Το εσωτερικό κατόρθωμα της Φιλικής Εταιρείας

Το εσωτερικό κατόρθωμα της Φιλικής Εταιρείας

8' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι αρχές του 19ου αιώνος βρίσκουν τον απανταχού ελληνισμό σε αναβρασμό. Η πίστη στην απελευθέρωση εκδηλωνόταν με στροφή προς την συλλογική ανασυγκρότηση είτε προς την άμεση πολιτική ενεργοποίηση. Την πρώτη τάση υπηρετούσε κυρίως η Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης, με εμπνευστή τον Καποδίστρια. Εξέφραζε όσους διαφωνούσαν με την εσπευσμένη κήρυξη της επαναστάσεως επειδή τη θεωρούσαν πρόωρη και ασύνετη υπό τις κρατούσες εσωτερικές και διεθνείς συνθήκες. Γι’ αυτό και έδινε προβάδισμα στην πνευματική ανάταξη του Γένους μέσω της παιδείας και του ελληνικού πολιτισμού. Τούτο στην προοπτική της αναχωνεύσεώς του με τους άλλους βαλκανικούς λαούς σε ένα ομόδοξο πολυεθνικό σχήμα, χωρίς να αποκλείει το ενδεχόμενο εξελληνισμού της παραπαίουσας Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Την δεύτερη τάση εξέφραζε η Φιλική Εταιρεία ως μυστική οργάνωση με στόχο την εξέγερση εναντίον του κατακτητή.

Κινητήριος δύναμη και των δύο ρευμάτων ήσαν οι Ελληνες έμποροι, λόγιοι και ναυτικοί της Διασποράς, ενώ έντονη παρουσία είχαν και οι Φαναριώτες, κοινωνική ομάδα η οποία άρχισε να διαμορφώνεται στις αρχές του 17ου αιώνος περί το Οικουμενικό Πατριαρχείο, κατέλαβε με τον χρόνο σημαντικά αξιώματα και απέκτησε δύναμη στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Φιλόμουσοι και Φιλικοί ανεγνώριζαν στην Κωνσταντινούπολη την πρωτεύουσα μιας ελληνοκεντρικής επικρατείας. Εκεί μετέφερε το 1818 την έδρα της και ανδρώθηκε η Φιλική Εταιρεία, οπότε αποφάσισε να αναζητήσει αρχηγό. Ο Ιωάννης Καποδίστριας αρνήθηκε και τότε απευθύνθηκε στον Αλέξανδρο Υψηλάντη ο οποίος απεδέχθη και τον Απρίλιο του 1820 ανέλαβε την ηγεσία της. Ηταν μόλις είκοσι οκτώ ετών.

Η συνωμοτική οργάνωση της Εταιρείας, ο σκοπός της και το υποβλητικό τελετουργικό της μυήσεως απέδωσαν. Στην αρχή μέλη της γίνονταν αποκλειστικά Ελληνες, ενώ απαγορευόταν να ανήκουν συγχρόνως σε άλλη μυστική οργάνωση. Ιδεολογικά ήταν συνδεδεμένη με τον γαλλικό διαφωτισμό και ποικίλους φιλελεύθερους κύκλους. Καταστατική της τοποθέτηση είχε ότι η επανάσταση έπρεπε να είναι υπόθεση καθαρά ελληνική, ξένη προς τα συμφέροντα άλλων δυνάμεων.

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ήταν Φαναριώτης, ποντιακής πριγκιπικής οικογενείας, η οποία το 1807 μετοίκησε και εγκαταστάθηκε στη Ρωσία. Ο ίδιος πολύ νωρίς ενστερνίσθηκε τις ιδέες του Ρήγα. Αν και υπασπιστής του τσάρου, συνδεόταν με προσωπικότητες της αντιαπολυταρχικής μυστικής ρωσικής οργανώσεως των Δεκεμβριστών, ήταν μέλος τεκτονικής στοάς, δηλαδή κέντρου διακινήσεως φιλελευθέρων ιδεών, ενώ παρακολουθούσε από κοντά τη γαλλική λογοτεχνία και σκέψη. Τον συγκινούσαν οραματισμοί τους οποίους ακολουθούσε χωρίς να κρίνει εις βάθος, οπότε είχε ανάγκη εμπίστων συνεργατών, τις εισηγήσεις των οποίων υιοθετούσε κρατώντας για λογαριασμό του την πρακτική εφαρμογή και τους κινδύνους της. Η βιασύνη στις αποφάσεις και τις κινήσεις του, συχνά υπονόμευε τις καλές στρατιωτικές του επιδόσεις.

Η επιλογή του Αλ. Υψηλάντη να ηγηθεί του επαναστατικού κινήματος στις παραδουνάβιες ηγεμονίες θα ήταν αδιανόητη χωρίς σοβαρές ελπίδες επιτυχίας. Συνυπολόγιζε και την μετοχή των άλλων βαλκανικών λαών στο εγχείρημα. Επιπλέον οι παραδουνάβιες χώρες τελούσαν υπό καθεστώς ημιαυτονομίας και τα οθωμανικά στρατεύματα ήταν αδύνατο να εισέλθουν χωρίς την άδεια του τσάρου, ενώ οι Φαναριώτες ηγεμόνες τους Αλέξανδρος και Μιχαήλ Βόδας – Σούτσος είχαν μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία. Εξάλλου στην περιοχή δρούσαν αξιόμαχοι κατηχημένοι οπλαρχηγοί, όπως ο Γιωργάκης Ολύμπιος και ο Ιωάννης Φαρμάκης. Οσο για την ελληνική Διασπορά, μπορεί αριθμητικά να ήταν μειοψηφική, αλλά οικονομικά και πολιτισμικά κυριαρχούσε.

Εννοώ τους ανθρώπους της μεσαίας τάξεως, οι οποίοι κατοικούσαν και εργάζονταν εκτός της τουρκοκρατουμένης Ελλάδος. Το εμπόριο στο οποίο πρωταγωνιστούσαν, τους έδινε τα οικονομικά μέσα για να υψώσουν μαζί με το βιοτικό και το πνευματικό τους επίπεδο, να διεκδικήσουν, πέρα από την ατομική τους επιβεβαίωση, ένα συλλογικό εαυτό. Επείγονταν να δράσουν χωρίς να περιμένουν την πνευματική ανάταξη, που ευλόγως ζητούσαν ένας Κοραής ή ένας Καποδίστριας. Οι τελευταίοι αντιλαμβάνονταν –και ορθά– πως το πολιτισμικό υπέδαφος του παραδόσιμου ελληνισμού δεν συμβάδιζε με το πνεύμα της νεωτερικότητος και γι’ αυτό έπρεπε να γεωργηθεί. Ησαν άνθρωποι της μεγάλης διάρκειας, στην ψυχολογία της οποίας δεν βρίσκει χώρο η πιεστική ένταση της «ευκαιρίας» αλλά ο μακρύς χρόνος των ζυμώσεως της σκέψεως. Ωστόσο οι εξελίξεις δεν είχαν λόγο να περιμένουν.

O Aλ. Υψηλάντης, με στολή Ρώσου στρατηγού, περνάει στις 21 Φεβρουαρίου 1821 τον Προύθο ποταμό και φθάνει την επομένη στο Ιάσιο. Δύο ημέρες κατόπιν, απευθύνει προς τους Ελληνες την προκήρυξη «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος». Τους παροτρύνει να εξεγερθούν, υπονοώντας ετοιμότητα της Ρωσίας να παρέμβει υπέρ τους («Κινηθείτε, ω φίλοι, και θέλητε ιδή μίαν Κραταιάν δύναμιν να υπερασπισθή τα δίκαιά μας»), ενώ συγχρόνως διακηρύσσει τις ιδεολογικές αρχές του ιδίου και της Φιλικής Εταιρείας: «Το έθνος συναθροιζόμενον θέλη εκλέξει τους Δημογέροντάς του, και εις την υψίστην ταύτην Βουλήν θέλουσιν υπείκει όλαι μας αι πράξεις».

Παρά τη βάσιμη αρχική αισιοδοξία για θετική έκβαση της επαναστάσεως στην Μολδοβλαχία, τα πράγματα εξελίχθηκαν καταστροφικά για το εγχείρημα και για τον ίδιο τον Υψηλάντη. Οι στρατιωτικές του δυνάμεις παρέμειναν ανεπαρκείς και ανοργάνωτες· η αναμενόμενη ρωσική συμπαράσταση έγινε οργίλη καταδίκη του κινήματος· ο αφορισμός από το Οικουμενικό Πατριαρχείο υπήρξε βαρύ ηθικό πλήγμα· οι τουρκικές δυνάμεις εισέβαλαν στις επαναστατημένες περιοχές· ο Θεόδωρος Βλαδιμηρέσκου παρεσπόνδησε· η ήττα στα διάφορα πεδία των μαχών και εν τέλει στο Δραγατσάνι, τον Ιούνιο 1821, απετέλεσαν τα διαδοχικά στάδια μιας οδυνηρής αποτυχίας στην οποία κατέληξαν οι δεκαπέντε μήνες της αρχηγίας του στην Φιλική Εταιρεία και της προσωπικής δοκιμασίας που τον έφερε στο θάνατο το 1828, λίγους μήνες μετά την αποφυλάκισή του.

Η περιπέτεια της Μολδοβλαχίας άφησε μια μελανή κηλίδα στην εθνική μας μνήμη, ώστε να την απαξιώνουμε και κατά κάποιον τρόπο να την διαχωρίζουμε από την επανάσταση στη Νότιο Ελλάδα, που αρχίζει με το συμβολικό συμβάν της 25ης Μαρτίου στην Αγία Λαύρα. Είναι κατανοητό να μας θλίβουν οι αποτυχίες και να τις απωθούμε μέσα μας αμυντικά. Ομως εν προκειμένω φαίνεται να υπάρχει και κάτι βαθύτερο, προς το οποίο επιμένει να δείχνει ο ιστορικός παραγκωνισμός της Φιλικής Εταιρείας, ταυτόχρονα με την επιτυχή έκρηξη της επαναστάσεως στην Πελοπόννησο και εν συνεχεία. Ο αδιαπραγμάτευτος φιλελευθερισμός της Φιλικής Εταιρείας δεν είχε θέση στο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος του 1830, που είχε λάβει την μορφή της κληρονομικής μοναρχίας, ενώ η ιδέα ενός πολυεθνικού βαλκανικού σχήματος την εποχή των ανερχομένων εθνικών αισθημάτων και κρατών έθετε στο περιθώριο όσους από τα μέλη της επέμεναν ακόμη να θυμούνται τις προγραμματικές της αρχές. Σταδιακά και συνειδητο-ασυνείδητα ιδεολογικό υπόβαθρο του εθνικού ελληνικού κράτους έγινε το βυζαντινό παρελθόν και η εσχατολογική του παράδοση, με πυρήνα τον θρύλο του Μαρμαρωμένου βασιλιά μεταλλαγμένο σε Μεγάλη Ιδέα.

Δεν είναι τυχαίο πως, αν εξαιρέσουμε τον Ν. Σκουφά, ο οποίος πέθανε το 1819, ο Ξάνθος, ο Σέκερης, ο Αναγνωστόπουλος, ο Τσακάλωφ, πέρασαν το υπόλοιπο της ζωής τους στο ελληνικό κράτος πάμπτωχοι και άσημοι, ενώ ο τελευταίος δεν άνοιξε ποτέ το στόμα του για την ιστορία της Εταιρείας. Τιμήθηκαν εκ των υστέρων ως πρωτουργοί απλώς της επαναστάσεως, όταν η διαφορά του σκοπού τους από το τελικό αποτέλεσμα είχε διασκεδασθεί.

Ομως η Φιλική Εταιρεία πέτυχε να συνενώσει στο ξεκίνημα παραδοσιακούς προεστούς, οπλαρχηγούς, ιεράρχες του Μοριά και νεήλυδες πολιτικούς, κυρίως Φαναριώτες. Μετά την αποτυχία της Μολδοβλαχίας, οι τελευταίοι συνέδεσαν την απελευθέρωση της πατρίδας από τον τουρκικό ζυγό, με τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης χώρας. Ως τότε ουδείς είχε κατά νου το εθνικό κράτος. Η απελευθέρωση θα εύρισκε τους Ρωμηούς προύχοντες στη θέση των πασάδων και βασιλέα στη θέση του σουλτάνου. Τα σχέδια του Ρήγα και των Φιλικών άνοιξαν δρόμο στην ευκταία συνύπαρξη των εθνοτήτων της Βαλκανικής υπό φιλελεύθερη πολιτική διοίκηση, μολονότι το εθνικό αίσθημα είχε αρχίσει να επηρεάζει τους λαούς της περιοχής. Γι’ αυτό και ο Υψηλάντης εγκατέλειψε αδίστακτα την αποφασισμένη κάθοδό του στην Πελοπόννησο, προκρίνοντας ως εναρκτήρια επαναστατική ενέργεια την εξέγερση στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Ανεξαρτήτως της αποτυχίας του, έκανε το μεγάλο βήμα.

Κυρίως, θα έλεγα, επέτυχε –εκτός προγράμματος– την αναγκαία εκείνη κρίσιμη μεταβολή του συναισθήματος των υποδούλων Ελλήνων, η οποία επέτρεψε την νικηφόρο εκκίνηση και αιμοδότησε την μακροχρόνια αντοχή που συνέβαλε αποφασιστικά στην αίσια έκβαση του αγώνα. Οι ώς τότε ραγιάδες έπαψαν να βιώνουν τη σκλαβιά ενοχικά σαν τιμωρία για τις αμαρτίες τους, γινόμενοι όσο τους καταπίεζε ο κατακτητής περισσότερο θύματα, καθώς απορροφούσαν την ενοχή αντί να την αποβάλουν, και αντέδρασαν ως σύνολο σκληρά. Οπως στις περιστάσεις της ενδοοικογενειακής βίας το θύμα καλείται πρωτίστως να απαλλαγεί από την ενοχική του παθητικότητα και ακολούθως από τον κακοποιό θύτη, έτσι κι εδώ. Την θέση της υποταγμένης απογνώσεως κατέλαβαν ο θυσιαστικός ενθουσιασμός της ελευθερίας και η πίστη στο δίκαιο της εξεγέρσεως. Το συμβάν τούτο καθ’ εαυτό είναι εσωτερικής και όχι εξωτερικής φύσεως. Υπ’ αυτό το πρίσμα η επανάσταση στη Μολδοβλαχία, μέσα στην αποτυχία της είχε επιτυχία ως εναρκτήριος κίνηση ανεξαρτησίας. Το όραμα της ελευθερίας λειτούργησε ως αντίδοτο στην ενοχή. Στη θυματική αποδοχή της ζωής ως επιβιώσεως, οι επαναστάτες αντέταξαν υπεράνω του θανάτου την αξία της ελεύθερης ζωής.

Η κατάληξη της Φιλικής Εταιρείας αποτελεί ιδιαίτερο κεφάλαιο της ιστορίας του Εικοσιένα, όπως εξελίχθηκε σε αγώνα για την οικοδόμηση ανεξαρτήτου εθνικού κράτους. Στην νέα τούτη πολιτική αναφορά της επαναστάσεως, πρωταγωνιστικό ρόλο ανέλαβαν και πολλοί πρώην Φιλικοί, ιδίως Φαναριώτες, οι οποίοι έθεσαν τις ικανότητες και τις φιλοδοξίες τους στην υπηρεσία του μελλοντικού ελληνικού κράτους. Ωστόσο δεν αναμετρήθηκαν ουσιαστικά με την μεγάλη πρόκληση της ανεξαρτησίας του: Πώς να συνυπάρξουν παραγωγικά στο πλαίσιο ενός νεωτερικού οργανισμού τα ενεργά προνεωτερικά συστατικά της παραδόσεως; Κατ’ αυτό τον τρόπο δημιούργησαν –με πάθος προνεωτερικό– τις προϋποθέσεις βιαίων έως εμφύλιων αντιπαραθέσεων, που λίγο έλειψε να καταστρέψουν τα πάντα. Η πληγή παραμένει μέχρι σήμερα ανοιχτή στην σφαίρα των ψυχικών διαθέσεων και των συναισθημάτων επιδρώντας τοξικά στον κοινωνικό και τον δημόσιο βίο.

Το αξίωμα πως ο εμφύλιος πόλεμος είναι στοιχείο της εθνικής ολοκληρώσεως, δεν φαίνεται εδώ να ευσταθεί. Ισχύει εφ’ όσον κάτι τέτοιο συμβαίνει μια και καλή, στην Αμερική λ.χ. ή στην Αγγλία, όχι όμως όταν αποτελεί καθεστώς με πολλαπλές εκδηλώσεις, αόριστη έκσταση και διάρκεια, και στόχο την χείρωση της εξουσίας, όπως κατά την Αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα. Πρόκειται μάλλον για προνεωτερική ρευστότητα συμφερόντων και φιλοδοξιών, με καθοριστικό περιεχόμενο την μερικότητα και αυτοσκοπό την διχόνοια. Στην ελληνική περίπτωση η «εθνική ολοκλήρωση» δείχνει καταστατικά υβριδική. Εξ ου και δεν προσφέρει σταθερά στην δημοκρατία μας τις ώριμες, με μέτρο και με όρια, πλειοψηφίες που χρειάζεται. Η προεπαναστατική επιμονή της Φιλομούσου Εταιρείας και του Κοραή στην παιδεία ισχύει κατ’ εξοχήν για τη συνθήκη της ανεξαρτησίας, η οποία εξ ορισμού βασίζεται στην συνείδηση του καθολικού συμφέροντος. Φαίνεται ότι παίρνουμε ακόμη ως άτομα και ομάδες εικόνα εαυτού από την αντιπαλότητά μας. Τι άλλο σημαίνει ότι τα κόμματα επιδίδονται συστηματικά στην πρακτική των αντιπαραθέσεων και την στρατηγική της εξουσίας αντί να απεργάζονται την κοινωνική συνοχή, που δίνει χώρο στον υπεύθυνο πολίτη; Διότι αυτό τον τύπο ανθρώπου χρειάζεται το εθνικό κράτος.

Αν έχουν έτσι τα πράγματα, μήπως η κοινωνία μας δεν συντονίζεται με το εθνικό κράτος; Σε μια τέτοια περίπτωση τα συναισθήματα ρέπουν προς τις συγκρούσεις. Η εθνική ολοκλήρωση συνάδει με τη συλλογική αυτοσυνείδηση· η προνεωτερική μερικότης είναι ριζικά διασπαστική ως ιδιοτέλεια και φιλοπρωτία, συντηρεί δε την αλληλοεξόντωση επειδή η κυριαρχία του ενός είναι η μοναδική μορφή «καθολικότητος». Ισως εδώ να έγκειται μια οδυνηρή επικαιρότητα του 1821.

* Ο κ. Στέλιος Ράμφος είναι συγγραφέας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή