Πολλά πιτσιρίκια ονειρεύονται να γίνουν αστροναύτες ή να ταξιδέψουν στον Βόρειο Πόλο, όμως ως ενήλικες οι περισσότεροι από εμάς αναγκαζόμαστε να συμβιβαστούμε στα «εξωτικά» ταξίδια από το σπίτι στη δουλειά και τη μόνιμη, καθησυχαστική παρουσία της βαρύτητας. Κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί κάτι τέτοιο για τον Βασίλη Κουτσαύτη, που, αν δεν έχει ακόμη βγει έξω από τα όρια της ατμόσφαιρας, είναι απλώς επειδή δεν έχει ακόμη εξαντλήσει τους «γήινους» προορισμούς. Κι αν κάποια στιγμή η ιστορία του μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη, οι θεατές θα καταλήξουν δικαίως στο συμπέρασμα πως το Χόλιγουντ το παράκανε για άλλη μία φορά.
«Πάντοτε είχα αυτό το πάθος, και από πολύ νωρίς άρχισα να ταξιδεύω μόνος μου στα Ιμαλάια, στην Κίνα. Σιγά σιγά άρχισα να κάνω πιο μακρινά και δύσκολα ταξίδια. Σταδιακά, αυτή η δουλειά για μένα έγινε η ζωή μου και είμαι πολύ τυχερός γιατί αγαπώ τόσο τη δουλειά που κάνω», μας είπε στη διάρκεια τηλεφωνικής συνομιλίας, λίγες ημέρες προτού αναχωρήσει για το Βόρνεο και αμέσως μετά για το Θιβέτ, όπου θα εξερευνήσει ένα προς το παρόν άγνωστο στο ευρύ κοινό κομμάτι της χώρας.
Το αγόρι που μεγάλωσε στην Αθήνα και σχεδίαζε να γίνει πιλότος κατέχει σήμερα μία από τις πιο αξιοζήλευτες θέσεις εργασίας στον πλανήτη. Αξιοζήλευτες… εξ αποστάσεως, αφού ελάχιστοι άνθρωποι θα απολάμβαναν στ’ αλήθεια τις κακουχίες ενός μοναχικού ταξιδιού στην ενδοχώρα του Αφγανιστάν, μιας παραλίγο θανατηφόρας εξόρμησης στην έρημο του Σουδάν ή μιας επίπονης ανάβασης στο Κ2, το δεύτερο σε επικινδυνότητα βουνό του κόσμου (και το μόνο που κανένας δεν έχει καταφέρει να «κατακτήσει» στη διάρκεια του χειμώνα).
Αντιθέτως, για τον Vassi Koutsaftis, όπως είναι η αμερικανοποιημένη εκδοχή του ονόματός του, τέτοιου είδους εμπειρίες δεν είναι απλώς κομμάτι της ζωής ενός επαγγελματία εξερευνητή, αλλά και το «οξυγόνο» που έχει ανάγκη ο διψασμένος για νέες εμπειρίες εγκέφαλός του. «Αν κάποιος με προσκαλέσει σε ένα απομακρυσμένο μέρος όπου δεν έχει πάει ποτέ κανένας, τότε σίγουρα θα πάω. Αν με καλέσουν να πάω στο Παρίσι, θα το σκεφτώ πάρα πολύ», αστειεύεται.
Με έδρα το Σαν Φρανσίσκο, ο Ελληνας… Ιντιάνα Τζόουνς περνάει περίπου τρεις με τέσσερις μήνες τον χρόνο ταξιδεύοντας. Το υπόλοιπο διάστημα ασχολείται με τη διοργάνωση αποστολών ή περνάει από συνεντεύξεις τους επίδοξους συνταξιδιώτες του. Για ευνόητους λόγους, μόνον όσοι διαθέτουν την απαραίτητη φυσική κατάσταση και το ψυχικό σθένος για να επιβιώσουν σε αντίξοες συνθήκες γίνονται δεκτοί. «Πολλοί άνθρωποι διαβάζουν για ένα μέρος ενώ βρίσκονται στο σπίτι τους, μπροστά στο τζάκι με ένα ποτό στο χέρι, και τους φαίνεται καλή ιδέα να πάνε, για παράδειγμα, στο Εβερεστ. Οταν όμως βρεθείς εκεί, η εμπειρία είναι εντελώς διαφορετική», παραδέχεται ο κ. Κουτσαύτης. Πεπειραμένος ορειβάτης ο ίδιος, είναι ο μοναδικός «δυτικός» που έχει προσεγγίσει έντεκα φορές το θρυλικό ανατολικό πρόσωπο του Εβερεστ, γνωστό ως Kangshung, φτάνοντας περίπου στα 7.000 μέτρα (από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα, μόνο δύο αποστολές έχουν κατορθώσει να προσεγγίσουν την κορυφή του Εβερεστ από την ανατολική όψη). Εχει, επίσης, αναρριχηθεί στο Κ2 τόσο από την πιο πεπατημένη διαδρομή, από την πλευρά του Πακιστάν, όσο και από το πιο δύσκολο «πέρασμα» από την κινεζική πλευρά. Ταλαντούχος φωτογράφος, δημοσιεύει συστηματικά τις φωτογραφίες του σε έντυπα ανά τον κόσμο και έχει πραγματοποιήσει εκθέσεις εντός και εκτός των αμερικανικών συνόρων, ενώ είναι εξίσου ικανός στο να αφηγείται τις περιπέτειές του στις σελίδες ταξιδιωτικών περιοδικών.
Σε ηλικία 20 ετών βρέθηκε στις ΗΠΑ για να κυνηγήσει το παιδικό του όνειρο, όταν όμως αποφοίτησε από τη σχολή αεροπορίας, ανακάλυψε πως, μετά τον πόλεμο του Βιετνάμ, στην αμερικανική αγορά υπήρχε πλεόνασμα καλών πιλότων. Τελικά, έπιασε δουλειά στη νεοσύστατη ακόμη εταιρεία Geographic Expeditions, η οποία ειδικεύεται στη διοργάνωση αποστολών σε δυσπρόσιτους προορισμούς και τότε αριθμούσε μόλις τρεις υπαλλήλους. Πάνω από τρεις δεκαετίες αργότερα, το προσωπικό της GeoEx έχει αυξηθεί σε 50 άτομα και ο Βασίλης Κουτσαύτης είναι πλέον αρκετά γνωστός στον τομέα του ώστε να δέχεται προσκλήσεις από κυβερνήσεις χωρών που ενδιαφέρονται να «ανοίξουν» κάποιες περιοχές τους στον τουρισμό και ζητούν τη συμβουλή του. «Οταν “ανοίγουμε” μια περιοχή, πηγαίνω πρώτος για να βγάλω φωτογραφίες, να εξερευνήσω τα μέρη και να διαπιστώσω τι χρειάζεται για να μετατραπεί σε τουριστικό προορισμό», σημειώνει. Αν στις πρώτες, μοναχικές εξορμήσεις του καταλήξει στο συμπέρασμα πως μια περιοχή αξίζει, δεν αργεί να επιστρέψει, αυτήν τη φορά ως αρχηγός μιας ολιγομελούς αποστολής.
Λόγω της εμπειρίας του, συχνά τού ζητείται να συνοδεύσει επιφανείς προσωπικότητες σε «δύσκολα» ταξίδια: «Εχω ταξιδέψει με τον Τζορτζ Λούκας στην Ινδία και στην Απω Ανατολή με τον Τζέφρι Κάτσενμπεργκ, ο οποίος αναζητούσε τις κατάλληλες τοποθεσίες για τα γυρίσματα μιας νέας ταινίας», αναφέρει. Τυχαίνει επίσης να γνωρίζει προσωπικά τον Δαλάι Λάμα, τον οποίο έχει φωτογραφίσει αρκετές φορές και συντροφεύει σε όλες του τις επισκέψεις του στης ΗΠΑ. Οταν, μάλιστα, στη διάρκεια μιας επίσημης επίσκεψης στο Σαν Φρανσίσκο, κάποιος είχε επιχειρήσει να πετάξει ένα μήλο στον πνευματικό ηγέτη του Θιβέτ, ο Βασίλης Κουτσαύτης πρόλαβε να το αποκρούσει. Λίγο αργότερα, έλαβε ευχαριστήρια επιστολή για την παρέμβασή του από την ομάδα του Δαλάι Λάμα (όχι χωρίς δόση χιούμορ, αφού οι συγγραφείς αστειεύονται πως οι Αμερικανοί μυστικοί πράκτορες θα πρέπει να έσκασαν από τη ζήλια τους).
«Χρήσιμος ο φόβος»
Φυσικά, από την περιπετειώδη ιστορία της ζωής του δεν θα μπορούσαν να λείπουν τα κινηματογραφικά ατυχήματα, οι εχθρικές επιθέσεις και άλλες απρόσμενες εξελίξεις. «Ο φόβος είναι χρήσιμος, γιατί μας προστατεύει, αλλά δεν πρέπει να τον αφήνουμε να μας παραλύει», υπογραμμίζει. Αρκετές φορές, μόνον η καλή του τύχη τον προστάτευσε από τον θάνατο ή από έναν σοβαρό τραυματισμό, όπως όταν άρχισε να κατακρημνίζεται στους πάγους στο βουνό Μανασλού, στο τμήμα των Ιμαλαΐων που ανήκει το Νεπάλ, επειδή ο συνοδοιπόρος του έκανε το λάθος να αφήσει το σκοινί, όταν το αυτοκίνητο του ντεραπάρισε στην έρημο του Σουδάν ή όταν του επιτέθηκε μια ομάδα μεθυσμένων Θιβετιανών στη διάρκεια μιας ορεινής διαδρομής. «Ο τρόπος ζωής μου με έχει κάνει να εκτιμήσω τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή. Ολοι ξέρουν τη φράση “η ζωή είναι πολύ μικρή”, αλλά εγώ το έχω βιώσει στην πράξη. Εχω χάσει ανθρώπους που γνώριζα, και μια φορά αναγκάστηκα να φροντίσω για την καύση ενός φίλου μου επειδή ήταν αδύνατον να μεταφέρω το σώμα του πίσω. Ας πούμε ότι η ζωή σε χτυπάει δυνατά στο πρόσωπο».
Τέτοιου είδους εμπειρίες έχουν επηρεάσει ριζικά την κοσμοθεωρία του, όμως τίποτα δεν φαίνεται να τον πτοεί και οι ανησυχίες του σχετίζονται λιγότερο με τις προκλήσεις της επόμενης αποστολής και περισσότερο με τον κίνδυνο η ανθρωπότητα να μετατραπεί σε μία άχρωμη, ομοιογενή μάζα χάνοντας τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες που την κάνουν τόσο ενδιαφέρουσα.
«Δυστυχώς η Γη γίνεται πιο μικρή με το Ιντερνετ και τα σχετικά. Οπου και να πας πια έχει Ιντερνετ, ακόμη και στη βάση του Εβερεστ έχουν φτιάξει Ιντερνετ καφέ. Ολα τα παιδιά παίζουν βιντεοπαιχνίδια, οι πάντες είναι στο Facebook, δεν υπάρχει πια μοναδικότητα. Πρόσφατα πετούσα στην Ασία με μια ομάδα από το Χόλιγουντ, με το αεροπλάνο της εταιρείας τους, και είχαμε Ιντερνετ σε όλη τη διάρκεια της πτήσης, ακόμη και πάνω από τον Ειρηνικό. Αλλά αυτό είναι πρόοδος, και η τεχνολογία έχει βοηθήσει πολύ τον κόσμο, δεν μπορώ να πω», παραδέχεται. Θεωρεί, εντούτοις, πως η προστασία της κουλτούρας από την ισοπεδωτική επίδραση της παγκοσμιοποίησης θα έπρεπε να αποτελεί προτεραιότητα των κυβερνήσεων ανά τον κόσμο.
Οσο πάντως εξακολουθούν να υπάρχουν περιοχές προς εξερεύνηση, εκείνος θα κυριεύεται από τη λαχτάρα να τις ανακαλύψει. Στους στόχους του για το μέλλον συμπεριλαμβάνεται ένα ταξίδι στην Ανταρκτική, έτσι ώστε να έχει επισκεφθεί και τους δύο πόλους της Γης. «Δεν νομίζω ότι θα πάρω ποτέ σύνταξη», λέει εμφατικά. «Πιθανότατα θα συνεχίσω να ταξιδεύω μέχρι κάτι να συμβεί και να μείνω κάπου εκεί ψηλά. Είναι στο DNA μου».
Περισσότερα για τον Vassi Koutsaftis και τα ταξίδια του, στην ιστοσελίδα του arclight-pictures.com.