Μουσακάς από βρετανικά χέρια

Μουσακάς από βρετανικά χέρια

2' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στα δεκαέξι του ήρθε κρυφά, μόνος του, στην Ελλάδα, λέγοντας ψέματα στους δικούς του. «Από τότε ήξερα ήδη ότι ήθελα να ζήσω στην Αθήνα», λέει με μάτια που λάμπουν ο 38χρονος Βρετανός Stephen Akerhurst, καλωσορίζοντας την «Κ» στο άρτι ανακαινισμένο «σχολείο μαγειρικής», όπου υποδέχεται καθημερινά δεκάδες φιλομαθείς ταξιδιώτες. Εδώ, διδάσκονται πώς να κάνουν μπριάμ, τζατζίκι και μουσακά – κανονικό και βίγκαν. Ακόμα, ακούν ιστορίες για επεισοδιακά ελληνικά οικογενειακά τραπέζια αλλά και «μυστικά» επιτυχίας συνταγών, από αυτά που οι έμπειρες Ελληνίδες μαγείρισσες κρύβουν επιμελώς ακόμη και από τις κόρες τους.

«Στόχος μας είναι να περάσουμε καλά, όχι να γίνουμε σεφ», σημειώνει ο Stephen, «ψυχή» της «The Greek Kitchen: Culinary Experiences», που λειτουργεί εδώ και δύο μήνες στα πέριξ της Βαρβακείου Αγοράς. «Επέλεξα συνειδητά το σημείο, που είναι το αντιπροσωπευτικότερο τετράγωνο της γαστρονομίας στην Ελλάδα», εξηγεί, «στην αγορά μπορείς να βρεις τα πάντα γύρω από κρέας και ψάρι, ενώ στους γύρω δρόμους πωλείται το καλύτερο κουλούρι και τα πιο ψαγμένα μπαχαρικά». Ταυτόχρονα, «εδώ υπάρχουν μπακάλικα από όλες τις κουζίνες του κόσμου: Ινδία, Πακιστάν, Μπανγκλαντές, Γεωργία και Πολωνία», προσθέτει ο Stephen, που διοργανώνει και γαστρονομικά tours. «Τα καταστήματα “διηγούνται” κεφάλαια της ελληνικής ιστορίας, όπως συμβαίνει με το “Μιράν” και την ανταλλαγή πληθυσμών, που μοιραία επηρέασε και τη σύγχρονη γαστρονομία», υπογραμμίζει ο Stephen, που παρακολουθεί συστηματικά μαθήματα ελληνικών, όπως και η συνεργάτις του από τη Βουλγαρία, Nevyana Kolarova. «Συνδέοντας τις γνώσεις μας, προσφέρουμε υπηρεσίες σε ρωσικά, ισπανικά, τουρκικά, ολλανδικά, δανέζικα, νορβηγικά, σουηδικά και βέβαια στις μητρικές μας γλώσσες».

Γνωρίζουν, όμως, δύο Ευρωπαίοι expatriates επαρκώς την ελληνική κουζίνα; «Καθ’ ύλην αρμόδια για τα μαθήματα μαγειρικής, αλλά και το storytelling, είναι η Ελληνίδα συνεργάτις μας, Βασούλα Σακκά», διευκρινίζει ο Stephen, που στο πλάι της μαθαίνει συνεχώς νέες συνταγές αλλά και νεωτεριστικές εκδοχές παραδοσιακών.

Ο «έρωτας» του Stephen για την Ελλάδα, παραδόξως, δεν άρχισε από το στομάχι. «Είχα δει μια φωτογραφία με τον ναό του Απόλλωνα στο Σούνιο, που με ξεσήκωσε», θυμάται. «Ισχυρίστηκα στη μητέρα μου ότι θα “πεταγόμουν” στο Λονδίνο, όμως επέστρεψα με ένα έγκαυμα στην πλάτη». Την πρώτη του «λάθρα» απόδραση ακολούθησαν δεκάδες άλλες, καθώς από το 1999 ο νεαρός Βρετανός ζει μόνιμα στο εξωτερικό. «Ξεκίνησα από χώρες της Λατινικής Αμερικής, εν συνεχεία έζησα στο Αμστερνταμ και την Κοπεγχάγη, απ’ όπου επισκεπτόμουν τακτικά την Ελλάδα, ενώ από το 2013 συνόδευα γκρουπ ταξιδιωτών στην Ελλάδα». Χαρτογραφώντας την Αθήνα, ανακαλύπτει το δυνατό της χαρτί, τη γαστρονομία. «Στου Γκύζη πήγα πρώτη φορά λαϊκή και συνειδητοποίησα πόσο μου έλειπε στην Αγγλία μια ανοικτή αγορά με φρέσκα και προσιτά προϊόντα». Ευχάριστη έκπληξη για τον ίδιο είναι η γκάμα των τυριών, «διαθέτετε πάνω από διακόσια, ξεπερνώντας σαφώς τους Γάλλους». Η εμπειρία του φαγητού είναι εντελώς διαφορετική στην Ελλάδα, «στη Δανία, τρώνε για να επιβιώσουν, εδώ μαγειρεύετε με μεράκι και απολαμβάνετε μακροσκελή γεύματα», περιγράφει, «για εσάς η μαγειρική είναι σημαντική και αυτό συνδέεται επιπλέον με τους στενούς οικογενειακούς σας δεσμούς». «Οι γονείς μου δεν ταξίδευαν ποτέ, εγώ είχα μια έμφυτη τάση να ανακαλύψω τον κόσμο που άκουγα ότι υπήρχε πέρα και πάνω από το χωριό μου, έξω από το Μπράιτον», ομολογεί. Παρά την αέναη μετακίνησή του ανά την υφήλιο, ο Stephen δηλώνει τώρα αποφασισμένος να μείνει στην Αθήνα. «Οπως ήταν το αρχικό μου πλάνο ζωής», υπενθυμίζει. «Με φαντάζομαι γέρο να μένω στη Mονεμβασιά ή αν είμαι πλούσιος στο Πόρτο Χέλι».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή