικό με τον ένα δάσκαλο σε κάθε τάξη και πέρασαν στο γυμνάσιο με εναλλαγή των καθηγητών ανά μάθημα και ώρα. Αυτά τα παιδιά ουσιαστικά δεν κατάλαβαν πώς λειτουργεί το γυμνάσιο. Αρχικά, μας γνώρισαν πίσω από τις μάσκες. Η σχέση καθηγητή – μαθητή επηρεάζει τη μάθηση», συμπληρώνει η ίδια.

Για το διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση του διδακτικού έτους οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν ότι θα διαπιστώσουν τα σημεία της ύλης που δεν έχουν αφομοιωθεί από τους μαθητές, τονίζοντας πάντως πως το σχολείο πρέπει να εστιάσει στην ουσία της μάθησης και όχι σε τεχνικές λεπτομέρειες και γνώσεις που μπορούν να παπαγαλίσουν οι μαθητές και μετά να τις ξεχάσουν. «Θεωρώ πολύ σημαντικό να έχουμε διδάξει τα νοήματα, τις ιδέες, τη μεθοδολογία της απόκτησης γνώσης. Για παράδειγμα, περισσότερο με ενδιαφέρει να κατανοήσουν οι μαθητές μου τι σημαίνει η ιστορία του Οδυσσέα και το έπος και όχι τις τεχνικές του Ομήρου. Πάνω στα ίδια ζητήματα θα πρέπει να εστιάσουμε κατά την έναρξη της σχολικής χρονιάς», αναφέρει η κ. Κουφάκη.

Η αξιολόγηση

Οσο για τον τρόπο αξιολόγησης των μαθητών, οι εκπαιδευτικοί θα βασιστούν σε χαλαρά τεστ και όχι σε αυστηρές διαγωνιστικές διαδικασίες. «Η τηλεκπαίδευση ήταν ένα φάρμακο στην πανδημία. Αλλά θα αφήσει ελλείψεις. Για παράδειγμα, οι μαθητές των γυμνασίων για δεύτερη συνεχή χρονιά δεν γράφουν προαγωγικές εξετάσεις, δηλαδή δεν έχουν αναμετρηθεί με το σύνολο της ύλης κάθε μαθήματος», παρατηρεί στην «Κ» η κ. Βασιλική Καρτάλη, φιλόλογος στη Σχολή Μωραΐτη.

Παράλληλα βέβαια με τις διαδικτυακές τάξεις που οργανώθηκαν, υπάρχουν και εκείνα τα παιδιά που για κάποιο σοβαρό λόγο εντάχθηκαν σε ειδικές τάξεις. «Είχα τμήμα που ξεκίνησε με τέσσερις μαθητές και στην πορεία οι τρεις διέκοψαν. Μέσα σε αυτό το κλίμα, τι μπορώ να ρωτήσω στα τρία παιδιά; Είναι βέβαιο ότι υπήρξαν σοβαρές αιτίες για τη διακοπή», λέει ο κ. Λεωνίδας Καστανάς, φυσικός σε λύκειο της Αθήνας. Και προσθέτει: «Αν κάτι δεν θα ξεχάσω σίγουρα από αυτό το διάστημα, είναι πως, στους δέκα μαθητές, οι πέντε πριν κλείσουν την κάμερα με ευχαριστούσαν. Το έχω μέσα στο αυτί μου κάθε φορά που πατάω “Εξοδος” από την πλατφόρμα. Είναι συγκινητικό».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή