Η Ελλάδα εκτός πλαισίου

3' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ολοι συμφωνούμε στο ότι η Παιδεία αποτελεί πυλώνα ανάπτυξης. Επειτα από τόσα χρόνια οικονομικής δυσπραγίας στην Ελλάδα όμως, εξακολουθούμε να μη συμφωνούμε σε τίποτα για τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, ώστε να φτάσουμε στην πολυπόθητη ανάπτυξη. 

Αν εξετάσουμε τις σχετικές πρωτοβουλίες στην ευρωπαϊκή κοινότητα, θα διαπιστώσουμε ότι βασικό κλειδί για μια επιτυχή σύζευξη της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας αποτελούν τα πλαίσια προσόντων, τα εθνικά και το ευρωπαϊκό, τα οποία οφείλουν να είναι εναρμονισμένα. Το ευρωπαϊκό πλαίσιο προσόντων δομείται σε οκτώ επίπεδα, με περιγραφικούς δείκτες γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων. Αποτελούν μηχανισμό που διευκολύνει την αναγνώριση των προσόντων του ενεργού πληθυσμού στην Ευρώπη, κάτι σημαντικό για τους Ελληνες που σήμερα αναζητούν μαζικά εργασία στα διάφορα κράτη-μέλη.

Για να αποκτήσουν τα πλαίσια αυτά αξία για τον πολίτη, πρέπει να γίνουν «αναγνωρίσιμα». Πολλές χώρες ήδη αναγράφουν συστηματικά τα επίπεδα του εθνικού και του ευρωπαϊκού πλαισίου προσόντων στους τίτλους σπουδών που χορηγούν (πιστοποιητικά, διπλώματα, παραρτήματα διπλώματος Europass, συμπληρώματα πιστοποιητικού Europass). Για τη χώρα μας δεν είναι ακόμη εφικτό αυτό. Γιατί;  Ο λόγος είναι ότι υπάρχουν ακόμη ιδεοληπτικές αγκυλώσεις στην ελληνική «δημόσια δωρεάν» εκπαίδευση που μας εμποδίζουν να συγκλίνουμε με τις ευρωπαϊκές προτάσεις.

Το ευρωπαϊκό πλαίσιο προσόντων είναι πλήρως συμβατό με το πλαίσιο για την ανώτατη εκπαίδευση που θέσπισε η Διαδικασία της Μπολόνια, με την οποία η χώρα μας έχει συμμορφωθεί λιγότερο από οποιοδήποτε άλλο κράτος-μέλος. Η αιτία είναι ότι θίγονται «συντεχνιακές» ισορροπίες της εθνικής μας επαγγελματικής αγοράς, με ισχυρότερη τροχοπέδη τη στάση των διπλωματούχων μηχανικών. Η μη εναρμόνιση με τη Διαδικασία της Μπολόνια οδηγεί σε δυσκολίες αντιστοίχισης του εθνικού πλαισίου με το ευρωπαϊκό στα επίπεδα 6 και 7. 

Η διεύρυνση της Μπολόνια προς τις αντιλήψεις της «διά βίου μάθησης» έδωσε επίσης έμφαση στη σύντομη μεταλυκειακή εκπαίδευση. Στη χώρα μας ακόμη είναι θολό το τοπίο στον σύντομο (μονοετή – διετή) μεταλυκειακό κύκλο σπουδών, παρόλο που στην υπόλοιπη Ευρώπη σημαντικό ποσοστό του ενεργού πληθυσμού χτίζει επαγγελματική πορεία με προσόντα αυτού του επιπέδου, εξασφαλίζοντας έτσι ποιοτικό μεσαίο τεχνικό προσωπικό που συντελεί τα μέγιστα στη σταθερότητα μιας αναπτυξιακής πορείας. Παραμένουν, λοιπόν, μεγάλα προβλήματα σχετικά με το ποιοι εθνικοί τίτλοι περιέχονται στο επίπεδο 5 του ευρωπαϊκού πλαισίου.

Η επιτυχής εφαρμογή ενός πλαισίου προσόντων προϋποθέτει την προσαρμογή της διδακτέας ύλης, των προγραμμάτων σπουδών, σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, ώστε να αποκτώνται τα μαθησιακά αποτελέσματα των πλαισίων. Αυτό συνεπάγεται αλλαγή των προγραμμάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με τη συμμετοχή και της αγοράς εργασίας. Ο στόχος αυτός είναι πολύ δύσκολος για μια χώρα όπου η κατάρτιση του προγράμματος σπουδών θεωρείται εσωτερική υπόθεση των διδασκόντων, στη βάση μιας στρεβλής αντίληψης της «αυτόνομης» λειτουργίας των ανώτατων ιδρυμάτων. 

Επιπλέον, πιστοί σε ιδεοληπτικές αντιλήψεις εκπαίδευσης, αρνούμαστε να αγκαλιάσουμε μη τυπικές μορφές εκπαίδευσης και παραμένουμε προσκολλημένοι αποκλειστικά στο μη βιώσιμο τυπικό δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα. Οι ευρωπαϊκές συστάσεις όμως δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στη μη τυπική εκπαίδευση. Η χώρα μας υστερεί.

Τέλος, δυσκολευόμαστε να συντάξουμε και τη «λίστα» συμμετοχής στον διάλογο για το εθνικό πλαίσιο προσόντων, ώστε να συμπεριλάβουμε όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς. Ολοι οι εταίροι στον χώρο της εκπαίδευσης, της κατάρτισης και της αγοράς εργασίας θα πρέπει να συνεργάζονται για τη διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού πλαισίου προσόντων. Στη χώρα μας, οι αψιμαχίες στον βωμό των επαγγελματικών δικαιωμάτων δεν επιτρέπουν γενναία βήματα προσεγγίσεων.

Υπό την πίεση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η χώρα μας θα προσαρμοστεί στις συστάσεις του ευρωπαϊκού πλαισίου προσόντων. Είναι ο μόνος δρόμος για μια επιτυχή σύζευξη εκπαιδευτικού και επαγγελματικού πεδίου, απαραίτητη προϋπόθεση για την ανταγωνιστικότητα της χώρας. Είναι λοιπόν δυστύχημα που η χώρα μας ακολουθεί τις διαδικασίες με βήματα βαριά, ενώ θα έπρεπε, εφόσον βρίσκεται σε τόσο δύσκολη οικονομική θέση, να «σέρνει τον χορό».

* Η κ. Νιόβη Παυλίδου είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή