Στις εκλογές έπρεπε να πάω στα Τρίκαλα όπου ψηφίζω. Το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη (το δεύτερο που θυμάμαι στη διάρκεια της ζωής μου), με είχε μουδιάσει. Ένιωθα, όπως όλοι, οργή, ενοχή και θλίψη. Στεκόμουν στο ΚΤΕΛ περιμένοντας το λεωφορείο και μ’ έζωναν τα φίδια. Πράγματα που παλιότερα θα θεωρούσα σκέτη παράνοια (γίνονται άραγε έλεγχοι; συντηρούνται τα οχήματα; ξέρουμε αν ο οδηγός έχει προβληματική σχέση με το αλκοόλ;) γυρόφερναν στο μυαλό μου ως λογική.
Στις μετακινήσεις εντός πόλης δεν νιώθω ασφαλής. Όποιος ζει την κατάσταση των λεωφορείων της Αττικής ξέρει για τι πράγμα μιλάω. Πάλι οι ίδιες απορίες, εάν ελέγχει κανείς πραγματικά αυτόν τον στόλο, εάν οι εταιρείες (ιδιωτικές, κρατικές, διφυείς) αισθάνονται και συμπεριφέρονται ως υπεύθυνες. Εάν νιώθουν πως δεν πρέπει να γίνει η στραβή στο δίκτυο που διαχειρίζονται ή χρησιμοποιούν, εάν ασκούν όντως εποπτεία επί των εργαζομένων τους ή εάν η ευθύνη τους εξαντλείται στην παροχή της πιο βασικής και φθηνιάρικης εκδοχής της υπηρεσίας που προσφέρουν.
Συχνά, όταν επιβιβάζομαι στα μέσα σκέφτομαι μήπως οι εργαζόμενοι είναι εξαντλημένοι ακόμη και αποπροσανατολισμένοι από απάνθρωπα πήγαινελα σε συνθήκες μεγάλης πίεσης. Στο νυχτερινό λεωφορείο πιάνω τον εαυτό μου να αναρωτιέται εάν ο άνθρωπος που το οδηγεί στέκει καλά κι εάν κοιμάται πολλές ώρες. Άραγε πληρώνεται αρκετά για να είναι σε καλή ψυχική διάθεση και εάν όχι, υπάρχουν εποπτικοί μηχανισμοί που θα τον εμποδίσουν να κάνει το κακό;
Στις μετακινήσεις εντός πόλης δεν νιώθω ασφαλής. Όποιος ζει την κατάσταση των λεωφορείων της Αττικής ξέρει για τι πράγμα μιλάω.
Το πικρό θέαμα του δημόσιου πνιγμού ενός ανθρώπου στο λιμάνι του Πειραιά μού γέννησε τις ίδιες σκέψεις. Γίνονται έλεγχοι; Οι εταιρείες ψάχνουν τι είδους άνθρωποι είναι αυτοί που εκτελούν τα νυχτερινά δρομολόγια; Υπάρχουν από το λιμάνι, την εταιρεία και τελικά το κράτος μηχανισμοί διαχείρισης έκρυθμων καταστάσεων που ενδέχεται να φτάσουν μέχρι την αξιόποινη συμπεριφορά; Γενικώς, αναρωτιόμουν εάν επιβλέπει κανείς τα σημεία μετάβασης στη στεριά και τη θάλασσα. Υποτίθεται πως είναι μέρη απολύτως κρίσιμα για τον τουρισμό από τον οποίο βιοπορίζονται τόσοι άνθρωποι στη χώρα, αλλά και σημεία απ’ όπου διέρχονται διαρκώς φοιτητές, νέοι εργαζόμενοι και επαγγελματίες που μετακινούνται λόγω δουλειάς.
Στην πραγματικότητα, σε πολλά δρομολόγια λεωφορείων οι επιβαίνοντες έχουν σκεφτεί πως όλα μπορούν να συμβούν, όμως είναι κουρασμένοι και εξαντλημένοι κι αφήνονται στην κίνηση του οχήματος. Πολλές φορές στα πλοία της γραμμής ή στα ιπτάμενα δελφίνια, στα στραβοχυμένα πλοιάρια που συνδέουν νησιά και σε καθημερινές επαφές με τον καταταλαιπωρημένο προαστιακό, η κατάσταση δε μοιάζει ασφαλής. Αντίθετα, μια αίσθηση πως τα πράγματα είναι εκτός ελέγχου βρωμίζει τον αέρα.
Ενώ ο κόσμος όλος συνδέει τον απόπλου με τη γαλήνη ενός ξεκινήματος ή το τρένο με τη χαρά μίας προβλέψιμης περιπλάνησης, εμείς, ως πολίτες αυτής εδώ της χώρας έχουμε ένα ψυχικό εμπόδιο να ξεπεράσουμε
Ενώ η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα οι μετακινήσεις εντός της φαίνονται άθλος για όποιον δεν θέλει να μπει στο αεροπλάνο. Η άνεση στη χρήση του αεροπλάνου συνδέεται με οικονομικά και κοινωνικά προνόμια. Ο κόσμος που τα βγάζει δύσκολα πέρα πάει βράδυ με το πλοίο της γραμμής, κάθεται στο κατάστρωμα και ρομαντικοποιεί τη φτώχεια του, όπως κάνει και με το σάπιο σπίτι όπου μένει, με τα στριμώγματα στις δουλειές του και με τη ζωή του όλη. Το εισιτήριο δεν είναι πια φθηνό, το πήγαινελα πονάει και αν δει κανείς τι παίρνει για τα λεφτά που πληρώνει, νιώθει ριγμένος. Πολλοί άνθρωποι με οικογένεια σε άλλες πόλεις εντός της ελληνικής επικράτειας, κάνουν καιρό να δουν τους δικούς τους. «Το χωριό» είναι μακριά, κοστίζει και η μετάβαση έχει ταλαιπωρία, πού να τρέχεις τόσες ώρες;
Τώρα στη χαμένη μας ανεμελιά έρχεται να προστεθεί άλλο ένα τραύμα. Ενώ ο κόσμος όλος συνδέει τον απόπλου με τη γαλήνη ενός ξεκινήματος ή το τρένο με τη χαρά μίας προβλέψιμης περιπλάνησης, ενώ οι πολίτες άλλων χωρών δεν έχουν τίποτα μαύρο να σκεφτούν όταν επιβιβάζονται στο τρένο ή το πλοίο, εμείς, ως πολίτες αυτής εδώ της χώρας έχουμε ένα ψυχικό εμπόδιο να ξεπεράσουμε. Ούτε ασφαλείς νιώθουμε ούτε επαρκώς χυδαίοι ώστε να θεωρήσουμε πως οι φρικτοί θάνατοι στα σημεία μετάβασης είναι κάτι που ξεπερνιέται και ξεχνιέται έτσι εύκολα.