Τι κοινό έχουν τα δημοτικά τραγούδια με το χιπ χοπ; Το δημοτικό τραγούδι «Του Νεκρού αδελφού» με τα cyborgs και τα avatars ή με τα ζώα και τα βουνά που μιλούν με τα ανθρωποειδή του σήμερα; Τι κοινό έχουν ο έρωτας του βοσκού Τάσου και της Γκόλφως με το φλερτ και τα social media; Πώς βιώνουν τον έρωτα οι έφηβοι σήμερα; Τι λόγια αγάπης ανταλλάσσουν; Αλλά και γιατί καταπιανόμαστε ακόμη με την παράδοση ή με ένα θεατρικό έργο του 19ου αιώνα; Με ποιους τρόπους μπορούμε να συσχετιστούμε με εκείνη την εποχή; Και αλήθεια, μπορούμε;
Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά με τίτλο «Ο ελληνικός λαϊκός πολιτισμός στη σκηνή του ψηφιακού μας κόσμου», αντλώντας έμπνευση από την Γκόλφω του Σπυρίδωνα Περεσιάδη και το δημοτικό τραγούδι Του νεκρού αδελφού, επιχειρεί να απαντήσει στα παραπάνω ερωτήματα. Συγκεκριμένα, στους χώρους του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, τα παιδιά συνεργάζονται δημιουργικά σε τέσσερις υποομάδες: υποκριτικής, σκηνογραφίας – ενδυματολογίας, ήχου και μουσικής και σκηνοθεσίας – βίντεο. Στη συνέχεια, ομάδες και τμήματα ενώνονται και παρακολουθούν από κοινού τις διαδικασίες του μοντάζ, οι οποίες οδηγούν στο τελικό αποτέλεσμα, δηλαδή στην παραγωγή δύο σύντομων ψηφιακών θεατρικών παραστάσεων. Το ταξίδι στον λαϊκό πολιτισμό και στη θεατρική δημιουργία κλείνει με μια συζήτηση για τις σκέψεις και τις εντυπώσεις που γεννήθηκαν στα παιδιά με αφορμή τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα.
Το πρόγραμμα απευθύνεται σε εφήβους 13 έως 16 ετών, εξελίσσεται σε τρεις κύκλους συνολικής διάρκειας ενός έτους, – σε κάθε κύκλο οι μαθητές μυούνται στα μυστικά δύο διαφορετικών κειμένων – και τους δίνει την δυνατότητα να γνωρίσουν στοιχεία του λαϊκού μας πολιτισμού και της λογοτεχνίας, συστήνοντας τους ταυτόχρονα τη διαδικασία της θεατρικής πράξης.
Το πρόγραμμα, που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω ΕΣΠΑ όπως αναφέρει o καλλιτεχνικός διευθυντής του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά κ. Λευτέρης Γιοβανίδης «δεν θέτει στο επίκεντρό του τη φιλολογική ανάλυση κειμένων αλλά επιδιώκει να πυροδοτήσει δημιουργικούς πειραματισμούς. Αναδεικνύει, βιωματικά, ότι η λαϊκή παράδοση δεν είναι ένα ξεχασμένο κομμάτι τις Ιστορίας, και ότι με τα κατάλληλα εργαλεία μπορεί να είναι ευεργετική και ταυτόχρονα δημιουργική. Προφορικές αφηγήσεις, μυθοπλαστικά κείμενα και οι ήρωές τους εξερευνώνται με τα εργαλεία της ψηφιακής πραγματικότητας, της εικόνας και της τέχνης του ήχου, που χρησιμοποιούν οι νέοι στην καθημερινότητά τους. Τα υλικά της παράδοσης που εμπεριέχονται στα ειδυλλιακά βουκολικά δράματα, στις φορεσιές ή στα δημοτικά τραγούδια ενσωματώνονται σε νέες φόρμες που θα προκύψουν από τη χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας».