Να προλάβουμε εμείς τον χειμώνα

Να προλάβουμε εμείς τον χειμώνα

6' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με δύο βασικούς στόχους, η ταχεία πραγματοποίηση των οποίων υπήρξε πάντοτε το ζητούμενο, μπαίνουν στο φθινόπωρο το υπουργείο Περιβάλλοντος και οι δασικές υπηρεσίες. Ο πρώτος είναι να ξεκινήσουν άμεσα τα αντιδιαβρωτικά έργα στις πυρόπληκτες περιοχές, ει δυνατόν πριν από τον χειμώνα, προκειμένου όχι μόνο να προληφθούν καταστροφές, αλλά και να υποστηριχθεί η αναγέννηση της φύσης. Ο δεύτερος αφορά την «αλλαγή σελίδας» σε σχέση με τα αντιπυρικά έργα, με τα δασαρχεία να καλούνται να υποβάλουν μελέτες ώστε τα έργα να ξεκινήσουν την άνοιξη. Ζητούμενο παραμένει η στελέχωση των δασαρχείων με μόνιμο προσωπικό.

«Φέτος –και φυσικά τα επόμενα χρόνια– στόχος μας είναι να επιτύχουμε τόσο την αντιμετώπιση των συνεπειών των πυρκαγιών όσο και την προετοιμασία για την επόμενη χρονιά σε πολύ συντομότερους χρόνους», εξηγεί στην «Κ» ο Βαγγέλης Γκουντούφας, αναπληρωτής προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος. «Ο χρόνος ήδη τρέχει αντίστροφα».

Το πρώτο σκέλος αφορά τις πυρόπληκτες περιοχές και πώς θα ολοκληρωθούν τα αντιδιαβρωτικά έργα πριν από τον χειμώνα. «Φέτος δοκιμάζεται ένα νέο μοντέλο, ο ανάδοχος αναδάσωσης. Δίνεται η δυνατότητα σε ιδιώτες που ενδιαφέρονται να αναλάβουν την αποκατάσταση μιας περιοχής, όχι δωρίζοντας χρήματα στο “απρόσωπο” ελληνικό Δημόσιο, αλλά αναλαμβάνοντας τη σύνταξη μελέτης για τα απαραίτητα έργα ή και τις ίδιες τις εργασίες, πάντα υπό την επίβλεψη της δασικής υπηρεσίας. Στη Βόρεια Εύβοια ήδη έγιναν οι πρώτες τρεις αναδοχές, δύο από τη ΔΕΗ και μια από την εταιρεία Eren και τα έργα ξεκίνησαν. Οι εργασίες θα εκτελεστούν από τους δασικούς συνεταιρισμούς, ανάμεσα στους οποίους και εκείνοι των ρητινεργατών, επειδή θέλουμε να δοθεί προτεραιότητα στην τοπική κοινωνία που έχει πληγεί. Επειδή όμως οι δασικοί συνεταιρισμοί στην πληγείσα περιοχή δεν είναι πολλοί –και προφανώς δεν μπορούμε να περιμένουμε να τελειώσουν από τη μια περιοχή για να απασχοληθούν σε κάποια άλλη– θα χρησιμοποιήσουμε δασικούς συνεταιρισμούς τόσο από την υπόλοιπη Εύβοια όσο και από άλλες περιοχές που εκδήλωσαν ενδιαφέρον, όπως η Hπειρος, η Χαλκιδική, τα Τρίκαλα, η Δράμα. Αν δεν επαρκούν οι δασικοί συνεταιρισμοί, η νομοθεσία δίνει το δικαίωμα στον ανάδοχο να χρησιμοποιήσει εργολήπτες πρασίνου».

Τι θα γίνει με τα έργα τα οποία «προσφέρθηκαν» από το Δημόσιο προς αναδοχή (μέσω της ιστοσελίδας e-dorees.gov.gr) αλλά δεν υπήρξε ενδιαφέρον; «Τα έργα αυτά δεν θα μείνουν έτσι. Hδη έχουν εγκριθεί τα τεχνικά δελτία μέσω του υπουργείου Ανάπτυξης. Στην Αττική, η Διεύθυνση Αναδασώσεων έχει συντάξει μελέτη για τα απαραίτητα έργα στα Γεράνεια, ύψους 14 εκατ. ευρώ για την Αττική και 1,8 εκατ. ευρώ για την Κορινθία και τα έργα θα εκτελεστούν μέσω της ανάθεσης σε εργολήπτες πρασίνου. Οι αναθέσεις θα γίνουν στην Αττική από τη Διεύθυνση Αναδασώσεων και στις άλλες περιοχές, λ.χ. στη Βόρεια Εύβοια και τον Πύργο, από τα τοπικά δασαρχεία. Την περίοδο αυτή αναμένουμε να κατατεθούν οι μελέτες για την Αρκαδία, το Γύθειο και το Λαύριο ώστε τα έργα και σε αυτές τις περιοχές να πάρουν τον δρόμο τους».

Τα αντιδιαβρωτικά έργα είναι τα δεύτερα στη σειρά, στη χρονική ακολουθία των παρεμβάσεων σε ένα καμένο δάσος. «Πρώτα ξεκινά η απομάκρυνση της καμένης παρόδιας βλάστησης. Hδη έχει ολοκληρωθεί στις καμένες περιοχές στην Αττική, στην Εύβοια και τον Πύργο – εξαιρούνται τα Βίλια που κάηκαν τελευταία και ένα μικρό ποσοστό της Ιστιαίας. Αυτό είναι το πρώτο και άμεσο μέτρο ώστε να είναι ανοιχτοί οι δρόμοι και να μην υπάρχει κίνδυνος ατυχήματος», εξηγεί ο κ. Γκουντούφας. «Παράλληλα έχει δοθεί εντολή στις περιφέρειες να καθαρίζουν τις κοίτες των ρεμάτων συνεχώς, ώστε να μην υπάρχουν εμπόδια στη ροή του νερού. Το τρίτο βήμα είναι τα αντιδιαβρωτικά έργα που θα ξεκινήσουν σε όλες τις πυρόπληκτες περιοχές».

Να προλάβουμε εμείς τον χειμώνα-1
Η χαλέπιος πεύκη είναι ένα πυρόφιλο είδος, έχει δηλαδή γενετικώς τη δυνατότητα να αναγεννάται ύστερα από μια φωτιά. Φωτ. INTIME NEWS / ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΩΥΣΙΑΔΗΣ

Nωρίς τα αντιπυρικά

Εκτός από την προστασία των πυρόπληκτων περιοχών, το υπουργείο Περιβάλλοντος θα προσπαθήσει φέτος να «σπάσει» τον κανόνα, που θέλει τα αντιπυρικά έργα να ξεκινούν… το καλοκαίρι και δη με ελάχιστη χρηματοδότηση. «Από τον Οκτώβριο όλες οι δασικές υπηρεσίες της χώρας θα κληθούν να συντάξουν ή να επικαιροποιήσουν –πιθανότατα μέσω ανάθεσης σε τρίτους– αντιπυρικά σχέδια σε συνεργασία με τις πυροσβεστικές υπηρεσίες για το σύνολο της περιοχής ευθύνης τους. Αυτά θα υποδεικνύουν τις πιο επικίνδυνες περιοχές, θα δείχνουν πού πρέπει να γίνει διασπορά οχημάτων, τι πρέπει να καθαριστεί, ποιοι δρόμοι πρέπει να είναι διαρκώς συντηρημένοι και ανοιχτοί, τι υποδομές χρειάζονται. Θέλουμε μέσα στα επόμενα δύο χρόνια να καλυφθεί από τέτοιες μελέτες το σύνολο της χώρας», λέει ο κ. Γκουντούφας. «Παράλληλα, στις αρχές της άνοιξης θα πρέπει να επιλέξουν τα πιο κρίσιμα δασικά οικοσυστήματα και να ξεκινήσουν εργασίες απομάκρυνσης της καύσιμης ύλης και συντήρησης των δασικών οδών. Εξετάζεται το έργο αυτό να χρηματοδοτηθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης».

Αυτό που είναι πλέον κρίσιμης σημασίας είναι να προχωρήσει άμεσα και ταχέως η στελέχωση των δασαρχείων με μόνιμο προσωπικό. «Αυτή τη στιγμή σε όλα τα επίπεδα της δασικής υπηρεσίας, δηλαδή στο υπουργείο Περιβάλλοντος, στις διευθύνσεις δασών και τα δασαρχεία, υπηρετούν 580 δασολόγοι και 400 δασοπόνοι. Αυτό σημαίνει ότι σε κάθε δασολόγο αντιστοιχούν 382.000 στρέμματα δασών. Σε ένα έτος από σήμερα θα συνταξιοδοτηθούν τουλάχιστον 200 δασολόγοι», εξηγεί ο κ. Γκουντούφας. «Επομένως η ανάγκη στελέχωσης των δασικών υπηρεσιών με μόνιμο προσωπικό είναι πλέον επιτακτική, δεν πρόκειται για κάποιο συντεχνιακό ζήτημα. Θεωρώ ότι η πολιτεία το έχει κατανοήσει και θα ανταποκριθεί».

Οι παλαιότερες μεγαπυρκαγιές και τα μαθήματα από αυτές

Η φύση πρέπει να αφεθεί και να προστατευθεί ώστε να αναγεννηθεί. Η εμπειρία των προηγούμενων μεγαπυρκαγιών, όπως αυτές της Πελοποννήσου και της Πάρνηθας το 2007 και της Ανατολικής Αττικής το 2009, δείχνουν ότι η σημασία των αντιδιαβρωτικών έργων και της προστασίας των καμένων περιοχών από τη βόσκηση είναι τεράστια, ενώ συνήθως οι αναδασώσεις δεν είναι απαραίτητες, παρά μόνο σε ειδικές περιπτώσεις.

«Το πώς θα εξελιχθεί η βλάστηση έπειτα από μια πυρκαγιά εξαρτάται από το είδος της βλάστησης», εξηγεί ο κ. Γκουντούφας. «Οι περιοχές που κάηκαν φέτος είχαν κυρίως χαλέπιο πεύκη, που είναι ένα πυρόφιλο είδος, έχει δηλαδή γενετικώς τη δυνατότητα να αναγεννάται ύστερα από μια φωτιά. Το καλοκαίρι τα ώριμα πεύκα είναι γεμάτα με κλειστούς κώνους που κατά την πυρκαγιά ή έπειτα από αυτή ανοίγουν και πέφτουν στο έδαφος, σκορπίζοντας σπόρους. Επίσης, υπάρχουν πολλά είδη που αναγεννώνται φυσικά με παραβλαστήματα, όπως τα αείφυλλα και τα πλατύφυλλα. Επομένως δεν έχει νόημα να ξοδεύουμε χρήματα για κάτι που η φύση θα το κάνει γρήγορα και πιο αποτελεσματικά από εμάς».

Οι αναδασώσεις κατευθύνονται μόνο σε περιοχές όπου για συγκεκριμένους λόγους η αναγέννηση δεν είναι εφικτή. «Αν μια περιοχή έχει καεί τρεις φορές σε μικρό χρονικό διάστημα, δεν είχε ώριμα δέντρα “σπορείς” και επομένως δύσκολα θα αναγεννηθεί, εκεί πρέπει να επέμβουμε τεχνητά. Επίσης, υπάρχουν κάποια συγκεκριμένα είδη που δύσκολα αναγεννώνται, κάτι που είδαμε στην Πάρνηθα με το ελατόδασος. Εκεί, όπως έγινε, πρέπει να αφήνεις πρώτα να δημιουργηθεί ένα “προσωρινό” δάσος, στη σκιά του οποίου θα φυτεύσεις το είδος που θέλεις, εν προκειμένω τα ελατάκια».

Ο κ. Γκουντούφας θεωρεί ότι τα επόμενα χρόνια η προσοχή των ειδικών θα εστιαστεί στις περιοχές μείξης δάσους και κατοικίας. «Το να αντικαταστήσουμε εκτεταμένα πευκοδάση με δάση άλλων ειδών, φυσικά και δεν γίνεται, ούτε μας βρίσκει σύμφωνους. Ομως, καθώς ολοκληρώνονται οι δασικοί χάρτες, θα έχουμε στοιχεία για τις κρίσιμες ζώνες μείξης φύσης και δόμησης, όπου θα μπορούσε να σχεδιαστεί μια διαφορετική προσέγγιση. Πρέπει να δημιουργήσουμε μια μείξη κωνοφόρων με πυράντοχα πλατύφυλλα δέντρα, όπως πλατάνια, χαρουπιές και κουτσουπιές, που θα λειτουργούν ως φυσικοί φράκτες, επιβραδύνοντας την ταχύτητα της φωτιάς».

Ποια είναι τα διδάγματα των μεγάλων καταστροφικών πυρκαγιών προηγούμενων ετών; «Σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει μια σταθερή γραμμή: προσπαθούμε να δημιουργούμε ταχύτατα τις συνθήκες ώστε να μη χαθεί το έδαφος, ώστε να μην εμποδιστεί η φυσική αναγέννηση του δάσους», καταλήγει ο κ. Γκουντούφας. «Υπάρχουν όμως ορισμένα σημαντικά διδάγματα. Πρώτον, πρέπει να καταλάβουμε ότι θα έχουμε μεγαπυρκαγιές συχνότερα από ό,τι στο παρελθόν. Επομένως θα πρέπει να διαχειριστούμε τα δάση μας με τέτοιο τρόπο ώστε οι πυρκαγιές αυτές να είναι λιγότερο καταστροφικές. Δεύτερον, θα πρέπει να περιορίσουμε και να εξαφανίσουμε τις πυρκαγιές από αμέλεια. Να σημειώσω ότι από το επόμενο καλοκαίρι θα δούμε ένστολη δασοφυλακή, με χρηματοδότηση από το Πράσινο Ταμείο – δεν νοείται να πραγματοποιούν ελέγχους άνθρωποι χωρίς διακριτικά. Τέλος, πρέπει όλοι μας να συμβάλλουμε στη φύλαξη των αναδασωτέων περιοχών. Η παράνομη βόσκηση ή άλλες παράνομες δραστηριότητες μπορεί να καταστρέψουν την ευκαιρία φυσικής αναγέννησης μιας περιοχής. Συνεπώς πρέπει όλοι μας να έχουμε τον νου μας, να ειδοποιούμε την αστυνομία όταν αντιλαμβανόμαστε κάτι τέτοιο. Η φύση θα κάνει τα υπόλοιπα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή