«Σε προειδοποιώ, θα τρομάξεις», μου λέει ο Πάνος όσο είμαστε στην είσοδο της πολυκατοικίας. Τον καθησυχάζω. Πόσο τρομακτικό μπορεί να είναι ένα διαμέρισμα 3ου ορόφου στους Αμπελόκηπους; Λίγα λεπτά αργότερα στεκόμαστε μπροστά στην εξώπορτα. Ανοίγει με μια ελαφρά δυσκολία. Καταλαβαίνω πως πίσω από την πόρτα υπάρχουν αντικείμενα και πως συναντάει αντίσταση. Κάνω ένα διστακτικό βήμα και νιώθω ακριβώς όπως όταν μπαίνω σε ένα ασφυκτικά γεμάτο βαγόνι του μετρό. Δεν είμαι σίγουρη για το πού ακριβώς μπορώ να σταθώ. Οπου και αν κοιτάξω βλέπω κούτες, στοιβαγμένες βαλίτσες και αντικείμενα. Σε μια πρώτη ματιά δημιουργούν μια άμορφη μάζα με διάφορες κορυφές, κάποιες εκ των οποίων φτάνουν μέχρι το ταβάνι. Δίπλα μου στέκεται ο Πάνος. Διαισθάνομαι πως νιώθει ελαφρώς αμήχανα, καθώς, όπως μου έχει πει, αποφεύγει να φέρνει επισκέπτες στον χώρο που φυλάει τους «θησαυρούς» του. «Πάντως όποιος έρθει μια φορά, σίγουρα δεν έρχεται δεύτερη».
Το δωμάτιο στα δεξιά μου θα μπορούσε να είναι το σαλόνι, στην πραγματικότητα όμως μοιάζει με μια τεράστια φωτεινή αποθήκη. Κατευθυνόμαστε προς την κουζίνα και το μπάνιο. Και τα δύο δωμάτια είναι μη-λειτουργικά, καθώς είναι εξίσου γεμάτα από κούτες. Το διαμέρισμα δεν κατοικείται. «Ξέρω πως αυτή τη στιγμή χάνω ένα εισόδημα, καθώς θα μπορούσα κάλλιστα να το διαθέσω προς ενοικίαση. Πού θα τα πήγαινα όμως όλα αυτά;» Προσπαθώ να καταλάβω την ταυτότητα των αντικειμένων που έχουν καταλάβει 80τμ. Με μια πρώτη όψη φαίνονται ασύνδετα μεταξύ τους. Πίνακες, έπιπλα, παλιά κερματοφόρα μηχανήματα, στοιβαγμένες βαλίτσες, ενώ στο βάθος διακρίνω και ένα σκουριασμένο παιδικό ποδηλατάκι. Στους τοίχους οι βιβλιοθήκες και αυτές γεμάτες. Κάνει ζέστη, δεν μπορούμε όμως να ανοίξουμε κανένα παράθυρο, τουλάχιστον όχι χωρίς να σκαρφαλώσουμε πάνω στις κούτες.
«Εχω δυσκολία να πετάξω το οτιδήποτε. Από εισιτήρια κινηματογράφου, μέχρι και ρούχα από την εφηβική μου ηλικία».
Ο Πάνος εδώ και πέντε δεκαετίες συγκεντρώνει αντικείμενα που θεωρεί πως έχουν συλλεκτική και οικονομική αξία, αλλά κρατάει και το δικό του «αρχειακό» υλικό, καθώς όπως εξηγεί «έχω δυσκολία να πετάξω το οτιδήποτε. Από εισιτήρια κινηματογράφου, μέχρι και ρούχα από την εφηβική μου ηλικία». Η πρώτη σχετική μνήμη που έχει ταξιδεύει πίσω στην ηλικία των 4 ετών, τότε που ένα πρωινό που τον πήγαινε η μητέρα του στο νηπιαγωγείο είδε στο πάρκο μια στοίβα με το περιοδικό Μπλεκ. «Κάτι με κέρδισε στα εξώφυλλα του και εντυπωσιάστηκα. Ζήτησα από τη μητέρα μου να τα πάρουμε μαζί μας, εκείνη όμως ήταν διστακτική. Μου είπε πως είναι βαριά για να τα πάρω μαζί μου στο σχολείο και μου υποσχέθηκε πως θα τα πάρουμε το μεσημέρι, όταν θα γυρνάμε στο σπίτι. Φυσικά μέχρι τότε είχαν κάνει φτερά. Θυμάμαι την απογοήτευσή μου και το ότι άρχισα να κλαίω. Νομίζω πως αυτή η ιστορία με σημάδεψε.
«Είναι μια ασθένεια, που ξέρω πως δεν υπόκειται στην έννοια της συλλογής. Είναι διαφορετικό το ότι συλλέγω δίσκους που έχουν μια αντικειμενική αξία και διαφορετικό το ότι δεν πετάω κανένα απόκομμα από τα ταξίδια μου».
Από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου είχα την τάση να μην πετάω τίποτα. Είναι μια ασθένεια, που ξέρω πως δεν υπόκειται στην έννοια της συλλογής. Είναι διαφορετικό το ότι συλλέγω δίσκους που έχουν μια αντικειμενική αξία και διαφορετικό το ότι δεν πετάω κανένα απόκομμα από τα ταξίδια μου».
Τι πυροδοτεί τη διαταραχή
Η ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια Βικτώρια Φριζή, εξηγεί ότι η διαταραχή αποθησαυρισμού (hoarding) συμπεριλήφθηκε ως μεμονωμένη κατάσταση, στο φάσμα της ΙΨΔ (ocd), στην 5η έκδοση του Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders (DSM-V). Μπορεί να σχετίζεται με δύσκολες εμπειρίες και επώδυνα συναισθήματα. Μπορεί να είναι δύσκολο να τα εκφράσει ο άνθρωπος που αντιμετωπίζει τη διαταραχή, να τα αντιμετωπίσει ή να τα επιλύσει.
Συμπληρώνει ότι η διαταραχή εκδηλώνεται «με τη συνεχή δυσκολία να πετάξει κανείς ή να αποχωριστεί τα υπάρχοντά του, επειδή πιστεύει ότι πρέπει να τα σώσει». Στην πιο ανώδυνη εκδοχή του hoarding, «τις περισσότερες φορές, οι άνθρωποι συσσωρεύουν καθημερινά υπάρχοντα, όπως χαρτιά, εφημερίδες, λογαριασμούς, βιβλία, ρούχα, ακόμη και πλαστικές σακούλες. Αλλοι συσσωρεύουν σκουπίδια ή σάπια τρόφιμα. Ευτυχώς αρκετά σπάνια, κάποιοι αποθησαυρίζουν ζώα ή ακόμη και ανθρώπινα απόβλητα. Τα πιο κοινά πάντως είναι σκουπίδια ή κάποια πράγματα που θα δουν έξω στο δρόμο, όπως μια παλιά τηλεόραση, την οποία θα πάρουν, με τη σκέψη ότι θα μπορεί να φανεί χρήσιμη κάποια στιγμή και να τη φτιάξουν, κάτι το οποίο δε θα κάνουν φυσικά ποτέ. Η θα κρατήσουν οποιοδήποτε κινητό έχουν αγοράσει και δε θα το πετάξουν ή δώσουν άλλου, διότι έχουν την τάση να τα μαζεύουν ενώ στην πραγματικότητα τους είναι άχρηστα».
Τι είναι όμως αυτό που πυροδοτεί τη διαταραχή και γιατί άνθρωποι που ζουν με αυτήν αδυνατούν να την αντιμετωπίσουν;
«Μπορεί να αισθάνονται αγωνία στη σκέψη να απαλλαγούν από τα αντικείμενα. Σταδιακά κρατάνε ή συγκεντρώνουν έναν τεράστιο αριθμό αντικειμένων, ανεξάρτητα από την πραγματική τους αξία. Η αποθησαύριση έχει βρεθεί σύμφωνα με έρευνες ότι μπορεί να σχετίζεται με παιδικές εμπειρίες απώλειας πραγμάτων, μη κατοχής πραγμάτων ή ανθρώπων που δεν νοιάζονται για αυτούς. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει εμπειρίες όπως οι ανησυχίες για χρήματα ή ζωή σε συνθήκες φτώχειας στην παιδική ηλικία. Επιπλέον, μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι τους βοηθά να αντιμετωπίσουν άλλα προβλήματα ψυχικής υγείας ή τους αποσπά την προσοχή από το να αισθάνονται πολύ άγχος, αναστάτωση ή φόβο».
«Είναι ένα μικρόβιο που όταν το έχεις δεν ελέγχεται εύκολα»
Ο Κίμωνας είναι 72 χρονών και συστήνεται ως συλλέκτης. «Οσο ζούσε η γυναίκα μου υπήρχε ένα μέτρο γιατί δεν με άφηνε να βάζω τη σαβούρα μου, όπως την αποκαλούσε, στο σπίτι. Εχω όμως πέντε χρόνια που την έχασα. Πλέον έχω μετατρέψει τον χώρο μου σε μουσείο. Το χαίρομαι, γιατί με αυτόν τον τρόπο μπορώ να τα βλέπω».
Ο Κίμωνας, με καταγωγή από τον Εβρο, έχει πάθος με τα μεταξωτά ρούχα. Το σαλόνι του θυμίζει ως ένα σημείο ατελιέ, καθώς είναι γεμάτο με κούκλες μανεκέν που φοράνε παλιές στολές και παραδοσιακές ενδυμασίες. Το υπόλοιπο σαλόνι είναι ένας λαβύρινθος αντικειμένων και κειμηλίων. Μέσα σε ένα τεράστιο καλάθι συνυπάρχουν ανακατωμένα το χωνί από ένα γραμμόφωνο, παλιοί μύλοι του καφέ, οικογενειακές φωτογραφίες, δύο καλαπόδια και μια θρησκευτική εικόνα. Λίγο παραδίπλα μια κούτα με αντίστοιχο περιεχόμενο. Στην επιφάνεια εξέχουν μια παλιά ζυγαριά, κάποια οικοδομικά εργαλεία, μια ραγισμένη κανάτα. Ο Κίμωνας παραδέχεται πως «πολλές φορές έχει ξεπεράσει την οικονομική του δυνατότητα προκειμένου να αποκτήσει κάτι». «Στα αντικείμενα που μου αρέσουν δεν κάνω διαλογή, θα το αγοράσω σε ό,τι κατάσταση και αν το βρω. Είναι ένα μικρόβιο που όταν το έχεις δεν ελέγχεται εύκολα», εξομολογείται.
«Οσο ζούσε η γυναίκα μου υπήρχε ένα μέτρο γιατί δεν με άφηνε να βάζω τη σαβούρα μου, όπως την αποκαλούσε, στο σπίτι. Εχω όμως πέντε χρόνια που την έχασα. Πλέον έχω μετατρέψει τον χώρο μου σε μουσείο».
Πάντως, η κ. Φριζή εξηγεί ότι η διαφορά του «hoarding» με το να είναι κάποιος συλλέκτης έχει να κάνει καθαρά με το κατά πόσο παραμένουν χρηστικοί οι χώροι του σπιτιού. Στην περίπτωση της αποθησαύρισης «τα υπάρχοντα γίνονται ανοργάνωτοι σωροί εμποδίζοντας τα δωμάτια να χρησιμοποιηθούν για τον προορισμό τους».
Και πράγματι, για τον Πάνο «το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι του χώρου. Αρχικά είχα πει στον εαυτό μου πως δεν θα φέρω μέρος της συλλογής μου και στο σπίτι που μένω με την οικογένεια μου. Ξέρω όμως πως δεν τήρησα τον λόγο μου. Σίγουρα αυτή η συνθήκη δημιουργεί προβλήματα σε προσωπικές και οικογενειακές σχέσεις. Είναι και το οικονομικό. Πώς να εξηγήσεις στη σύντροφό σου πως έχεις αφήσει απλήρωτο έναν λογαριασμό για να αγοράσεις κάτι που βρήκες στο παλαιοπωλείο; Φέρομαι σαν ναρκομανής, το καταλαβαίνω. Αυτός είμαι όμως, και είναι πολύ δύσκολο να αλλάξω. Και για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω και αν το θέλω».