Άποψη: Γυναικοκτονίες, τα δεδομένα και η γλώσσα

Άποψη: Γυναικοκτονίες, τα δεδομένα και η γλώσσα

2' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το 2007, οι οικονομολόγοι Ανν Αϊζερ και Πέδρο Νταλ Μπο αποφάσισαν να μελετήσουν τα αποτελέσματα των no-drop πολιτικών στο πεδίο της ενδοοικογενειακής βίας. Οι no-drop πολιτικές ορίζουν ότι αν μια γυναίκα καταγγείλει τον σύντροφό της για βίαιη συμπεριφορά και στη συνέχεια αποσύρει την καταγγελία, η αρμόδια αρχή μπορεί να προχωρήσει με τη δίωξη αν θεωρήσει ότι η γυναίκα δέχτηκε εξωτερικές πιέσεις για να αλλάξει την απόφασή της.
 
Η έρευνά τους έδειξε ότι η πολιτική αυτή λειτουργεί ως μηχανισμός δέσμευσης των θυμάτων απέναντι στην απόφασή τους να διεκδικήσουν την απονομή δικαιοσύνης και μια πιο ασφαλή ζωή: στις περιοχές όπου επιβάλλεται, οι καταγγελίες για ενδοοικογενειακή βία αυξάνονται έως και 18%. Παράλληλα, υπάρχει κάτι που μειώνεται, σε ακόμα μεγαλύτερο μάλιστα ποσοστό, και αυτό είναι οι συζυγοκτονίες ανδρών. Οι γυναίκες που υφίστανται βία, φαίνεται, αποκτώντας μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην πιθανότητα να ολοκληρωθεί η διαδικασία την οποία ξεκίνησαν, έχουν πια λιγότερους λόγους να καταφύγουν στον πιο τελεσίδικο μηχανισμό δέσμευσης απ’ όλους, που είναι η δολοφονία. 
 
Φέρνω ξανά και ξανά στο μυαλό μου την ιστορία αυτή, στο τέλος ενός ακόμη επταμήνου με μία, κατά μέσον όρο, γυναικοκτονία τον μήνα στην Ελλάδα, για δύο λόγους: ο ένας είναι το ότι καταδεικνύει με τρόπο αφηγηματικά απροσδόκητο, αλλά πολύ καθαρό, μια πτυχή του κυκλικού χαρακτήρα της βίας. Το ζήτημα της έμφυλης βίας, που αιώνες τώρα έχει μείνει, πολύ βολικά, στο περιθώριο της Ιστορίας, της οικονομίας και της πολιτικής, μας αφορά αναπόδραστα όλες και όλους. Ο δεύτερος λόγος είναι το ότι περιγράφει, έστω και απροσχεδίαστα, δύο ευρύτερους μηχανισμούς δέσμευσης που δεν αφορούν πια τα θύματα της έμφυλης βίας αλλά τις κοινωνίες, όπως τη δική μας, που καλούνται να δώσουν τέλος σε αυτήν: τα ερευνητικά δεδομένα και τη γλώσσα. 
 
Οι μηχανισμοί δέσμευσης είναι εργαλεία που χρησιμοποιούμε για να εξασφαλίσουμε ότι θα παραμείνουμε συνεπείς στις αποφάσεις που παίρνουμε σήμερα, ακόμα και σε μια μελλοντική στιγμή όπου άλλες προτεραιότητες μπορεί να μας φαίνονται πιο επείγουσες ή πιο σημαντικές. Τα ερευνητικά δεδομένα, όπως αυτά που αναγκάζεται η χώρα μας να αρχίσει να συλλέγει και να συνδυάζει, μετά την κύρωση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, σε σχέση με την έμφυλη βία και τις γυναικοκτονίες (πόσες είναι, ποια είναι τα χαρακτηριστικά τους), είναι ένας τέτοιος μηχανισμός: αν καταφέρουμε να συγκεντρώσουμε και να «διαβάζουμε» συστηματικά τα στοιχεία που στοιχειοθετούν το πρόβλημα, θα κινδυνεύουμε λιγότερο να το βάλουμε στην άκρη όταν η συγκυρία του 2021 και της «Ελλάδας του #MeToo» παρέλθει και άλλα ζητήματα καταλάβουν ξανά τις πρώτες θέσεις της επικαιρότητας. 
 
Αλλά ας μην ξεχνάμε τη γλώσσα. Η γλώσσα δημιουργεί σε κάθε εποχή το πλαίσιο μέσα στο οποίο οι άνθρωποι ανέχονται, καταδικάζουν, προσπαθούν να αλλάξουν πεποιθήσεις και συμπεριφορές. Κι εμείς τους τελευταίους μήνες περάσαμε ως κοινωνία από τον αβασάνιστο χαρακτηρισμό των γυναικοκτονιών ως «εγκλημάτων πάθους» σε μια –όχι εύκολη και φυσικά σταδιακή, δηλαδή με σφιγμένα δόντια– αποδοχή, σε ιδιωτικό και δημόσιο επίπεδο, ενός όρου που δεν υποδηλώνει μόνο το ποια δολοφονήθηκε αλλά και το γιατί. Αν συνεχίσουμε να καλλιεργούμε ένα κοινό λεξιλόγιο για το τι συνιστά βία, ποιες είναι οι αιτίες της και πώς θα λειτουργούσε το χ ή το ψ μέτρο αντιμετώπισης, τότε θα έχουμε φτιάξει για τους εαυτούς μας έναν μηχανισμό που θα μας θυμίζει κάθε μέρα, παντού, ότι είναι δέσμευση όλων μας το να πάψουν οι γυναίκες να υφίστανται βία και να δολοφονούνται επειδή γεννήθηκαν ή αποφάσισαν να ζήσουν ως γυναίκες. 
 
* Η κ. Στέλλα Κάσδαγλη είναι συνιδρύτρια του Women On Top, συγγραφέας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή