Σε κατακόρυφη αύξηση του αριθμού των παιδιών που προσβάλλονται από τoν SARS-CoV-2 οδηγεί η διαφαινόμενη επικράτηση του στελέχους «Δέλτα». Η μεγάλη ταχύτητα με την οποία μεταδίδεται το συγκεκριμένο στέλεχος και η εκτεταμένη διασπορά του ιού στην κοινότητα δημιουργούν τις συνθήκες της «τέλειας καταιγίδας» για τον ανεμβολίαστο παιδικό και εφηβικό πληθυσμό σε αυτό το τέταρτο κύμα της COVID-19. Το τελευταίο δεκαπενθήμερο, σχεδόν δύο στα δέκα νέα κρούσματα αφορούν άτομα ηλικίας έως 17 ετών, όταν στο πρώτο κύμα από αυτήν την ηλικιακή ομάδα προερχόταν το 4% των κρουσμάτων, στο δεύτερο κύμα το 6% και στο τρίτο κύμα το 10%. Το θετικό είναι ότι τα παιδιά συνεχίζουν να έχουν πιο ήπια συμπτώματα της COVID-19. Ωστόσο από την ηλικία των 15 ετών ο κίνδυνος από τη νόσο εξομοιώνεται με τον κίνδυνο ενός νεαρού ενηλίκου, γεγονός που άνοιξε τον δρόμο για τον εμβολιασμό των εφήβων 15 έως 17 ετών. Παράλληλα εξετάζεται σοβαρά το ενδεχόμενο χορήγησης του εμβολίου σε παιδιά 12 έως 15 ετών για την προστασία έναντι του στελέχους «Δέλτα» αλλά και τον έλεγχο της διασποράς του ιού, η οποία, εάν συνεχιστεί, μπορεί να οδηγήσει σε νέες και επικίνδυνες παραλλαγές.
«Βλέπουμε ότι ο ιός έχει μεταφερθεί πλέον στις νεότερες ηλικίες και ο μέσος όρος ηλικίας των νέων διαγνώσεων έχει μειωθεί. Κύριοι λόγοι για αυτό είναι ο συγχρωτισμός των νέων, η χαλάρωση στην τήρηση των μέτρων αλλά και το γεγονός ότι το ποσοστό της εμβολιαστικής κάλυψης στις μικρές ηλικίες είναι χαμηλό. Ξέρουμε επίσης ότι το νέο στέλεχος “Δέλτα” είναι πολύ πιο μεταδοτικό και ενδεχομένως έχει αλλάξει τα δεδομένα για τη μεταδοτικότητα σε πολύ νεαρές ηλικίες», τονίζει στην «Κ» ο καθηγητής Μικροβιολογίας, διευθυντής του Εργαστηρίου Μικροβιολογίας του ΕΚΠΑ και αντιπρύτανης Αθανάσιος Τσακρής. Σύμφωνα με τα δεδομένα του ΕΟΔΥ, η διάμεση ηλικία των νέων κρουσμάτων είναι τα 26 έτη, ενώ τις τελευταίες δύο εβδομάδες οκτώ στα δέκα νέα κρούσματα (79%) αφορούν σε άτομα έως 39 ετών. Είναι ενδεικτικό ότι την περασμένη Τετάρτη, η διάμεση ηλικία των κρουσμάτων που εντοπίστηκαν από τους μαζικούς ελέγχους του ΕΟΔΥ στον Δήμο Ελληνικού ήταν τα 17 έτη, στον Δήμο Διονύσου τα 16 έτη, στο Μαρούσι τα 21 έτη και στον Πειραιά τα 19 έτη.
Από τα νέα κρούσματα των τελευταίων δύο εβδομάδων το 17,8% αφορά σε παιδιά ηλικίας έως 17 ετών. Οπως επισημαίνει στην «Κ» ο ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής και Ενδοκρινολογίας, διευθυντής του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Υγείας Μητέρας, Παιδιού και Ιατρικής Ακριβείας, επικεφαλής έδρας UNESCO Εφηβικής Υγείας και Ιατρικής, Γιώργος Χρούσος, «όλο το προηγούμενο διάστημα προστατέψαμε καλά τα παιδιά από την πανδημία και πολλά δεν έχουν εκτεθεί στον ιό. Εκτιμώ ότι με το στέλεχος “Δέλτα” θα βλέπουμε αύξηση στα κρούσματα σε παιδιά. Και ακόμα δεν γνωρίζουμε εάν το νέο στέλεχος είναι πιο παθογόνο. Ο φόβος μας λοιπόν είναι ότι σε αυτό το κύμα περισσότερα παιδιά θα νοσήσουν».
Εως τώρα ο κανόνας είναι ότι τα παιδιά στην πλειονότητά τους περνούν τη νόσο υποκλινικά, δηλαδή χωρίς συμπτώματα ή πολύ ελαφριά. Σύμφωνα με τον καθηγητή, έως πρόσφατα είχαν καταγραφεί 148 νοσηλείες παιδιών 12 έως 17 ετών στην Ελλάδα και κανένας θάνατος σε άτομο κάτω των 15 ετών.
Σε ποσοστό 24% τα νοσηλευόμενα παιδιά ήταν παχύσαρκα, το 6% είχε άσθμα, το 3% λάμβανε ανοσοκατασταλτική θεραπεία. Ο καθηγητής λέει πως «φαίνεται ότι τα παιδιά έχουν καλύτερες εφεδρείες στη φυσιολογία τους, δηλαδή πνεύμονες, καρδιά, αγγεία, και το σπουδαιότερο έχουν καλύτερο ανοσοποιητικό σύστημα. Ο ιός δεν παραμένει πολύ στον οργανισμό τους, ούτε πολλαπλασιάζεται πολύ και αυτό σημαίνει εξ ορισμού ότι μπορούν να μεταδώσουν λίγο και για λιγότερες ημέρες τον ιό σε σχέση με τους ενηλίκους».
Ωστόσο από την ηλικία των 15 ετών τα δεδομένα αλλάζουν. «Τα παιδιά αυτής της ηλικίας είναι ώριμα και σωματικά μοιάζουν με τους ενηλίκους. Ενας 16χρονος και ένας νέος 21 ετών δεν είναι τόσο διαφορετικοί σε ό,τι αφορά τον κίνδυνο που διατρέχουν από την COVID-19», εξηγεί ο κ. Χρούσος. Στο πλαίσιο αυτό και λαμβάνοντας υπόψη ότι το εμβόλιο είναι ασφαλές για τα παιδιά, η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών έδωσε το πράσινο φως για τον εμβολιασμό των εφήβων 15 έως 17 ετών. «Πολλοί γονείς με ρωτούν τι να κάνουν. Είναι διστακτικοί. Από τη μία φοβούνται, από την άλλη θέλουν να κάνουν ό,τι είναι καλύτερο για τα παιδιά τους. Λέω σε όλους να τα εμβολιάσουν», τονίζει ο κ. Χρούσος. Τις επόμενες ημέρες η Επιτροπή θα γνωμοδοτήσει σχετικά με τον εμβολιασμό και των παιδιών 12 έως 15 ετών. Οπως σημειώνει ο καθηγητής, «είμαστε σε φάση συλλογής των πρωτογενών αναφορών και δεδομένων, τα οποία θα επεξεργαστούμε. Προσωπική μου γνώμη είναι ότι εάν ένα παιδί έχει υποκείμενο νόσημα, θα έχει όφελος από το εμβόλιο και πρέπει να το κάνει».
Οι προβλέψεις
Ο άμεσος εμβολιασμός του πληθυσμού είναι κομβικός για τον έλεγχο της διασποράς του ιού. Οπως τονίζει ο κ. Τσακρής, «όσο η πανδημία παραμένει ανεξέλεγκτη τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες ανάδειξης και επικράτησης νέων στελεχών με εξελικτικά πλεονεκτήματα έναντι των προηγούμενων, τα οποία μπορεί ακόμα και να διαφεύγουν σε κάποιο βαθμό της υπάρχουσας ανοσολογικής απόκρισης. Και θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο ιός μεταλλάσσεται και σε τοπικό επίπεδο. Δεν χρειάζεται, παραδείγματος χάριν, να ταξιδέψει κάποιος από την Ινδία ή τη Μεγάλη Βρετανία για να μεταφέρει το ινδικό στέλεχος. Μπορεί η συγκεκριμένη παραλλαγή να εξελιχθεί και στην Ελλάδα, αφού ο ιός ακολουθεί παντού παρεμφερή μονοπάτια εξέλιξης. Και για τον λόγο αυτόν είναι εξαιρετικά μεγάλη η ανάγκη εμβολιασμού του πληθυσμού».
Οσον αφορά το πώς θα εξελιχθεί η πανδημία, ο κ. Τσακρής επισημαίνει ότι «η εξέλιξη αυτής της πανδημίας έχει δείξει ότι η πορεία που ακολουθεί ο ιός δεν ανταποκρίνεται στις προβλέψεις. Ενδέχεται να κορυφωθεί μέσα στον Αύγουστο, εν συνεχεία να υποχωρήσει λίγο και με τα πρώτα κρύα του φθινοπώρου να έχουμε νέα αναζωπύρωση. Θα πρέπει επίσης να γνωρίζουμε ότι θα βλέπουμε συνέχεια κύματα και η κύρια μέριμνά μας θα πρέπει να είναι το σύστημα υγείας να παραμείνει αλώβητο. Για ιούς όπως οι κορωνοϊοί ή οι ιοί της γρίπης, με ιολογικούς όρους, δεν υπάρχει αυτό που λέμε ανοσία αγέλης. Ιοί που μπορούν να προσβάλουν με την ίδια ευκολία πολλούς διαφορετικούς ξενιστές, δηλαδή όχι μόνο τον άνθρωπο, αλλά και πτηνά και άλλα ζώα, έχουν αποκτήσει διαχρονικά εξελικτικά πλεονεκτήματα και μπορούν να προσαρμόζονται εύκολα σε νέες συνθήκες, συνεχίζοντας να μολύνουν τους ξενιστές τους με νέες παραλλαγές. Ετσι και η COVID δεν θα εξαλειφθεί. Απλώς με την ανοσοποίηση του πληθυσμού θα μειωθούν στο ελάχιστο τα σοβαρά περιστατικά της νόσου».
Οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις
Η κατά κανόνα ήπια COVID-19 στις μικρότερες ηλικίες είναι το συχνότερο επιχείρημα που διατυπώνουν πολλοί νέοι, οι οποίοι τηρούν μία πιο χαλαρή στάση όσον αφορά τα μέτρα προστασίας και τον εμβολιασμό. Στην πλειονότητά τους αγνοούν τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της νόσου που σε μερικές περιπτώσεις ξεπερνούν σε ένταση την ίδια την COVID-19. Οπως τονίζει ο καθηγητής μικροβιολογίας ΕΚΠΑ Αθανάσιος Τσακρής, «μπορεί η νόσος να είναι πιο ήπια στις νεότερες ηλικίες και οι επιπλοκές σπάνιες, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε το σύνδρομο post-COVID (παρεμφερής έννοια είναι και το long COVID), το οποίο βλέπουμε ακόμα και έπειτα από ήπιες λοιμώξεις και σε μεγάλο ποσοστό σε νέους 18 έως 30 ετών. Για το σύνδρομο αυτό δεν ξέρουμε σε βάθος χρόνου τι είδους επιπτώσεις μπορεί να έχει στο ανοσοποιητικό, νευρικό, αναπνευστικό ή στο καρδιαγγειακό σύστημα των ατόμων που έχουν νοσήσει. Θα πρέπει λοιπόν οι νέοι να ζυγίσουν και αυτό το ενδεχόμενο. Δεν είναι μόνο ο κίνδυνος νοσηλείας σε ΜΕΘ. Είναι και η πιθανότητα εμφάνισης του post-COVID πολύ μεγαλύτερη από τα πολύ σπάνια περιστατικά περικαρδίτιδας ή μυοκαρδίτιδας που έχουν καταγραφεί ύστερα από εμβολιασμό έναντι της COVID-19 στους νέους».