Τραγωδία στα Τέμπη: «Τι θα πούμε στον κόσμο που έχασε τα παιδιά του;»

Τραγωδία στα Τέμπη: «Τι θα πούμε στον κόσμο που έχασε τα παιδιά του;»

Ο Παναγιώτης Καρκατσούλης, εμπειρογνώμονας Δημόσιας Διοίκησης, επιχειρεί μιλώντας στην «Κ» να κάνει μια πρώτη ανάλυση για τα αίτια του πολύνεκρου δυστυχήματος στα Τέμπη

4' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τι πήγε λάθος και τι θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά στην περίπτωση του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη που κόστισε -μέχρι στιγμής- τη ζωή σε 43 ανθρώπους; 

Στα παραπάνω ερωτήματα επιχειρεί να απαντήσει, με όσα δεδομένα είναι διαθέσιμα ως τώρα, ο Παναγιώτης Καρκατσούλης, εμπειρογνώμονας Δημόσιας Διοίκησης.

«Αυτή τη στιγμή ακούμε πολλά και δεν γνωρίζουμε ακόμα όλες τις λεπτομέρειες της συγκλονιστικής αυτής τραγωδίας, υπάρχουν όμως αρκετά πράγματα που μπορούμε να πούμε συνολικά για το σύστημα της δημόσιας ασφάλειας των πολιτών στην Ελλάδα, όταν οι τελευταίοι μπορούν εν δυνάμει να βρεθούν εκτεθειμένοι σε καταστροφές» ξεκινάει να λέει στην «Κ» ο κ. Καρκατσούλης, ο οποίος σημειώνει πως είναι πολλά χρόνια τώρα που ακούμε για τα προβλήματα που υπάρχουν στους ελληνικούς σιδηρόδρομους.

Τραγωδία στα Τέμπη: «Τι θα πούμε στον κόσμο που έχασε τα παιδιά του;»-1

Ο ίδιος αναφέρει το «τένις αρμοδιοτήτων» που υπάρχει στον ΟΣΕ σε πολύ απλά και βασικά πράγματα, όπως για παράδειγμα το ποιος πρέπει να συλλέγει τα κλαριά που συχνά πέφτουν κατά μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών. «Είναι ένα μοτίβο αυτό της μετάθεσης των ευθυνών, το οποίο βλέπουμε να επαναλαμβάνεται σε κάθε καταστροφή ή δυστύχημα στη χώρα μας», σημειώνει ο κ. Καρκατσούλης και εξηγεί περαιτέρω: «Αυτό το “ποιός έπρεπε να μαζέψει τα κλαριά”, ήταν κάτι που ακούγαμε για παράδειγμα και στην κακοκαιρία Μήδεια, με τις ευθύνες να μεταφέρονται τότε από το δασαρχείο στους δήμους και από εκεί στην περιφέρεια κι από εκεί στον ΔΕΔΔΗΕ και πάει λέγοντας.

Αν δυσκολευόμαστε λοιπόν να κρατήσουμε καθαρή τη σιδηροδρομική γραμμή πώς θα πάμε στα πιο ουσιώδη, όπως είναι τα ηλεκτρονικά συστήματα σήμανσης, τα οποία σύμφωνα με τους εργαζομένους, δεν λειτουργούσαν; Αν το σύστημα ήταν τελικά ανενεργό και τα τρένα έτρεχαν “στον αέρα”, αυτό από μόνο του είναι συγκλονιστικό. Είναι αυτό ακριβώς το σύστημα που θα έπρεπε να ενεργοποιείται σε περιπτώσεις ανθρώπινου λάθους, όπως φαίνεται πως είναι η συγκεκριμένη. Το τρένο θα έπρεπε να ακινητοποιείται. Πώς μπορούμε να δεχτούμε ότι δύο τρένα σε αντίθετη κατεύθυνση κινούνται πάνω στην ίδια γραμμή;» διερωτάται. 

Ο εμπειρογνώμονας υπογραμμίζει μάλιστα πως δεν είναι υπερβολικό να πούμε ότι η συγκεκριμένη τραγωδία είναι χειρότερη κι από αυτήν στο Μάτι, όπου κάποιος θα μπορούσε ενδεχομένως να πει ότι η τρομερή ένταση του αέρα, διαμόρφωσε πρωτοφανείς συνθήκες, απρόβλεπτες ίσως, σε σημαντικό βαθμό. «Στην προκειμένη δεν υπάρχει τέτοιος εξωτερικός παράγοντας – δεν χιονίζει, δεν έχει θεομηνία, ποιό ήταν το πρόβλημα που δεν μπορούσε να προβλεφθεί;» αναρωτιέται ο κ. Καρκατσούλης, ο οποίος κάνει λόγο για βαριές παραλείψεις.

Απουσία σχεδίου έκτακτης ανάγκης και κουλτούρα ατιμωρησίας

Για τον κ. Καρκατσούλη, η πιο σημαντική παράλειψη που φαίνεται να υπάρχει στην προκειμένη είναι η απουσία του επιχειρησιακού σχεδίου αντιμετώπισης του δυστυχήματος. «Πού ήταν το σχέδιο έκτακτης ανάγκης; Ποιοι είναι οι μηχανισμοί αντίδρασης και συντονισμού; Αν υπήρχαν αυτά τα σχέδια, ποιος τα γνώριζε και ποιοι ήταν επιφορτισμένοι με το να τα ενεργοποιήσουν;» είναι τα διαδοχικά ερωτήματα, τα οποία θέτει, επισημαίνοντας πως πρέπει να απαντηθούν.

Ο ίδιος μάλιστα προσθέτει πως τα συστήματα συντονισμού στην Ελλάδα είναι σχεδόν μηδενικά, είτε η καταστροφή ονομάζεται «Μάτι», είτε «Μήδεια», είτε «δυστύχημα στα Τέμπη». Και όπως συμπληρώνει: «Αν διατρέξει κάποιος τα σχέδια του “Ξενοκράτη” για τις καταστροφές, θα δει πως τα δικά μας, σε αντίθεση με αυτά που ισχύουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δεν έχουν επιχειρησιακό χαρακτήρα αλλά κανονιστικό, σε μια κατεύθυνση, ας πούμε, “προσταγών”. Είμαστε ευρωπαϊκό κράτος αλλά συστήματα προσομοιώσεων για ατυχήματα δεν έχουμε. Ρίχνουμε εύκολα την ευθύνη σε ένα άτομο, όπως βλέπουμε να συμβαίνει στην προκειμένη με τον σταθμάρχη και αποποιούμαστε των ευθυνών μας».

«Πώς επιλέγονται οι άνθρωποι σε όλα αυτά τα πόστα, αρχής γενομένης από τον επικεφαλής; Ποιος τους ελέγχει; Σε ποιόν λογοδοτούν;»

Το δεύτερο νευραλγικό πρόβλημα κατά τον εμπειρογνώμονα και διοικητικό επιστήμονα, είναι η ίδια η αντίληψη της δουλειάς που έχουν οι δημόσιοι υπάλληλοι στη χώρα μας ή οι υπάλληλοι οι οποίοι βρίσκονται σε πόστα ευθύνης οργανισμών που έχουν να κάνουν και με τη δημόσια υγεία. «Πρόκειται για τον φόβο των συνεπειών των πράξεων, ο οποίος οδηγεί τελικά σε μια λογική: “εμένα η δουλειά μου αρχίζει και τελειώνει εδώ και τίποτα άλλο δεν γνωρίζω για τη συνολική αλυσίδα της εργασίας”» εξηγεί ο κ. Καρκατσούλης και θέτει σε αυτό το σημείο ακόμα ένα ερώτημα: «Πώς επιλέγονται λοιπόν οι άνθρωποι σε όλα αυτά τα πόστα, αρχής γενομένης από τον επικεφαλής; Ποιος τους ελέγχει; Σε ποιον λογοδοτούν; Η κατάσταση στα ζητήματα δημόσιας ασφάλειας και του ευρύτερου ζητήματος πολιτικής προστασίας παραμένει τραγική στη χώρα μας και κανέναν δεν αφορά αν η Hellenic Train ανήκει ή όχι στο δημόσιο. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι η διασφάλιση της υγείας των πολιτών στην επικράτεια και αυτό ναι, είναι ευθύνη του κράτους. Το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας θα έπρεπε να έχει εκπονήσει σχέδιο έκτακτης ανάγκης διαθέσιμο και στο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών για περιπτώσεις σαν κι αυτήν».

Και συνεχίζει ο κ. Καρκατσούλης: «Μιλάμε για τις συγκοινωνίες, μιλάμε για τη μετακίνηση χιλιάδων πολιτών και μιλάμε λοιπόν για τρομακτικές ευθύνες. Ευθύνες που αντικατοπτρίζουν τον τρόπο με τον οποίο κατανέμονται οι αρμοδιότητες στην Ελλάδα – θραυσμεύνες πάντοτε, αποσπασματικές και περιχαρακωμένες, σταθερά έξω από την κουλτούρα της πολιτικής προστασίας, η οποία βρίσκεται σταθερά σε σαθρό έδαφος».

Όλα τα παραπάνω τελικά οδηγούν σύμφωνα με τον κ. Καρκατσούλη σε μια κουλτούρα ατιμωρησίας. O ίδιος υπενθυμίζει μάλιστα πως έπρεπε να περάσουν πέντε ολόκληρα χρόνια για να ξεκινήσει η δίκη για το Μάτι. Ο εμπειρογνώμονας τονίζει πως σε αυτή την κουλτούρα της ατιμωρησίας, συμβάλλει κι η αντίδραση του κράτους κάθε φορά που συμβαίνει ένα τραγικό γεγονός: «Στην αρχή βιαζόμαστε να αποδώσουμε ευθύνες, λέμε ότι ενεργοποιούμε εισαγγελείς και παραγγέλνουμε έρευνες, υπερηφανευόμαστε ότι αστυνομία και πυροσβεστική κάνουν ό,τι μπορούν, αλλά μετά από λίγο οι υποθέσεις μπαίνουν βαθιά στα συρτάρια».

O ίδιος κρατάει για το τέλος το πιο ουσιαστικό ερώτημα που συνοψίζει την τραγωδία – «Τι θα πούμε σε όλο αυτόν τον κόσμο που έχασε τα παιδιά του; Τι επιχείρημα έχουμε;»

Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή