Η άνοδος του Κ. Καραμανλή στην εξουσία

Η άνοδος του Κ. Καραμανλή στην εξουσία

5' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Οκτώβριος του 1955 βρίσκει την Ελλάδα σε πολιτικό αδιέξοδο. Οι αλλεπάλληλες αποτυχίες στη διαχείριση του Κυπριακού και τα δραματικά γεγονότα των Σεπτεμβριανών, με τις πρωτοφανείς βιαιοπραγίες και τους βανδαλισμούς των ελληνικών περιουσιών στην Κωνσταντινούπολη, είχαν οδηγήσει τη χώρα στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Παράλληλα, ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Παπάγος, ήδη βαριά ασθενής, αδυνατούσε να διαχειρισθεί μία τόσο σύνθετη πολιτική συγκυρία, την ώρα που στελέχη τόσο της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης αναλώνονταν στη διαμόρφωση των όρων και των προϋποθέσεων της «μετά Παπάγο» εποχής. Η ανεπάρκεια του πολιτικού συστήματος, που αποδεικνυόταν για μία ακόμη φορά κατώτερο των περιστάσεων, ενίσχυσε τον ρόλο και τις δυνατότητες παρέμβασης των Ανακτόρων, καθιστώντας τον Παύλο βασικό ρυθμιστή των πολιτικών εξελίξεων.

Πράγματι, με τους δύο αντιπροέδρους της κυβέρνησης, Στέφανο Στεφανόπουλο και Παναγιώτη Κανελλόπουλο, φανερά αποδυναμωμένους και χωρίς ουσιαστικό έρεισμα στην κοινωνία, ο βασιλιάς ζήτησε από τον Παπάγο να ορίσει τον διάδοχό του, ο οποίος θα αναλάμβανε να επαναφέρει τον βηματισμό της παραπαίουσας κυβέρνησης. Η απάντηση του Ελληνα πρωθυπουργού ήρθε στις 4 Οκτωβρίου. Καθιστώντας σαφές ότι δεν προτίθετο να παραιτηθεί, ο Παπάγος όρισε αναπληρωτή πρωθυπουργό τον Στεφανόπουλο, γεγονός που αποτέλεσε θρυαλλίδα νέων εσωκομματικών αντιδράσεων στους κόλπους του Ελληνικού Συναγερμού. Ο Στεφανόπουλος –αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών– είχε συνδεθεί με σειρά αποτυχιών στον χειρισμό του εθνικού θέματος της Κύπρου και δεν ενέπνεε εμπιστοσύνη για τη δυνατότητά του να διαχειρισθεί τα σημαντικά αδιέξοδα ενώπιον των οποίων βρισκόταν η ελληνική κυβέρνηση. Λίγες ώρες αργότερα, τη νύχτα της 4ης Οκτωβρίου, ο Παπάγος πεθαίνει, γεγονός που μεταβάλλει εκ νέου τους όρους στην κούρσα της διεκδίκησης της πρωθυπουργίας, από τους επίδοξους διαδόχους του.

Αν και ο Στεφανόπουλος, ήδη ορισθείς διάδοχος, εμφανιζόταν ως βέβαιος πρωθυπουργός –κάτι που άλλωστε συμμεριζόταν και η μεγάλη πλειοψηφία του Τύπου της εποχής– ο βασιλιάς Παύλος έδειχνε μάλλον απρόθυμος, επιχειρώντας να εκμεταλλευθεί τη μεγαλύτερη ευχέρεια χειρισμών, που είχε μετά τον θάνατο του Παπάγου. Πράγματι, στις 5 Οκτωβρίου 1955, ο βασιλιάς ανέθεσε την εντολή σχηματισμού νέας κυβέρνησης στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, αναλαμβάνοντας ένα μεγάλο ρίσκο, που θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές αντιδράσεις βουλευτών και υπουργών της κυβέρνησης. Η σύγχυση που προκλήθηκε στην ελληνική κοινωνία ήταν ιδιαίτερα έντονη, καθώς κανείς δεν μπορούσε με βεβαιότητα να διαβλέψει ποιες θα ήταν οι συνέπειες του παρακινδυνευμένου αυτού εγχειρήματος.

Πλήρης αποδοχή μετά τα πρώτα πυρά

Ο Καραμανλής, υπουργός Δημοσίων Εργων και κατά κοινή ομολογία ο πλέον επιτυχημένος υπουργός της κυβέρνησης του στρατάρχη Παπάγου, έδειχνε να αποτελεί την ιδανική λύση προκειμένου να ξεπεραστούν τα ισχυρά εμπόδια που θα είχε να αντιμετωπίσει η νέα κυβέρνηση. Αφενός, η αποστασιοποίησή του από τις εσωκομματικές διαμάχες του Συναγερμού κατά τη διάρκεια της μακράς ασθένειας του Παπάγου και αφετέρου η απήχηση που είχε στην κοινή γνώμη, ως νέος πολιτικός που στόχευε στην ανάπτυξη και την ευημερία της χώρας και του λαού, συντελούσαν στην ενίσχυση του προφίλ του έναντι όλων των άλλων επιλογών.

Ηταν όμως η λύση Καραμανλή ένα ενδεχόμενο που εξέταζε για πρώτη φορά ο Παύλος τον Οκτώβριο του 1955; Αναμφίβολα όχι. Παρά τον αιφνιδιασμό που προκάλεσε, σε σχέση με τη μάλλον αναμενόμενη ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Στεφανόπουλο, είναι σαφές ότι τα Ανάκτορα είχαν εξετάσει σοβαρά και αυτή την επιλογή. Το ρίσκο όμως συνίστατο στο ότι επελέγη ως «τρίτη λύση» στη συγκεκριμένη εξαιρετικά επισφαλή συγκυρία. Ετσι, την ώρα που ο Καραμανλής συγκροτούσε το νέο κυβερνητικό σχήμα, προκειμένου να ζητήσει την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής, ο Στέφανος Στεφανόπουλος αποδοκίμαζε ανοικτά τον νέο πρωθυπουργό και τη διαδικασία που είχε ακολουθηθεί από τα Ανάκτορα, συγκεντρώνοντας μάλιστα δεκάδες υπογραφές βουλευτών του

Συναγερμού.

Στις 6 Οκτωβρίου, μία μόλις ημέρα μετά την ανάθεση της σχετικής εντολής, ο Καραμανλής όρκισε την πρώτη του κυβέρνηση, επιβεβαιώνοντας την ανασφάλεια που επικρατούσε έναντι των κυοφορούμενων αντιδράσεων από το εσωτερικό του κόμματός του. Πάντως, παρά την αρχική συστράτευση πολλών βουλευτών με τον Στεφανόπουλο, σταδιακά η δυναμική αυτή ατόνησε και λόγω των συντονισμένων ενεργειών στελεχών του κόμματος, που είχαν από την αρχή στηρίξει τη λύση Καραμανλή. Ετσι, όταν την επομένη συνεδρίασε η κοινοβουλευτική ομάδα, το κλίμα είχε μεταβληθεί πλήρως υπέρ της επιλογής του Μακεδόνα πολιτικού και της αποφυγής μιας διάσπασης του Συναγερμού. Σε αυτή την κατεύθυνση κατέτεινε και η εκλογή μιας Διοικούσας Επιτροπής του κόμματος –αντί ενός αρχηγού– στην οποία συμμετείχαν οι Στέφανος Στεφανόπουλος, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Κωνσταντίνος Ροδόπουλος, Εμμανουήλ Τσουδερός και Κωνσταντίνος Καραμανλής.

Διαδικαστικές ενστάσεις

Παρά, όμως, την αποφυγή μιας περαιτέρω όξυνσης στο εσωτερικό του Συναγερμού, οι ενστάσεις γύρω από τη διαδικασία που είχε ακολουθηθεί από τον Παύλο, συνεχίζονταν. Η ανάθεση της εντολής σχηματισμού κυβέρνησης πριν από την εξασφάλιση της δεδηλωμένης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, ερχόταν σε αντίθεση με την κοινοβουλευτική πρακτική, χωρίς πάντως να συνιστά απαραίτητα και αντισυνταγματικό χειρισμό. Με άλλα λόγια, αν και θα ήταν προτιμότερο να είχε προηγηθεί η εκλογή αρχηγού του Ελληνικού Συναγερμού και να ακολουθούσε η ανάθεση σε αυτόν της πρωθυπουργίας, το εξαιρετικά ασταθές κλίμα των ημερών επέβαλε τον γρήγορο σχηματισμό μιας ισχυρής κυβέρνησης.

Να μη χαθεί λεπτό

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην ανάλυσή της η «Καθημερινή» ανέφερε: «Η δοθείσα, πρωτοβουλία του βασιλέως, εις το κυβερνητικόν πρόβλημα λύσις έχει ένα μέγα αποφασιστικόν διά τας ώρας αυτάς προσόν: την ραγδαιότητα. (…) Δεν έπρεπε να χαθή ούτε λεπτόν. Και ενδέχεται να εχάνοντο πολλαί ημέραι και ώραι και λεπτά με την διαδικασίαν που θα ηκολουθείτο μέχρις ου ο απορφανισθείς Συναγερμός αποκτήση ηγέτην και ο ηγέτης αρχίσει τας συνεννοήσεις του διά τον σχηματισμόν της νέας Κυβερνήσεως». Είναι πάντως ενδεικτικό των εντάσεων της περιόδου, ότι η μομφή της «εύνοιας» των Ανακτόρων προς το πρόσωπο του νέου πρωθυπουργού και η καταγγελία της «ευνοιοκρατίας» εν γένει, θα συνιστούσε μόνιμη επωδό κάθε πολιτικής αντιπαράθεσης μεταξύ των κομμάτων της αντιπολίτευσης και των κυβερνήσεων της συντηρητικής παράταξης στα χρόνια που θα ακολουθήσουν.

Εθεσε τις βάσεις για έναν ρόλο πρωταγωνιστικό

Η νέα κυβέρνηση έλαβε την ψήφο εμπιστοσύνης του κοινοβουλίου στις 12 Οκτωβρίου 1955, μόλις έξι ημέρες από τον σχηματισμό της. Εν μέσω έντονων επικρίσεων από τους εκπροσώπους όλων των κομμάτων της αντιπολίτευσης, που έκαναν λόγο για αντικοινοβουλευτικές πρακτικές, 200 βουλευτές την υπερψήφισαν, 77 την καταψήφισαν και 19 απείχαν από την ψηφοφορία. Επρόκειτο για ένα κυβερνητικό σχήμα με συγκεκριμένη διάρκεια ζωής, καθώς ο πρωθυπουργός είχε εξαρχής δεσμευθεί ότι επρόκειτο να διενεργηθούν εκλογές μέχρι την άνοιξη του επόμενου έτους. Επιχειρώντας να επωφεληθεί από τη δυναμική που είχε αποκτήσει ο ίδιος στο εκλογικό σώμα και αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα λαϊκής νομιμοποίησης των επιλογών του, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έθεσε τις βάσεις μιας νέας πολιτικής έναντι των αντιπάλων του, που παρέμεναν διασπασμένοι και εμφανώς αποδυναμωμένοι. Επρόκειτο συνεπώς για ένα νέο πολιτικό πλαίσιο, στο οποίο σκόπευε αναμφισβήτητα να διαδραματίσει για τα επόμενα χρόνια, ρόλο πρωταγωνιστικό.

* Ο κ. Χρήστος Χρηστίδης είναι διδάκτωρ Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας
του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή