Το αίτημα της σύγκλισης αποκτά πολιτική ισχύ

Το αίτημα της σύγκλισης αποκτά πολιτική ισχύ

Η αλλαγή σκυτάλης στο ΠΑΣΟΚ και η επικράτηση του εκσυγχρονισμού

7' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μία εκλογική αναμέτρηση δεν είναι κατανοητή αν δεν ενταχθεί στα συμφραζόμενα της εποχής της. Τα εκλογικά αποτελέσματα είναι απαντήσεις σε διακυβεύματα, όπως αυτά γίνονται αντιληπτά στην πολιτική κοινότητα, στην εκάστοτε συγκυρία. Στην πολιτική (και όχι μόνο) συνυπάρχει το αναμενόμενο με το τυχαίο, οι δομικοί περιορισμοί με τις επιλογές.

Οι εκλογές της 22ας Σεπτεμβρίου 1996 ήταν πρόωρες. Αυτό, βεβαίως, από μόνο του, δεν αποτελεί είδηση. Από τις 17 εκλογικές αναμετρήσεις μετά το 1974, οι 14 συνέβησαν πριν ολοκληρωθεί η κοινοβουλευτική θητεία. Το ασύνηθες, εν προκειμένω, είναι όχι ο λόγος που επικαλέστηκε ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης (τα εθνικά θέματα, φυσικά), αλλά οι ιδιαίτερες συνθήκες στις οποίες προκηρύχθηκαν οι συγκεκριμένες εκλογές. Ποιες ήταν αυτές;

Λίγους μήνες πριν, τον Ιούνιο 1996, ο κ. Σημίτης είχε εκλεγεί, από το δραματικής πλοκής συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, πρόεδρος του κόμματος, αμέσως μετά τον αιφνίδιο θάνατο του μέχρι τότε ηγέτη του Ανδρέα Παπανδρέου. Εξι μήνες πριν, στις 18/1/1996, ο κ. Σημίτης είχε εκλεγεί πρωθυπουργός από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ, με σχετικά μικρή πλειοψηφία, σε συνθήκες πολιτικού θρίλερ, μετά την παραίτηση του ασθενούς Ανδρέα Παπανδρέου. Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο νέος πρωθυπουργός αντιμετώπισε την κρίση των Ιμίων, η οποία έφερε Ελλάδα και Τουρκία στα πρόθυρα πολέμου. Από τον Ιανουάριο μέχρι την προκήρυξη πρόωρων εκλογών, τον Αύγουστο 1996, ο κ. Σημίτης ήταν ένας πρωθυπουργός χωρίς άμεση λαϊκή εντολή.

Το πρώτο εξάμηνο του 1996 και οι δύο τελευταίοι μήνες του 1995 ήταν, πολιτικά μιλώντας, μια ιδιαιτέρως πυκνή περίοδος, με στοιχεία σαιξπηρικού δράματος. Θυμίζω: ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου νοσηλευόταν, από το Νοέμβριο 1995, στο «Ωνάσειο»· η παρατεταμένη κυβερνητική αστάθεια επηρέαζε αρνητικά τόσο τον εγχώριο δημόσιο βίο, όσο και τη διεθνή θέση της χώρας· τη χώρα κυβερνούσε ο αναπληρωτής πρωθυπουργός Ακης Τσοχατζόπουλος και το περιβάλλον αυλοκολάκων του ασθενούς πρωθυπουργού. Η Ελλάδα έδινε την εντύπωση χώρας με σαθρούς θεσμούς, στο έλεος τυχαίων γεγονότων και προσωποπαγών κομμάτων, ενώ η οσμή της πολιτικής σήψης, λίγα χρόνια μετά το σκάνδαλο Κοσκωτά του 1988-89, ήταν ξανά αισθητή. Κάποια στιγμή (στις 15/1/1996), ο ανήμπορος Ανδρέας Παπανδρέου παραιτείται διστακτικά από την πρωθυπουργία. Αρχίζει ο διαγκωνισμός ηγετικών στελεχών του ΠΑΣΟΚ, αρχικά για την πρωθυπουργία και, αργότερα, μετά τον θάνατο του ιδρυτή, τον Ιούνιο 1996, για την προεδρία του κόμματος. Και στις δύο περιπτώσεις νικητής αναδεικνύεται ο Κώστας Σημίτης, χωρίς οι νίκες του να ήταν βέβαιες.

Αν και το κομματικό σκαρί ήταν παλιό, ο νέος καπετάνιος είχε σαφή πορεία πλεύσης: την Ευρώπη

Από τη σκοπιά της εκλογικής αριθμητικής, οι εκλογές του 1996 εμφανίζουν την πρώτη κάμψη του δικομματισμού: τα δύο μεγάλα κόμματα αθροίζουν ποσοστό κάτω από 80%. Και το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. βγαίνουν αποδυναμωμένα, έχοντας βιώσει αφενός κυβερνητική φθορά, αφετέρου μια διάσπαση το καθένα (ΔΗΚΚΙ και Πολιτική Ανοιξη αντιστοίχως). Το ΠΑΣΟΚ, ωστόσο, αν και έχει φθαρεί με την ασθένεια του ιδρυτή του, διατηρεί τη ζωτικότητά του. Η εκλογή Σημίτη το ανανέωσε, προσδίδοντάς του σαφώς μεταρρυθμιστικό πολιτικό λόγο. Στην άνευρη Ν.Δ., αντιθέτως, ηγείται ανέμπνευστα ο Μιλτιάδης Εβερτ, ο οποίος διαδέχθηκε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη μετά την ήττα στις εκλογές του 1993. Η Αριστερά, λίγα χρόνια μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού και τη φιλελεύθερη αισιοδοξία για το «τέλος της Ιστορίας», δεν τα πάει άσχημα. Το ΚΚΕ ενισχύει ελαφρώς τις δυνάμεις του (σε σχέση με το 4,54% του 1993), ενώ ο Συνασπισμός, υπό τον κ. Νίκο Κωνσταντόπουλο, ενισχύει σημαντικά το ποσοστό του και εισέρχεται αξιοπρεπώς στη Βουλή. Το νεοπαγές ΔΗΚΚΙ αποδείχθηκε πυροτέχνημα: ενώ έλαμψε το 1996 (και στις ευρωεκλογές του 1999), εξαφανίστηκε αργότερα. Εκτός Βουλής μένει και η Πολιτική Ανοιξη του Αντώνη Σαμαρά.

Από πολιτικής απόψεως, οι εκλογές του 1996 ήταν πολύ σημαντικές. Την ύστερη, παρακμιακή περίοδο της πρωθυπουργίας του Ανδρέα Παπανδρέου διαδέχθηκε το αναζωογονητικό πρόταγμα του εκσυγχρονισμού. Ο Κώστας Σημίτης, πολιτικός που απέπνεε ακεραιότητα, τεχνοκρατική επάρκεια και διακριτό πολιτικό λόγο, έχοντας διαμορφώσει στο περιθώριο του ΠΑΣΟΚ μια διαχρονικώς συνεπή μεταρρυθμιστική, σοσιαλδημοκρατική προοπτική, θα κρατούσε τώρα το τιμόνι της χώρας. Αν και το ΠΑΣΟΚ παρέμενε παλαιοκομματικό βαρίδι, ο νέος καπετάνιος και οι στενοί του συνεργάτες είχαν σαφή πορεία πλεύσης: την ευρωπαϊκή σύγκλιση. Δεν ήλεγχαν, όμως, το κόμμα τους.

Το μεγάλο επίτευγμα της κυβέρνησης Σημίτη (1996-2000) ήταν η είσοδος της Ελλάδας στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση και, τελικά, στην Ευρωζώνη (2000), και η τεράστια μεταρρυθμιστική προσπάθεια που έπρεπε να καταβληθεί γι’ αυτό. Σήμερα μπορεί να φαίνεται αυτονόητο, τότε όμως δεν ήταν. Αν και η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου είχε υπογράψει την αίτηση ένταξης στην ΟΝΕ (1994), το κόμμα ήταν αμφίθυμο ως προς την υλοποίησή της. Ακόμα και σοβαροί πολιτικοί, όπως ο Γ. Αρσένης, δεν συμφωνούσαν απαραίτητα με την ένταξη στην Ευρωζώνη. Ενώ το μεταρρυθμιστικό τμήμα του ΠΑΣΟΚ, ήδη επί Ανδρέα Παπανδρέου, προωθούσε κάποιες μεταρρυθμίσεις (π.χ. ΑΣΕΠ, 1994), το καθεστωτικό κομμάτι του ουδέποτε έδωσε μάχη για τη σύγκλιση της Ελλάδας με τα κριτήρια της Ε.Ε. Χρειαζόταν η εκσυγχρονιστική ορμή και στοχοπροσήλωση του Σημίτη για να μετατραπεί η αμφιθυμία σε δέσμευση για σύγκλιση. Εκτός από την ένταξη στην ΟΝΕ στα επιτεύγματα της κυβέρνησης Σημίτη συγκαταλέγονται οι αλλαγές στην τοπική αυτοδιοίκηση («Καποδίστριας»), η (ατελής) εκπαιδευτική μεταρρύθμιση Αρσένη, και η συμφωνία του Ελσίνκι, με την οποία αποφασίστηκε η έναρξη των διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. και η αποδοχή της Τουρκίας ως υποψήφιας χώρας-μέλους, με την προϋπόθεση της συμφωνίας για διευθέτηση των διαφορών της με την Ελλάδα. Η σημαντικότερη αποτυχία της κυβέρνησης Σημίτη ήταν η φούσκα του Χρηματιστηρίου (1999).

Το αποτέλεσμα των εκλογών του 1996 έθεσε την Ελλάδα στο κέντρο της ευρωπαϊκής ενοποίησης, συνέβαλε στον εκσυγχρονισμό της, ομαλοποίησε τη σχέση της με την Τουρκία, και βοήθησε στην ωρίμανση του ΠΑΣΟΚ. Βεβαίως, ουδέν καλόν αμιγές κακού. Οπως έδειξε η χρεοκοπία του 2010, οι θεσμικοί δαίμονες της χώρας δεν εξορκίστηκαν, βαθιές νοοτροπίες παρέμειναν, το πολιτικό σύστημα δεν άλλαξε συνήθειες. Ο εκσυγχρονισμός δεν άπλωσε ρίζες. Αλλά, ας είμαστε ρεαλιστές: οι εκλογικοί συσχετισμοί σπανίως αλλάζουν εκ θεμελίων μια χώρα – μπορούν όμως να την κάνουν καλύτερη ή χειρότερη. Οι εκλογές του 1996 την έκαναν σαφώς καλύτερη.

Τι βλέπαμε

Η μόδα των μούλτιπλεξ

Το αίτημα της σύγκλισης αποκτά πολιτική ισχύ-1

Οταν το 1996 η αυστραλιανή Village Roadshow ανακοινώνει τη λειτουργία του πρώτου μούλτιπλεξ στην Αθήνα, η ελληνική κινηματογραφική αγορά μάλλον παρέπαιε. Τα εισιτήρια μειώνονταν χρόνο με τον χρόνο και οι μεμονωμένες αίθουσες αγκομαχούσαν να προσαρμοστούν στις τεχνολογικές εξελίξεις. Το πρώτο μούλτιπλεξ θα ανοίξει το 1997 στο Μαρούσι προσφέροντας μια εντελώς διαφορετική κινηματογραφική εμπειρία. Θα είναι μόνο 
η αρχή.

 

Απώλειες

Ενα δύσκολο καλοκαίρι

Το καλοκαίρι του 1996 σημαδεύεται από τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου (στις 23 Ιουνίου) και της Αλίκης Βουγιουκλάκη, ένα μήνα μετά. Οι αποχαιρετισμοί είναι πάνδημοι, με πλήθη λαού στους δρόμους, αλλά και μεγάλα τηλεοπτικά γεγονότα.

Η τεχνολογία

Η αργή επανάσταση

Το αίτημα της σύγκλισης αποκτά πολιτική ισχύ-2

Θεωρητικά το Ιντερνετ έχει μπει στη ζωή των Ελλήνων από το 1993, αλλά η διείσδυσή του είναι εντυπωσιακά αργή. Το 1995 η Focus Bari διαπιστώνει ότι μόλις το 1% των κατοίκων στα μεγάλα αστικά κέντρα έχει πρόσβαση. Με διευρυμένο δείγμα, στο τέλος του αιώνα, το ποσοστό δεν θα ξεπερνάει πανελλαδικά το 12%. Και δεν πρόκειται να «ξεκολλήσει» νωρίτερα από το 2005 με την εμφάνιση των πρώτων ADSL συνδέσεων.

 

 

 

 

 

Το αίτημα της σύγκλισης αποκτά πολιτική ισχύ-3

Τι θυμάμαι

Το πρώτο ντιμπέιτ

Το αίτημα της σύγκλισης αποκτά πολιτική ισχύ-4

Την παραμονή εκείνου του ιστορικού πρώτου ντιμπέιτ, οι δημοσιογράφοι που είχαμε κληθεί να συμμετάσχουμε, ο Θ. Ρουσόπουλος, ο Γ. Παπουτσάνης και εγώ, με τον Πέτρο Ευθυμίου που ήταν ο συντονιστής, συναντηθήκαμε και συζητήσαμε αν έπρεπε να δεχθούμε την πρόσκληση. Οι κανόνες που είχαν συμφωνηθεί ανάμεσα στα δύο επιτελεία προέβλεπαν ότι εμείς έπρεπε να ρωτάμε, χωρίς δικαίωμα να επιμένουμε στην ερώτησή μας, και οι αρχηγοί να απαντούν σε 2 λεπτά, χωρίς να μιλούν μεταξύ τους, χωρίς να κοιτάζονται καν. Επρεπε να δεχθούμε έναν τόσο στενό κορσέ; Συμφωνήσαμε ότι δεν είχαμε δικαίωμα να ματαιώσουμε την καθυστερημένη πρεμιέρα των ντιμπέιτ στην Ελλάδα. Την επομένη, οι κανόνες τηρήθηκαν και βοήθησαν, νομίζω, τον πειθαρχημένο και αυστηρό Σημίτη να κερδίσει τις εντυπώσεις από τον πληθωρικό και ανοικονόμητο Εβερτ. Βγαίνοντας από το στούντιο, όλοι δηλώσαμε ότι το πλαίσιο έπρεπε να αλλάξει. Αλλά η πολιτική φοβάται την τηλεόραση, ειδικά παραμονές εκλογών.
 
ΠAΥΛΟΣ ΤΣΙΜΑΣ
Δημοσιογράφος

Η αρχή

Είμαστε πια πρωταθλητές

Το αίτημα της σύγκλισης αποκτά πολιτική ισχύ-5

Μπορεί ο Αρης και ο ΠΑΟΚ να μας έμαθαν μπάσκετ τη δεκαετία του ’80, αλλά είναι ο Παναθηναϊκός που θα κατακτήσει το πρώτο ελληνικό Κύπελλο Πρωταθλητριών στις 11 Απριλίου του 1996, κερδίζοντας με 67-66 την Μπαρτσελόνα στον τελικό του φάιναλ φορ και εγκαινιάζοντας, παράλληλα, μια μοναδική μπασκετική εποποιία με συνολική συγκομιδή 9 κύπελλα στο ανώτερο συλλογικό επίπεδο (6 ο Παναθηναϊκός, 3 ο Ολυμπιακός). MVP του φάιναλ φορ αναδείχθηκε ο Ντομινίκ Ουίλκινς με 51 πόντους σε τελικό και ημιτελικό με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας.

 

Το στοίχημα

Το γούρι της Ατλάντα

Το αίτημα της σύγκλισης αποκτά πολιτική ισχύ-6

Οι Ολυμπιακοί του 1996 ήταν «δύσκολοι» ψυχολογικά για το ελληνικό κοινό, καθώς πριν από λίγα χρόνια είχαμε χάσει τη διοργάνωσή τους από την Ατλάντα. Η Ελλάδα διεκδικούσε με πάθος τη λεγόμενη «χρυσή» Ολυμπιάδα, ακριβώς στην επέτειο των 100 χρόνων από τη σύγχρονη αναβίωσή τους. Ομως, οι Αγώνες της Ατλάντα θα αποδειχθούν ιδιαίτερα παραγωγικοί για τα ελληνικά χρώματα (4 χρυσά και 4 ασημένια μετάλλια) και παραδόξως γούρικοι: ένα χρόνο μετά, τον Σεπτέμβριο του 1997, θα μας ανατεθεί η διοργάνωση 
των Αγώνων του 2004.

 

 

 

 

Ο κ. Χαρίδημος Τσούκας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή