Η Μαρία Ρέσα στην «Κ»: Τα σόσιαλ μίντια καταστρέφουν τη Δημοκρατία

Η Μαρία Ρέσα στην «Κ»: Τα σόσιαλ μίντια καταστρέφουν τη Δημοκρατία

Η Μαρία Ρέσα μιλάει στην «Κ»

6' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την περιμέναμε να έρθει στην Αθήνα για να συμμετάσχει στα πάνελ του πρόσφατου Athens Democracy Forum, αλλά δεν ανέβηκε ποτέ στο αεροπλάνο. Η απουσία της ήταν ακόμη μία ένδειξη κατάχρησης εξουσίας από την κυβέρνηση Ντουτέρτε, όπως είπε στην «Κ» η δημοσιογράφος Μαρία Ρέσα, η οποία μοιράζεται το φετινό Νομπέλ Ειρήνης με τον Ρώσο συνάδελφό της Ντίμτρι Μουράτοφ για τις προσπάθειές τους, όπως ανέφερε η επιτροπή του βραβείου, στην περιφρούρηση της ελευθερίας της έκφρασης, η οποία είναι προαπαιτούμενο για τη δημοκρατία και την ειρήνη.

Η Ρέσα, με μακρά θητεία στο αμερικανικό δίκτυο CNN, ίδρυσε το 2012 τον ειδησεογραφικό οργανισμό Rappler στις Φιλιππίνες και από τότε προσπαθεί να αποκαλύψει τις πρακτικές αυταρχισμού και βίας της κυβέρνησης του Ροντρίγκο Ντουτέρτε και τον ρόλο και την ευθύνη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ως εκ τούτου έχουν εκδοθεί στο όνομά της τουλάχιστον δέκα εντάλματα σύλληψης και αντιμετωπίζει κατηγορίες για επτά διαφορετικά αδικήματα. Κάθε φορά που πρέπει να ταξιδέψει οφείλει να παίρνει άδεια από επτά δικαστές. Για την Αθήνα τής έδωσαν άδεια οι έξι. «Νιώθω ταυτόχρονα σαν τον Σίσυφο που σπρώχνει τον βράχο στον λόφο και σαν την Κασσάνδρα επειδή μιλάω για αυτά τα θέματα από το 2016», θα μας πει στη συζήτησή μας, στην οποία προσπαθήσαμε να αναλύσουμε το τρίπτυχο γεγονότα, αλήθεια και αξιοπιστία, που αποτελούν προϋπόθεση μιας δημοκρατικής κοινωνίας.  

Από το γραφείο της στη Μανίλα, η Ρέσα μου λέει ότι η τελευταία φορά που η νορβηγική επιτροπή έδωσε το Νόμπελ Ειρήνης σε εν ενεργεία δημοσιογράφο ήταν το 1936, όταν το βραβείο απονεμήθηκε στον Γερμανό Καρλ φον Οζιέτσκι, ο οποίος αποκάλυψε τις γερμανικές παραβάσεις της Συνθήκης των Βερσαλλιών και κατέληξε σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης. «Αυτό που λέει η επιτροπή του Νομπέλ είναι ότι οι καιροί είναι επικίνδυνοι. Εχουμε την εμφάνιση αυταρχικών ηγετών και την ανάδυση του φασισμού, και είναι καλό να θυμόμαστε ότι οι Χίτλερ και Στάλιν εκλέχθηκαν δημοκρατικά, όπως ο Ντουτέρτε και ο Μπολσονάρο. Αυτό που κάνουν μόλις εκλεγούν είναι να γκρεμίζουν τους θεσμούς από μέσα και επειδή το στυλ της ηγεσίας τους λειτουργεί καλύτερα με τις τεχνολογίες που μεταδίδουν τις ειδήσεις, δημιουργούν ένα πλαίσιο “εμείς” εναντίον “εκείνων”, θυμού και μίσους, μια ηγεσία που διχάζει. Οπότε τα συστήματα ελέγχου και εξισορρόπησης εξαφανίζονται», μας λέει. 

«Για εμάς στο Rappler (το βραβείο) ήταν σαν μια ένεση αδρεναλίνης. Μια υπενθύμιση ότι δεν είμαστε μόνοι και δεν είναι μόνο για εμάς, αλλά για όλους τους δημοσιογράφους, είναι μια αναγνώριση ότι είναι πολύ δύσκολο και ολοένα και πιο επικίνδυνο να κάνουμε τη δουλειά μας», προσθέτει. 

Η 58χρονη δημοσιογράφος έχει βραβευτεί και στο παρελθόν για την υπεράσπιση της ελευθερίας της έκφρασης. Το 2018 αναδείχθηκε Πρόσωπο της Χρονιάς από το περιοδικό Time και το 2019 συγκαταλεγόταν ανάμεσα στις 100 πιο επιδραστικές γυναίκες του αιώνα, ενώ έχει γράψει δύο βιβλία για την εξάπλωση της τρομοκρατίας στη Νοτιοανατολική Ασία. 

Η συζήτησή μας στρέφεται γρήγορα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στις ευθύνες τους. Η Μαρία Ρέσα είναι κατηγορηματική. «Είναι οι καταλύτες της καταστροφής της Δημοκρατίας και των γεγονότων. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν γίνει ένα σύστημα τροποποίησης συμπεριφορών και εμείς είμαστε τα σκυλιά του Παβλόφ. Χρησιμοποιούν τις αδυναμίες της ίδιας μας της βιολογίας», λέει και μας θυμίζει τον Αμερικανό βιολόγο Εντουαρντ Ουίλσον και τη θεωρία του ότι η κρίση που περνάμε εμπεριέχει παλαιολιθικά συναισθήματα («γιατί αυτά προκαλούν τα σόσιαλ μίντια»), μεσαιωνικούς θεσμούς και τη θεοποίηση της τεχνολογίας. 

«Το Facebook είναι σήμερα ο μεγαλύτερος εκδότης ειδήσεων του κόσμου. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με τη μετάδοση των αλγορίθμων τους μεταδίδουν στην πραγματικότητα ψέματα, μαζί με οργή και μίσος, πιο γρήγορα και σε πιο μεγάλο εύρος απ’ ό,τι μεταδίδονται τα γεγονότα. Αυτό έχουν δείξει οι έρευνες. Ετσι, αν δεν έχουμε τα γεγονότα, δεν έχουμε την αλήθεια και έτσι δεν μπορούμε να έχουμε αξιοπιστία. Αν δεν έχουμε αυτά τα τρία στοιχεία, πώς μπορούμε να έχουμε Δημοκρατία ή έστω μια κοινή βάση με την οποία θα λύνουμε σύνθετα προβλήματα; Πώς θα έχουμε μια ειρηνευτική διαδικασία αν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε στα γεγονότα;», σημειώνει η Ρέσα και προσθέτει ότι ο τρόπος λειτουργίας των μέσων δικτύωσης επηρέασε σαν ένα ντόμινο τις εκλογές του 2016 στην Αμερική, στις Φιλιππίνες, στη Βραζιλία, το αποτέλεσμα του Brexit και την κατάσταση στην Ουκρανία. Η κουβέντα γυρίζει για λίγο στην Αθήνα. 

«Ο λόγος που ήθελα να έρθω στην Αθήνα και στο συνέδριο είναι γιατί θα ήταν απίστευτο να πάω στον τόπο όπου γεννήθηκε η Δημοκρατία σε μια κομβική στιγμή για την ίδια τη Δημοκρατία, γιατί νομίζω ότι εκεί είμαστε. Πάντα λέω ότι έχει εκραγεί μια ατομική βόμβα στο πληροφοριακό μας οικοσύστημα και όπως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Χιροσίμα, η διεθνής κοινότητα πρέπει να βρει έναν τρόπο να αποτρέψει την κακή πλευρά της ανθρώπινης φύσης από το να καθορίσει το μέλλον μας», λέει η Ρέσα, διότι αυτή την πλευρά ενθαρρύνουν τα σόσιαλ μίντια. 

«Αυτό το επιχειρηματικό μοντέλο, όμως, είναι που φέρνει χρήματα», συμπληρώνει και αναφέρει τη Σοσάνα Ζούμποφ και το βιβλίο της «Η εποχή του κατασκοπευτικού καπιταλισμού» (εκδ. «Καστανιώτη»), το οποίο περιγράφει τον τρόπο που συνδέονται οι αλγόριθμοι με τη διαφήμιση, την προπαγάνδα και τα πιο ποταπά ανθρώπινα συναισθήματα. «Και η ομορφιά, η ανθεκτικότητα και η ενσυναίσθηση της ανθρωπότητας φιμώνεται, ενώ αντιθέτως έχουμε αυτή την τοξική λάσπη που μεταφέρεται από άτομο σε άτομο μέσα σε αυτά τα δίκτυα», τονίζει. 

Μηνύματα μίσους

Η ίδια υπήρξε στόχος προσωπικών επιθέσεων και cyber bullying στο Διαδίκτυο σε μια προσπάθεια του κυβερνητικού μηχανισμού προπαγάνδας να πλήξει την αξιοπιστία της και την εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης στο πρόσωπό της. Το 2016, μας λέει, λάμβανε περίπου 90 μηνύματα μίσους ανά ώρα, ενώ μια ανάλυση της UNESCO έδειξε ότι από περίπου μισό εκατομμύριο μηνύματα μίσους που στρέφονταν εναντίον της, το 60% προσπαθούσε να μειώσει την αξιοπιστία της, ενώ το 40% είχαν σεξιστικό και μισογυνικό περιεχόμενο. 

Τα μέσα ενημέρωσης, λέει, έχασαν την αξιοπιστία τους και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έγιναν οι θεματοφύλακες των γεγονότων, κάνοντας τα ΜΜΕ ευάλωτα σε επιθέσεις. «Ενας από τους λόγους που χάσαμε το προνόμιο να είμαστε οι θεματοφύλακες είναι επειδή οι ειδήσεις έγιναν εμπορικό προϊόν. Από πότε η ερευνητική δημοσιογραφία που αναγκάζει την εξουσία να λογοδοτήσει χρειάζεται πολλά χρήματα και χρόνο για να πραγματοποιηθεί; Από πότε η προβολή μιας σελίδας στο Διαδίκτυο (page view) συγκρίνεται με ένα αστυνομικό ή πολιτιστικό ρεπορτάζ; Αυτή ήταν η αρχή για την εμπορευματοποίηση των ειδήσεων και τα λάθος κίνητρα για την παραγωγή ειδήσεων», τονίζει, αλλά επισημαίνει ότι «χωρίς τα γεγονότα, στη μάχη για τα γεγονότα, ο δημοσιογράφος γίνεται ακτιβιστής. Αλλά εδώ είναι το πρόβλημα. Η λέξη-κλειδί είναι η αξιοπιστία». Η αξιοπιστία των ειδησεογραφικών οργανισμών δεν θα επανέλθει, προσθέτει, όσο τα μεγάλα αμερικανικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης ελέγχουν τη ροή των ειδήσεων και των γεγονότων σε όλο τον κόσμο. 

«Χρειαζόμαστε κάτι σαν τον ΟΗΕ για την τεχνολογία;», τη ρωτάμε. «Σίγουρα», απαντάει και προσθέτει ότι οι λύσεις που απαιτούνται είναι πολύπλευρες και χρειάζονται τη συμμετοχή δημοκρατικών κρατών, της κοινωνίας των πολιτών, των εταιρειών τεχνολογίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Η ίδια, μας λέει, προσπαθεί να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη και τους ειδικούς συμμετέχοντας σε πρωτοβουλίες όπως το Real Facebook Oversight Board, που ζητάει αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας του Facebook, και στο International Fund for Public Interest Media, ένα διεθνές ταμείο που προσπαθεί να χρηματοδοτήσει ανεξάρτητα ΜΜΕ.
Πριν την αποχαιρετήσουμε, επαναλαμβάνει ότι η μάχη που πρέπει να δώσουμε έχει έρθει. «Πρέπει να κερδίσουμε τη μάχη για τα γεγονότα και τη μάχη για τις ειδήσεις. Είναι η μάχη που πρέπει να δώσουμε για το μέλλον μας».

Υπό απειλή οι δημοσιογράφοι

Ενώ οι Φιλιππίνες μπαίνουν σε μια προεκλογική περίοδο με υποψηφίους, ανάμεσα σε άλλους, τον γιο ενός πρώην δικτάτορα και την κόρη του νυν προέδρου, και με καμπάνιες από ψεύτικους λογαριασμούς στα σόσιαλ μίντια, η Μαρία Ρέσα δεν είναι σίγουρο ότι θα μπορέσει να ταξιδέψει μέχρι το Οσλο για την απονομή του Νομπέλ. Από τη στιγμή της ανακοίνωσης, βέβαια, το πρόγραμμά της έχει γεμίσει από συνεντεύξεις και ομιλίες. Αλήθεια, βρήκε μια στιγμή για να απολαύσει το γεγονός; «Οχι, όχι ακόμη, γιατί έχω πολλή δουλειά να κάνω», απαντά και μας λέει για το βιβλίο της που προσπαθεί να τελειώσει. «Από την άλλη πλευρά, είμαι πολύ συνειδητοποιημένη. Θέλω να πάρω αυτήν τη λάμψη του βραβείου και να φωτίσω κάθε χώρα στην οποία οι δημοσιογράφοι βρίσκονται υπό απειλή».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή