«Μόλις με είδαν άρχισαν να με αγκαλιάζουν και να κλαίνε»

«Μόλις με είδαν άρχισαν να με αγκαλιάζουν και να κλαίνε»

1' 50" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εν μέσω της έξαρσης του μεταναστευτικού ζητήματος, ο φωτογράφος Βασίλης Μαθιουδάκης μάς περιγράφει όσα έζησε με τους 157 μετανάστες που αποβιβάστηκαν στο νοτιότερο ευρωπαϊκό νησί τη Μεγάλη Εβδομάδα.

O φωτογράφος Βασίλης Μαθιουδάκης βρισκόταν στη Γαύδο για πασχαλινές διακοπές. Το μεσημέρι της Μεγάλης Πέμπτης κατηφόρισε το μονοπάτι που οδηγεί στην παραλία Τρυπητή, για να βρεθεί αντιμέτωπος με μια συνταρακτική εικόνα – «δεν έχω λόγια να περιγράψω πώς ένιωσα», μας είπε, «όσα ακολούθησαν αποτελούν μία από τις πιο δυνατές εμπειρίες της ζωής μου». Μπροστά του βρίσκονταν 157 άνθρωποι, με πεταμένα ρούχα στην άμμο, ψάχνοντας στις λιγοστές τους προμήθειες για φαγητό. Στην άκρη της παραλίας ήταν αραγμένο το μικρό και σχεδόν κατεστραμμένο ξύλινο καΐκι που τους έφερε από τη Λιβύη. Είχαν περάσει έξι μέρες στη θάλασσα.

«Μόλις με είδαν, ένιωσαν ανακούφιση», μας είπε ο κ. Μαθιουδάκης, «άρχισαν να με αγκαλιάζουν και να κλαίνε. Τους εξήγησα πού βρίσκονταν, γιατί πίστευαν ότι είχαν φτάσει στην Ιταλία». Αλλοι κατάγονταν από τη Σομαλία και το Μάλι, άλλοι από το Σουδάν, την Αίγυπτο αλλά και τη Συρία και το Ιράκ. Οι περισσότεροι νεαροί άνδρες, καμιά δεκαριά γυναίκες (μία έγκυος) και δύο μικρά παιδιά. «Ηταν εξαντλημένοι αλλά όχι εξαθλιωμένοι, άνθρωποι που έφυγαν κυνηγημένοι από τα σπίτια τους, μορφωμένοι, αξιοπρεπείς, υπερήφανοι». Οταν αργότερα ανέβηκαν στο Καστρί, την πρωτεύουσα του νησιού, του ζήτησαν τσιγάρα, αλλά επέμεναν να του τα πληρώσουν.

Οι 157 μετανάστες δεν ήταν τυχεροί μόνο επειδή γλίτωσαν από τα κύματα της Μεσογείου, αλλά και επειδή βρέθηκαν σε μια κοινότητα που κινητοποιήθηκε ταχύτατα. «Οι ντόπιοι μπήκαν σε μια διαδικασία αυτόματης αλληλεγγύης», σχολιάζει ο κ. Μαθιουδάκης και περιγράφει πόσο σπουδαία ήταν η στάση των κατοίκων, της δημάρχου Ευαγγελίας Καλλίνικου και της γιατρού Βούλας Νικολιδάκη. Κάποιοι άνοιξαν τα σπίτια τους για να φιλοξενήσουν όσους περισσότερους μπορούσαν, άλλοι βολεύτηκαν στο δημαρχείο ή στο δημοτικό σχολείο. Ετσι κι αλλιώς, η διαδικασία περίθαλψης κράτησε μόλις δύο μέρες. Το Μεγάλο Σάββατο οι μετανάστες της Γαύδου μεταφέρθηκαν στα Χανιά και από εκεί οι περισσότεροι ταξίδεψαν για την Αθήνα. Η οδύσσειά τους θα συνεχιστεί, άγνωστο προς ποια κατεύθυνση, με ποια κατάληξη. «Ενα παιδί από το Μάλι με πλησίασε κάποια στιγμή και μου είπε: «∆εν έχω κανέναν στη ζωή μου, έχω περάσει από μονοπάτια θανάτου, δεν φοβάμαι τίποτα, θέλω μόνο να ξέρω αν θα με στείλουν πίσω». ≠

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή