Οι ακρίτες και το ξύπνημα του νυσταλέου λιμανιού

Οι ακρίτες και το ξύπνημα του νυσταλέου λιμανιού

Προσωπικότητες της Αλεξανδρούπολης μιλούν στην «Κ» για το πώς βιώνουν τις μεγάλες αλλαγές στην πόλη τους

16' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Θράκη ξέρει στο «πετσί» της πως η ιστορία, με απρόσμενες αλλαγές, έρχεται να δοξάσει ή να καταποντίσει έναν τόπο. Αυτό σκεφτόμουν όταν ο οδηγός της μικρής κόκκινης βάρκας μας, εργαζόμενος στο Κέντρο Πληροφόρησης στο Δέλτα του Εβρου, εκτός από το μαγικό τοπίο, τα φλαμίνγκο, τους ερωδιούς και τους σταχτοτσικνιάδες, στη συναρπαστική φυσιολατρική μας ξενάγηση στις εκβολές του ποταμού, μας έδειξε την Αίνο στον ορίζοντα. Ανήκει σήμερα στην Τουρκία αλλά η πορεία της ανά τους αιώνες ήταν απολύτως ελληνική. Τρανή στο Βυζάντιο, κοιτίδα του ξεσηκωμού του ’21 υπήρξε σπουδαιότατο εμπορικό κέντρο που συνέδεε τον χώρο του Αιγαίου με τη Μαύρη Θάλασσα και τα Βαλκάνια, μιας και ο ποταμός ήταν «δρόμος» για τη μεταφορά αγαθών. Αργότερα όταν έπαψε να είναι πλόιμος, ο σιδηρόδρομος έπρεπε να κάνει την ίδια δουλειά. Ετσι, το 1870 ο Μορίς ντε Χιρς, ένας από τους πλουσιότερους τότε Ευρωπαίους επιχειρηματίες, ανέλαβε να συστήσει μια εταιρεία σιδηροδρόμων σύνδεσης της Μακεδονίας με την Κωνσταντινούπολη ώστε να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και των μεγάλων δυνάμεων της εποχής, που εποφθαλμιούσαν να αρπάξουν ό,τι μπορούσαν από τον «Μεγάλο Ασθενή». Το λογικότερο μέρος για να κατασκευαστεί ο σταθμός θα ήταν η Αίνος. Ομως οι προσχώσεις με φερτά υλικά από τον Εβρο έκαναν τα δυο της λιμάνια ακατάλληλα σε εκείνη τη φάση.

Από ένα καπρίτσιο της τύχης, λοιπόν, μια ανατροπή που δεν περίμενε κανείς, η Αίνος παρακάμφθηκε και ένα μικρό γειτονικό ψαροχώρι, το Δεδέαγατς, απέκτησε σταθμό και μέσα σε λίγα χρόνια αναπτύχθηκε σε ολόκληρη πόλη, με φραγκολεβαντίνους, Εβραίους, Αρμενίους, Ελληνες και Οθωμανούς να συμβιώνουν αρμονικά. Οι δουλειές πήγαιναν άλλωστε εξαιρετικά. Σε λίγο άνοιξαν καμιά δεκαριά προξενεία, ξεφύτρωσαν ναυτιλιακές εταιρείες και ένας φάρος. Μέσα σε 50 όμως χρόνια μεσολάβησαν πολλά στη νεοσύστατη κοινότητα του Δεδέαγατς. Η Θράκη έγινε μήλον της Εριδος και τριχοτομήθηκε. Ρώσοι, Τούρκοι, Βούλγαροι κατακτητές ήρθαν και έφυγαν. Το 1920, όταν η πόλη πέρασε στα χέρια των Ελλήνων, άλλαξε όνομα για να τιμήσει τον τότε βασιλιά, που πέθανε νεότατος από δάγκωμα μιας μαϊμούς. Η Αλεξανδρούπολη έμαθε, από τα παιδικά της βήματα, τα τερτίπια της μοίρας, ως πολύτιμο σταυροδρόμι ξηράς και θάλασσας, σε καίριο σημείο σύνδεσης δύο ηπείρων. Οι κάτοικοί της είχαν τη συναίσθηση πως η θέση της φέρνει πάντα μαζί ευκαιρίες, κινδύνους και διερχόμενους από τη μια πλευρά στην άλλη. Μια μετατόπιση συμφερόντων, συνόρων ή εμπορικών οδών μπορεί να σε απογειώσει ή να σε καταστρέψει.

Εκατό χρόνια μετά, η Alexandroupolis ακούγεται ξανά από χείλη ξένων. Ηδη πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο τέως Αμερικανός πρέσβης Τζέφρεϊ Πάιατ είχε διαβλέψει τον σημαντικό ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει το λιμάνι της για τα ενεργειακά ζητήματα. Από τη στιγμή όμως που ο Βλαντιμίρ Πούτιν προχώρησε στην εισβολή, η πόλη έγινε ακόμα πιο χρήσιμη ώστε οι Αμερικανοί να μπορέσουν να παρακάμψουν χερσαίως τα στενά του Βοσπόρου –που ελέγχονται ασφυκτικά από τους Τούρκους– και να αποφύγουν την εμπόλεμη ζώνη της Μαύρης Θάλασσας. Η ανανεωμένη Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ, το 2019, άνοιξε έναν νέο δρόμο για την ακριτική πόλη. Εγινε στρατηγικό σημείο διέλευσης στρατιωτικών οχημάτων, πτητικών μέσων, εφοδίων, φορτίων και οπλικών συστημάτων προς τον ευρωπαϊκό Βορρά και αντιστρόφως. Στα τέλη Μαΐου ένα τεράστιο αμερικανικό πολεμικό πλοίο, το «USS Arlington», με εκατοντάδες ναύτες έδειξε στους επαγγελματίες της περιοχής τι σημαίνει «απόβαση» σε εστιατόρια και μπαρ. Το ίδιο έγινε και το καλοκαίρι, όταν ντόπιοι επιχειρηματίες έκαναν δηλώσεις –που έγιναν viral– πως ζόρισαν ακόμα και τις κότες να γεννήσουν περισσότερα αυγά για τις χιλιάδες ομελέτες των στρατιωτών. Eκτοτε υπάρχει ένα συνεχές πηγαινέλα κυρίως εμπορικών αμερικανικών πλοίων και παρουσία επισήμων όπως πρόσφατα ο γερουσιαστής Μπομπ Μενέντεζ.

Ενα πράγμα ακούει ο επισκέπτης από όλους: «Εσείς εκεί κάτω, στην Αθήνα, φοβάστε περισσότερο τους Τούρκους».

Ολα αυτά έκαναν πολλούς Ελληνες να πιστεύουν ότι δημιουργήθηκε μια μεγάλη αμερικανική βάση στην περιοχή, να μιλούν για «Σούδα του Βορρά», ενώ στην πραγματικότητα οι Αμερικανοί χρησιμοποιούν το Στρατόπεδο Γιαννούλη. Ταυτόχρονα, η διαδικασία για την ιδιωτικοποίηση του λιμένα έχει καταλήξει στην αναμέτρηση δύο μνηστήρων αμερικανικών συμφερόντων, ενώ τα επόμενα χρόνια θα είναι έτοιμος και ο πλωτός τερματικός σταθμός υγροποιημένου αερίου, ο οποίος θα βοηθήσει στη συνολική ενεργειακή απεξάρτηση από τις ρωσικές πηγές. Οι New York Times και ο Economist αφιέρωσαν άρθρα στο «νυσταλέο λιμάνι» (sleepy port) του ελληνικού Βορρά που μεταμορφώνεται. Οι κάτοικοι όμως πώς αισθάνονται; Γεννήθηκε μέσα τους ένα είδος αισιοδοξίας ή αυτοπεποίθησης για την αναβάθμιση της πόλης τους; Είναι έτοιμοι να αρπάξουν τις ευκαιρίες; Νιώθουν πιο ασφαλείς έναντι των Τούρκων σε μια περίοδο που έχει παροξυνθεί η επιθετική ρητορική; Μήπως στοχοποιούνται ακόμα περισσότερο εξαιτίας αυτής της νέας τοποθέτησης στη γεωπολιτική σκακιέρα; Η «Κ» μίλησε με επιχειρηματίες και ντόπιους της Αλεξανδρούπολης, ανθρώπους διαφορετικών ηλικιών και προσδοκιών για το μέλλον.

Οσο διαφορετικές και αν ήταν οι απόψεις που ακούσαμε μέσα σε τέσσερις ημέρες, υπήρχε ένας κοινός παρονομαστής: «Εσείς οι Αθηναίοι αλλά και όλοι οι Ελληνες που μένετε μακριά από τις ακριτικές ζώνες σε ξηρά και θάλασσα φοβάστε τους Τούρκους πολύ περισσότερο από εμάς που έχουμε γεννηθεί και έχουμε μάθει να ζούμε στην πρώτη γραμμή. Επηρεάζεστε περισσότερο από αυτά που ακούτε στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων», έλεγαν με μια φωνή. Το δεύτερο στοιχείο ήταν η αίσθηση της υπερηφάνειας και αυτοπεποίθησης που διαθέτουν μόνον όσοι έχουν παλέψει δίχως βοήθεια από το κράτος: «Τίποτε δεν μας χαρίστηκε εδώ στην άκρη της Ελλάδας. Για να τα βγάλεις πέρα σε κάθε δουλειά στη Θράκη, θες πείσμα, πίστη και προσωπική αφοσίωση. Και αν δεν έρθει η ανάπτυξη που ακούμε, είμαστε μαθημένοι στα δύσκολα και σε ό,τι φέρνει η ζωή», συμφωνούσαν. Οσο για τις προοπτικές από την αμερικανική παρουσία, υπήρχε μια καλώς νοούμενη εγρήγορση αλλά και επιφυλάξεις για το τι θα κομίσει τελικά το μέλλον και αν όλα αυτά που ακούγονται θα υλοποιηθούν. Ολοι οι Θρακιώτες –προσφυγικής καταγωγής ή γηγενείς– ξέρουν κυτταρικά τα γυρίσματα της τύχης και κρατάνε το μέτρο.

Τα «νεκροχώρια»

Είναι σαφές πως η ελληνική πολιτεία πρέπει να λάβει πολύ σοβαρά υπ’ όψιν της πως όσο ενδυναμώνεται η πρωτεύουσα του Εβρου, τόσο αδειάζει η μεθόριος, μέρη που έσφυζαν κάποτε από ζωή έχουν γίνει κυριολεκτικά «νεκροχώρια». Θα ήταν λάθος να δει κανείς μόνο την Αλεξανδρούπολη και να χάσει από το οπτικό του πεδίο τους ομόκεντρους κύκλους της που φτάνουν έως τα σύνορα με την Τουρκία. Η πικρή αλήθεια είναι ότι αν εξαιρέσει κανείς την Ορεστιάδα, το Διδυμότειχο και το Σουφλί, που έχουν κάποια ικμάδα λόγω στρατού ή φοιτητών, όλα τα υπόλοιπα «σβήνονται» σταδιακά από τον χάρτη. Καλλιεργήσιμες εκτάσεις εγκαταλείπονται, τουριστικά θέλγητρα (π.χ. τα Λουτρά της Τραϊανούπολης) είναι κλειστά, αρχαιολογικά έργα (π.χ. αποκατάσταση του τεμένους του Διδυμοτείχου) δεν προχωρούν, αξιοθέατα όπως παλαιά εργοστάσια (του Τζίβρε στο Σουφλί) θέλουν μέσο για να τα επισκεφθεί κανείς. Η περιοχή έχει απονευρωθεί πολιτιστικά, παραγωγικά και πληθυσμιακά. «Δεν ξέρουμε τι θα γίνει με την Αλεξανδρούπολη και αν θα έχει νέο ρόλο. Υπάρχει τέτοια ερημιά εκεί επάνω στα σύνορα που ο εχθρός δεν θα χρειαστεί να μας πολεμήσει. Απλώς θα περπατήσει στα εδάφη μας, όταν σε μερικές δεκαετίες δεν θα υπάρχει ψυχή ζώσα στα χωριά», είπε ένας γνώστης της περιοχής. To μόνο βέβαιον είναι ότι ένα ταξίδι στη Θράκη πρέπει να αποτελεί χρέος πατριδογνωσίας για κάθε Ελληνα, ένα προσκύνημα στο πανέμορφο τοπίο της και στην ιστορία της. Και η παλιά απειλή προς στρατευσίμους και δημοσίους υπαλλήλους «θα σε στείλω στον Εβρο» να γίνει ένα ωραιότατο τουριστικό σλόγκαν.

Οι ακρίτες και το ξύπνημα του νυσταλέου λιμανιού-1
Η Κατερίνα Χαρισίου έχει πελάτες πολλούς Αμερικανούς στρατιώτες. Φωτ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ

Κατερίνα Χαρισίου, νέα επιχειρηματίας (καφέ «To Vazaki»)

Εμαθα στους Αμερικανούς να τρώνε μπουγάτσα

Το μαγαζί της είναι δυο βήματα από το στρατόπεδο Γιαννούλη. Και το καλοκαίρι, οι Αμερικανοί στρατιώτες ανακάλυψαν τις χειροποίητες λιχουδιές της και πήγαιναν κατά δεκάδες για να φάνε πρωινό. Η ίδια είναι γεννημένη στη Γερμανία από γονείς που μετανάστευσαν εκεί αλλά γύρισαν πίσω. 
Εργατική και πρόθυμη: «Οι Αμερικανοί τρελάθηκαν πιο πολύ με τις μπουγάτσες, τα τσουρέκια και τα γλυκά του κουταλιού που δεν τα είχαν ξαναδοκιμάσει και είναι η σπεσιαλιτέ μας. Ενας μάλιστα μου είπε να πάω στην Αμερική να ανοίξω μαγαζί να πλουτίσω. Εμαθαν το τσάι του βουνού με το ντόπιο μέλι αλλά και την ιαματική σημασία των βοτάνων. Αγόραζαν προϊόντα για τους ίδιους αλλά και τους δικούς τους», λέει στην «Κ». 

«Ηταν ευγενέστατοι και υπομονετικοί διότι χρειαζόταν να περιμένουν ακόμα και ένα μισάωρο για να εξυπηρετηθούν. Λυπάμαι που τα αγγλικά μου δεν ήταν τόσο καλά που να μπορώ να τους εξηγώ με λεπτομέρειες ό,τι με ρωτούσαν. Σαν νέος επαγγελματίας της περιοχής πιστεύω ότι αυτοί οι άνθρωποι θα δώσουν στην πόλη νέα πνοή και θα φέρουν ευκαιρίες. Εχουμε όμως και πολλούς Τούρκους πελάτες που ξέρουν και λατρεύουν το γλυκό του κουταλιού. Ερχονται πολύ συχνά από τα δικά μας μέρη και εμείς πηγαίνουμε στην Τουρκία. Με τον απλό κόσμο έχουμε πολύ καλές και φιλικές σχέσεις. Δεν γνωρίζω τι θα γίνει στο μέλλον και αν θα αλλάξει η πόλη μας. Αν η διεθνής πολιτική είναι μια κατσαρόλα που βράζει, εγώ έχω πάντα τον νου μου στη δική μου κατσαρόλα με τη ζάχαρη και τα φρούτα για να βγάζω καλά τις συνταγές μου».

Νεαρή μητέρα με δύο παιδιά, είχε τη στήριξη της οικογένειας για να κάνει το επιχειρηματικό της ντεμπούτο και μάλιστα το γλυκό της σταφύλι μοιράστηκε στο αεροδρόμιο «Δημόκριτος» σε μια πρόσφατη προωθητική δράση για τη γαστρονομία της περιοχής και ενθουσίασε όσους το έφαγαν. 
Με καταγωγή από ένα χωριό του Εβρου, μιλάει για την ερήμωση αλλά και για το καταπληκτικό χώμα και τη φύση της περιοχής: «Λόγω της δουλειάς μου ξέρω πόσο ποιοτικό μέλι, ταχίνι και βότανα έχουμε εδώ. Είναι ένας ευλογημένος τόπος, ό,τι φυτέψεις βλασταίνει. Δυστυχώς δεν υπάρχουν πια γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Δεν υπάρχουν κίνητρα για να αναζωογονήσει κανείς αυτά τα χωριά. Και εγώ που κατάγομαι από ένα απ’ αυτά δεν θα πήγαινα ποτέ να ζήσω εκεί ούτε θα μετέφερα την επιχείρησή μου. Εδώ φεύγουν νέοι από την Αλεξανδρούπολη και πηγαίνουν στην Αθήνα ή στο εξωτερικό για σπουδές και δουλειά. Φανταστείτε τι θα γίνει σε ένα μέρος που κατοικούν δέκα γέροντες. Μοιραία θα εξαφανιστεί».

Οι ακρίτες και το ξύπνημα του νυσταλέου λιμανιού-2
Ο Παναγιώτης Καραβέτης διαθέτει μία από τις λίγες μηχανότρατες. Φωτ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ

Παναγιώτης Καραβέτης, αλιέας

Οι Τούρκοι ψαρεύουν στα δικά μας νερά

Η τριαντάμετρη μηχανότρατά του, ο «Καπετάν Φώτης», είναι μία από τις μετρημένες στα δάχτυλα που έχει μείνει στο λιμάνι, ενώ στη δεκαετία του ’80 υπήρχαν καμιά τριανταριά τέτοια σκαριά. Η ψαριά στο Θρακικό είναι κυρίως για κουτσομούρες, γαρίδες και μπακαλιάρους, πρώτης ποιότητας όλα. «Ακούμε πολλά για το μέλλον της πόλης, αλλά εμένα με ανησυχεί κυρίως το παρόν και τα άλυτα προβλήματά μας, με πικραίνει η στάση της πολιτείας στους ακρίτες», λέει στην «Κ». 

«Στη δουλειά μου έχω να συναγωνιστώ τον συνάδελφο αλιέα από την Αθήνα που πουλάει τα ψάρια του σε 5 εκατομμύρια κατοίκους ή εκείνον της Νέας Μηχανιώνας που αγοράζει το φορτίο του πετρελαίου με 100 ευρώ επιβάρυνση και εγώ με 800 για να φτάσει ως τη Θράκη. Δεν θα χρειαζόταν μια άλλη πολιτική για τους ψαράδες της μεθορίου που πολύ συχνά είναι τα μάτια και τα αυτιά της Ελλάδας στη θάλασσα; Φυλάμε και εμείς σκοπιά. Συχνά αντιμετωπίζουμε προβλήματα με Τούρκους αλιείς που έρχονται παράνομα στα δικά μας χωρικά ύδατα και το λιμεναρχείο κάνει μόνον συστάσεις. Είναι σαν να βλέπεις κάποιον να περνάει με κόκκινο και ο τροχονόμος να του λέει δυο λόγια και να τον αφήνει να συνεχίσει».

Ο κ. Καραβέτης συνεχίζει: «Μαθαίνουμε ότι θα γίνει ο τερματικός σταθμός για το αέριο, κανένας επίσημος δεν μας έχει φωνάξει για να ξέρουμε και εμείς οι ψαράδες και οι υπόλοιποι επαγγελματίες στο λιμάνι πως θα αλλάξουν τα πράγματα. Θα απαγορευτούν κάποιες περιοχές από το αλιευτικό πεδίο; Ολα γίνονται άνωθεν και χωρίς συνεννόηση με κανέναν. Αλλά να σας πω κάτι πιο απλό: πώς μιλάμε για μεταμόρφωση του λιμανιού όταν δεν έχουν γίνει ακόμη απαραίτητα έργα εκβάθυνσης ή οδικών αξόνων; Πρέπει να προχωρήσει αναδιάρθρωση της παράλιας ζώνης. Ακούμε για ανάπτυξη, αλλά αν αυτή είναι να μας φάνε όλα τα αυγά οι Αμερικανοί, τι να πω… Οσο για την παρουσία τους, οι περισσότεροι εδώ δεν έχουν πρόβλημα, το βλέπουν ως μεγαλύτερη ασφάλεια για εμάς έναντι των Τούρκων. Ομως εμείς εδώ πάνω είμαστε συνηθισμένοι στις απειλές. Δεν φοβόμαστε γιατί ξέρουμε ότι την κρίσιμη ώρα θα κάνουμε αυτό που πρέπει για την πατρίδα, για τα χώματα που ζούμε. Το κράτος όμως δεν έχει σωστή πολιτική φύλαξης. Προσλαμβάνει συνοριοφύλακες από τα ακριτικά χωριά και καλά κάνει. Παράλληλα όμως δεν τους υποχρεώνει να μένουν σε αυτά και να φυλάνε το σπίτι τους και τον τόπο τους. Ετσι όλοι αυτοί μετακομίζουν στην Αλεξανδρούπολη και η μεθόριος αδειάζει. Να η αχίλλειος πτέρνα μας».

Οι ακρίτες και το ξύπνημα του νυσταλέου λιμανιού-3
Ανδρέας και Κούλα Καφετζή. Αφησαν την Αθήνα για την Αλεξανδρούπολη. Φωτ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ

Ανδρέας και Κούλα Καφετζή, ιδιοκτήτες του βιβλιοπωλείου «Kafka»

Χρειαζόμαστε νέους με ιδέες και όρεξη

Γεννημένοι και οι δύο στη Θράκη, έζησαν και εργάστηκαν στην Αθήνα αλλά αποφάσισαν πριν από 25 χρόνια να επιστρέψουν στην Αλεξανδρούπολη και να ασχοληθούν με τα κοινά, τον πολιτισμό και να ανοίξουν ένα καταπληκτικό βιβλιοπωλείο. «Μεγάλωσα σε αυτήν την πόλη που τη δεκαετία του ’50 είχε 15.000 και σήμερα φτάνει τους 100.000 κατοίκους. Το λες πρόοδο, όμως καλό είναι να δει κανείς όχι μόνον την αύξηση του πληθυσμού αλλά τη συνολική εικόνα», λέει εκείνος στην «Κ». «Φοβάμαι πως η έμφαση δόθηκε αναγκαστικά στον στρατό και στις υπηρεσίες. Παράλληλα, μεγάλο μέρος των μεταναστών που πήγαν Γερμανία γυρίζουν πίσω στα χωριά τους για τα γεράματα και έτσι αυγατίζουμε. Αλλά για να πατήσει μια πόλη στα πόδια της χρειάζεται και δημιουργικές δυνάμεις, νέους που θα μείνουν και θα κάνουν πράγματα, ανθρώπους που θα ασχοληθούν με πολιτιστικές πρωτοβουλίες αλλά και πολιτικό προσωπικό που θα καταλάβει τις προκλήσεις του μέλλοντος, επιχειρηματίες με όρεξη, κάτι που δεν υπάρχει εδώ. Δυστυχώς εκεί πάσχουμε πολύ. Το φοιτητικό στοιχείο της πόλης –έχουμε τμήματα Ιατρικής και Μοριακής Βιολογίας– είναι πολύ ζωντανό, αλλά πρόκειται για παιδιά που θα φύγουν μετά τις σπουδές τους για να βρουν δουλειά στην Αθήνα ή στο εξωτερικό. Το ίδιο έκαναν και τα δυο δικά μου παιδιά που έφυγαν από την Αλεξανδρούπολη και δεν σκοπεύουν να επιστρέψουν κάποτε».

Η σύζυγός του Κούλα είναι καταξιωμένη μεταφράστρια ιταλικής γλώσσας, βραβευμένη και από την ιταλική κυβέρνηση. «Γυρίσαμε από την Αθήνα για να πλουτίσουμε τον τόπο μας με τα εφόδια που πήραμε αλλού. Αυτό πιστέψαμε ότι είναι το καθήκον μας. Ομως βλέπουμε ότι ακόμα και η ανάπτυξη που ακούμε δεν μπορεί να έρθει γιατί η βάση στην οποία θα ακουμπήσει είναι προβληματική. Οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται πια στη Θράκη είναι λίγες. Παραγωγικά υπάρχει κατάρρευση. Η γη που είναι εύφορη είναι εγκαταλελειμμένη. Ως παιδί από χωριό θυμάμαι τα στάρια, τα καλαμπόκια, τα τυροκομικά, τα φρούτα και τα λαχανικά. Πάνε αυτά. Μια περιοχή σαν τη Θράκη θέλει συνολική πολιτική και ανασχεδιασμό για να ορθοποδήσει και όχι να δούμε μεμονωμένα μια πόλη. Οσο για τους Τούρκους, εμείς τους έχουμε γείτονες, τους ζούμε καθημερινά. Ερχονται μορφωμένοι και ευγενικοί άνθρωποι στο βιβλιοπωλείο μας, που μας λένε για τον Ερντογάν και το αυταρχικό του κράτος. Μας λένε τα βάσανά τους, πίνουμε κρασί μαζί τους. Ο Αθηναίος που ζει στην Ομόνοια τους φοβάται. Εμείς ξέρουμε ότι δεν υπάρχει μία Τουρκία αλλά πολλές».

Οι ακρίτες και το ξύπνημα του νυσταλέου λιμανιού-4
Τα αδέλφια Δημήτρης και Βασίλης Αδαμίδης καλλιεργούν 100 στρέμματα με παμπάλαιες ελιές Μάκρης.

Δημήτρης Αδαμίδης, συνιδιοκτήτης της οικογενειακής επιχείρησης ελαιολάδου «Konos – Κτήμα Μιχελή»

Να μη γίνουμε μεγαλούπολη

«Ελάτε από τον ελαιώνα, αν και μας βρίσκετε στην πιο εντατική φάση της συγκομιδής», μου είπε στο τηλέφωνο. Για να φτάσουμε μέχρι τα κτήματά του με τον φωτογράφο της «Κ» Αλέξανδρο Αβραμίδη, μας σταμάτησε ο στρατός, διότι δίπλα γίνονταν δοκιμαστικές βολές. Ο τριαντάχρονος ελαιοπαραγωγός, με σπουδές γεωπονίας, είναι μαζί με τον αδελφό του, Βασίλη, η τέταρτη γενιά που ασχολείται με το ίδιο αντικείμενο. Στόχος του είναι να μάθουν περισσότεροι Ελληνες την καταπληκτική γεύση και τη θρεπτική αξία που έχει η ποικιλία ελιάς της Μάκρης, μιας περιοχής που απέχει ελάχιστα από την Αλεξανδρούπολη. Τα δύο αδέλφια πριν από έξι χρόνια προχώρησαν σε εκσυγχρονισμό των μηχανημάτων τους και έτσι αξιοποιούν με τον καλύτερο τρόπο τα 100 στρέμματα με τις παμπάλαιες ελιές. Τον ρώτησα αν θα ήθελε στο μέλλον η πόλη του να μεγαλώσει με μερικές ακόμα χιλιάδες κατοίκων ή να έρθουν περισσότεροι ξένοι και έτσι να γίνει γνωστό το ελαιόλαδό του στο εξωτερικό. «Το αγαπάμε πολύ αυτό το κτήμα, εδώ ανάμεσα στα δένδρα έμαθα να περπατώ. Ο στόχος μου είναι να κάνουμε γνωστή την ποικιλία έτσι και αλλιώς. Αλλά δεν θα ήθελα η Αλεξανδρούπολη να γίνει μια μεγαλούπολη. Κυρίως διότι θα χάναμε την ποιότητα ζωής αλλά και γιατί σε τέτοιες γιγαντώσεις αυτό που την πληρώνει πρώτο είναι το φυσικό περιβάλλον σε ξηρά και θάλασσα. Οπότε θα συναινούσα στην ανάπτυξη, με όποιον τρόπο και αν έρθει, μόνον αν υπάρξει πραγματικός σεβασμός για τη φύση, που εδώ στη Θράκη είναι υπέροχη. Θα μπορούσαμε και σήμερα να είχαμε σημαντικά οικονομικά οφέλη αν αναδεικνύαμε αυτά τα φυσικά θέλγητρα στους επισκέπτες μας».

Τα σχέδια αναβάθμισης της πόλης πώς τα κρίνει; «Τα ακούμε όλοι με ενδιαφέρον. Ομως εγώ αυτή τη στιγμή έχω να αντιμετωπίσω πιο καίρια ζητήματα που οι κάτοικοι μιας πόλης δεν λογαριάζουν τόσο. Γιατί αν δεν ασχοληθώ δεν θα επιβιώσω επιχειρηματικά. Ως αγρότης λ.χ. με τρομάζει πολύ η κλιματική αλλαγή και η εποχικότητα που ήδη έχει διαταραχθεί επηρεάζοντας τις σοδειές. Αυτό σημαίνει πως η πολιτεία προτού σχεδιάσει άλλα πράγματα πρέπει να στηρίξει τον πρωτογενή τομέα στη Θράκη, ο οποίος απειλείται από τις καινούργιες αυτές συνθήκες. Υπάρχουν κάποια νέα παιδιά, καλλιεργητές και κτηνοτρόφοι, εδώ στην περιοχή, αλλά για να αντέξουν θέλουν φροντίδα και κίνητρα», υπογράμμισε στην «Κ», επαναλαμβάνοντας λίγο-πολύ ό,τι πιστεύουν πολλοί Θρακιώτες: ας μιλήσουμε για το παρόν και τα φλέγοντα ζητήματά του και ύστερα για το μέλλον. Πριν φύγουμε μας έδωσε να δοκιμάσουμε το λάδι που μόλις είχε βγει από το μηχάνημα. Ηταν όντως φρουτώδες, πικάντικο και πικρούτσικο.

Οι ακρίτες και το ξύπνημα του νυσταλέου λιμανιού-5
Το εστιατόριο του Ανδρέα Ανδρέογλου είναι πάντα γεμάτο με Ελληνες και Τούρκους. Φωτ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ

Ανδρέας Ανδρέογλου, επιχειρηματίας στην εστίαση (εστιατόριο «Αη Γιώργης» στη Μάκρη)

Σταθερή πελατεία από τους γείτονες

Το εστιατόριό του θα το ζήλευαν σίγουρα οι Αθηναίοι. Με θέα θάλασσα, καταπληκτικό φαγητό, πάντα γεμάτο με Ελληνες και Τούρκους, οι οποίοι το αγαπούν τόσο πολύ που περνούν τα σύνορα μόνο και μόνο για να πάνε εκεί. Είναι γαστρονομικός προορισμός εδώ και 20 χρόνια. «Ως επιχειρηματίας της περιοχής ακούω με ενδιαφέρον όλα αυτά που λέγονται για την Αλεξανδρούπολη και τον καινούργιο της ρόλο. Σίγουρα θα υπάρξουν νέες θέσεις εργασίας, μια τόνωση της οικονομίας και θα αποκτήσουμε μεγαλύτερη ορατότητα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Αν τώρα αυτό ενοχλήσει τους Τούρκους και σε ποιο βαθμό δεν μπορώ να το ξέρω», τονίζει στην «Κ». «Ναι, υπάρχει ένταση τελευταία και μας ανησυχεί. Είναι βέβαιο πως οι δυο λαοί συμπαθιούνται. Εχουμε σταθερή πελατεία από τους γείτονες και σε όλη τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης ήταν αυτοί που μας βοήθησαν να τα βγάλουμε πέρα. Θα προσθέσω και κάτι ακόμα: Μπορεί ο Ερντογάν ή η πολιτική τους ηγεσία να λένε διάφορα εναντίον των Ελλήνων, αλλά τουλάχιστον 5-6 πελάτες μου Τούρκοι όταν ήρθαν πρόσφατα αισθάνθηκαν την ανάγκη να μου ζητήσουν συγγνώμη για τα άσχημα που λένε οι πολιτικοί τους για εμάς. Οποιος βλέπει δελτία ειδήσεων νομίζει πως εδώ πάνω σκοτωνόμαστε μαζί τους ή έχουμε έτοιμη την καραμπίνα. Δεν είναι έτσι τα πράγματα».
«Στενοχωριέμαι με τους Ελληνες που δεν ξέρουν τις ομορφιές της Θράκης, ενώ οι Τούρκοι και οι Βούλγαροι τις γνωρίζουν καλύτερα γιατί έρχονται συχνότερα. Ειδικά φέτος η τουριστική κίνηση ήταν πολύ μεγάλη, ιδίως από ξένους. Από την Αλεξανδρούπολη μέχρι και τη Θεσσαλονίκη, είμαστε πολύ δημοφιλείς από πλευράς επισκεψιμότητας στους γείτονές μας αλλά όχι πάντα στους συμπατριώτες μας. Είναι κρίμα. Καλό είναι να έρχονται οι Ελληνες και στα δικά μας μέρη, να μάθουν αυτήν την άκρη της πατρίδας τους που έχει αντιμετωπίσει έως σήμερα πολλά, αλλά καταφέρνει με τον ζήλο και το πείσμα των κατοίκων της να στέκεται όρθια. Αυτό που θα ευχόμουν για την πόλη και την περιοχή είναι να υπάρξει ένας συνολικός σχεδιασμός που θα γίνει μετά από διαβούλευση με όλους τους επαγγελματίες και τους ενδιαφερόμενους ώστε να διορθωθούν τωρινές παθογένειες». Κοίταξα γύρω μου. Στο διπλανό τραπέζι καθόταν ένας Τούρκος φίλος τού ιδιοκτήτη με έναν Ελληνα ιερέα και έπιναν τσίπουρα. Το κλίμα ήταν εγκάρδιο και τα κύματα της θάλασσας κάλυπταν τα λόγια τους. Σκέφτηκα ότι αυτή είναι μια εικόνα που μόνον σε αυτήν την περιοχή μπορείς να τη δεις. Ανθρώπους διαφορετικής θρησκείας, εθνικότητας, κοσμοθεωρίας να συνυπάρχουν και να τρώνε παρέα. Αυτό είναι το μαγικό της Θράκης. 

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή