Τα δύο μεγάλα πλεούμενα, τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο στις δύο πλωτές δεξαμενές της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης στο Πέραμα, σε μία ηλιόλουστη μέρα με δυνατό αέρα, προέρχονταν από διαφορετικούς κόσμους. Το ένα ήταν ο «Βιτσέντζος Κορνάρος», το οχηματαγωγό που επισκευαζόταν μετά την προσάραξή του, προ ημερών, στον λιμενοβραχίονα της Κάσου. Μία από τις προπέλες του είχε αφαιρεθεί για επισκευή και ένα συνεργείο έβαζε τις τελευταίες πινελιές στο τιμόνι του πλοίου, βάρους 7,5 τόνων, πριν τοποθετηθεί εκ νέου στη θέση του.
Το άλλο πλεούμενο ήταν ένα super-yacht ιδιωτικής χρήσης, με ιδιοκτήτη πρίγκιπα του Αμπου Ντάμπι, το οποίο βρίσκεται στο Πέραμα από τον περασμένο Οκτώβριο για εργασίες ευρείας μετασκευής, που αναμένεται να ολοκληρωθούν τον Αύγουστο. Οι εργασίες αυτές, συνολικού κόστους 15 εκατ. ευρώ, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον – και όχι μόνο επειδή οι ιδιοκτήτες του σκάφους ένιωσαν την ανάγκη να το επεκτείνουν από τα 85 στα 92 μέτρα. Οπως εξηγεί ο Παναγιώτης Δέδες, στέλεχος της Alpha Marine, της ελληνικής εταιρείας που είχε κατασκευάσει τη θαλαμηγό -στα ναυπηγεία Σύρου, για Ελληνα ιδιοκτήτη- και έχει αναλάβει τις εργασίες μετασκευής, πολλές από τις εξειδικευμένες προσθήκες με τις οποίες θα εξοπλιστεί είναι προϊόντα ελληνικών εταιρειών.
Για παράδειγμα, όπως μας πληροφορεί ο κ. Δέδες, το σκάφος θα αποκτήσει δύο νέες πόρτες που μετατρέπονται σε πλατφόρμες και κατεβαίνουν στο επίπεδο της θάλασσας. Οι πλατφόρμες, όπως και η νέα πόρτα στην πρύμνη, είναι κατασκευές της Maniva Tech, στο εργοστάσιό της στον Ασπρόπυργο.
Η εταιρεία είναι μια οικογενειακή επιχείρηση που ιδρύθηκε το 1969. Οπως εξηγεί στην «Κ» ο νυν επικεφαλής της και γιος του ιδρυτή, Μάνος Ρουγκάλας, εν μέσω σπιθών από οξυγονοκολλήσεις και τη μεταλλική μελωδία των εργαλείων (έχει έρθει κι αυτός να επιβλέψει τις εργασίες) «έχουμε κάνει τη στροφή και ασχολούμαστε με θαλαμηγούς τα τελευταία πέντε-έξι χρόνια», φτιάχνοντας ειδικές κατασκευές – πόρτες, πλατφόρμες, σκάλες.
Στο ίδιο πολυτελές εργοτάξιο απασχολούνται ελληνικές εταιρείες εγκατάστασης και σύνδεσης ηλεκτρολογικών πινάκων, κατασκευής αεραγωγών και κλιματισμού, σωληνουργικών εργασιών, τοποθέτησης μονώσεων, εσωτερικής και εξωτερικής βαφής. Λίγα μέτρα πιο πέρα, έχει στηθεί εξέδρα για την τελετή ολοκλήρωσης των εργασιών μετασκευής του Energean Force, του πρώτου ελληνικού πλωτού γεωτρύπανου. Για τη μετασκευή του, που διήρκεσε έξι μήνες, απασχολήθηκαν 263 τεχνίτες από την περιοχή. Το 65% του κύκλου εργασιών της μετασκευής -ύψους 10 εκατ. δολαρίων- έμεινε στο Πέραμα.
Οι εταιρείες του κλάδου, μάλιστα, έχουν αναλάβει μία σημαντική πρωτοβουλία για να ξεφύγουν από το τέλμα στο οποίο βυθίζεται τα τελευταία χρόνια η ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη. H Alpha Marine, μαζί με σχεδόν 20 ακόμα εταιρείες και τη ΝΑΥΣΟΛΠ, τον φορέα διαχείρισης της ζώνης, έχουν μάλιστα ιδρύσει συνεταιρισμό -την Ecomarine Synergy- για την παροχή ολοκληρωμένων λύσεων πράσινης ναυτιλίας. Οπως δηλώνει στην «Κ» ο διευθύνων σύμβουλος της ΝΑΥΣΟΛΠ, Απόστολος Σίγουρας, με την αυστηροποίηση των διεθνών κανονισμών, η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει προνομιακός προορισμός για πλοία που χρειάζονται προηγμένα συστήματα αποθείωσης και διαχείρισης του θαλάσσιου έρματος.
Φορέας στα αζήτητα
Το λυπηρό είναι ότι, αν δεν υπήρχε ο συνεταιρισμός αυτός, η ΝΑΥΣΟΛΠ σχεδόν δεν θα είχε λόγο ύπαρξης. Ο φορέας ιδρύθηκε από τον ΟΛΠ το 2010 ως θυγατρική εταιρεία με σκοπό να αναλάβει τη διαχείριση και την αναβάθμιση των ναυπηγοεπισκευαστικών υποδομών της ευρύτερης περιοχής. Ωστόσο η εταιρεία δεν πήρε ποτέ τον έλεγχο των περιουσιακών στοιχείων της ζώνης και παραμένει σήμερα χωρίς υποστηρικτικό προσωπικό. Οι επιχειρηματίες της περιοχής καταγγέλλουν το γεγονός αυτό, εκφράζοντας παράλληλα την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν -ακόμα και μετοχικά- σε μία αναβαθμισμένη ΝΑΥΣΟΛΠ.
Ο κ. Σίγουρας αποδίδει τη θνησιγενή φύση του εγχειρήματος στις συνέπειες της κρίσης στον κλάδο, τους φόβους επιπλοκών που θα δημιουργούσε η μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων στο σχέδιο ιδιωτικοποίησης του ΟΛΠ και στο γεγονός ότι οι υπουργοί «αλλάζουν σαν τα πουκάμισα». Ο ΟΛΠ, εξηγεί, δαπανά 2 εκατ. ετησίως για τη συντήρηση των υποδομών του Περάματος. Αυτό όμως δεν αρκεί, όπως τονίζει, για την πραγματική αναβάθμιση των υποδομών «χρειάζονται 20-30 εκατομμύρια».
Οι υποδομές καταρρέουν, η ανεργία στα ύψη
Δουλειές όπως το γεωτρύπανο της Energean και η αραβική θαλαμηγός, λόγω της αποτυχίας διαδοχικών κυβερνήσεων να δημιουργήσουν το σωστό περιβάλλον για την άνθηση της ναυπηγοεπισκευής, παραμένουν δυστυχώς εξαιρέσεις. Κατά τα άλλα, παρά την ενίσχυση της δραστηριότητας στους πρώτους μήνες του έτους, επικρατούν οι γνωστές συνθήκες: ιλιγγιώδης ανεργία, αδυναμία συνεννόησης εργοδοτών και εργαζομένων, υποδομές υπό κατάρρευση.
«Αυτό που χρειαζόμαστε είναι την ποντοπόρο ναυτιλία. Τέτοιες εργασίες δεν έρχονται πια καθόλου, εδώ και περίπου μία δεκαετία» λέει στην «Κ» ο Αντώνης Αθανασόπουλος, αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Ναυπηγικής Βιομηχανίας. Γι’ αυτό «ευθύνεται ο κακώς εννοούμενος συνδικαλισμός, με τις συνεχείς απεργίες», αλλά και το γεγονός ότι «ο ΟΛΠ έχει να επενδύσει στον χώρο 40 χρόνια».
«Πρέπει να κατασκευαστούν δύο νέες δεξαμενές στο Πέραμα», συνεχίζει ο κ. Αθανασόπουλος. Οι υπάρχουσες, που έχουν συμπληρώσει μισόν αιώνα ζωής, «μπορούν να υποδεχθούν πλοία μέχρι 40.000 τόνους η μεγαλύτερη. Τότε το μεγαλύτερο πλοίο ήταν 40.000 τόνους. Τώρα αυτά είναι τα μικρότερα». Επιπλέον, εταιρείες που δουλεύουν στον χώρο μιλούν για προβληματική πρόσβαση σε ύδρευση, ηλεκτρικό ρεύμα και τουαλέτες, απουσία αυτοματοποιημένων συστημάτων, απαρχαιωμένους γερανούς και αποθηκευτικούς χώρους που συχνά καλούνται τα ίδια τα συνεργεία να επισκευάζουν.
Από την πλευρά του, ο Γιάννης Δεληγιάννης, μέλος Δ.Σ. του Συνδικάτου Μετάλλου Αττικής, ισχυρίζεται ότι η κυβέρνηση ακολουθεί την «πεπατημένη» όσον αφορά τη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη και τα προβλήματα της ναυπηγικής βιομηχανίας. Εκτός από την υπογραφή νέων συλλογικών συμβάσεων σε κλαδικό επίπεδο (οι τελευταίες ήταν το 2009-10) και την πλήρη αντίθεση του συνδικάτου στην ιδιωτικοποίηση του λιμανιού, «ζητάμε την άμεση χωροθέτηση της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης με σαφή τοπικό προσδιορισμό» ώστε να μπορεί να ενταχθεί σε προγράμματα ενισχύσεων.
Τόσο οι εκπρόσωποι των εργοδοτών, όσο και αυτοί των εργαζομένων, κατηγορούν τις κυβερνήσεις και τις διοικήσεις του ΟΛΠ ότι οδήγησαν τη ναυπηγοεπισκευή στην απαξίωση. Το παράδοξο είναι ότι, παρότι αμφότεροι κατηγορούν το Δημόσιο για την εγκατάλειψη του κλάδου, επιμένουν ότι η καλύτερη λύση για το μέλλον συνεπάγεται τη διατήρηση της ζώνης υπό δημόσιο έλεγχο.
Δεσμεύσεις
Αν, ωστόσο, αναλάβει ξένος επενδυτής τον έλεγχο του ΟΛΠ, ο κ. Αθανασόπουλος ζητεί από την πολιτεία να αποσπάσει δεσμεύσεις «ότι θα επενδυθούν συγκεκριμένα ποσά και ότι ο χώρος θα παραμείνει προσβάσιμος για όλους όσοι δραστηριοποιούνται σήμερα στη ζώνη». Η αναφορά ήταν στις 850 κύριες και δορυφορικές επιχειρήσεις που έχουν απομείνει στην περιοχή – από 1.400 που υπήρχαν προ δεκαπενταετίας.