Κόλλησε τον Μάρτιο του 2020, πριν καν ξεκινήσει το πρώτο lockdown στην Ελλάδα. Την πέρασε αρκετά ελαφρά, χωρίς υψηλό πυρετό, αλλά νιώθοντας κόπωση και έχοντας τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα του κορωνοϊού: ανοσμία και αγευσία. Για δύο εβδομάδες η 55χρονη Εύη Παππά δεν μύριζε και δεν γευόταν απολύτως τίποτα. Σιγά σιγά ανέκτησε τις δύο αυτές αισθήσεις, αν και όχι στο έπακρον. «Ξαφνικά, τον Ιούλιο του 2020», τέσσερις μήνες δηλαδή αφού νόσησε, «ορισμένα πράγματα άρχισαν να έχουν περίεργη και απολύτως δυσάρεστη μυρωδιά», λέει στην «Κ». O,τι μύριζε ευχάριστα, όπως τα αρώματα και τα λουλούδια, αλλά και τροφές όπως τα φιστίκια ή οι πιπεριές, τώρα ήταν για εκείνη ανυπόφορο. Πλέον, υπέφερε από παροσμία.
Δεν είναι η μόνη. Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο, το 47% των ασθενών που νόσησαν με κορωνοϊό υπέφεραν από αλλαγές στην οσμή και στη γεύση τους, συμπληρώνοντας πως σύμφωνα με μία άλλη έρευνα, το 56% των ασθενών υπέφερε από παροσμία, τη «διεστραμμένη αίσθηση όσφρησης». Σύμφωνα με την έρευνα του Φεβρουαρίου, την οποία διεξήγαγε η Claire Hopkins –ωτορινολαρυγγολόγος στο Guy’s Hospital στο Λονδίνο και καθηγήτρια στο King’s College London– και η Christine E. Kelly, ιδρύτρια του AbScent –μιας φιλανθρωπικής οργάνωσης που παρέχει υποστήριξη σε όσους υποφέρουν από ανοσμία και άλλες διαταραχές όσφρησης– σχεδόν οι μισοί από τους ασθενείς που συμμετείχαν υπέφεραν από παροσμία. Οι περισσότεροι δήλωσαν πως αυτό το σύμπτωμα παρουσιάστηκε περίπου δυόμισι μήνες μετά την ανοσμία. Περισσότερα από 25 άτομα που ζουν στην Ελλάδα μίλησαν στην «Κ» για τη δυσάρεστη εμπειρία της παροσμίας.
«Η καθημερινότητά μου άλλαξε από τη μια στιγμή στην άλλη», αναφέρει η 25χρονη Κατερίνα, η οποία έχασε τη γεύση και την όσφρησή της τον Ιανουάριο, ενώ αργότερα παρουσιάστηκε η παροσμία. «Τα φαγητά άρχισαν να μυρίζουν καμένο πλαστικό, ξεχασμένο κρέας που έχει χαλάσει μέρες στο ψυγείο, καθώς και χλωρίνη», λέει. «Ξεκίνησε με μια περίεργη μυρωδιά βενζίνης, πετρελαίου, αίσθηση καμένου γενικότερα στο οτιδήποτε, στα καυσαέρια, στις τροφές, στις κολόνιες», λέει στην «Κ» η 28χρονη Αικατερίνη Γεωργοπούλου, η οποία παρουσίασε παροσμία τέσσερις μήνες αφού νόσησε και ενώ πέρασε τον κορωνοϊό ελαφρά, με μοναδικά συμπτώματα αυτά της αγευσίας και της ανοσμίας – η παροσμία την ταλαιπωρεί τους τελευταίους επτά μήνες. «Το χειρότερο είναι ότι τροφές όπως το αυγό, το κρέας, το κρεμμύδι, τα εσπεριδοειδή, ο καφές έχουν μυρωδιά και γεύση χαλασμένου μπρόκολου, σάπιου ψαριού», δηλώνει.
Ολοι οι ερωτηθέντες τόνισαν πως η συνεχής, πολύμηνη αλλοίωση των οσμών και της γεύσης τους έχει επηρεάσει ιδιαίτερα αρνητικά την ψυχολογία τους. Δεν μπορούν να πάρουν απόλαυση από οτιδήποτε πόσιμο ή φαγώσιμο –το ότι όλα αυτά τους φέρνουν δυσοσμία σημαίνει πως δυσκολεύονται ακόμα και να βγουν για φαγητό με οικογένεια ή φίλους–, ενώ κάποιοι άλλοι που μπορεί να ήταν ήδη αρκετά αδύνατοι, χάνουν μη παραπανίσια κιλά, καθώς δυσκολεύονται να φάνε.
«Κοινωνικός αποκλεισμός»
«Καταθλιπτική κατάσταση, νεύρα, κλάμα, απογοήτευση κυρίως τους δύο πρώτους μήνες», λέει στην «Κ» η 37χρονη Φωτεινή, η οποία υποφέρει από παροσμία από τον Φεβρουάριο. «Είναι κοινωνικός αποκλεισμός. Δεν μπορώ να βγω έξω για φαγητό, αφού δεν έχω επιλογές να φάω και, επιπλέον, μου έρχονται άσχημες μυρωδιές», τονίζει. «Πιο πολύ μου έχει λείψει η μυρωδιά του αφρόλουτρου του παιδιού μου», λέει η ίδια.
Ενώ η ανοσμία και η αγευσία είναι συμπτώματα πλέον αρκετά διαδεδομένα, η παροσμία είναι λιγότερο γνωστή – όσοι μίλησαν στην «Κ» αναφέρουν πως φίλοι και γνωστοί στην αρχή δεν τους πίστευαν ή θεωρούσαν πως οι αλλοιωμένες μυρωδιές και γεύσεις ήταν ιδέα τους. «Αν δεν το βιώσεις δεν μπορείς να καταλάβεις πόσο περίεργο και δύσκολο είναι», αναφέρει η ίδια. Βρήκαν παρηγοριά σε γιατρούς που διέγνωσαν το πρόβλημά τους, αλλά κυρίως σε άλλους παθόντες – τουλάχιστον 280 άτομα είναι μέλη μιας ελληνικής ομάδας στο Facebook η οποία δημιουργήθηκε για να συζητούν μεταξύ τους το συγκεκριμένο σύμπτωμα.
«Θεωρώ πως μόνο εμείς που είμαστε έτσι μπορούμε να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον», λέει στην «Κ» μία 32χρονη, η οποία δεν ήθελε να αναφερθεί το όνομά της. Η ίδια τονίζει πως όσο μπορεί προσπαθεί να μην αγχώνεται για το αν η παροσμία θα παραμείνει, για να μην πέφτει ψυχολογικά. Μερικές φορές σχεδόν το συνηθίζει – «ξέρω αυτόματα τι θα πάρω να φάω και τι όχι», σημειώνει. Κάποιοι αναφέρουν ήδη ενθαρρυντικά σημάδια ανάρρωσης, δίνοντας δύναμη και στους υπόλοιπους, πως η οδύσσειά τους θα τελειώσει. Ορισμένοι έχουν αρχίσει να γεύονται ξανά αναψυκτικά. Η κ. Παππά λέει στην «Κ» πως είναι αισιόδοξη γιατί τελευταία παρατηρεί μικρές βελτιώσεις – το καρότο, παραδείγματος χάριν, θυμίζει και πάλι καρότο. Η 58χρονη Δήμητρα Καπλάνη ξεκίνησε τον Φεβρουάριο αρωματοθεραπεία – από τα 16 αρώματα που της έδωσαν, αρχικά αναγνώριζε τα τρία. Τώρα αναγνωρίζει πέντε με έξι. «Και συνεχίζω», λέει στην «Κ».
«Εχω ξεκινήσει αρωματοθεραπεία», αναφέρει η 24χρονη Καλλιόπη Γεωργιάδου, η οποία κόλλησε αρχές Δεκεμβρίου και έχει παροσμία από τα τέλη Φεβρουαρίου. «Μια το δουλεύω μια όχι, γιατί φυσικά σχεδόν όλα μυρίζουν ανυπόφορα, με αποτέλεσμα να με ζαλίζουν και να με ανακατεύουν». Τη δυσκολεύει ακόμα και το μπάνιο, αφού μέχρι και το σαμπουάν μυρίζει δυσάρεστα. «Εχω ξεχάσει κάποια πράγματα πώς μυρίζουν και τι γεύση έχουν και είναι στενάχωρο – μπορεί όλα αυτά για κάποιον να φαίνονται γελοία, αλλά πραγματικά είναι πολύ κουραστικό γιατί αλλάζει μια καθημερινότητα που είχες μια ζωή», τονίζει.
Επικίνδυνη κατάσταση
Αλλοι σημειώνουν πως ειδικά η ανοσμία είναι επικίνδυνη – κάποιοι έχουν κάψει το φαγητό χωρίς να το καταλάβουν, άλλοι ανησυχούν πως θα πιάσει φωτιά και δεν θα το μυρίσουν. Στους περισσότερους, απλά λείπει πολύ μία από τις πέντε βασικές αισθήσεις τους, και ό,τι εκείνη πρόσφερε. «Οι οσφρητικές αναμνήσεις είναι πολύ δυνατές, σε γεμίζουν συναισθήματα, σε γυρνάνε πίσω στον χρόνο, κι όταν αυτό δεν συμβαίνει, σε ρίχνει ψυχικά», λέει η κ. Παππά. «Είναι δυσάρεστο να ψήνεις, για παράδειγμα, κουλουράκια και να μη μοσχοβολάει, για σένα, το σπίτι», τονίζει, «ή να κόβεις βασιλικό και να κλείνεις τα μάτια προσπαθώντας να θυμηθείς πώς στο καλό ήταν εκείνη η αγαπημένη μυρωδιά».
Αρωματοθεραπεία, όπως… φυσιοθεραπεία
Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Εταιρείας Ωτορινολαρυγγολογίας και καθηγητής στο ΑΠΘ, Ιωάννης Κωνσταντινίδης, λέει στην «Κ» πως ο κορωνοϊός είναι νευροτρόπος ιός, ο οποίος προσβάλλει την οσφρητική οδό και είτε δημιουργεί οίδημα είτε προκαλεί μια ενδεχόμενη καταστροφή του νεύρου. Στην περίπτωση του οιδήματος, η οποία είναι και η πιο συχνή, έπειτα από ένα διάστημα η λειτουργικότητα της όσφρησης επανέρχεται – ο ίδιος τονίζει πως σε αυτό βοηθά η αρωματοθεραπεία, την οποία αποκαλεί «φυσιοθεραπεία της οσφρητικής οδού». Ο Γεώργιος Τσιβγούλης, καθηγητής Νευρολογίας στο ΕΚΠΑ και πρόεδρος της Ελληνικής Νευρολογικής Εταιρείας, λέει στην «Κ» πως σε ελληνική μελέτη που διεξήγαγαν στο Αττικόν μαζί με τον Σωτήρη Τσιόδρα, είδαν πως 77% των ασθενών που είχαν λοίμωξη με κορωνοϊό, είχαν διαταραχές στην όσφρηση. Σε άλλη ελληνική μελέτη είδαν πως αν υπάρχει ιστορικό διαταραχών του θυρεοειδούς, η πιθανότητα κάποιος ασθενής να έχει εμμένουσες οσφρητικές διαταραχές –συμπεριλαμβανομένης και της προαναφερθείσας παροσμίας–ύστερα από λοίμωξη με κορωνοϊό αυξάνεται.