200 οι παράνομες δεξαμενές στην Αττική

200 οι παράνομες δεξαμενές στην Αττική

2' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν κατά καιρούς παράγοντες της αγοράς εκτιμούσαν τον «τζίρο» του λαθρεμπορίου περίπου στα 500 με 600 εκατ. ευρώ ετησίως –πριν τουλάχιστον από την εξίσωση των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στο πετρέλαιο κίνησης και θέρμανσης–, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που χαρακτήριζαν υπερβολικούς τους αριθμούς. Ωστόσο, η πραγματικότητα επί της ουσίας καταδεικνύει ότι οι εκτιμήσεις αυτές δεν απέχουν πολύ από την αλήθεια. Σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις της ΕΛ.ΑΣ., από τη δράση ενός και μόνον κυκλώματος λαθρεμπορίας οι διαφυγόντες δασμοί και φόροι –χωρίς, δηλαδή, να υπολογίζεται ο αδήλωτος τζίρος– εκτιμάται ότι σε μία διετία υπερέβησαν τα 3,5 εκατ. ευρώ. Αν αναλογισθούμε ότι σύμφωνα με επίσημες καταγγελίες οι παράνομες δεξαμενές καυσίμων, εκεί δηλαδή όπου αποθηκεύονται τα προϊόντα του λαθρεμπορίου, μόνο στο λεκανοπέδιο της Αττικής υπολογίζονται σε 200, εύκολα γίνεται αντιληπτό το εύρος του προβλήματος.

Πριν από λίγες εβδομάδες, ενημερώνοντας την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής ο κ. Γ. Σούρλας, γενικός γραμματέας Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του υπουργείου Δικαιοσύνης, τόνιζε ότι τα τελευταία 20 χρόνια το συνολικό κόστος του λαθρεμπορίου καυσίμων στην ελληνική οικονομία υπερέβη τα 30 δισ. ευρώ, ενώ ετησίως το κόστος αυτό, συμπεριλαμβανομένων των διαφυγόντων κερδών και της απώλειας φορολογικών εσόδων, εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 1 δισ. ευρώ.

Μετά την εξίσωση των ΕΦΚ ο τζίρος του λαθρεμπορίου καυσίμων υπολογίζεται ότι έχει μειωθεί στα 70-100 εκατ. ευρώ ετησίως. Ωστόσο, το σύστημα ελέγχου της διακίνησης παραμένει διάτρητο, όχι μόνο διότι δεν έχει ολοκληρωθεί η εγκατάσταση του συστήματος εισροών – εκροών, αλλά διότι ακόμη στην πραγματικότητα υπάρχει «πεδίον δόξης λαμπρόν», ειδικά στις εικονικές εξαγωγές και στα ναυτιλιακά καύσιμα. Πάνω από το 50% των διακινούμενων λαθραία ποσοτήτων καυσίμων προέρχεται από τις δύο αυτές πηγές.

Ερευνα που πραγματοποίησε το 2012 ο καθηγητής του ΑΠΘ κ. Δ. Μάρδας για λογαριασμό της ΓΣΕΒΕΕ και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ) έδειξε για παράδειγμα ότι το 2009 δηλώθηκε πως εξήχθησαν από την Ελλάδα προς την ΠΓΔΜ 222.900 τόνοι βενζίνης και ντίζελ αξίας 134,5 εκατ. δολαρίων, αλλά η ΠΓΔΜ δήλωσε ότι στο έδαφός της έφτασαν μόλις 12.300 τόνοι, αξίας 10 εκατ. δολαρίων! Τα καύσιμα προς εξαγωγή, σημειωτέον, δεν επιβαρύνονται με ΦΠΑ και ΕΦΚ. Πώς προκύπτει αυτή η διαφορά;

Το βυτιοφόρο περνάει τα σύνορα και σφραγίζονται τα έγγραφα, αλλά επιστρέφει ξανά, προφανώς σε συνεργασία με κάποιον «πρόθυμο» τελωνειακό υπάλληλο. Η τοποθέτηση GPS στα βυτιοφόρα θα οδηγήσει στην αποφυγή τέτοιων φαινομένων, όπως και η εγκατάσταση GPS και συστημάτων εισροών – εκροών στα πλωτά μέσα μεταφοράς. Δυστυχώς, όμως, η έως τώρα ενεργοποίηση του κρατικού μηχανισμού δεν επιτρέπει μεγάλη αισιοδοξία.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή