Οι ηλικιωμένοι ασθενείς δικαιούνται να έχουν φωνή

Οι ηλικιωμένοι ασθενείς δικαιούνται να έχουν φωνή

Η ευρωπαϊκή εμπειρία και το έργο του ελληνικού γραφείου συνηγορίας νοσηλευομένων και των φροντιστών τους

3' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στους διαδρόμους των νοσοκομείων ακούμε και άσχημα «μαντάτα». Ο συνοδός, είτε συγγενής είτε φροντιστής, είναι αυτός που συνήθως μαθαίνει την πραγματική διάγνωση για την κατάσταση της υγείας του ασθενούς – ο ίδιος στην καλύτερη περίπτωση θα γίνει κοινωνός μόνο μέρους αυτής. Η ελληνική αυτή πραγματικότητα, που θέτει επιτακτικά το ερώτημα αν ο συγκεκριμένος τρόπος αντιμετώπισης των ασθενών (ειδικά των ηλικιωμένων) είναι νόμιμος αλλά και ηθικός, παρακίνησε το κοινωφελές σωματείο «Φροντίζω» μαζί με το Ελληνικό Δίκτυο Καταγμάτων Ευθραυστότητας (FFN GR) να υλοποιήσουν το πρόγραμμα e-ΤΑΛΩΣ για τη συνηγορία ηλικιωμένων ασθενών με χρόνιες παθήσεις και των φροντιστών τους. Το έργο, που μόλις ολοκληρώθηκε, υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος Active citizens fund, του οποίου η χρηματοδότηση προέρχεται από την Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και τη Νορβηγία και είναι μέρος του χρηματοδοτικού μηχανισμού του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ). Τη διαχείριση της επιχορήγησης στην Ελλάδα έχουν αναλάβει το Ιδρυμα Μποδοσάκη και το SolidarityNow.

«Η ελληνική νομοθεσία στηρίζεται στον ιατρικό κώδικα δεοντολογίας, ωστόσο κάτι ανάλογο δεν υπάρχει ούτε για τους νοσηλευτές ούτε για το παραϊατρικό ή διοικητικό προσωπικό», σημειώνει η επιστημονικά υπεύθυνη, δρ Μαρία Ζαφειροπούλου, νομικός και γεροντολόγος. Ως εκ τούτου δεν υπάρχει κάποιο πρωτόκολλο βάσει του οποίου οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν τους ηλικιωμένους ασθενείς – ο καθένας συμπεριφέρεται ανάλογα με την ευαισθησία και την καλλιέργειά του. «Πολύ συχνά, θέλοντας να δημιουργήσουν ένα κλίμα οικειότητας, τους αποκαλούν “ο παππούλης” και “η γιαγιάκα”, κάτι που όμως μπορεί να επιφέρει το αντίθετο από το επιθυμητό αποτέλεσμα», περιγράφει στην «Κ» ο Δημήτρης Θεοδωρόπουλος, κοινωνικός λειτουργός και γενικός διευθυντής του «Φροντίζω», ορισμένες «γκάφες» που προσβάλλουν τους ασθενείς. «Προφανώς υπάρχουν πάρα πολλές διαβαθμίσεις ως προς τη διαύγεια των υπερηλίκων», διευκρινίζει ο ίδιος. «Ορισμένοι έχουν επίγνωση και επομένως δυνατότητα να συναινέσουν, κάποιοι έχουν απώλεια ακοής ή αδυναμία έκφρασης, αντιλαμβάνονται όμως τα πάντα – το να τους παρακάμπτουν τους πληγώνει». Η διεθνής εμπειρία, άλλωστε, έχει δείξει ότι με τον κατάλληλο τρόπο μπορούν οι γιατροί να δώσουν στον ασθενή να καταλάβει τι ακριβώς του συμβαίνει – ακόμα και όταν ο ασθενής βρίσκεται στα αρχικά στάδια άνοιας.

«Ειδικά οι καρκινοπαθείς ηλικιωμένοι δεν έχουν καμία ενημέρωση, πάντοτε με τη λογική ότι η αλήθεια θα τους πλήξει ανεπανόρθωτα», σημειώνει ο κ. Θεοδωρόπουλος, «όμως συχνά οι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας είναι συμφιλιωμένοι με την ιδέα του θανάτου, πολλοί, δε, έχουν κάποιες τελευταίες επιθυμίες που θέλουν να εκπληρώσουν». Αλλωστε, η πορεία του καρκίνου δεν είναι προδιαγεγραμμένη. «Ο ηλικιωμένος έχει το δικαίωμα να γνωρίζει την πρόγνωση, τις διαθέσιμες θεραπείες και να αποφασίσει ο ίδιος αν θέλει να ακολουθηθεί μια επιθετική ή μια παρηγορητική θεραπεία».

«Μας είχαν μεταφέρει σύλλογοι καρκινοπαθών ότι σε μεγάλο νοσοκομείο από την αίθουσα ακτινοβολιών διακρινόταν η σήμανση για το νεκροτομείο».

Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες τηρείται ένα συγκεκριμένο πρωτόκολλο, που μεταξύ άλλων βγάζει από διλήμματα ιατρικό προσωπικό και συγγενείς. «Στα νοσοκομεία της Γαλλίας υπάρχει μια αίθουσα στο νοσοκομείο, όπου γίνεται η ενημέρωση του ασθενούς και των συγγενών», διευκρινίζει η δρ Ζαφειροπούλου. Ο ασθενής ενημερώνεται γραπτώς ή προφορικώς, παρουσία δύο μαρτύρων, και αντίστοιχα δίνει τη συναίνεσή του για τα επόμενα βήματα. Στην Ελλάδα τις αποφάσεις παίρνουν ατύπως τα μέλη της οικογένειας, το πρόβλημα προκύπτει κυρίως για όσους δεν έχουν συγγενείς ή δεν έχουν αγαθές σχέσεις μαζί τους. Στην περίπτωση αυτή αναλαμβάνουν οι κοινωνικές υπηρεσίες των νοσοκομείων.

Οι καταγγελίες

​​​​​​Πολλοί ασθενείς μετά το εξιτήριο περιγράφουν την εμπειρία της νοσηλείας στο «Φροντίζω», το οποίο δημιούργησε στο πλαίσιο του προγράμματος εξειδικευμένο γραφείο που ενημερώνει τους ασθενείς για τα δικαιώματά τους και διαχειρίζεται επώνυμες καταγγελίες. «Οι παρατυπίες που μας καταθέτουν είναι πολλές και σοβαρές, ειδικά εν μέσω πανδημίας, καθυστερήσεις χειρουργείων, θεραπειών, μικρότερη πρόσβαση σε φάρμακα», αναφέρει ο κ. Θεοδωρόπουλος, «όμως δεν προχωρούν νομικά αφενός γιατί διακατέχονται από σεβασμό προς τους γιατρούς, αφετέρου γιατί αφήνονται και συμβιβάζονται». Εκτός από το εν λόγω γραφείο συνηγορίας, δεν υπάρχουν εξωνοσοκομειακές δομές που να ασχολούνται εξειδικευμένα με την προάσπιση των δικαιωμάτων στην υγεία, εκτός από τον Συνήγορο του Πολίτη σε δεύτερο βαθμό. «Πραγματοποιήσαμε επιμορφώσεις σε συλλόγους ασθενών και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπου διαπιστώσαμε την απουσία ολοκληρωμένων δράσεων συνηγορίας, αλλά και σε προσωπικό νοσοκομείων», συμπληρώνει ο ίδιος.

Οι ασθενείς, ωστόσο, έχουν δύναμη και τα αιτήματά τους, αν εκφραστούν αρμοδίως, μπορεί να ικανοποιηθούν. «Μας είχαν μεταφέρει σύλλογοι καρκινοπαθών ότι σε μεγάλο νοσοκομείο από την αίθουσα ακτινοβολιών διακρινόταν η σήμανση για το νεκροτομείο, κάτι που έπειτα από σχετική παρέμβαση άλλαξε», υπογραμμίζει η δρ Ζαφειροπούλου. «Στον “Αγιο Ανδρέα” της Πάτρας, όπου ήμουν υποδιοικήτρια, δημιουργήσαμε μια αίθουσα ενημέρωσης» προσθέτει, «όλα αυτά είναι ζητήματα βούλησης, όχι κόστους».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή