ΒΕΡΟΛΙΝΟ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ. «Klungel», είναι η λέξη που ακούω απ’ την πρώτη μέρα στο Βερολίνο. Δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει, ώσπου ένας ευρωβουλευτής μου εξηγεί: «klungel» είναι αυτό που λέμε εμείς «λαμόγιο». Δηλαδή, αυτό που περιγράφει η αριστερή βουλευτής του Die Linke: «Ημουν σε ένα ελληνικό νησί, και έβλεπα κότερα να πηγαινοέρχονται», λέει. «Ρωτούσα, γιατί δεν τους σταματάτε όπως κάνουν στην Ευρώπη με τις Μαζεράτι, να τους φορολογήσετε επί τόπου;».
Περιέργως, η ύπαρξη των «klungel» και στις δύο χώρες, βοηθά τους Γερμανούς να νιώσουν λίγο πιο πολύ Ελληνες. Τα στερεότυπα, άλλωστε, αποτελούν μόνιμο σημείο αναφοράς. Κι έτσι, όταν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων ο διευθυντής του τοπικού γραφείου αργεί στο ραντεβού μας, «πείτε μου εσείς», λέει με το που εμφανίζεται, «πόσο αλλόκοτο είναι να αργεί ο Γερμανός στη συνάντηση με τους Ελληνες;». Γύρω στα 40, ο διευθυντής ξέρει όλα τα στερεότυπα για την Ελλάδα, γιατί η σύντροφός του, είναι Ελληνίδα. «Ημουν 3 εβδομάδες στη Θεσσαλονίκη», μας εξηγεί. «Μπήκα σ’ ένα σούπερ μάρκετ να πάρω ένα αντηλιακό. Εμεινα μπροστά στα ράφια με το στόμα ανοικτό. Το ίδιο μπουκαλάκι που στο Βερολίνο κάνει 2 ευρώ, στη χώρα σας κάνει 12! Τότε το κατάλαβα: υπάρχει ο μύθος της Ευρώπης, υπάρχει και η αλήθεια των ανθρώπων. Κι αυτά τα δύο δεν πάνε πάντα μαζί».
Πράγμα που εκμεταλλεύεται η Bild με τα δικά της στερεότυπα. Τελευταία, έχει κατεβάσει τους τόνους, αλλά κανείς, ούτε στη Γερμανία ούτε στην Ελλάδα ξεχνά τους πύρινους τίτλους της. Οπως εκείνο το αξέχαστο «Φαληρημένοι Ελληνες». Ο μύθος λέει πως ένας δημοσιογράφος που βρέθηκε απέναντι απ’ τον διευθυντή της εφημερίδας τον ρώτησε γιατί δυναμιτίζει έτσι τη σχέση των δύο χωρών. «Στην Ελλάδα δεν ζουν Ελληνες;», τον ρώτησε ο διευθυντής ψύχραιμα. «Ναι», απάντησε ο δημοσιογράφος. «Και δεν είναι η χώρα υπό χρεοκοπία;». «Ναι», ξαναείπε ο δημοσιογράφος. «Οπότε δεν καταλαβαίνω. Τι πρόβλημα έχει ο τίτλος μας;». Αλλωστε, όπως θα ξέρετε, το «klungel» είναι τρόπος σκέψης. Κι έχει μεγάλο πεδίο εφαρμογής.