Πόσο πιο καυτό μπορεί να γίνει το παγκόσμιο κλίμα; Δυστυχώς μπορεί να γίνει πολύ καυτό, περισσότερο από όσο υπολογίζαμε μέχρι τώρα, απαντά μια νέα επιστημονική έρευνα. Η μέχρι τώρα εξέλιξη, με την άνοδο της θερμοκρασίας της Γης ήδη 1,5 βαθμό Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα δείχνει μια πορεία μεγάλης υπερθέρμανσης μέχρι τα τέλη του 21ου αιώνα. Σε ποια επίπεδα όμως; Απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα προσπαθούν να δώσουν διάφορα μοντέλα που αναπτύσσονται από επιστημονικούς οργανισμούς και συγκεντρώνονται από τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), που λειτουργεί στο πλαίσιο του ΟΗΕ, και ταξινομούνται σε δέσμες προγνώσεων, δίνοντας τα σενάρια για τη μελλοντική εξέλιξη του κλίματος. Τα σενάρια αυτά έχουν σημαντικές αποκλίσεις για το εύρος ανόδου θερμοκρασίας, με άλλα να χαρακτηρίζονται πιο «αισιόδοξα» (καθώς προβλέπουν πιο μικρή άνοδο των θερμοκρασιών, της τάξης των 2 βαθμών Κελσίου) και άλλα «απαισιόδοξα», που μπορεί να ξεπερνούν και τους 4-5 βαθμούς Κελσίου.
Επιστήμονες από το Πολυτεχνείο της Λωζάννης, το Ιδρυμα Τεχνολογίας και Ερευνας, το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και το Γερμανικό Αεροδιαστημικό Κέντρο ανέπτυξαν ένα σύστημα αξιολόγησης των κλιματικών μοντέλων. Η εργασία τους δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Nature Communications.
«Το να φτάσουμε σε ένα καταστροφικά ζεστό μέλλον μπορεί να είναι ευκολότερο από ό,τι πιστεύαμε. Η τάση μεγάλης υπερθέρμανσης πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη», συνοψίζει την εκτίμηση της εργασίας ο Αθανάσιος Νένες, καθηγητής στο Ομοσπονδιακό Πολυτεχνείο της Λωζάννης και συνεργάτης του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Ερευνας, συν-συντονιστής του Κέντρου για τη Μελέτη Ποιότητας Αέρα και Κλιματικής Αλλαγής. Ο Αθανάσιος Νένες και η Λουσίλ Ρικάρ, που εκπονεί τη διδακτορική της διατριβή στην ομάδα του, ηγήθηκαν της έρευνας.
Η επιστημονική ομάδα ανέπτυξε ένα σύστημα αξιολόγησης και κατέταξε τα κλιματικά μοντέλα, που έχουν δημιουργηθεί από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα, εξετάζοντας πόσο καλά αναπαράγουν τα δεδομένα των θαλασσών και της στεριάς και ποια είναι η «ευαισθησία άνθρακα» με την οποία λειτουργούν. Δηλαδή πόσο και πώς επηρεάζεται η εκτίμησή τους για τις κλιματικές μεταβολές από την αλλαγή στις συγκεντρώσεις αερίων του θερμοκηπίου, με πιο βασικό το διοξείδιο του άνθρακα (CO2).
«Διαπιστώσαμε πως περίπου το ένα τρίτο των μοντέλων είναι λιγότερο ικανό να αναπαράγει σωστά τα υπάρχοντα δεδομένα για τη θερμοκρασία της επιφάνειας της θάλασσας, άρα κάτι δεν πάει καλά, το ένα τρίτο των μοντέλων “πιάνει” τη θάλασσα αλλά δεν είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο στις εκπομπές άνθρακα, και το άλλο τρίτο έχει μια καλή αναπαραγωγή των δεδομένων της θάλασσας, και προβλέπουν ένα ιδιαίτερα καυτό μέλλον για τον πλανήτη λόγω της υψηλής ευαισθησίας στις εκπομπές άνθρακα», εξηγεί στην «Κ» ο κ. Νένες.
«Αυτό που δείχνει η μελέτη μας είναι πως τα κλιματικά μοντέλα με μεγαλύτερη ευαισθησία στον άνθρακα, αυτά που προβλέπουν πολύ ισχυρότερη θέρμανση από τον μέσο όρο, είναι εύλογα και πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη. Με άλλα λόγια, τα τρέχοντα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών άνθρακα, που βασίζονται σε εκτιμήσεις χαμηλότερης ευαισθησίας άνθρακα, μπορεί να μην είναι αρκετά για να αποτρέψουν ένα επώδυνα καυτό μέλλον», σημειώνει από την πλευρά της η κ. Ρικάρ.
«Πολλά μοντέλα που προβλέπουν ένα πολύ καυτό μέλλον είναι ρεαλιστικά», υπογραμμίζει ο Αθανάσιος Νένες, καθηγητής στο Πολυτεχνείο της Λωζάννης, για τα αποτελέσματα της έρευνας.
Η επιστημονική κοινότητα παρατηρεί συστηματικά μια σειρά μετεωρολογικές μεταβλητές, όπως θερμοκρασία, υγρασία, ατμοσφαιρική πίεση, άνεμοι και βροχοπτώσεις, κατάσταση ωκεανών και πάγου. Ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες, με την πύκνωση των δικτύων παρατήρησης και την ανάπτυξη των δορυφόρων, η ποσότητα των δεδομένων παρατήρησης είναι τεράστια. Η επεξεργασία και ένταξη όλων αυτών των δεδομένων σε κλιματικά μοντέλα είναι πολύτιμη, αλλά είναι ένα έργο τρομακτικής έκτασης. Για να αξιολογήσουν ένα δεδομένο κλιματικό μοντέλο, οι ερευνητές ανέπτυξαν μια προσέγγιση, χρησιμοποιώντας μηχανική μάθηση, με την οποία εξέταζαν τα αποτελέσματα κάθε μοντέλου σε σχέση με τα υπάρχοντα δεδομένα των θαλασσών. Ετσι, καταγραφόταν ποιες προσομοιώσεις κλίματος αναπαράγουν καλύτερα την πραγματικότητα.
«Η μελέτη, εκτός του ότι δείχνει ότι πολλά μοντέλα που προβλέπουν ένα πολύ καυτό μέλλον είναι ρεαλιστικά, αποδεικνύει επίσης κάτι που έχει τεθεί στην επιστημονική κοινότητα αλλά δεν φαινόταν ξεκάθαρα μέχρι τώρα: Οτι η ικανότητα ενός μοντέλου για την αναπαραγωγή της θερμοκρασίας και των συνθηκών της θάλασσας συνδέεται με τον βαθμό κλιματικής ευαισθησίας του», σημειώνει ο κ. Νένες.
Η συγκεκριμένη εργασία, πέρα από τη βασική πλευρά της αξιολόγησης των μοντέλων, συνεισφέρει και σε δύο ακόμα σημεία. Το πρώτο είναι πως επαναφέρει στο κέντρο της συζήτησης για την πορεία του κλίματος το θέμα των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, πρωτίστως μέσω της καύσης ορυκτών καυσίμων. Το να συζητούμε για την κλιματική αλλαγή χωρίς αυτή την αφετηρία δεν συνεισφέρει στην ανάσχεσή της. «Είναι ανησυχητικό πως παρά τη συζήτηση για το κλίμα, οι εκπομπές και οι συγκεντρώσεις CO2 στην ατμόσφαιρα συνεχίζουν να αυξάνονται, κάνοντας ρεκόρ», τονίζει ο κ. Νένες.
Το δεύτερο στοιχείο αφορά τη σημασία των θαλασσών. «Αν δεν κατανοήσεις τον ρόλο των θαλασσών δεν μπορείς να έχεις καλό κλιματικό μοντέλο. Η θάλασσα είναι μια τεράστια δεξαμενή ενέργειας και ταυτόχρονα είναι εξαιρετικά κρίσιμη για το παγκόσμιο κλίμα. Τα θαλάσσια ρεύματα μεταφέρουν, για παράδειγμα, θερμότητα στον βορρά, όπως με το Ρεύμα του Κόλπου (Γκολφ Στριμ). Τι θα γίνει εάν αλλάξει η κυκλοφορία των ρευμάτων; Εάν χάσουμε τους πάγους στους πόλους θα πάμε σε μια κατάσταση αστάθειας, που δεν γνωρίζουμε πλήρως πού οδηγεί», συμπληρώνει ο διακεκριμένος ερευνητής.
«Να ξυπνήσουμε συλλογικά»
Ο Αθανάσιος Νένες μοιράζεται μια προσωπική ιστορία: «Σχεδόν 30 χρόνια πριν, ήμουν στην καλοκαιρινή Αθήνα δίνοντας μια συναυλία για πιάνο. Οι θερμοκρασίες έφταναν τους 36 βαθμούς Κελσίου και θεωρούνταν από τις πιο ζεστές μέρες του χρόνου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ πόσο δύσκολο ήταν ακόμα και να παίξεις μουσική μέσα σε τέτοια ζέστη. Η Ελλάδα πλέον μαστίζεται συχνά από θερμοκρασίες το καλοκαίρι, που πλησιάζουν ή ξεπερνούν τους 40 βαθμούς για αρκετές μέρες. Οι δασικές πυρκαγιές έγιναν συνήθεια, φέτος η φωτιά εισέβαλε και μέσα στην Αθήνα, κάηκαν γειτονιές στις οποίες μεγάλωσα. Ο πλανήτης κυριολεκτικά καίγεται, οι θερμοκρασίες σημειώνουν παγκόσμια ρεκόρ χρόνο με τον χρόνο».
«Μερικές φορές αισθάνομαι ότι οι επιστήμονες του κλίματος μοιάζουν λίγο με την Κασσάνδρα της ελληνικής μυθολογίας. Στην Κασσάνδρα δόθηκε η δύναμη της προφητείας, αλλά μαζί και η κατάρα να μην την ακούσει κανείς», καταλήγει ο κ. Νένες. «Η αδράνεια ή η έλλειψη δράσης που επικρατεί πρέπει να μας παρακινεί, όχι να μας αποθαρρύνει. Πρέπει να ξυπνήσουμε συλλογικά και να αντιμετωπίσουμε πραγματικά την κλιματική αλλαγή, γιατί τώρα μπορεί να επιταχύνεται πολύ περισσότερο απ’ όσο νομίζαμε».