«Τεστ αλήθειας» για τους πρόσφυγες

«Τεστ αλήθειας» για τους πρόσφυγες

2' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Ποιο είναι το κοντινότερο τζαμί στο σπίτι σου;» ή «Σε ποιο σχολείο πήγαινες;» ή «Τι ομάδα είσαι;». Ερωτήσεις απλές. Η απάντηση όμως μπορεί να καθορίσει αν θα συνεχίσεις τη ζωή σου στη Γερμανία ως πρόσφυγας ή αν θα πάρεις τον δρόμο της επιστροφής. Οι «χειριστές», οι άνθρωποι που είναι εκπαιδευμένοι να πραγματοποιούν τις συνεντεύξεις προκειμένου να κρίνουν αν κάποιος δικαιούται άσυλο ή όχι, χρειάζεται να κάνουν μεγάλη έρευνα προκειμένου να μπορούν να διαπιστώσουν την αλήθεια των λεγομένων του αιτούντος.

«Υπάρχουν πολλές πληροφορίες από τις χώρες καταγωγής των αιτούντων άσυλο που οφείλουμε να γνωρίζουμε. Αν, για παράδειγμα, κάποιος αναφέρει μια μάχη, πρέπει να βρούμε αν πραγματικά συνέβη το συγκεκριμένο γεγονός την εποχή που εκείνος ισχυρίζεται ότι ήταν στην περιοχή. Από την άλλη, οφείλει να αποδείξει την αλήθεια των λεγομένων του», τονίζει γυναίκα «χειρίστρια» από την Υπηρεσία Ασύλου.

«Κάθε αίτημα εξετάζεται εξατομικευμένα, ανεξάρτητα από τη χώρα προέλευσης. Για παράδειγμα, οι Αλβανοί δεν κινδυνεύουν στην πατρίδα τους, η Αλβανία είναι μια χώρα που γενικά δεν παράγει πρόσφυγες. Ομως μπορεί ενός συγκεκριμένου ανθρώπου να διατρέχει κίνδυνο η ζωή του για ιδιαίτερους λόγους», τονίζει η υπάλληλος της υπηρεσίας, «και οφείλεις να το διερευνήσεις».

Η πιθανότητα να εγκριθεί το αίτημα ασύλου τους είναι ελάχιστη, ωστόσο η Υπηρεσία Ασύλου είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει τη νόμιμη και χρονοβόρο διαδικασία.

Οι αριθμοί

Χαρακτηριστικά, το 2016 κατέθεσαν αίτημα ασύλου 1.420 άτομα από την Αλβανία και 688 άτομα από τη Γεωργία. Αντίστοιχα, το 2017, 334 Αλβανοί υπήκοοι και 227 Γεωργιανοί έκαναν το ίδιο. Συνολικά από το 2013 έως το 2017, συνολικά 3.745 Αλβανοί και 1.993 Γεωργιανοί έχουν υποβάλει αίτημα ασύλου στην Ελλάδα.

Γιατί το κάνουν λοιπόν; «Για να κερδίσουν χρόνο και να μπορέσουν να προετοιμάσουν την επόμενη κίνησή τους. Γιατί θεωρούν ότι μπορεί λίγους μήνες αργότερα να έχουν αλλάξει προς το καλύτερο τα πράγματα. Γιατί, τέλος, οι άνθρωποι που έρχονται από περιοχές όπου οι συνθήκες ζωής είναι εξαιρετικά δύσκολες θεωρούν ότι δικαιούνται μια δεύτερη ευκαιρία, ακόμα και αν δεν προέρχονται από εμπόλεμη περιοχή», τονίζει έμπειρη χειρίστρια από την Υπηρεσία Ασύλου. Κάποιοι λένε ξεκάθαρα: «Ηρθα για δουλειά» και θεωρούν ότι δικαιούνται να μείνουν, προσθέτει.

Με εγκύκλιο του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, όσοι προσφεύγουν και σε δευτεροβάθμια επιτροπή, μετά την απόρριψη του αιτήματός τους σε πρώτο βαθμό, χάνουν το δικαίωμα να ενταχθούν στο πρόγραμμα εθελούσιων επιστροφών στη χώρα προέλευσης.

«Είναι ένας τρόπος περιορισμού της κατάχρησης του ασύλου που γίνεται», εξηγεί ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννης Μουζάλας, υπεραμυνόμενος της εγκυκλίου του υπουργείου του. «Δεν πρόκειται για επιλογή ανάμεσα σε δύο δικαιώματα, αλλά για επιλογή ανάμεσα σε ένα δικαίωμα, να ακολουθήσει δηλαδή τη διαδικασία του ασύλου, και ανάμεσα σε ένα προνόμιο, το να φύγει δηλαδή με οικειοθελή επιστροφή στη χώρα του», προσθέτει.

Το φαινόμενο να καταθέτουν όλοι αίτηση για άσυλο, ακόμα και εκείνοι που γνωρίζουν ότι δεν έχουν καμία πιθανότητα το αίτημά τους να γίνει δεκτό, είναι συχνό, με αποτέλεσμα να μπλοκάρει η διαδικασία εξέτασης των αιτημάτων και οι δικαιούχοι να αναγκάζονται να περιμένουν για μήνες σε συνθήκες αβεβαιότητας.

Το 2016 κατατέθηκαν 51.092 αιτήματα ασύλου (μηνιαίος μέσος όρος 4.258). Το 2017 είχαν κατατεθεί έως το τέλος Μαρτίου 16.870 αιτήματα.

Η Υπηρεσία Ασύλου συνολικά έχει τη δυνατότητα πλέον να διεκπεραιώνει 170 αιτήματα την ημέρα. Είναι φανερό ότι ο περιορισμός της κατάχρησης κατάθεσης αιτημάτων ασύλου μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τη λειτουργία και την απόδοση του συστήματος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή