Ν. Αλιβιζάτος: Η δίκη του Ζακ και η πλημμελής εκπαίδευση αστυνομικών

Ν. Αλιβιζάτος: Η δίκη του Ζακ και η πλημμελής εκπαίδευση αστυνομικών

Με τις αγορεύσεις των συνηγόρων της πολιτικής αγωγής και της υπεράσπισης ολοκληρώνεται αυτές τις ημέρες στο Μεικτό Ορκωτό η δίκη των τεσσάρων αστυνομικών και των δύο ιδιωτών που κατηγορούνται για τον φόνο του Ζακ Κωστόπουλου.

3' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με τις αγορεύσεις των συνηγόρων της πολιτικής αγωγής και της υπεράσπισης ολοκληρώνεται αυτές τις ημέρες στο Μεικτό Ορκωτό η δίκη των τεσσάρων αστυνομικών και των δύο ιδιωτών που κατηγορούνται για τον φόνο του Ζακ Κωστόπουλου. Το φονικό είχε γίνει μέρα μεσημέρι, τον Σεπτέμβριο του 2018, στον πεζόδρομο της οδού Γλάδστωνος, κοντά στην Ομόνοια, στο κέντρο της Αθήνας.

Θυμίζω ότι οι μεν δύο ιδιώτες κατηγορούνται για θανατηφόρα σωματική βλάβη εις βάρος του θύματος, το οποίο ήταν άοπλο και είχε εγκλωβιστεί στο κοσμηματοπωλείο του πρώτου κατηγορουμένου, από το οποίο προσπαθούσε να διαφύγει συντρίβοντας με πυροσβεστήρα το διπλό τζάμι της βιτρίνας. Οι δε τέσσερις αστυνομικοί κατηγορούνται για τις σωματικές κακώσεις που προκάλεσαν με πολλαπλά χτυπήματα, στην προσπάθειά τους να συλλάβουν τον Ζακ, λίγα μέτρα παρακάτω. Hταν άλλο ένα περιστατικό που συνδύαζε το κοινωνικό λιντσάρισμα με την αστυνομική βία. Αυτή τη φορά, ωστόσο, πήρε μεγάλη δημοσιότητα λόγω του βιντεοληπτικού και του ηχητικού υλικού, που προέβαλαν εκείνες τις ημέρες όλες οι τηλεοράσεις και που έχει έκτοτε αναρτηθεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η τεχνολογία, συνεπώς, είναι εκείνη που έκανε τη διαφορά ανάμεσα στην υπόθεση του Ζακ και σε άλλα παρόμοια περιστατικά, τα οποία, ακόμη και όταν φτάνουν στο ακροατήριο, περνούν συνήθως απαρατήρητα.

Eχοντας ασχοληθεί στο παρελθόν με την τόσο συνηθισμένη ατιμωρησία αστυνομικών οργάνων που εμπλέκονται σε περιστατικά αστυνομικής βίας, μπορώ να βεβαιώσω ότι στην υπόθεση Ζακ, παρότι οι εμπλεκόμενοι αστυνομικοί είχαν έναν έμπειρο σε τέτοιες υποθέσεις συνήγορο –τον υπουργό σήμερα Θάνο Πλεύρη– η ΕΔΕ, που διατάχθηκε ευθύς αμέσως, ολοκληρώθηκε σχετικά σύντομα, με πρόταση μάλιστα να παραπεμφθούν στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο εννέα συνολικά αστυνομικοί, οι τέσσερις από τους οποίους με το ερώτημα της απόταξης. Στην πρώτη λοιπόν φάση της πειθαρχικής διαδικασίας, ο ταξίαρχος που την διεξήγαγε έκανε καλά τη δουλειά του. Δεν σημειώθηκαν, με άλλα λόγια, οι συνήθεις αβελτηρίες, τις οποίες είχε επισημάνει στο από 4.5.2020 πόρισμά της προς τον Μιχ. Χρυσοχοΐδη η υπό την προεδρία μου επιτροπή, την οποία ο τελευταίος είχε συγκροτήσει για το θέμα. Αρκεί, βεβαίως, να γίνει έγκαιρα και η πειθαρχική δίκη των εγκαλουμένων, μετά και ανεξάρτητα από την έκβαση της ποινικής.

Το στοιχείο τουναντίον που με εντυπωσίασε και που η «υπόθεση Ζακ» ανέδειξε στο πανελλήνιο είναι μια άλλη κακοδαιμονία της ΕΛ.ΑΣ., η οποία, παρά τις διαβεβαιώσεις των υπευθύνων όλων των κυβερνήσεων, τα τελευταία χρόνια, διαιωνίζεται. Αναφέρομαι στην πλημμελή εκπαίδευση των αστυνομικών. Παραθέτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα του παραπεμπτικού βουλεύματος:

«Εξάλλου, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ήταν προφανές σε κάθε παρευρισκόμενο στο συμβάν και όχι μόνο στους διαθέτοντες επαρκή εκπαίδευση και εμπειρία αστυνομικούς ότι το θύμα αντιμετώπιζε κίνδυνο υγείας του, αφού αιμορραγούσε και έφερε πολλαπλά τραύματα, ενώ, όταν κατόρθωσε να σηκωθεί και επιχείρησε να τρέξει κρατώντας ένα γυαλί, αμέσως άρχισε να εμφανίζει αστάθεια στη βάδιση και βρισκόταν σε κατάσταση σύγχυσης και αδυναμίας, με αποτέλεσμα να μη δύναται τη δεδομένη χρονική στιγμή να επιτεθεί σε τρίτους. Η δε νόμιμη σύλληψή του μπορούσε να επιτευχθεί ευχερέστερα και με ηπιότερα μέτρα […] σε σχέση με τη βία που εκδηλώθηκε […]».

Νομίζω ότι το ανωτέρω απόσπασμα μιλάει από μόνο του. Oταν επτά εκπαιδευμένοι αστυνομικοί και δύο ειδικοί φρουροί (τόσοι, επαναλαμβάνω, διώκονται πειθαρχικά) δεν είναι σε θέση να συλλάβουν έναν αιμόφυρτο πολίτη, εμφανώς ψυχολογικά βεβαρημένο, ο οποίος παραπατά, διερωτάται κανείς πώς θα αντιδρούσαν σε επιχειρησιακά πολύ δυσκολότερα περιστατικά. Η ευθύνη ανήκει προφανώς και στους ίδιους, αλλά και στην πολιτεία, που δεν φρόντισε να τους εκπαιδεύσει όπως επιβάλλουν οι σημερινές συνθήκες. Το υπογραμμίζει εμφαντικά και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Στρασβούργου που, εδώ και είκοσι χρόνια, έχει καταδικάσει επανειλημμένα την Ελλάδα για περιστατικά ασύμμετρης και αδικαιολόγητης αστυνομικής βίας. Και μόνον η ανάγνωση των σχετικών αποφάσεων προκαλεί θλίψη για το επίπεδο μιας χώρας που θέλει να λέγεται συνταγματικά πολιτισμένη.

Δεν ανήκει, βεβαίως, στους δικαστές και στους ενόρκους του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών να καταδικάσουν την ΕΛ.ΑΣ. και την πολιτεία για την ελλιπή εκπαίδευση των αστυνομικών οργάνων. Η αθώωση, εν τούτοις, των εμπλεκομένων αστυνομικών, την οποία πρότεινε ο εισαγγελέας της έδρας, κινδυνεύει να διαιωνίσει το κακό. Μια αυστηρή καταδίκη τους, αν όχι για θανατηφόρα σωματική βλάβη, τουλάχιστον για επικίνδυνη, οφειλόμενη σε κραυγαλέα έλλειψη εκπαίδευσης και επαγγελματικής συνείδησης, ενδέχεται να φιλοτιμήσει όσους επιμένουν να κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους.

* Ο κ. Ν. Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή